ΓIA TO MEΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ της ανθρώπινης ιστορίας, ο σκοπός της αναπαραγωγής ήταν προφανής: να εξασφαλίσει κανείς βοήθεια στο αγρόκτημα ή στο μαγαζί, να μεταβιβάσει την περιουσία, την εξουσία και το όνομα, να ευχαριστήσει τον Θεό, να δώσει νόημα στη ζωή του, να αναγνωριστεί ως ενήλικο μέλος της κοινότητάς του, να έχει κάποιους να τον/την φροντίσουν στα γηρατειά του. Οι βαθιές σκέψεις και επιθυμίες δεν είχαν σχεδόν καμία σημασία, ειδικά αν ήσουν γυναίκα.
Τώρα, χάρη στον έλεγχο των γεννήσεων και τη νόμιμη άμβλωση, η απόκτηση παιδιών αποτελεί περισσότερο επιλογή, τουλάχιστον για όσους έχουν την τύχη να μη ζουν σε μια από τις αμερικανικές πολιτείες όπου απαγορεύονται οι εκτρώσεις. Πρόκειται πλέον για μια απόφαση. Και οι αποφάσεις είναι δύσκολες: μπορεί να περάσετε δεκαετίες προσπαθώντας να καταλάβετε ποια είστε και τι θέλετε. Μπορείτε να βυθιστείτε στην πληθώρα βιβλίων και άρθρων για τις γυναίκες, την εργασία και τη μητρότητα και να αποκτήσετε εμμονή με το τι μέλλει γενέσθαι.
Στο βιβλίο τους με τίτλο What Are Children For? («Για ποιον λόγο υπάρχουν τα παιδιά;»), το οποίο εξερευνά την αμφίσημη και διστακτική στάση που εκδηλώνουν πολλές νεαρές γυναίκες σχετικά με την απόκτηση παιδιών, οι καθηγήτριες φιλοσοφίας Αναστάζια Μπεργκ και Ρέιτσελ Γουάιζμαν, αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την εσωστρεφή προσέγγιση.
Τα κύρια ζητήματα που έθεσαν οι γυναίκες στις συνεντεύξεις που πραγματοποίησαν οι συγγραφείς για το βιβλίο τους ήταν πρακτικά: Από πού θα βρεθούν τα χρήματα για να δώσουν στα παιδιά τους τα πλεονεκτήματα που οι ίδιες είχαν απολαύσει; Και τι θα γινόταν με την καριέρα τους; Και η φροντίδα των παιδιών;
Δεν είναι μυστικό ότι η κοινωνία μας παρέχει αξιοσημείωτα πενιχρή βοήθεια στις οικογένειες, ενώ ως επί το πλείστον απαιτεί ελάχιστα από τους πατέρες και προσπαθεί –μάλλον ανεπιτυχώς, όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς– να κάνει τις γυναίκες να αισθάνονται ένοχες, αν δεν θέλουν να τα παρατήσουν όλα και να τεκνοποιήσουν.
Ένας άλλος αυξανόμενος –και δικαιολογημένος– φόβος μεταξύ των νέων ανθρώπων είναι η ιδέα του να φέρουν ένα παιδί σε έναν τόσο βίαιο κόσμο που μοιάζει να καίγεται ολοσχερώς.
Οι δύο συγγραφείς δεν ικανοποιούνται από την οικονομική εξήγηση. Όπως αναφέρουν, έχουν γνωρίσει πολλά άτομα που έκαναν μεγάλη προσπάθεια για να κάνουν παιδιά παρά τις αντίξοες συνθήκες (απουσία συντρόφου, επισφαλής εργασία, έλλειψη οικογενειακών πόρων) απλώς και μόνο επειδή το επιθυμούσαν τόσο πολύ. Αναγνωρίζουν «τη διάθεση επισφάλειας, δυσφορίας και αγανάκτησης» που νιώθουν τόσοι πολλοί millennials, επισημαίνουν όμως ότι, στην πραγματικότητα, σπανίως είναι αυτό το κυρίαρχο πρόβλημα.
Το πραγματικό ζήτημα είναι ότι για πολλές από αυτές τις γυναίκες, η απόκτηση παιδιών δεν είναι τόσο ζωτικής σημασίας όσο ήταν για τους γονείς τους ή τους γονείς των γονιών τους. Είναι «το κερασάκι στην τούρτα» μετά την επίτευξη άλλων στόχων: νεανική διασκέδαση, επαγγελματική επιτυχία, ποιότητα ζωής και πάνω απ' όλα μια πραγματικά υπέροχη σχέση με μια αδελφή ψυχή.
Ακόμη λιγότερο από τις προηγούμενες γενιές, οι γυναίκες αυτής της χιλιετίας δεν θέλουν να συμβιβαστούν. (Η κατάψυξη ωαρίων, που αρχικά χλευάστηκε ως άλλο ένα καπιταλιστικό τέχνασμα για να κάνει τις γυναίκες να εργάζονται περισσότερο, αποδεικνύεται ότι είναι μια λογική απάντηση στη δυσκολία εύρεσης συντρόφου). Αυτό που είναι τώρα στη μόδα είναι ο λεγόμενος «αργός έρωτας» – να ξοδεύεις δηλαδή όσο χρόνο χρειάζεται αναζητώντας ένα πραγματικά συμβατό άτομο, και εν συνεχεία να περάσεις μαζί του χρόνια γνωριμίας προς την κατεύθυνση μιας κοινής ζωής.
Η αμφιθυμία, όπως δείχνουν οι συγγραφείς, είναι μια απάντηση σε γνήσιες συγκρούσεις: «Όμως η αυξανόμενη αναγνώριση του πόσο δύσκολο είναι να επιδιώκει κανείς ταυτόχρονα καριέρα και οικογένεια δεν οδήγησε σχεδόν καθόλου σε επανάσταση στον εργασιακό χώρο. Για πολλές γυναίκες σήμερα, η ανησυχία ότι μπορεί να τους είναι αδύνατο να "τα έχουν όλα" δίνει τη θέση της στην παραίτηση, στην αίσθηση ότι δεν ξέρουμε πλέον τι θα σήμαινε να θέλουμε ολόψυχα κάτι από όλα αυτά».
Ένας άλλος αυξανόμενος –και δικαιολογημένος– φόβος μεταξύ των νέων ανθρώπων είναι η ιδέα του να φέρουν ένα παιδί σε έναν τόσο βίαιο κόσμο που μοιάζει να καίγεται ολοσχερώς. Για την Μπεργκ και τον Γουάιζμαν πάντως, η κλιματική αλλαγή σπάνια είναι ο μοναδικός λόγος που κάποιος αποφασίζει να παραιτηθεί από την απόκτηση παιδιών, αλλά αν είναι ήδη αμφιταλαντευόμενοι οι εν δυνάμει γονείς, αυτό μπορεί να είναι κάτι που γέρνει αρνητικά την πλάστιγγα.
Όπως το έθεσε η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ σε ένα απόσπασμα που παρατίθεται στο βιβλίο, «η πραγματική κρίση είναι ότι πλέον ολόκληρες γενιές βυθίζονται με απάνθρωπα επίπεδα φοιτητικού χρέους, χαμηλά εισοδήματα, υψηλά ενοίκια, καμία εγγύηση υγειονομικής περίθαλψης και ελάχιστη δράση για την κλιματική αλλαγή, γεγονός που δημιουργεί μια κατάσταση όπου το να νιώθεις σίγουρη για να κάνεις παιδί μπορεί να μοιάζει περισσότερο με πολυτέλεια παρά με κανόνα».
Ο πεσιμισμός στην οριστική του μορφή –η πεποίθηση ότι η ζωή είναι ως επί το πλείστον μια δυσάρεστη υπόθεση και ότι είναι καλύτερα να μη γεννηθείς ποτέ– χρονολογείται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Και στην εποχή μας, χάρη στην αντισύλληψη, μπορεί να εφαρμόσει το «πρόγραμμά» του: Μην κάνετε παιδιά, αφήστε την ανθρώπινη φυλή να σβήσει.
Στο νέο βιβλίο της που έχει τίτλο «Begetting» («Γεννώντας» ή «Φέρνοντας» ή «Προκαλώντας»), η επίσης καθηγήτρια φιλοσοφίας Μάρα φαν ντερ Λουγκτ διερωτάται με ευφυή τρόπο για τα κίνητρα και τις αντιλήψεις του κινήματος των «αντι-ναταλιστών», οι οποίοι πιστεύουν ότι η αναπαραγωγή είναι ηθικά επιλήψιμη – όχι μόνο για κάποιους ανθρώπους, τους κακοποιητές παιδιών, ας πούμε, ή τους ανθρώπους με τρομερές γενετικές παθήσεις, αλλά για όλους.
Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, κατ’ αρχάς φέρνετε στη ζωή ένα ον που είναι βέβαιο ότι θα υποφέρει, ίσως πολύ, επειδή αυτή είναι η φύση της ανθρώπινης ζωής. Κατά δεύτερον, φέρνοντας στη ζωή άλλον ένα ή μία συμμέτοχο στην κατανάλωση (και ενίοτε στην υπερκατανάλωση) των πόρων μας, συμβάλλετε στην οικολογική υποβάθμιση και στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Το μελλοντικό σας παιδί και θα συμβάλει στην καταστροφή του κόσμου και θα υποστεί τις συνέπειες, και για όλα θα φταίτε εσείς.
Το πρώτο σκέλος είναι δύσκολο ακόμη και να το σκεφτεί κανείς: πώς γίνεται να αξιολογήσεις τα ενδιαφέροντα και τις προτιμήσεις ενός ανύπαρκτου προσώπου; Ίσως αν μπορούσαν να ερωτηθούν τα πιθανά μελλοντικά παιδιά να έλεγαν: Ναι στη ζωή! Φέρτε τα όλα: καρδιοχτύπια, καρκίνους, κρασί και ρόδα – θα το ρισκάρω!
Εξάλλου, οι περισσότεροι άνθρωποι, παρά τις δυσκολίες, δεν μοιάζουν μάλλον ικανοποιημένοι που είναι εδώ; Τους καθιστά επιφανειακούς κάτι τέτοιο; Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα, ένα ή δύο παιδιά δεν πρόκειται να χρεοκοπήσουν από μόνα τους την οικολογική τράπεζα. Δεν μπορείτε απλά να μην αγοράσετε SUV αυτοκίνητο;
Οι αμφίθυμες στο ζήτημα της τεκνοποιίας γυναίκες για τις οποίες γράφουν οι Μπεργκ και Γουάιζμαν θα πρέπει ίσως να διαβάσουν το δεύτερο βιβλίο, έστω και μόνο για να εξασκήσουν περισσότερο τη σκέψη τους, διότι η φαν ντερ Λουγκτ δεν δίνει εύκολες απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει.
Αλλά θα πρέπει επίσης να διαβάσουν οπωσδήποτε το τελευταίο κεφάλαιο του What Are Children For? στο οποίο η Μπεργκ περιγράφει τη δική της απόφαση να αποκτήσει παιδί, και την ένταση και τη θέρμη και το πάθος και τις συνεχείς συγκρούσεις της μητρότητας. Ίσως αυτή η περιγραφή να τις κάνει να πάρουν μια απόφαση: είτε να πετάξουν τα αντισυλληπτικά τους είτε απλώς να αφήσουν το όλο θέμα στην άκρη και να προχωρήσουν παρακάτω.
Με στοιχεία από The Washington Post