Η Νίκαια είναι μια πόλη φτιαγμένη από αριστοκράτες και αυτό φαίνεται. Βρέθηκα εκεί αρχές Οκτώβρη και το μέρος με κέρδισε από την πρώτη στιγμή. Ο ήλιος, τα χρώματα των κτιρίων, η αρχιτεκτονική τους αλλά και ο κόσμος σε κάνουν να νιώθεις μέρος μιας κοσμοπολίτικης ταινίας.
Βρίσκεται στην καρδιά της Κυανής Ακτής και είναι γνωστή για την εκπληκτική της ομορφιά, το ήπιο κλίμα και την πλούσια ιστορία της. Αν και σήμερα είναι δημοφιλής προορισμός για τουρίστες απ' όλο τον κόσμο, έχει μια ιστορία που μετράει χιλιάδες χρόνια.
Η πόλη ιδρύθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. από Έλληνες της Μασσαλίας προς τιμή της θεάς Νίκης, αργότερα πέρασε στα χέρια των Ρωμαίων που επηρέασαν τόσο τον πολιτισμό όσο και την αρχιτεκτονική της και το 1860 προσαρτήθηκε στη Γαλλία. Βασιλείς, αριστοκράτες αλλά και πολλοί καλλιτέχνες επέλεγαν τη Νίκαια για να περνούν τους χειμώνες τους εκεί, χάρη στο εξαιρετικό κλίμα της. Όλοι αυτοί οι παραθεριστές με τα μεγαλόπρεπα εξοχικά και τα παλάτια που έχτισαν άλλαξαν τη μορφή της.
Ένα από τα πιο εμβληματικά σημεία της Νίκαιας είναι η Promenade des Anglais, μια παραλιακή λεωφόρος μήκους 7 χιλιομέτρων που δημιουργήθηκε προκειμένου οι εύποροι Άγγλοι που ζούσαν εκεί να μπορούν να κάνουν τον καθημερινό τους περίπατο. Κατά μήκος αυτής της όμορφης διαδρομής το χρώμα των νερών θυμίζει Ιόνιο, αλλά η παραλία έχει μεγάλες πέτρες τις οποίες συχνά ανανεώνουν, αφού τους χειμερινούς μήνες η θάλασσα τις τραβάει μέσα. Περπατώντας την μπορείς να θαυμάσεις όλα τα μεγαλόπρεπα ξενοδοχεία που έχουν χτιστεί εκεί και έχουν απρόσκοπτη θέα στη θάλασσα. Μεταξύ αυτών είναι και το διάσημο Negresco, σήμα κατατεθέν της πόλης.
Καλό είναι όποιος ταξιδεύει στις περιοχές της Κυανής Ακτής να γνωρίζει ότι τα εστιατόρια που σερβίρουν παραδοσιακή κουζίνα είναι πιστοποιημένα και ελέγχονται ώστε να ακολουθούν κατά γράμμα τις συνταγές και υπάρχουν και σε λίστα ώστε να τα βρίσκουν εύκολα οι επισκέπτες.
Ένα άλλο σημείο που αξίζει να επισκεφθείς είναι ο Λόφος του Κάστρου (Colline de Chateau), απ' όπου έχεις την ιδανικότερη θέα της Νίκαιας. Η ανάβαση δεν κουράζει, αφού υπάρχει ασανσέρ που μεταφέρει το κοινό στην κορυφή, και μάλιστα δωρεάν.
Η παλιά πόλη, γνωστή ως Vieux Nice, είναι γεμάτη στενά δρομάκια και πολύχρωμα κτίρια που δίνουν άπλετο υλικό για ινσταγκραμικές αφηγήσεις. Η αγορά της Cours Saleya είναι ένα από τα πιο δημοφιλή σημεία, όπου οι ντόπιοι και οι επισκέπτες μπορούν να βρουν λουλούδια, φρούτα και λαχανικά αλλά και παραδοσιακά προϊόντα. Μοιάζει με μια μεγάλη λαϊκή, μόνο που εκεί οι έμποροι στήνουν τα φρούτα και τα λαχανικά με πολύ όμορφο και θελκτικό τρόπο.
Γενικώς, η παλιά πόλη προσφέρεται για ατελείωτες βόλτες αλλά και χάζι και αγορές στα μαγαζιά. Οι περισσότεροι τουρίστες προτιμούν σαπούνια Μασσαλίας και διάφορα γλυκίσματα, π.χ. τα τοπικά μακαρόν που είναι μπισκοτάκια με αμύγδαλο, αρωματισμένα με τις γεύσεις της Κυανής Ακτής: λεμόνι από τη Menton, βιολέτα από το Tourettes-sur-Loup ή πορτοκάλι και πράσινο γλυκάνισο από τη Μεσόγειο.
To μαγαζί που προτείνω να επισκεφθεί κάποιος αν θέλει να προμηθευτεί κάποιο ξεχωριστό σουβενίρ είναι το Tresors Publics, ένα κατάστημα που φιλοξενεί περισσότερα από 1.000 παραδοσιακά και αυθεντικά είδη τα οποία κατασκευάζονται αποκλειστικά στη Γαλλία και είναι όμορφα τακτοποιημένα σε ράφια και συρτάρια.
Στην πόλη βρίσκονται επίσης αρκετά μουσεία, το Μουσείο Ματίς και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που αξίζουν μια επίσκεψη. Το Μουσείο του Πολ Σαγκάλ, όμως, είναι αυτό που δεν πρέπει να χάσεις, αφού είναι το μοναδικό στον κόσμο που είναι αφιερωμένο στον συγκεκριμένο ζωγράφο. Εντυπωσιακό είναι και το Μουσείο Massena που παρουσιάζει την ιστορία της Νίκαιας του 19ου αιώνα. Εκεί θα βρεις πολλά ενδιαφέροντα εκθέματα, για παράδειγμα τη νεκρική προσωπίδα του Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
Το φαγητό σε αυτήν τη γαλλική κατά τ’ άλλα πόλη θυμίζει περισσότερο Ιταλία, με πολλές επιλογές σε πίτσα αλλά και σε φρέσκα ζυμαρικά. Υπάρχουν όμως συνταγές που εγώ τουλάχιστον συνάντησα πρώτη φορά. Αυτό που θα δεις να ψήνεται σχεδόν παντού και θα το εντοπίσεις αμέσως από τον κόσμο που κάνει ουρές για να το δοκιμάσει είναι η socca, που ο καλύτερος τρόπος για να την περιγράψω είναι να την παρομοιάσω με τη δική μας «τεμπελόπιτα» στην πιο απλή μορφή της. Ουσιαστικά, είναι μια λεπτή, σαν κρέπα πίτα, φτιαγμένη από ρεβιθάλευρο, νερό, αλάτι και μπόλικο λάδι. Αν αποφασίσεις να τη δοκιμάσεις, θα βρεις την καλύτερη εκδοχή της στο Chez Tereza, το μόνο μαγαζί που την ψήνει σε ξυλόφουρνο. Η πιο διάσημη τοπική συνταγή είναι η σαλάτα Νισουάζ, ουσιαστικά μια τονοσαλάτα με αυγό την οποία βρήκα περισσότερο ενδιαφέρουσα σε μορφή σάντουιτς. Άλλη μια σπεσιαλιτέ της περιοχής είναι η pissaladière που θυμίζει τάρτα με κρεμμύδια, ελιές και αντζούγιες.
Την τιμητική τους επίσης έχουν τα ελβετικά σέσκουλα τα οποία συναντάει κανείς σε διάφορες εκδοχές. Η καλύτερη για μένα ήταν η trouchia, που ουσιαστικά είναι μια αφράτη ομελέτα με σέσκουλα. Δοκίμασα επίσης μια πίτα που είχε ζύμη σφολιάτας πάνω και κάτω και ήταν γεμισμένη με το χορταρικό ανακατεμένο με ρύζι καθώς και τη γλυκιά πίτα με σέσκουλα που είναι από τα παραδοσιακά τους γλυκίσματα, αλλά δεν μπορώ να πω ότι ενθουσιάστηκα. Καλό είναι όποιος ταξιδεύει στις περιοχές της Κυανής Ακτής να γνωρίζει ότι τα εστιατόρια που σερβίρουν παραδοσιακή κουζίνα είναι πιστοποιημένα και ελέγχονται ώστε να ακολουθούν κατά γράμμα τις συνταγές και υπάρχουν και σε λίστα ώστε να τα βρίσκουν εύκολα οι επισκέπτες.
Όσον αφορά τα διάφορα κρασιά που έτυχε να δοκιμάσω, υπήρξαν εξαιρετικά, γεγονός που δεν αποτελεί έκπληξη από τη στιγμή που μιλάμε για γαλλικά κρασιά. Αν σου δοθεί η ευκαιρία, δοκίμασε το κρασί που βγάζουν οι ελάχιστοι οινοποιοί της περιοχής. Η ποικιλία ονομάζεται Bellet και, δυστυχώς, η παραγωγή είναι πολύ μικρή, με αποτέλεσμα μια φιάλη να κοστίζει πολύ ακριβά.
Η Νίκαια είναι επίσης ιδανική βάση για εξερεύνηση της γύρω περιοχής. Μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά, οι επισκέπτες μπορούν να επισκεφθούν το γειτονικό Μόντε Κάρλο, τις εντυπωσιακές πλαγιές της γαλλικής Ριβιέρας και γραφικά χωριά όπως το Eze και το Saint Paul de Vence που υπήρξε καλλιτεχνικό χωριό, και το μέρος όπου βρίσκεται ο τάφος του Σαγκάλ. Εγώ βρέθηκα εκεί και δεν το συνιστώ γιατί είναι πάρα πολύ τουριστικό και όλες τις εποχές έχει πάρα πολύ κόσμο που καταφθάνει με πούλμαν. Προτείνω να κατευθυνθείς προς τη Vence και το Saint Jeannet, που είναι το ίδιο γραφικά και πολύ πιο ήσυχα.
Στα παραλιακά μέρη μπορείς να πας πολύ εύκολα και οικονομικά με τρένο, αλλά για να επισκεφθείς τα γραφικά χωριά της Προβηγκίας προτιμότερο είναι να νοικιάσεις αυτοκίνητο, αλλιώς μπορείς να χρησιμοποιήσεις Uber που λειτουργεί σε ολόκληρη την Κυανή Ακτή. Η εκδρομή που εγώ προτείνω σίγουρα περιλαμβάνει το Μουσείο του Ρενουάρ καθώς και την παλιά πόλη Cagnes sur Mer.
To μουσείο, εκτός από τα υπέροχα έργα του διάσημου ζωγράφου που φιλοξενεί, υπήρξε και η οικογενειακή του κατοικία όταν, λόγω της αρθρίτιδας που τον ταλαιπωρούσε, αποφάσισε να μετακομίσει στην Κυανή Ακτή. Είναι ένα υπέροχο, καλοδιατηρημένο κτίριο μέσα σε ένα ονειρεμένο κτήμα που σε κάνει να νιώσεις πώς θα ήταν να ζεις στη γαλλική εξοχή. Το παρακείμενο χωριό είναι επίσης πολύ γραφικό και ακόμα δεν βουλιάζει από τουρίστες, οπότε μετά από μια σύντομη βόλτα στα σοκάκια του μπορείς να καθίσεις για καφέ ή φαγητό στην όμορφη πλατεία του που προσφέρει θέα στα γύρω βουνά της Προβηγκίας.
Τις μέρες που βρέθηκα εκεί ξεκινούσε και το 24o Ευρωπαϊκό Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Νίκαιας «Un festival c'est trop court» που συγκεντρώνει κάθε χρόνο ταινίες και κοινό από τις τέσσερις γωνιές της Ευρώπης, δημιουργώντας μια γιορτινή πολιτιστική ατμόσφαιρα στη Νίκαια. Φέτος ειδικά είχε και ελληνικό ενδιαφέρον, αφού ένα μεγάλο μέρος του ήταν αφιερωμένο στους Έλληνες δημιουργούς του είδους. Στo πλαίσιo του ελληνικού αφιερώματος η Cinémathèque de Nice διοργάνωσε ένα ειδικό masterclass με τον Κώστα Γαβρά. Κατά τη διάρκειά του, ο διάσημος Έλληνας σκηνοθέτης μίλησε απλά και σεμνά για την καριέρα και το έργο του. Αν και είναι γνωστός για τις πολιτικά φορτισμένες ταινίες του, κατά τη διάρκεια της συζήτησης τόνισε ότι όταν πηγαίνεις στον κινηματογράφο, πηγαίνεις πρώτα απ' όλα για να νιώσεις συναισθήματα και ύστερα για να προβληματιστείς.
Είχα την ευκαιρία να παρευρεθώ στην τελετή έναρξης του φεστιβάλ και να παρακολουθήσω τις ταινίες που το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και οι υπεύθυνοι του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας επέλεξαν να προβληθούν σε αυτό. Οι επιλογές ήταν όλες εξαιρετικές, αλλά θα ξεχωρίσω το «Honeymoon» του Άλκι Παπασταθόπουλου που έχει ταξιδέψει σε πολλά φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο, σάρωσε στα βραβεία του Φεστιβάλ της Δράμας και μόλις πριν από λίγες μέρες οι δύο πρωταγωνίστριές του κέρδισαν το βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας στις Νύχτες Πρεμιέρας.
Το «Μωβ» της Τζο Καπράλου ήταν άλλη μια ταινία που με κέρδισε, καθώς και το «Το καλοκαίρι που παρατήρησα για πρώτη φορά τον ήλιο να δύει» του Αστέρη Τζιώλα, που το βρήκα εξαιρετικά τρυφερό και συγκινητικό. Τέλος, δεν μπορώ να μην αναφερθώ στο «A piece of liberty» της Αντιγόνης Καπάκα που ενθουσίασε το κοινό του φεστιβάλ αλλά και στο «Χάος που άφησε πίσω της», το βραβευμένο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Νίκου Κολιούκου. Συνολικά ήταν μια πολύ καλή εμπειρία και μια καλή ευκαιρία να γνωρίσω την ελληνική κοινότητα της Νίκαιας που είναι εξαιρετικά μεγάλη και επιτελεί σημαντικό έργο στην περιοχή, προωθώντας τον νεοελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα συστηματικά μέσω δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων.
Η Νίκαια μου χάρισε σπουδαίες αναμνήσεις, με γέμισε όμορφες εικόνες και με έφερε σε επαφή με νέες εμπειρίες. Μια επίσκεψη στην Κυανή Ακτή νομίζω ότι δεν μπορεί να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο, απλώς καλό είναι να γίνει οποιαδήποτε άλλη περίοδο εκτός καλοκαιριού, οπότε η κοσμοσυρροή δεν σου επιτρέπει να την απολαύσεις όπως της πρέπει. Άλλωστε η Νίκαια, ακόμα και με συννεφιά, ακόμα και με βροχή, λάμπει, και τα ζεστά της χρώματα σε κάνουν να πιστεύεις πως εκεί είναι πάντα καλοκαίρι.
Eυχαριστoύμε την Air France για τη βοήθεια στην πραγματοποίηση του ταξιδιού.