Καντάδες
Yπήρχαν πολλοί θρύλοι στη γειτονιά για τον Αλ Μπάνο. Βασικότερος: του Χρήστου. Ισχυριζόταν ότι έχει επιπλέον φωνητικές χορδές. Κάποιος είπε για δεύτερο λαρύγγι. Αλλά ο Χρήστος ήταν μυθομανής και κατέληξε στη φυλακή. Όλοι ήμασταν ανυπόληπτοι, αλλά αυτός το τερμάτιζε. Μια Κυριακή, στο ιερό, σωριάστηκε δίπλα μου, έβγαζε αφρούς. Οι παπάδες χύμηξαν πάνω του- «Δαιμονισμένος!» άφριζαν κι αυτοί. Στο σπίτι του, δίπλα, πλακώσανε οι θεούσες και οι εξορκιστές. Το πρόβλημα: μόνο ο Χρήστος είχε δίσκους του Αλμπάνο. Για την ακρίβεια, ήταν ο μόνος που είχε πικάπ. Βουβάθηκαν τα Γύφτικα. Πάει ο Αλμπάνο.
Όμως εμένα, που πάντα αλληθώριζα, μού άρεσε περισσότερο η Ρομίνα. Βασικά, μου άρεσε που συνήθως ήταν ξαπλωμένη και ο Αλμπάνο τής έκανε καντάδα. Ήταν κουλ, ανέκφραστη κάπως, όχι ξενέρωτη ακριβώς, ίσως αδιάφορη, ίσως κάτι ήξερε που δεν θα το ομολογούσε ποτέ αλλά την ξενέρωνε υπαρξιακά― κι ο τρόπος που γραπωνόταν πάνω στον άντρα της, υπερβολικός, αντάξιος ενός ναυαγού, όχι μιας κοπέλας, έστω απλοϊκής. Μού άρεσε γιατι ήταν πεθαμένη, λίγο. Και δεν το έκανε θέμα. Όλα αυτά τα ζόμπι που διάγουν βίο σιγανό, ανεκλάλητο, με θέλγουν και με συγκινούν, αφού στη σκάλα της συμπάθειας φτάνω μόνο έως το πρώτο σκαλί, την χαζοσυμπόνια, για τους άλλους και για μένα (αίσθημα χαμηλό, χριστιανικό, που δεν βγάζει πουθενά, και σίγουρα δεν κάνει τον άνθρωπο γενναιότερο ή αξιοπρεπέστερο).
Πολλές καντάδες λοιπόν. Και πάντα η Ρομίνα ξαπλωμένη εγείρετο εκ νεκρών, τελικά:
Ξάπλα 1:
Ξάπλα 2:
Ξάπλα 3:
Ήξερα από καντάδες λίγα πράγματα. Τις νύχτες, υπό συγκεκριμένο άνεμο, με ξαγρυπνούσε το «Λιμάνι της Καντάδας- το κέντρο στο λιμάνι. Με ταλαιπωρούσαν οι λαρυγγισμοί. Αλλά ο Αλμπάνο, ήταν ok. Kι ο Βασιλάκης όταν τραγουδούσε το O Sole Mio.
Μια μέρα ο Αλμπάνο και η Ρομίνα έχασαν την κόρη τους. Μυστηριωδώς, το 1994, η Υlenia Carissi, εξαφανίστηκε στη Νέα Ορλεάνη. Αν ζει, θα είναι σήμερα, 47 χρονών. Το ζευγάρι χώρισε. Ο Αλμπάνο, τόριξε στα ναρκωτικά (ή ανάποδα). Πριν τρία χρόνια, ταλαιπωρημένοι, ενώθηκαν πάλι καλλιτεχνικά- σε μια φωτογραφία ξεκαρδίζονται και γλύφουν ένα πύραυλο.
Δεν κάνω συνειρμούς. Ούτε το κλισέ (την έλξη της παρθένας προς τον Σατανά) συμμερίζομαι. Ξέρω παρθένες παρθενικές δια βίου. Απλώς, κάθε περίπτωση, είναι κατά βάθος απροσπέλαστη, έ; Άγνωστοι πιάνουν αγνώστους απ΄το χέρι και βαδίζουν στη ζωή.
Βαθμηδόν αγαπιούνται (μερικοί).