›Είμαστε μεγάλη η παρέα του Συντάγματος. Ο Νταγιάν, η Λαίδη, ο Μήτσος, ο Αζόρ και άλλοι πολλοί που δεν έχουν όνομα. Τα ονόματα δεν ξέρω πώς και γιατί μας βγήκαν και ποιοι μας βάφτισαν. Εγώ μπορεί να έχω τριάντα ονόματα: «Άσπρος», «Μπλάκι», «Μαυρομάτης», «Βουλομάτης», «Μάγκας», «Λάμπρος». Κάθε περιπτεράς και ένα όνομα. Κάθε ευεργέτης και ένα παρατσούκλι.
›Το πώς κατέληξα εδώ είναι μεγάλη, αλλά συνηθισμένη ιστορία. Δεν γεννήθηκα σε σπίτι. Οι πρόγονοί μου ήταν από μια στάνη στα Μεσόγεια. Η μάνα μου (μου είπαν οι μεγαλύτεροι) με γέννησε στην Κλαυθμώνος. Πάνε χρόνια τώρα και έχω χρόνια να τη δω. Ούτε που ξέρω πόσα. Έχει μια πλάκα αυτό. Είναι σαν να μην έχουμε ηλικία. Τη μια είμαστε κουτάβια και την άλλη μεσήλικες. Ανάλογα ποιος μας βλέπει. Τώρα οι περισσότεροι είμαστε κάτι γεροντάκια. Σπανίως βλέπω νέο αίμα στον δρόμο. Καλό είναι αυτό. Μπορεί να ωριμάζουν οι άνθρωποι.
›Γουστάρω να βολτάρω στα στέκια. Για τσαμπουκάδες έξω από το Πνευματικό Κέντρο και στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Εκεί οι αγέλες δεν αστειεύονται. Για άραγμα στη γενέτειρα Κλαυθμώνος, για γκόμενες στην Πλάκα, για φαγητό και ύπνο στο Σύνταγμα. Στην Ερμού, μόνο για ψώνια. Όπως όλοι, άλλωστε.
›Εμείς του Συντάγματος είμαστε κυριλέ. Η Λαίδη αράζει έξω από τα φαστ φουντ, εγώ στο μετρό, ο Μήτσος κοσμεί με το κανελί του τρίχωμα τη Στοά στη Βουλής. Έχει και μορταδέλες εκεί, γι' αυτό. Ο Νταγιάν αράζει Bartessera. Έχει καλό κόσμο εκεί. Καρύτση; Δεν την ξέρω. Κλαυθμώνος, Σύνταγμα πηγαίνω από Σταδίου.
›Έχω κάνει πολλά για τον έρωτα. Έχω υποφέρει. Έχω στηθεί για ώρες κάτω από πολυκατοικίες. Έχω τσακωθεί, έχω πληγώσει άλλους άντρες, μου έχουν φάει τα αυτιά και τη μουσούδα ουκ ολίγες φορές. Έχω αποτύχει και έχω πέσει στα πατώματα. Είμαι ερωτιάρης τύπος και δεν τα παρατάω εύκολα. Μια φορά έφτασα μέχρι την Κηφισιά. Τη μύρισα στο αυτοκίνητο και την ακολούθησα. Έκανα μιάμιση εβδομάδα να γυρίσω πίσω. Έχασα και τρία-τέσσερα κιλά. Τρόμαξαν να με γνωρίσουν.
›Ο κύριος Σπύρος είναι ο καλύτερός μας φίλος. Ξεκινάει στις 6 το πρωί από τους Αμπελόκηπους, κατεβαίνει τη Βασιλίσσης Σοφίας, περνάει από το Σύνταγμα κατά τις 8 και φτάνει στο Μοναστηράκι εννιά με δέκα. Τότε μαζεύεται και όλη η αγέλη για το φαγητό. Στη μάσα ενωνόμαστε, τις άλλες ώρες σκορποχώρι και ύπνος. Τώρα με τη ζέστα βαράμε δεκατέσσερις με δεκαέξι ώρες την ημέρα. Έτσι θα την περάσουμε την κρίση.
›Στις διαδηλώσεις πηγαίνουμε όλοι. Βασικά έρχονται αυτές σ' εμάς, μαζί με τα «παιδιά» από το Πολυτεχνείο. Τον θυμάμαι τον Κανέλο. Στο τέλος ερχόταν με βοηθητικά ροδάκια. Τον σμπαράλιασαν τα δακρυγόνα και παρέλυσαν τα πίσω του πόδια. Αυτόν το πρόσεχαν οι σύντροφοί του. Του έφτιαξαν και μπλογκ. Εμάς, αν μας παραλύσουν τα πόδια, θα μας βλέπουν στον δρόμο οι γάτες και τα περιστέρια και θα γελάνε. Μετά η ευθανασία θα είναι η μόνη λύση. Καλό είναι να είμαστε επαναστατικά σύμβολα, αλλά να προσέχουμε και την υγεία μας. Εξάλλου, πάντα εσείς οι άνθρωποι παίρνετε τη δόξα. Η Λάικα πήγε πρώτη στο Διάστημα, αλλά το μαγαζί στη Λιοσίων το φωνάζουνε Gagarin.
›Τον ξέρω τον καινούργιο, τον σταρ που έκαναν θέμα οι ξένες εφημερίδες. Άλλοι τον λένε Λουκ, άλλοι Λουκάνικο, άλλοι Θόδωρο και άλλοι Κανέλο Β. Είναι ωραίος. Πάει μπροστά και είναι και μάγκας. Στις αρχές του μήνα τραυματίστηκε και τον μάζεψαν να τον φροντίσουν. Είναι κι αυτά τα τσιμπούρια πολύ άτιμα. Σου κολλάνε αρρώστιες. «Κλομπιά να φας, τσιμπούρι μην κολλήσεις», λένε στα μέρη μου.
›Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, οι διαδηλώσεις της Αθήνας έχουν σκύλους γιατί είμαστε από τις μοναδικές χώρες με αδέσποτα. Κάθε διαδήλωση είναι μια καινούργια αγέλη για μας. Μια γιορτή, ένα πάρτι, κι ας μας μαστουρώνουνε με τα χημικά. Το βλέπουν οι ξένοι και ενθουσιάζονται. Το βράδυ εμείς κοιμόμαστε στην ψάθα και όχι στα μεταξωτά μαξιλάρια που βάζουν τα τεριέ τους.
›Το Μαρκόπουλο το έχω ακουστά. Είναι ο φόβος και ο τρόμος. Σε μαζεύουνε ή νύχτα ή πολύ πρωί και σε στέλνουνε στο άσυλο. Εκεί κανείς δεν ξέρει τι γίνεται. Κανείς δεν γύρισε ζωντανός να μας πει. Προχθές μαζέψανε και τον Ριβάλντο, έμαθα. Τον ήρωα της Νομικής. Δεν υπάρχει κανένας σεβασμός πια. Λένε ότι δάγκωσε. Ας έρθουν και να μας δείξουν τη μελανιά. Χέρια που ταΐζουνε δεν τα δαγκώνουμε. Είναι νόμος που δεν παραβαίνουμε. Παραμένουμε πιστοί στις αρχές μας.
›Δεν θεωρώ σωστό τον όρο «αδέσποτα». Έχουμε ρόλο εδώ. Το «London Review of Books» έγραψε πως είμαστε η «επιβεβαίωση των ερειπίων της Αρχαίας Αθήνας». Αν δεν υπήρχαμε εμείς να τριγυρνάμε γύρω από τις κολόνες και τα χαλάσματα, ποιος θα ήξερε ότι υπάρχουν τ' απομεινάρια μιας υπέροχης πόλης; Κανείς! Ούτε οι ίδιοι οι αρχαιολόγοι. Θα σου προσθέσω και κάτι ακόμα. Γιατί γαβγίζουμε στα μηχανάκια που είναι στα πεζοδρόμια, γιατί κυνηγάμε τους περίεργους, γιατί στεκόμαστε ανάμεσα σε μπάτσους και διαδηλωτές διακινδυνεύοντας ακόμα και τη ζωή μας; Για να επιβάλλουμε την τάξη σε μια πόλη που την έχετε κάνει ζούγκλα.
›Θυμάμαι λίγο πριν τους Ολυμπιακούς. Είπα να κάνω μια βόλτα στον Εθνικό Κήπο. Ίσα που είχε ξημερώσει. Είδα δεξιά και αριστερά φίλους και συγγενείς ξαπλωμένους. Νόμιζα ότι δεν είχαν ξυπνήσει ακόμα. Πίστεψα ότι ξενύχτησαν και τριγύρισαν λίγο παραπάνω το προηγούμενο βράδυ. Έκανα λάθος. Κανείς από αυτούς δεν ξανασυνάντησε τον κύριο Σπύρο ούτε είδε τις ορδές των τουριστών. Εμάς και τα πρεζάκια μας κυνήγησαν τότε σαν λυσσασμένα σκυλιά. Όλους τους παρατημένους δηλαδή. Δεν βαριέσαι, τώρα πολλοί από αυτούς χάνουν τη δουλειά τους εξαιτίας και των αγώνων. Αντιθέτως, εγώ δεν χάνω λεπτό από τη σιέστα μου.
σχόλια