Τα Μa'amoul μου θυμίζουν τα λίγα καλά της παιδικής μου ηλικίας
Πριν τουλάχιστον εικοσιπέντε χρόνια, στη Λεμεσό είχε ήδη γίνει η κάθοδος των Λιβανέζων, ζούσαμε σε μια πόλη γεμάτη αραβικές επιγραφές, που στα χαλασμένα πεζοδρόμιά της περπάταγαν οι πεντάμορφες Λιβανέζες με τα πανέμορφα κοσμήματα, τα μεθυστικά αρώματα και τον αέρα της κομψότητας που εμάς όλους μας έκοβε τα πόδια. Εγώ έπλεα σε πελάγη ευτυχίας γιατί η θεία μου (που είχε κάνει οικογένεια με έναν Λιβανέζο δικηγόρο, τον λατρεμένο μου Άμπεντ) ζούσε πλέον σε αυτή την πόλη και έκρυβε τη νοσταλγία της για το Παρίσι της Ανατολής, μαγειρεύοντας λιβανέζικα φαγητά με φρέσκο κόλιανδρο, σκόρδο, δυόσμο, σουμάκ και πετιμέζι ροδιού και κρεμούσε τα labneh να στραγγίσουν στο νεροχύτη της κουζίνας.
Πολλές φορές την είδα να κλαίει κοιτάζοντας το πέλαγος. Αλλά αυτή δεν παραδέχτηκε ποτέ τη συντριβή που βίωσε κι αυτή μαζί με την υπόλοιπη οικογένειά της κατά τη διάρκεια του εμφύλιου και μέχρι σήμερα. Εμείς, την κοιτάγαμε με το στόμα ανοιχτό, με πόση ευκολία μάζευε ολόκληρο το σπίτι της, το πήγαινε στη Βηρυτό και μετά το ξανάφερνε πίσω, όταν τους έδιωχναν οι βόμβες. Ακόμα θυμάμαι έναν παλιό πίνακα ζωγραφικής, το πορτρέτο μιας προγόνου του θείου Άμπεντ να ανεβοκατεβαίνει στον τοίχο κάθε φορά που η οικογένεια αυτή επέστρεφε στη Βηρυτό ή "επέστρεφε" στην Κύπρο.
Όταν παντρεύτηκε ο γιος της θείας μου, ο πατέρας της νύφης -διάσημος ζαχαροπλάστης από τη Συρία, που βγήκε στη σύνταξη, αλλά δεν ξέχασε ποτέ τη μαγεία της άχνης ζάχαρης- ήρθε μερικές μέρες πριν και ζήτησε να φιλοξενηθεί στο εργαστήριο του πατέρα μου για να φτιάξει τα κεραστικά του γάμου. Τρεις μέρες ολόκληρες, καθόταν αυτός ο παππούς χωρίς να μιλάει και έφτιαχνε τα ma'amoul για τον γάμο της μονάκριβης κόρης του, μιας καλλονής που έφερε το υποκοριστικό Mimo...
Τα ma'amoul είναι παραδοσιακά γλυκά της Μέσης Ανατολής. Μια ζύμη που φτιάχνεται με σιμιγδάλια, βούτυρο, ροδόνερο και ζάχαρη εμπερικλείει γέμιση από χουρμάδες, φυστίκια Αιγίνης, ζάχαρη, κανέλα και ροδόνερο. Πριν φουρνιστούν περνούν από ένα ειδικό ξύλινο καλούπι για να αποκτήσουν το ιδιαίτερο σκαλιστό τους σχήμα.
Όταν ο Σύριος ζαχαροπλάστης τα έφτιαχνε, δεν χρησιμοποιούσε το ξύλινο καλούπι με το οποία είθισται να σχηματίζονται αυτά τα παραδείσια γλυκά, αλλά σχημάτιζε, με τη βοήθεια μιας φουρκέτας, πέταλα τριαντάφυλλων πάνω σε κάθε ma'amoul. Αμίλητος, πάντα στον ίδιο αργό ρυθμό, σχημάτιζε τα τριαντάφυλλα από τη μυρωδάτη σιμιγδαλένια ζύμη ένα ένα. Έκανε διάλειμμα για καφέ με κάρδαμο και συνέχιζε... Έκανε συνέχεια παρατηρήσεις και υποδείξεις στον πατέρα μου για τον τρόπο που έφτιαχνε δικά του γλυκά. Και είχε δίκιο, βέβαια, σε όλα.
Θυμάμαι ακόμα, το άρωμα του βούτυρου και του ροδόνερου να καταλαμβάνει το εργαστήριο του ζαχαροπλαστείου, όταν βγήκε η πρώτη φουρνιά από τον φούρνο του πατέρα μου, ο οποίος φερόταν στον γέρο Σύριο με απέραντο σεβασμό, του μίλαγε στον πληθυντικό και κοκκίνιζε όταν ο άλλος τον διέταζε, αποκαλώντας τον «my son». Μπορεί να υπερβάλλω στις περιγραφές, πέρασαν και τόσα χρόνια όμως όσον αφορά τος Μαντλέν του καθενός αυτά τα ανατολίτικα γεμιστά μπισκότα (;) αποτελούν μια από τις δικές μου βασικές γαστρονομικές αναμνήσεις.
Αφού τα πασπάλισε με άχνη ζάχαρη, μου έδωσε ένα να δοκιμάσω. Φρέσκο βούτυρο γάλακτος που λίγο καβουρδίστηκε, ροδόνερο, φιστίκια Αιγίνης, κανέλα, ζάχαρη, ένιωσα να παραλύει το μυαλό μου, η γεύση αυτή της Μέσης Ανατολής σφραγίστηκε στο μυαλό μου για πάντα. Χρόνια μετά όταν διάβασα για τις μαγειρικές στα παλάτια των σουλτάνων και την κουζίνα της μέσης Ανατολής κατάλαβα αυτή τη γεύση. Εκείνες τις μέρες θα είχα φάει εκατοντάδες ma'amoul και όταν έφυγε ο πατέρας της νύφης κανείς δεν τόλμησε να τον ρωτήσει τη μυστική του συνταγή. Ούτε αυτός την έδωσε.
Έκτοτε ψάχνω -τρώγοντας - αυτήν τη γεύση, μόνο που δεν τη βρήκα ποτέ, ούτε ακόμα και στα ζαχαροπλαστεία της Βηρυτού. Τι να πω, ο πατέρας έκανε δώρο στην κόρη του το κύκνειο άσμα του και εμείς ήμασταν τυχεροί που το γευτήκαμε. Τώρα, πολλά χρόνια μετά, τίποτα δεν έχει μείνει από το λιβανέζικο σάγκα της θείας μου. Ακόμα και ο θείος Άμπεντ πέθανε και είναι θαμμένος σε ένα μουσουλμανικό νεκροταφείο στη Λεμεσό. Έπρεπε να είχα αγαπήσει περισσότερο εκείνα τα χρόνια ή μάλλον τα αγάπησα χωρίς να το ξέρω, αφού τα νοσταλγώ συνέχεια. Τελικά, σε κάθε παιδική ηλικία, όσο επιφανειακή και χωρίς παραμύθια να φαίνεται ότι είναι, υπάρχει πάντα και μια γλυκιά ανάμνηση, ένα ma'amoul που σε πάει πίσω σε κάτι πολύ βασικό και κεντρικό της ζωής σου.
Αυτά για τους πατεράδες μας.