Η ηλεκτρική βία
Feya Dervitsiotis
En attendant Nadeau - 7 Δεκεμβρίου 2022
Η Ιταλίδα Goliarda Sapienza και η Σουηδέζα Linda Boström Knausgård γράφουν, με διαφορά πενήντα ετών, για την ίδια εμπειρία: μια θεραπεία με ηλεκτροσόκ και την επακόλουθη απώλεια μνήμης. Για την πρώτη, η γραφή αρχίζει όταν ακόμα είναι πολύ ευάλωτη και καταλήγει να ακτινοβολεί μια φωτεινή δύναμη, ανοίγοντας το δρόμο για το αριστούργημά της, Η τέχνη της χαράς. H δεύτερη αφιερώθηκε στην κριτική του ψυχιατρικού "εργοστασίου", καταπνίγοντας όμως έτσι κάθε δημιουργικότητά της.
Είναι πάρα πολλά τα παραδείγματα δυτικών γυναικών συγγραφέων που βασανίστηκαν από κατάθλιψη, από σκέψεις αυτοκτονίας, και κατέληξαν σε ψυχιατρεία. Ορισμένες από αυτές τις γυναίκες έγραψαν για την πορεία αυτή στην οποία οδηγήθηκαν. Η Αμερικανίδα Charlotte Perkins Gilman με το The Yellow Wallpaper το 1892, η Βρετανίδα Anna Kavan με το Asylum Piece το 1940, η Δανέζα Tove Ditlevsen με τα Πρόσωπα το 1968... Από το ένα βιβλίο στο άλλο αυτής της σειράς, που αποτελεί από μόνη της μία κατηγορία, οι γυναίκες υποφέρουν και δεν λαμβάνουν τη βοήθεια που θα τις έσωζε, σαν να είναι αδιανόητο σε αυτόν τον κόσμο.
Με δύο πρόσφατες δημοσιεύσεις, το θέμα αυτό αποκτά μία νέα επικαιρότητα. Οι εκδόσεις Le Tripode, που έχουν αναλάβει να παρουσιάσουν το σύνολο των έργων της Goliarda Sapienza μεταφρασμένων από την Nathalie Castagné, δημοσίευσαν το Νήμα του μεσημεριού. Το κείμενο αυτό του 1969, το δεύτερο που δημοσίευσε η συγγραφέας μετά την Ανοιχτή Επιστολή, αφηγείται ένα επεισόδιο από το 1962: η Goliarda Sapienza, οδηγημένη σε απόγνωση από έναν ερωτικό χωρισμό, δοκιμάζει να βάλει τέλος στη ζωή της. Εγκλείεται στο νοσοκομείο, υποβάλλεται σε θεραπεία με ηλεκτροσόκ και στη συνέχεια ξεκινά μια μακρά ψυχανάλυση, η οποία αποτελεί μια βουτιά στο "μύχιο χάος" της, την οποία και αφηγείται εδώ. Η Σουηδέζα συγγραφέας Linda Boström Knausgård, στο Κορίτσι του Οκτώβρη, που δημοσιεύτηκε από τον εκδοτικό οίκο Grasset, θυμάται πενήντα χρόνια μετά, στο μεσοδιάστημα 2013-2017, τι πέρασε η ίδια όταν υποβλήθηκε σε θεραπεία με ηλεκτροσόκ. Μεταφράστηκε για μας από τον Terje Sinding, μεταφραστή των Strindberg και Ibsen.
Οι δύο αυτές γυναίκες, που εντάσσονται στη μακραίωνη πομπή των μαγισσών και των "υστερικών" που τέθηκαν σε απομόνωση, ήταν ηθοποιοί. Και οι δύο εγκατέλειψαν το θέατρο για να γράψουν περίπου την ίδια εποχή με τη θεραπεία τους, σαν να υπήρχε μια επείγουσα ανάγκη να μιλήσουν με τα δικά τους λόγια για να βρουν μια άκρη στο συνονθύλευμα που είχε καταντήσει η ζωή τους. Τα βιβλία τους υψώνονται πάνω από την ανείπωτη μαύρη τρύπα των ηλεκτροσόκ. Και για τις δύο, αυτή η θεραπεία θολώνει τις αναμνήσεις και την αυτογνωσία: "Όταν ξύπνησα, δεν ήξερα ποια ήμουν, ούτε πού, ούτε γιατί." (Το κορίτσι του Οκτώβρη) Οι αφηγήσεις τους μιμούνται μια πρόοδο στο χρόνο, καθώς τις απομακρύνουν από τη στιγμή του ηλεκτροσόκ, χωρίς να είναι καθόλου γραμμικές όταν καταγράφουν την εσωτερική τους κατάσταση. Και οι δύο κυριεύονται, πέρα από τάξη και λογική, από βιωμένα κομμάτια του παρελθόντος που επιπλέουν ανάμεσα σε εικόνες, όνειρα και φαντασιώσεις. Κομμάτια σκέψεων επικαλύπτονται στη γραφή, σαν μια συνείδηση που αγωνιά να αναδομηθεί.
Παραμένουν ωστόσο οι επίμονες αναμνήσεις από την ιδιαίτερη κατάσταση που βιώνουν ως γυναίκες: η σκιά που ρίχνει ένας σύντροφος, οι υποχρεώσεις τους απέναντί του ή απέναντι σε άλλους, ο φόβος ότι δεν θα μπορέσουν να γράψουν. Αυτές οι αιτίες της απελπισίας τους επιστρέφουν με τη μορφή της "βοήθειας" που λαμβάνουν, σαν μια κανονιστική εισβολή. Μεταξύ δύο ηλεκτροδίων, μια νοσοκόμα υπενθυμίζει στη Linda Boström Knausgård τη μητρική της ευθύνη. Στο Νήμα του μεσημεριού, η Goliarda Sapienza φαντάζεται ότι ο ψυχαναλυτής προσπαθεί να την τεμαχίσει, ίσως για να την αναδιατάξει όπως εκείνος νομίζει: "Ίσως έχει επίσης αποκολλήσει το δέρμα μου, την πρώτη σάρκα, τη δεύτερη, με το ψυχαναλυτικό του νυστέρι, και έτσι η λεπτή πλέξη των νεύρων και των φλεβών, ακάλυπτη, τρέμει με κάθε πνοή του αέρα [...], θα καταφέρει η φύση μου να κάνει το δέρμα μου να ανασυνταχθεί;"
Η θεραπεία της Linda Boström Knausgård αποτελείται αποκλειστικά από ατελείωτες συνεδρίες ηλεκτροσόκ, καθώς το σουηδικό νοσοκομειακό σύστημα βασίζεται σ' αυτά τα αποτελέσματα που είναι πιο μετρήσιμα από οποιαδήποτε άλλη θεραπεία. Αυτό γίνεται στο "εργοστάσιο", όπου προέχει η απόδοση: "Έκαναν είκοσι συνεδρίες την ημέρα. Αυτός ο εντατικός ρυθμός ήταν το nec plus ultra αποτέλεσμα μιας ανεξέλεγκτης οργανωμένης επιχείρησης." Το κείμενό της είναι ολόκληρο μια μαρτυρία για την παραλυτική αναμονή μεταξύ δύο συνεδριών, για την μαλθακότητα, για το αίσθημα της σπατάλης, για τον χορό των νοσοκόμων και των καθετήρων. Ίσως ως σύμπτωμα των σκληρών καιρών, το βιβλίο αυτό είναι λιγότερο ένα μέσο λύτρωσης παρά μία απελπισμένη, περιττή παρηγορητική λύση: "Πάντα ήξερα ότι μπορούσα να γράψω σαν να διακυβεύεται η ζωή μου". Δεν υπερβαίνει την εξομολόγηση και την αυτοανάλυση. Είναι ωστόσο ευχάριστο το γεγονός ότι η συγγραφέας διεκδικεί το δικαίωμα να γράφει για το μαρτύριό της, το οποίο έχει ήδη απεικονιστεί στα βιβλία του πρώην συζύγου της, του Νορβηγού συγγραφέα Karl Ove Knausgård.
Πιο απόλυτο στην προσέγγισή του, το Νήμα του μεσημεριού, όπως το μαρτυρά και ο τίτλος, παραπέμπει στην ασταθή ισορροπία που χαρακτηρίζει τόσο το έργο της Goliarda Sapienza όσο και τη ζωή της, και που την προστάτεψε από τον φασισμό, ο οποίος, σύμφωνα με την ίδια, είναι σύμφυτος με κάθε τι που είναι παγιωμένο. Το θέμα δεν είναι να επιτευχθεί μία ψυχική "σταθερότητα", πρέπει πάντα να αναζητάς, να κινείσαι για να ζεις, να μην προσφέρεσαι για εξηγήσεις. Προχωρώντας πιο ριζικά, με νοητικούς συνειρμούς, η Goliarda Sapienza απλώνεται στη σελίδα όπως πάνω σε στυπόχαρτο. Το αποτέλεσμα είναι μια πυρετώδης γλώσσα που αυτονομείται και προχωρά με ένα σίγουρο βήμα, πέρα από τη θεραπεία, δινοντάς της ένα κειμενικό σώμα: "η σκιά των βλεφαρίδων ξύλο φλαμουριάς, ξύλο ακακίας, η κοιλιά, ένας ωκεανός που διασχίζεται από ποτάμια, τα χέρια μου, στήλες που αντιστέκονται στο κενό, που ξέρουν να προστατεύουν ένα εγκαταλελειμμένο κεφάλι". Με τη δύναμη που της δίνει η ανακτηθείσα ελευθερία της και η ικανότητά της να αντιστέκεται (ο ψυχαναλυτής της σταμάτησε να ασκεί το επάγγελμά του, αφού τρελάθηκε!), η Goliarda Sapienza ξεκίνησε να γράφει την Τέχνη της χαράς. Εκεί όπου η ηλεκτρική βία αποτυγχάνει, η γλώσσα επιτρέπει στη συγγραφέα να σωθεί με τα δικά της μέσα. 'Ετσι γεννιέται το έργο.
Goliarda Sapienza, Η τέχνη της χαράς, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2009.