Βρίσκεται σε ένα στενό, κάθετα στην Αγίου Μάρκου με τα μικρά υφασματάδικα και τα χαντράδικα του ιστορικού κέντρου, γι' αυτό και περήφανα έχει πιάσει τον παλμό της πόλης. Το Γρανάδα έχει ισπανικό όνομα και ελληνοϊσπανική ψυχή κι αυτό δεν έγινε τυχαία. Ο λόγος που δημιουργήθηκε ήταν για να μιμηθεί, να θυμίσει ή να φέρει στο προσκήνιο εκείνα τα μικρά, λαϊκά και ανεπιτήδευτα καφενεία των λιμανιών της Μεσογείου. Εκείνα τα μέρη όπου συχνάζουν οι άνθρωποι που αγαπούν τη ρακή, το κρασί, τον καλέ μεζέ, το σμίξιμο και την κουβέντα.
Γι' αυτό και το Γρανάδα μαθεύτηκε αρχικά στόμα με στόμα. Ο ένας έφερε τον άλλον και η ομάδα που το εμπνεύστηκε, η ίδια ομάδα του Πραξιτέλους και του παλιότερου Senza, είδε το νέο της δημιούργημα να γίνεται γρήγορα αγαπημένο στέκι.
Θα μπορούσα να πω ότι το δυνατό χαρτί του μαγαζιού είναι ο απλός του χαρακτήρας και οι φιλόξενες διαθέσεις που φαίνεται από την πρώτη στιγμή ότι έχει. Ενώ δεν είναι μεγάλο, έχει μεγάλη πρόσοψη, από την οποία διακρίνονται εύκολα η μπάρα με τα κεραμικά, μπλε πλακάκια, τα μαρμάρινα τραπέζια και οι κλασικές καρέκλες παλιού καφενείου. Το Γρανάδα σε καλωσορίζει από τη στιγμή που περνάς από μπροστά του. Γι' αυτό και δεν γίνεται να μην το προσέξεις.
Όσοι συχνάζουμε στα ρακάδικα της πόλης, ξέρουμε ότι η καλή ρακή είναι περιζήτητη. Η συγκεκριμένη ταξιδεύει από το Ηράκλειο για να φτάσει στα ποτήρια μας, είναι γλυκόπιοτη, δεν κάνει κεφάλι και συνοδεύει το ίδιο καλά και τα ελληνικά και τα ισπανικά πιάτα.
Βέβαια, όλα αυτά, όταν δεν έχεις φτάσει στο σημείο να παραγγείλεις κάποια πιάτα και μιλάς με τις πρώτες εντυπώσεις. Στη δεύτερη φάση, βρίσκεις πολλά ακόμα που σε υποψιάζουν ότι το Γρανάδα θα γίνει στέκι σου.
Αρχικά, έχει καλή ρακή κι αυτό μετράει. Όσοι συχνάζουμε στα ρακάδικα της πόλης, ξέρουμε ότι η καλή ρακή είναι περιζήτητη. Η συγκεκριμένη ταξιδεύει από το Ηράκλειο για να φτάσει στα ποτήρια μας, είναι γλυκόπιοτη, δεν κάνει κεφάλι και συνοδεύει το ίδιο καλά και τα ελληνικά και τα ισπανικά πιάτα.
Βέβαια, στον κατάλογο υπάρχουν και επιλογές για ούζο, τσίπουρο, φανταστική, παριανή σούμα, κρασί και σαγκρία. Μάλιστα, υπάρχει και ένα δαιμόνιο, λιαστό κρασί από την Πάρο που σερβίρεται με πάγο και το αγαπάς τόσο για το βαθύ, κόκκινο χρώμα του όσο και για την πλούσια, γλυκιά γεύση του, που μοιάζει να έχει γίνει για να σε ηρεμεί και να σε χαλαρώνει.
Και, μετά, φτάνει η στιγμή για να παραγγείλεις και καταλαβαίνεις πως στο Γρανάδα έχει γίνει σοβαρή δουλειά στην κουζίνα και δεν πρόκειται να βρεις κάποιον απλό μεζέ. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν έχω κανένα πρόβλημα με τον απλό μεζέ των ρακάδικων. Ίσα ίσα, θεωρώ πως οι απλές, καλομαγειρεμένες γεύσεις είναι καθημερινή ανάγκη τόσο για το στομάχι όσο και για το μυαλό μας. Απλά, στο Γρανάδα ο μεζές έχει ανέβει επίπεδα, έχει αποκτήσει γκουρμέ χαρακτήρα και σε εξιτάρει από την ανάγνωση και μόνο του καταλόγου.
Πίσω από την επιλογή και τη δημιουργία των πιάτων είναι ο γνωστός και άξιος μάγειρας Δημήτρης Αρσενίδης, που ξεκάθαρα αγαπά και φροντίζει τους μερακλήδες του κόσμου.
Η σαλάτα με τα ψητά λαχανικά, το κατσικίσιο τυρί και το μπέικον ήταν μια καλή αρχή. Το ίδιο και οι αλοιφές, που έφτασαν πρώτες στο τραπέζι. Εξαιρετική γεύση και του χούμους και της μελιτζανοσαλάτας και της τυροκαυτερής. Όλα φτιαγμένα στο χέρι, από εξαιρετικά υλικά, και όλα πεντανόστιμα. Αγαπημένη μου, όμως, υπήρξε η ταραμοσαλάτα. Απαλή, θαλασσινή και τέλεια, δύσκολα τη χορταίνεις.
Στη συνέχεια, έφτασαν στο τραπέζι δύο ακόμα πιάτα που φλέρταραν υπέροχα με τη ρακή μας. Το πρώτο ήταν τραγανές κροκέτες αρνιού με μετσοβόνε, συνοδευμένες με μια σος γιαουρτιού με κύμινο. Το πόσο έδενε η γεύση του αρνιού με το καπνιστό τυρί και πόσο τέλεια δροσίζονταν μέσα στο γιαούρτι, δεν πάει ο νους σας. Εκεί, όμως, που πραγματικά ένιωσα αγαλλίαση ήταν με τα εμπανάδας, την τέλεια ζύμη τους, την ακόμα πιο τέλεια γέμιση με γαρίδα και τσορίθο και τη συγκλονιστική ρομέσκο, την καταλανική σάλτσα με την πιπεριά, τα λευκά αμύγδαλα, τα φουντούκια και το κρασί που απογειώνει τη γεύση πολλών πιάτων, ιδίως όσων περιέχουν θαλασσινά.
Για να μην απομακρυνθούμε από το ισπανικό ταπεραμέντο, συνεχίσαμε με την κλασική παέγια, που την προτείνω ανεπιφύλακτα γιατί είναι σωστά καρυκευμένη, άψογα χυλωμένη και με «ζωντανά» θαλασσινά. Το ίδιο νόστιμα είναι και τα χτένια με κουσκούς, που τα θεωρώ ιδανικό και εκλεπτυσμένο μεζέ για τη ρακή. Ακόμη και να μην πεινάς, είναι δύσκολο να μην τα δοκιμάσεις.
Για το τέλος αφήσαμε τα μάγουλα με τον τραχανά, ένα πιάτο που θα μπορούσα να πω ότι είναι ο ορισμός του comfort food και της γλυκιάς ανακούφισης που νιώθεις όταν δοκιμάζεις κάτι που είναι φτιαγμένο με μεράκι και φροντίδα. Τα μάγουλα ήταν τρυφερά, η σάλτσα δεμένη και πλούσια και ο τραχανάς αυτό ακριβώς που θέλεις όταν υπερβάλλεις λίγο με το αλκοόλ και χρειάζεσαι κάτι να προσέχει το στομάχι σου.
Στο μενού υπάρχουν κι άλλες ενδιαφέρουσες προτάσεις που μας περιμένουν: ψαρονέφρι με ρεβιθάδα, γλυκοπατάτες τηγανητές, φωλιά πατάτας με χωριάτικα αυγά, κροκέτες χαμόν, σουβλάκι μοσχαρίσιο ή ακόμα και γαύρος μαρινέ με σάλτσα τομάτας, ελιά και κάππαρη. Οι τιμές είναι πραγματικά λογικές (κανένα πιάτο δεν ξεπερνά τα 9 ευρώ) και προσαρμοσμένες στην εποχή που διανύουμε.
Εξάλλου, και η ομάδα του Γρανάδα αυτό ακριβώς ήθελε να κάνει, να φτιάξει ένα μαγαζί για όλους, σαν εκείνα τα αυτοσχέδια καφενεία που στήνονταν πίσω από τις ψαραγορές της Πάρου ή της Γρανάδας, τόπους που έχουν ζήσει ή επισκεφτεί και κρατάνε με αγάπη στην καρδιά τους.
Στα άμεσα σχέδιά τους είναι και τα live, με μουσικές που ταιριάζουν με τη φιλοσοφία τους, από ρεμπέτικα μέχρι σπανιόλικα. Περιμένουμε με ανυπομονησία!
Γρανάδα, Μιλτιάδου 11, Aθήνα, 210 3250090, Instagram, Facebook
σχόλια