Ο χώρος του ελαιώνα της Γεωπονικής Σχολής Αθηνών είναι σαν εξοχή, όμορφος και ήσυχος. Περπατώντας ανάμεσα στα φυτώρια, στα ανθισμένα λουλούδια και στα δέντρα, χαλαρώνεις και ηρεμείς. Το ίδιο χαλαρά και ήρεμα μοιάζουν και τα 54 λουλακί πρόβατα του Αμπουμπακάρ Φοφανά που βόσκουν ανενόχλητα κάτω από τις ελιές, βαμμένα σε όλες τις αποχρώσεις του μπλε, προσφέροντας ένα απροσδόκητο θέαμα. Είναι περιφραγμένα σε έναν χώρο που μοιάζει με μεγάλο μαντρί –θα βρίσκονται εκεί μέχρι τις 25 Ιουνίου– και αποτελούν μέρος του πρότζεκτ του με τίτλο «Ευλογία Αφρικής» που παρουσιάζει στο πλαίσιο της documenta14. Ο Φοφανά είναι ο τελευταίος ομιλητής στο αμφιθέατρο συνεδριάσεων του πανεπιστημίου και την ώρα που εξηγεί από πού προέρχεται το λουλακί χρώμα, προβάλλοντας το βίντεο της διαδικασίας παραγωγής του, έξω από την αίθουσα υπάρχει μεγάλη αναστάτωση. Ακούγονται φωνές και συνθήματα και μια ομάδα νεαρών αγοριών και κοριτσιών μπαίνει στον χώρο συνεδριάσεων κρατώντας πανό και πλακάτ που γράφουν συνθήματα όπως «τα ζώα δεν είναι ο καμβάς σου», «η τέχνη είναι ελευθερία, όχι βασανισμός». Ακροβολίζονται στον τοίχο και διαμαρτύρονται για την εκμετάλλευση των ζώων, εκτοξεύοντας έννοιες που πρέπει να κάνεις google για να κατανοήσεις: μιλάνε για «σπισισμό» (κοινωνικό δόγμα που ισχυρίζεται την ανωτερότητα του ανθρώπου σε σχέση με τα υπόλοιπα ζώα, τη δυνατότητα επιβολής της εξουσίας των ανθρώπων στα υπόλοιπα ζώα) και «ανιμισμό» (η πεποίθηση περί πνευματικών υπάρξεων που εμψυχώνουν κάθε μορφή και εκδήλωση του φυσικού κόσμου).
Λίγο πριν μπουν στην αίθουσα, ο Φοφανά έχει δείξει ότι όλα τα χρώματα παρασκευάζονται από φυτά – με διαδικασία που στην Ινδία είναι διαφορετική απ' ό,τι στην πατρίδα του στην Αφρική, από έναν μύκητα του νερού που μετατρέπει το πράσινο σε βαθύ μπλε ή από τρίψιμο των φύλλων στις παλάμες του χεριού, που μετατρέπει το πράσινο σε μπλε από την οξείδωση. Εξηγεί, όπως και οι καθηγητές από τη Γεωπονική με τους οποίους συνεργάστηκε, ότι η βαφή είναι εντελώς φυσική και δεν προκαλεί προβλήματα. Ισχυρίζεται ότι όλα τα ζωντανά όντα είναι ίσα και τα σέβεται όπως και τους ανθρώπους και δείχνει συνέχεια τα χέρια του που έχουν ποτίσει από το μπλε χρώμα. Λέει ότι η βαφή έχει αντισηπτικές και θεραπευτικές ιδιότητες και ότι δεν θα εξέθετε τα ζώα σε κάτι που δεν θα έκανε στον ίδιο του τον γιο – ο οποίος πήρε μέρος στη διαδικασία της βαφής. Η συζήτηση, πάντως, δεν φαίνεται να οδηγεί πουθενά και τίθενται ερωτήσεις ακόμα και σχετικά με το αν αυτό θεωρείται σύγχρονη τέχνη. Μετά από αρκετό διάλογο και μια διαδικασία κουραστική για το ακροατήριο, η διαμαρτυρία λύνεται με ειρηνικό και αρκετά πολιτισμένο τρόπο και όλοι καταλήγουν με ένα smartphone στο χέρι να παίρνουν φωτογραφίες: οι διαδηλωτές selfies από τη δράση τους και ο υπόλοιπος κόσμος τον 46χρονο Φοφανά, μια επιβλητική, βιβλική παρουσία, έτσι όπως είναι ντυμένος. Πρωταγωνιστές, πάντως, και στις φωτογραφίες και στο ενδιαφέρον όλων, ήταν τα πρόβατα. Όπως μας πληροφορούν λίγο αργότερα, αν δεν τα επέλεγαν για το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό έργο, θα είχαν καταλήξει σε κάποιο πασχαλινό τραπέζι. Το μαλλί τους είναι βαμμένο σε ορισμένα σημεία και η επιλογή του χρώματος δεν έχει καμία σχέση με την ελληνική σημαία, όπως έγραφαν διάφοροι. Ο αριθμός 54, δε, συμβολίζει τις 54 χώρες της Αφρικής.
Η τέχνη μου είναι μια συνεχής προσπάθεια να συνδεθώ με τη ζωή.
Ο Φοφανά, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μαλί, μετανάστευσε στο Παρίσι σε νεαρή ηλικία για να σπουδάσει. Επέστρεψε στη γενέτειρά του όταν έγινε 20 χρονών και έκανε σκοπό της ζωής του την εκμάθηση και διάσωση των παραδοσιακών τεχνικών βαφής της περιοχής όπου μεγάλωσε – παράλληλα, τις συνδυάζει με τις αρχαίες τεχνικές της Ιαπωνίας και της Ευρώπης. Σήμερα θεωρείται από τους κορυφαίους ειδήμονες στην τεχνική βαφής με λουλάκι (indigo).
«Η αρχική μου ιδέα όταν έκανα την πρόταση ήταν να γίνει το πρότζεκτ στην Αφρική, να καταγραφεί με βίντεο και στην Αθήνα να παιχτεί μόνο το φιλμ, αλλά δεν είχα καμία σχέση με αυτό το μέσο. Από την αρχή ήξερα ότι δεν θα ήταν εύκολο να κάνω το έργο εδώ» μας λέει ο Φοφανά όταν φεύγει ο κόσμος. Μιλάει αποκλειστικά στη LiFO και σε μια ανταποκρίτρια της «Guardian» που έχει μια μονίμως θυμωμένη έκφραση στο πρόσωπό της. Τον ακολουθεί συνέχεια σαν φύλακας-άγγελός του η επιμελήτριά του Monika Szewczyk. Καθώς πλησιάζουμε στον ελαιώνα, βλέπει μια χελώνα και δεν κρύβει την χαρά του, αφού, σύμφωνα με τις παραδόσεις της Αφρικής, αυτός είναι ο καλύτερος οιωνός για να κλείσει η μέρα.
«Είμαι καρπός της μετανάστευσης. Έφυγα από την Αφρική όταν ήμουν 10 και πήγα στην Ευρώπη. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε καν βίζα για να πας από το Μαλί στη Γαλλία. Ήμουν το μόνο αγόρι σε μια οικογένεια με κορίτσια, η μητέρα μου θεώρησε σημαντικό να μου δώσει μια ευκαιρία για να σπουδάσω. Θα προτιμούσα να κάτσω σπίτι μου να παίζω με τις σαύρες. Ήταν μεγάλο τραύμα για μένα να αποχωριστώ το φυσικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσα και να πάω σε μια χώρα κρύα, όπου έπρεπε να είσαι συνέχεια κλεισμένος σε ένα δωμάτιο. Ασχολιόμουν με την καλλιγραφία πριν αρχίσω να δουλεύω με φυσικές ίνες και βαφές, όπως το indigo. Δεν περιορίζομαι όμως από κανένα μέσο. Θα μπορούσες να πεις ότι δουλεύω με τον κόσμο της φύσης».
— Τι σε έκανε να ασχοληθείς με τα υφάσματα και το χρώμα;
Δεν μπορώ να δώσω μια απλή απάντηση σε αυτό. Στην παράδοση του τόπου μου οι άνθρωποι δίνουν ιδιαίτερη προσοχή και στα δύο. Το τι φοράς (και το χρώμα του) δείχνει τη θέση σου στην κοινωνία. Το να μπορείς να φτιάχνεις τα δικά σου ενδύματα και να μοιράζεσαι αυτή σου την ικανότητα με άλλους ανθρώπους είναι κάτι βασικό για μένα.
— Πού θα κατέτασσες εικαστικά τη δουλειά σου;
Δεν θα ήθελα να κάνω κάτι τέτοιο. Η μεγαλύτερη έμπνευση μου έρχεται από την φύση. Αγαπώ π.χ. την δουλειά του Richard Serra όταν την βλέπω αλλά δεν τον σκέφτομαι όταν δουλεύω.
— Πώς ακριβώς φτιάχνεις τη βαφή;
Το indigo είναι και χρωστική ουσία και βαφή – σε αυτό είναι μοναδικό. Η χρωστική ουσία βγαίνει από το ομώνυμο φυτό. Υπάρχουν 800 περίπου είδη φυτών στον κόσμο που περιέχουν χρωστική λουλακί, από τα οποία 600 μπορείς να τα συναντήσεις στην Αφρική. Η διαδικασία του να βγάλεις την μπλε βαφή από τα πράσινα φύλλα παίρνει πολύ χρόνο και χρειάζεται ένα είδος αλχημείας.
— Είναι το λουλάκι το μόνο χρώμα που μπορεί να παραχθεί έτσι;
Το λουλακί είναι ένα χρώμα που γίνεται μέσα σε κάδο. Το χρώμα παράγεται από την οξείδωση του υφάσματος ή οποιουδήποτε υλικού βυθίζεται μέσα στο λουτρό. Η ελληνική πορφύρα (που προέρχεται από ένα θαλάσσιο σαλιγκάρι το οποίο λέγεται μύρηξ) είναι επίσης ένα χρώμα κάδου. Έτσι, το indigo δεν είναι το μόνο χρώμα κάδου. Έχει να κάνει με την παράδοση και την πνευματικότητα. Θα έλεγα ότι είναι κάτι περισσότερο από ένα χρώμα. Στην Αφρική θεωρείται το χρώμα της προστασίας. Είναι επίσης ένα ουράνιο χρώμα. Οι αποχρώσεις του, επίσης, έχουν διαφορετικές, συμβολικές προεκτάσεις.
— Τι ακριβώς είναι το πρότζεκτ που έκανες για την Αθήνα;
Το πρότζεκτ ονομάζεται Ka touba Farafina yé, που μεταφράζεται αυτολεξεί ως «αφρικανική ευλογία από την Μπάμπαρα». Αφορά 54 πρόβατα. Κάθε ζώο λούζεται και μετά ένα μέρος από το μαλλί του βάφεται με το indigo. Καθένα λαμβάνει διαφορετική περιποίηση που βασίζεται σε μια διαισθητική απόφαση ανάλογα με την προσωπικότητά του και τη σωματική του διάπλαση. Όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν σε στενή συνεργασία με τη Γεωπονική Σχολή της Αθήνας, ειδικότερα με τον καθηγητή Ιωσήφ Μπιζέλη, που είναι υπεύθυνος του τμήματος Ζωικής Παραγωγής, και με το εργαστήριο Γενικής και Ειδικής Ζωοτεχνίας και τον καθηγητή Σταύρο Βέμμο, που είναι υπεύθυνος για τις ορχιδέες στη δυτική πλευρά της σχολής αλλά και για τον ελαιώνα όπου βόσκουν τα ζώα αυτήν τη στιγμή. Τα μεταφέραμε εκεί από τους αχυρώνες της Ιεράς Οδού, που, απ' ό,τι έμαθα, είναι ο πιο παλιός δρόμος της Αθήνας. Βασικά, έχοντας τη βοήθεια και τη στήριξη του πανεπιστημίου και των τριών υπέροχων βοηθών μου και τη συνεργασία των προβάτων συνειδητοποίησα ότι εγώ είμαι αυτός που έχω ευλογηθεί.
— Γιατί αποφάσισες να δουλέψεις με ζώα, αρνιά και πρόβατα συγκεκριμένα; Ήταν δύσκολο;
Για πολλούς λόγους. Τα πρόβατα και οι κατσίκες αντιπροσωπεύουν τον πλούτο σύμφωνα με τις παραδόσεις μας – μας δίνουν μαλλί, γάλα και κρέας. Ξεκίνησα να τα φροντίζω όταν ήμουν μικρός, στο Μαλί, και στο σπίτι της μητέρας μου στη Γουινέα. Όταν βοσκούν τα ζώα, αναζητούν πιο πράσινα λιβάδια. Τα πρόβατα και οι κατσίκες δημιουργούν επίσης μια αλληγορία για τη μετανάστευση. Ως παιδί μετακόμισα από το Μαλί στη Γαλλία και είχα μια πολύ άμεση τέτοιου είδους εμπειρία. Η μετακίνηση των Αφρικανών στην Ευρώπη συνεχίζεται και αυξάνεται και ήθελα να επικεντρωθώ σε αυτήν τη διαδικασία σαν να είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα και πηγή πλούτου για την ευρωπαϊκή ήπειρο. Πάντα υπάρχει μια δυσκολία όταν δουλεύεις με ζώα, που σε κάνει όμως καλύτερο ως άνθρωπο.
— Συνεργάστηκες και με ανθρώπους από το «Μέντης» που παρευρίσκονταν στην παρουσίαση, όπως μάθαμε. Πώς ήταν η εμπειρία σου;
Ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να δουλέψω με ένα ζωντανό μουσείο. Αυτά που κάνουν για να κρατήσουν ζωντανές τις παραδόσεις και τις παλιές τεχνικές είναι ό,τι προσπαθώ να πετύχω με τη δουλειά μου πάνω στο indigo και τις τεχνικές βαφής που βγαίνουν από λάσπη και άλλες παραδόσεις που απειλούνται με εξαφάνιση ή έχουν ξεχαστεί στη Δυτική Αφρική. Υπό αυτή την έννοια, ήταν μια πολύ φυσική και εξαιρετικά εποικοδομητική συνεργασία. Άρχισα, επίσης, να μαθαίνω αρκετά από τις ελληνικές παραδοσιακές τεχνικές υφασμάτων. Η διευθύντρια του Μέντη, η Βιργινία Ματσέλη, συνεχίζει να μου ανοίγει πόρτες στην Αθήνα και πέρα από αυτήν.
— Γνώριζες από πριν ότι υπήρξαν αντιδράσεις από τους ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων. Ποιες ήταν οι σκέψεις σου και τα συναισθήματά σου σχετικά με ό,τι συνέβη;
Πιστεύω ότι υπήρξε μια παραγωγική ανταλλαγή απόψεων. Νομίζω ότι σε κάποιον βαθμό συμφωνούμε – δηλαδή όσον αφορά το να κατανοούμε καλύτερα τα ζώα και τη συνύπαρξή μας στην κοινωνία. Παρ' όλα αυτά, η γλώσσα όσων μιλούν για τα δικαιώματα των ζώων συχνά δεν έχει να κάνει με την πραγματική αλληλεπίδραση με τα ζώα, τα αποκλείει π.χ. από την τέχνη. Η τέχνη μου είναι μια συνεχής προσπάθεια να συνδεθώ με τη ζωή. Αυτό συμπεριλαμβάνει τα φυτά indigo, τους κάδους και τα υφάσματα, που πιστεύω ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά τη δική μου ενασχόληση με αυτά. Επίσης, εμπεριέχει τη συνεργασία με ζώα και δεν βγάζω τον εαυτό μου απ' έξω. Θεωρώ ότι και εγώ είμαι ένα από αυτά.
— Μπόρεσες να βρεις φυτά εδώ που θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις για να πετύχεις το χρώμα;
Υπάρχει μια ποικιλία κοινή στην Ευρώπη που ονομάζεται Κρητίδα, αλλά δεν τη βρήκα εδώ. Προσπαθήσαμε να πειραματιστούμε με άλλες με τη βοήθεια της καθηγήτριας Μαρίας Παπαφωτίου που είναι διευθύντρια του εργαστηρίου Ανθοκομίας και Αρχιτεκτονικής Τοπίου. Η Σχολή Καλών Τεχνών έχει έναν πανέμορφο κήπο και υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την καλλιέργεια διαφόρων ποικιλιών του indigo και άλλων φυτών κάδου εκεί. Σε αυτό πρόσφεραν πολύτιμη βοήθεια οι Πάνος Χαραλάμπους, Φαίη Ζήκα και Αφροδίτη Λίτη, όπως και η Arnisa Zeqo από την documenta 14.
— Με οικονομικούς όρους, ποιο είναι το κόστος για την παραγωγή αυτών των χρωμάτων και πόσο αυτό συγκρίνεται με το κόστος της βαφής για μαζική παραγωγή;
Δεν συγκρίνονται. Για παράδειγμα, χρειάζεσαι 100 κιλά από φρέσκα φύλα για να βγάλεις 1 κιλό χρώματος. Για έναν κάδο 300 λίτρων χρειάζεσαι τρία κιλά βαφής. Δεν μπορεί να παραχθεί μαζικά. Είναι μια μεγάλη επένδυση και δεν με ενδιαφέρει κάτι τέτοιο.
— Με ποιον τρόπο η δουλειά σου είναι οικολογική;
Με κάθε τρόπο. Τα υφάσματά μου δημιουργούνται από φυσικά ή οργανικά υλικά, το ίδιο και οι βαφές. Το έχω προχωρήσει όμως και παραπέρα. Αυτή τη στιγμή χτίζω μια φάρμα μόνιμης καλλιέργειας έξω από το Μπαμάκο, ώστε να είναι αυτόνομη και βιώσιμη.
— Πώς σου φάνηκε η Αθήνα;
Ήρθα για πρώτη φορά εδώ τον Αύγουστο του 2016. Είναι πολύ όμορφη πόλη. Μου αρέσει και νιώθω άνετα εδώ. Ο περισσότερος κόσμος που έχω συναντήσει είναι πολύ φιλόξενος και έτοιμος να βοηθήσει. Μπορείς να κάνεις πολλά εδώ. Είναι πολύ παραγωγικό το περιβάλλον.
— Τι έμαθες από εδώ;
Ακόμα μαθαίνω. Με ρωτάς κάτι που δεν μπορώ να απαντήσω σε παρελθόντα χρόνο.
Ιnfo
Ka touba Farafina yé (Ευλογία Αφρικής)
Το κοινό μπορεί να επισκεφτεί τα πρόβατα σε ειδικά προετοιμασμένο βοσκότοπο στη νότια πλευρά του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Ιερά Οδός 75) κάθε Σάββατο και Κυριακή 11:00-17:00 μέχρι τις 25 Ιουνίου.
σχόλια