Ο Βιργίλιος, ο Γκαίτε και ο Σίλερ τη λάτρεψαν, ο Πουσέν ζωγράφισε τους βοσκούς της γύρω από έναν τάφο με χαραγμένη πάνω του την περίφημη επιγραφή «Et in Arcadia ego» και οι περιηγητές μορφοποίησαν το αρκαδικό ιδεώδες, την αναπόληση του βουκολικού παραδείσου. Πώς να μη σε γοητεύσει η «Κιβωτός του Θεού» (Arca deorum), όπως την ονόμασαν οι Ρωμαίοι, υποδηλώνοντας τον θαυμασμό τους για τον τόπο όπου σύμφωνα με τους μύθους γεννήθηκε η ζωή; Στην Αρκαδία επιστρέφω συχνά εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια, από τότε που οι τουριστικές υποδομές ήταν εξαιρετικά περιορισμένες και δεν χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να ταξιδέψει κανείς στον χρόνο – τα χωριά ήταν σχεδόν ανέγγιχτα από τον «πολιτισμό». Με το πέρασμα του χρόνου τα συναισθήματά μου είναι ανάμεικτα: νοσταλγώ κατά καιρούς κάποια παλιά καφενεία με ξυλόσομπες και παππούδες, κάτι «αρχαία» ταβερνεία που εκσυγχρόνισαν οι κληρονόμοι, από την άλλη όμως χαίρομαι που υπάρχουν πλέον εξαιρετικά καταλύματα, καθώς έχω προλάβει εποχές που στο πρωινό προσφέρανε συμπυκνωμένη πορτοκαλάδα. Τα χωριά δεν είναι μακέτες, να τα θαυμάζουμε τα Σαββατοκύριακα και να ερημώνουν τη Δευτέρα το πρωί – για να παραμείνουν ζωντανά πρέπει να αλλάζουν, ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες των κατοίκων τους. Μπορεί να χάθηκαν κάποια από τα παλιά μας στέκια, τα χωριά της Αρκαδίας όμως σήμερα είναι πανέμορφα, προσφέρουν πολλές επιλογές και διατηρούν τη γοητεία του παρελθόντος, προχωρώντας προς το μέλλον.
Νοσταλγώ κατά καιρούς κάποια παλιά καφενεία με ξυλόσομπες και παππούδες, κάτι «αρχαία» ταβερνεία που εκσυγχρόνισαν οι κληρονόμοι, από την άλλη όμως χαίρομαι που υπάρχουν πλέον εξαιρετικά καταλύματα, καθώς έχω προλάβει εποχές που στο πρωινό προσφέρανε συμπυκνωμένη πορτοκαλάδα.
Bυτίνα
Αν αυτό που σας ενδιαφέρει περισσότερο είναι τα χειμερινά σπορ, τότε η Βυτίνα που βρίσκεται αρκετά κοντά στο χιονοδρομικό του Μαινάλου είναι μια καλή επιλογή. Για να είμαι ειλικρινής, σε σχέση με άλλα χωριά μου αρέσει λιγότερο και συνήθως δεν την επιλέγω για διαμονή, ωστόσο πάντα φροντίζω να περάσω από κει, γιατί έχει άλλες χάρες: πολύ καλές ταβέρνες με νόστιμο, «αληθινό» φαγητό, μερικά ωραία café και κυρίως πολλά μαγαζάκια με τοπικά προϊόντα. Από εδώ πάντα φεύγω φορτωμένη όσπρια, ζυμαρικά, βότανα, εξαιρετικό ελατίσιο μέλι και, όταν η εποχή το επιτρέπει, ακόμα και τυριά. Η Βυτίνα είναι η καρδιά της ευρύτερης περιοχής, οπότε προσφέρεται και για επίσκεψη μεσοβδόμαδα, καθώς είναι ιδιαίτερα ζωντανή και δεν υπάρχει περίπτωση να αντικρίσετε ένα χωριό-φάντασμα. Αυτό από μόνο του νομίζω ότι είναι ισχυρό κίνητρο να την επισκεφτεί κανείς. Μην παραλείψετε να κάνετε έναν περίπατο κάτω από τα πλατάνια και τους σφενδάμους στο παλιό «νυφοπάζαρο» της Βυτίνας, τον περίφημο «Δρόμο της Αγάπης», που υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής στους ρομαντικούς και στους ερωτευμένους κατά το παρελθόν.
Δημητσάνα
Την πρώτη φορά που αντίκρισα τη Δημητσάνα μού κόπηκε η ανάσα. Ξεπρόβαλε ξαφνικά μετά από μια στροφή, γαντζωμένη πάνω από το φαράγγι του Λούσιου, με τους πέτρινους πύργους της να υψώνονται υπερήφανοι, και μου έκλεψε την καρδιά. Το μόνο που ήξερα για το χωριό είναι ότι εκεί έφτιαχναν μπαρούτι κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, εξού και ο χαρακτηρισμός «μπαρουταποθήκη του αγώνα». Πριν από είκοσι και πλέον χρόνια η Δημητσάνα ήταν σχεδόν εκτός τουριστικού χάρτη, σταδιακά όμως απέκτησε μερικούς από τους ωραιότερους ορεινούς ξενώνες και τα Σαββατοκύριακα του χειμώνα γίνεται κυριολεκτικά πόλεμος για ένα δωμάτιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το κόστος διανυκτέρευσης. Επισκεφθείτε το Μουσείο Υδροκίνησης, ιδίως αν έχετε παιδιά. Διαφωτίζει σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας των νερόμυλων, των νεροτριβών, των βυρσοδεψείων και όλων των χρήσεων που αξιοποιούσαν τα πολύτιμα νερά του ποταμού. Επόμενος σταθμός είναι η περίφημη βιβλιοθήκη της Δημητσάνας που ιδρύθηκε το 1764 και ήταν μία από τις τέσσερις που υπήρχαν στην Ελλάδα. Σήμερα στεγάζεται στο παλιό δημοτικό σχολείο που χτίστηκε το 1845, συνδυάζοντας στοιχεία νεοκλασικού ρυθμού και της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της ορεινής Αρκαδίας. Από τους παλιούς της τόμους διασώζονται περίπου επτακόσιοι, καθώς πολλά από τα βιβλία χρησιμοποιήθηκαν ως χαρτί για να κατασκευαστούν φισέκια κατά την Επανάσταση του 1821. Ανάμεσα στα εκθέματα θα εντοπίσετε τη σέλα του Παπαφλέσσα αλλά και τη λάρνακα με τα οστά του Παλαιών Πατρών Γερμανού, το σπίτι του οποίου βρίσκεται στο χωριό και πλέον είναι επισκέψιμο. Τρία εξαιρετικά μοναστήρια βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από τη Δημητσάνα και αξίζει να τα επισκεφτούν και όσοι δεν είναι λάτρεις του θρησκευτικού τουρισμού: η Μονή Φιλοσόφου (963 μ.Χ.), γνωστή και ως «Κρυφό Σχολειό», η Μονή Προδρόμου (16ος αι.) και η Μονή Αιμυαλών (1600 μ.Χ.). Αν πάλι σας πιάσει λιγούρα, στο χωριό εδρεύει μια μικρή βιοτεχνία γλυκών που φτιάχνει σούπερ μπακλαβάδες και «πυραυλάκια».
Στεμνίτσα
Από τα πιο αγαπημένα χωριά της Αρκαδίας, η Στεμνίτσα συναγωνίζεται τη Δημητσάνα σε ομορφιά. Από τα μεταβυζαντινά χρόνια αποτελεί αργυροχρυσοχοϊκό και μεταλλουργικό κέντρο, ενώ σήμερα λειτουργεί εκεί παραδοσιακή Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας. Τα τελευταία χρόνια έχουν ανοίξει κάμποσα χαριτωμένα καταστήματα με κοσμήματα και το χωριό έχει αποκτήσει ένα καλλιτεχνικό προφίλ. Στην Πλατεία Α' Πελοποννησιακής Γερουσίας καθίστε οπωσδήποτε για έναν καφέ στη «Γερουσία», το παραδοσιακό καφενείο που λειτουργεί από το 1870 και διατηρεί τη γοητεία, την ξυλόσομπα και τους... παππούδες του. Στην πλατεία υπάρχουν και ψησταριές με τα απαραίτητα κοψίδια, σε περίπτωση που πεινάτε. Αν δεν έχετε επιλέξει να μείνετε σε έναν από τους πολλούς ξενώνες του χωριού, καλό είναι να αποφύγετε να πάρετε νύχτα τον δρόμο προς Δημητσάνα, γιατί συχνά πιάνει ομίχλη, από αυτές που δεν βλέπεις απολύτως τίποτα και κυρίως πού ακριβώς είναι ο γκρεμός. Και μια και δίνω συμβουλές προς οδηγούς, να συμπληρώσω ότι τον χειμώνα, νωρίς το πρωί, υπάρχει παγετός, ο οποίος στα σημεία που δεν βλέπει ο ήλιος αντέχει για ώρες. Πρόκειται για ένα μάθημα που μας κόστισε μια γερή τρομάρα, ένα φτερό, ένα φανάρι κι ένα παρμπρίζ, οπότε καλό είναι να το λάβετε υπόψη.
Λαγκάδια
Στα Λαγκάδια αργήσαμε να πάμε, καθώς δεν τα είχαμε πάρει χαμπάρι από την αρχή. Το χωριό μπορεί να είναι χαμηλών τόνων, κρύβει ωστόσο θησαυρούς, καθώς από δω κατάγονται οι φημισμένοι Λαγκαδινοί χτίστες που ήταν περιζήτητοι και «έχουν χτίσει όλη την Ελλάδα με τα χέρια τους». Μεγάλοι μάστορες της πέτρας γυρνούσαν σε μπουλούκια κατασκευάζοντας γεφύρια, σπίτια, βρύσες, σχολεία και εκκλησίες. Φυσικά, το χωριό τους δεν θα μπορούσε παρά είναι πανέμορφο, αδιάψευστος μάρτυρας της μεγάλης ακμής που γνώρισε μετά την Επανάσταση, όταν η ιδιαίτερη πατρίδα του Θεόδωρου Δεληγιάννη έφτασε να αριθμεί σχεδόν 7.000 κατοίκους και να είναι η μεγαλύτερη πόλη της Αρκαδίας μετά την Τρίπολη. Επισκεφθείτε το σπίτι των Δεληγιαννέων με τα κειμήλια της οικογένειας και τον ναό του Τίμιου Προδρόμου ακριβώς από κάτω – ο ναός χτίστηκε το 1808 μέσα σε σαράντα μέρες, λόγω του χρονικού περιορισμού που επέβαλαν οι Τούρκοι. Η μητρόπολη των Λαγκαδιών, ο ναός των Αγίων Ταξιαρχών, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον χάρη στο περίτεχνο καμπαναριό της και τη μαρμάρινη παράσταση του Εσταυρωμένου στο υπέρθυρο της νότιας εισόδου, κάτι ασυνήθιστο για ορθόδοξη εκκλησία. Το «κρεμαστό χωριό της Πελοποννήσου» αξίζει να το περπατήσει κανείς, τα πέτρινα στολίδια του είναι μοναδικά και αν αποφασίσετε να είναι η βάση σας, διαθέτει τα πάντα.
Η Αρκαδία δεν εξαντλείται με μία μόνο επίσκεψη, είναι τόπος στον οποίο επανέρχεσαι. Κάθε χωριό έχει τη δική του ομορφιά και ιστορία και όλα αξίζουν τον χρόνο που θα τους αφιερώσετε. Το Λιμποβίσι είναι το χωριό του Κολοκοτρώνη και σήμερα το ανακατασκευασμένο πατρικό του λειτουργεί ως μουσείο, η Ζάτουνα υπήρξε τόπος εξορίας του Μίκη Θεοδωράκη και οι μνήμες εκεί είναι ακόμα ζωντανές, τα Μαγούλιανα, το ψηλότερο χωριό της Πελοποννήσου, είναι χτισμένα στα 1.365 μέτρα υψόμετρο, όσο για τον Ορχομενό, μία από τις παλαιότερες και μεγαλύτερες πόλεις της αρχαίας Αρκαδίας, μας επιφύλασσε μια έκπληξη: ένα αρχαίο θέατρο σκαρφαλωμένο πάνω στα βουνά, με θέα μαγική. Αναζητήστε το, βρίσκεται κοντά στο Λεβίδι, δεν θα το βρείτε εύκολα, αλλά θα το θυμάστε για πάντα.