Ένα σημειωματάριο με συνταγές, ένα καθυστερημένο ευχαριστώ
Mου το έφερε στο γραφείο αρκετούς μήνες πριν, νομίζω ήταν άνοιξη. «Σου δίνω το βιβλίο με τις συνταγές μου. Εγώ δεν μαγειρεύω, δεν τις χρειάζομαι πια και δεν έχω άλλον να τις δώσω, είσαι ο καταλληλότερος. Αντίγραφο δεν υπάρχει, ας πάει στα σωστά χέρια». Το παρέλαβα, είπα ευχαριστώ, το ξεφύλλισα ανόρεχτα και δεν στάθηκα σε καμία σελίδα. Η σχέση μου με την μαγειρική έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια, τόσο που όλα όσα θεωρούσα πως κρύβουν αυτή τη σπίθα που μας στέλνει στην κουζίνα, τώρα δεν τα θέλω πια. Εκεί ανήκουν και τα προσωπικά βιβλία συνταγών, τα μαμαδίστικα φαγητά, άλλη μια εκδοχή μιας συνταγής που την έχουμε δει χιλιάδες φορές, κείμενα σαν αυτό εδώ που θα πασχίσει άλλη μια φορά να μας αποδείξει πως ανάμεσα στο τηγάνι, τη φωτιά και σένα δεν μαγειρεύονται μόνο σάλτσες και φαγητά αλλά συντελείται και κάτι μεγαλύτερο. Μεγαλώνουμε, συμβαίνουν γύρω μας τόσα και τόσα, ανεβάζει ψηλά τείχη ο καθένας μας, η ομορφιά, η καλοσύνη, η ζεστασιά πάνε περίπατο. Δεν υπάρχει χώρος για τα όμορφα, μικρά πράγματα.
Την τελευταία μέρα πριν τις διακοπές καθάριζα το γραφείο μου και να σου μπροστά μου το βιβλίο με τις συνταγές της φίλης. Το άνοιξα και είδα ένα από τα ωραιότερα πράγματα που θα μπορούσα να δω αυτήν την αμήχανη χρονιά.
Ο άνθρωπος αυτός, δεν μου έκανε απλώς δώρο το πολύτιμο βιβλίο της με τις συνταγές που μάζευε για δεκαετίες. Έκατσε και πάνω σε κάθε σελίδα, σημείωσε με ένα κίτρινο post-it την ιστορία και την καταγωγή της κάθε συνταγής. Σχόλια σύντομα, ακριβή, αιχμηρά, γεμάτα αγάπη, χιούμορ και όλα τα υπονοούμενα που έπρεπε να ξέρω. Αυτές οι σημειώσεις είναι μια λοξή βιογραφία της φίλης μου. Κάθε συνταγή ένας χρόνος, μια φιλία, άνθρωποι που πέρασαν και άφησαν ένα σημάδι, σχέσεις που δεν υπάρχουν πια, μέρες και νύχτες στην Αθήνα μιας άλλης εποχής με άλλα εστιατόρια, άλλα μπαρ, άλλους δρόμους, άλλες συνήθειες, άλλες ζωές. Ξεφύλλιζα, κι έβλεπα τη ζωή της να ξεδιπλώνεται μπροστά μου. Ξέρουμε πολλά για τους φίλους μας, αλλά όχι όλα. Ζει ο καθένας μας πολλές ζωές και επιλέγουμε συνειδητά ποιες μεταφέρουμε στο σήμερα. Και οι άλλες που δεν χωράνε στην αφήγηση που ταιριάζει στο τώρα μένουν κρυμμένες σε ένα βιβλίο συνταγών για να τις ανακαλύπτει ένας τυχερός σαν και μένα διαβάζοντας κάτι χαϊκού σε κίτρινα post-it:
Αυτήν την πίτα την έφτιαχνα για το τάδε μπαρ για δύο χειμώνες όταν είχα χωρίσει κι ήμουν άφραγκη!
Αυτήν εδώ τη γλυκόξινη σάλτσα μου την έμαθε ο τάδε που ήταν στυλίστας στα 90s. Από τον ενθουσιασμό μου, ό,τι σέρβιρα το σέρβιρα με αυτήν την σάλτσα. Τα τραπέζια κόπηκαν απότομα!
Υπέροχο κέηκ. Η συνταγή ανήκει στους τάδε. Ζευγάρι μεταναστών, ήρθαν στην Ελλάδα με τα πόδια. 17 χρόνια δουλεύαμε μαζί στην ίδια δουλειά.
Το γλυκό αυτό ήταν μυστική συνταγή ενός διάσημου εστιατορίου της εποχής. Η φίλη μου την έδωσε λίγο πριν πεθάνει.
Αυτή εδώ μεγάλη αποτυχία μην τη δοκιμάσεις.
Η κυρία τάδε έκανε τα καλύτερα ρυζόγαλα του νησιού. Μέχρι να βγάλω τη συνταγή πέρασα ένα μήνα στην κουζίνα της γιατί την έκανε με το μάτι…
Αυτή εδώ η συνταγή πάει από χέρι σε χέρι. Η τάδε ήταν φοβερή μαγείρισσα, σπουδαία καλλιτέχνης. Πέθανε από λύπη όταν μια μέρα επέστρεψε σπίτι και είδε τις ντουλάπες της άδειες. Την είχε εγκαταλείψει ο άνδρας της, αφήνοντας ένα σημείωμα στο τραπέζι…
Αυτά μου τα μαγείρευε ο τάδε. Έναν βρήκα νοικοκύρη έλα που ζούσε σε άλλη χώρα! Δε βαριέσαι…
Δυο γυναίκες ξένες σε ένα νησί, μια σπουδαία Πολίτισσα, η μαγειρίτσα μιας άλλης μεγάλης κυρίας των Αθηνών, συνταγές από άλλες χώρες που έφεραν άνθρωποι που έζησαν εδώ, φίλοι που έφερναν γλυκά στο γραφείο, συνταγές περίπλοκες, γραμμένες με μεγάλη επιμέλεια και τις σωστές πληροφορίες για να «πετύχει» το φαΐ, έτσι όπως το ήθελε η φίλη μου. Οι σημειώσεις μαγειρικής του καθενός μας είναι ένα εγχειρίδιο επιβίωσης, ένα εφόδιο για να μην καταρρεύσει το σπιτικό σου, κρίμα που δεν γράφουμε πια συνταγές σε σημειωματάρια. Είναι όλα γραμμένα κι όλα έτοιμα στο διαδύκτιο, το ξέρω, αλλά τελικά δεν είναι γιατί όσο πιο εύκολα τα βρίσκεις τόσο πιο ξένα θα σου είναι πάντα.
Φίλη μου σ’ ευχαριστώ. Περιμένω να αλλάξει ο καιρός, να ξαναμπώ στην κουζίνα και να τιμήσω τις συνταγές σου, ποιος ξέρει, είδα πως έχουν μείνει άδειες σελίδες, ίσως συμπληρώσω κι εγώ δυο τρεις δικές μου. Μόνο αγάπη για την γενναιοδωρία σου.