Την 1η Αυγούστου 2018 ορίστηκα από τον Αν. Υπουργό Έρευνας και Καινοτομίας Κ. Φωτάκη μέλος Ειδικής Επιτροπής κρίσης για την αξιολόγηση των υποψηφίων για τη θέση του Διευθυντή του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών (ΙΙΕ) του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ). Το ΙΙΕ αποτελείται από τρία τμήματα που καλύπτουν τους ερευνητικούς τομείς της Αρχαιότητας, του Βυζαντίου και των Νεωτέρων Χρόνων. Από τα 14 µέλη της Επιτροπής Κρίσης (7 τακτικά και 7 αναπληρωµατικά), 2 εκπροσωπούσαν τον τοµέα της Αρχαιότητας, 4 το Βυζάντιο και 8 τους Νεώτερους Χρόνους, κι αυτό παρά την ύπαρξη στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ικανού αριθµού πρωτοβάθµιων ερευνητών της Αρχαιότητας που θα µπορούσαν να ορισθούν στην επιτροπή. Αρνήθηκα τον διορισμό μου σε μια επιτροπή που η σύνθεσή της έδειχνε μια κραυγαλέα απαξίωση του ερευνητικού αντικειµένου της Ελληνικής και Ρωµαϊκής Αρχαιότητας. Σημειώνω ότι η επιστηµονική παραγωγή του αντίστοιχου ερευνητικού τομέα στο ΕΙΕ έχει τεράστια διεθνή προβολή και αναγνώριση. Περιττό να προσθέσω ότι για τη θέση του Διευθυντή επιλέχθηκε η υποψήφια που εκπροσωπεί τη Νεώτερη Ιστορία.
Αυτή η εμπειρία μού έδωσε το ερέθισμα να εξετάσω την εκπροσώπηση των αρχαιογνωστικών επιστημών σε επιτροπές σχετικές με την παιδεία, την έρευνα και την ανάπτυξη που όρισε αυτή την κυβέρνηση. Την 26.11.2015 ο τότε υπουργός Παιδείας Ν. Φίλης όρισε 36μελή επιτροπή για τον Εθνικό Διάλογο για την Παιδεία. 11 μέλη της εκπροσωπούν τον ευρύτερο χώρο των ιστορικών επιστημών (συμπεριλαμβανομένης και της ιστορίας των ιδεών, της ιστορίας της επιστήμης, της οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας και της θεωρίας της ιστορίας). Ούτε ένα μέλος δεν κινείται στον χώρο των αρχαιογνωστικών επιστημών ή σε οποιονδήποτε ερευνητικό χώρο που να ασχολείται με την προ του 18ου αιώνα περίοδο. Προφανώς θεωρήθηκε ότι η αρχαιολογία, η ιστορία της αρχαίας τέχνης, η κλασική φιλολογία, η αρχαία ιστορία και οι βυζαντινές σπουδές δεν αποτελούν κομμάτι της ελληνικής παιδείας.
Άσχετοι και οιηματίες, δεν κατανοούν ότι στην Ελλάδα μεγάλο μέρος της πρωτότυπης έρευνας σε πανεπιστήμια και δημόσια και ιδιωτικά ερευνητικά ιδρύματα έχει ως αντικείμενο την αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Η πιο σύνθετη εξήγηση είναι η ακραία αντίδρασή της αριστεράς στην εξίσου ακραία αρχαιολαγνεία της συντηρητικής παράταξης και στην αποκρουστική και ανιστόρητη αρχαιολατρεία των Ελληναράδων.
Την 12.12.2015 από τον ίδιο υπουργό συγκροτήθηκε η Εθνική Επιτροπή Διαβούλευσης για τη διασύνδεση εκπαίδευσης, έρευνας και ανάπτυξης με 10 μέλη, οικονομολόγους, εργασιολόγους, θετικούς επιστήμονες και ειδικούς στην τεχνολογία. Πάλι προφανώς θεωρήθηκε ότι οι ανθρωπιστικές επιστήμες γενικά και οι αρχαιογνωστικές επιστήμες ειδικά βρίσκονται πέρα από τα όρια των εννοιών έρευνα και ανάπτυξη. Με το ίδιο πνεύμα συγκρότησε την 13.7.2017 ο Υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου το Εθνικό Συμβούλιο Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού. Ανάμεσα στα 22 μέλη του μάταια θα αναζητήσουμε οποιονδήποτε εκπρόσωπο των αρχαιογνωστικών, αλλά και γενικότερα των ανθρωπιστικών επιστημών.
Την 23.12.2016 συγκροτήθηκε το Εθνικό Συμβουλίο Έρευνας και Καινοτομίας, «το ανώτατο γνωμοδοτικό όργανο της Πολιτείας σε ό,τι αφορά τη χάραξη εθνικής πολιτικής στην Έρευνα, την Τεχνολογία και την Ανάπτυξη της Καινοτομίας». Τα μέλη του εκπροσωπούν δέκα γνωστικά αντικείμενα, ανάμεσά τους τις «τέχνες και ανθρωπιστικές επιστήμες». Κανένα από τα 15 μέλη δεν εκπροσωπεί τις αρχαιογνωστικές και βυζαντινές σπουδές. Προφανώς δεν θεωρήθηκαν εξίσου σημαντικές με την Κοινωνική Ανθρωπολογία και τη Γλωσσολογία, εκπρόσωποι των οποίων είναι μέλη του συμβουλίου, για μια «εθνική πολιτική στην έρευνα». Η Αρχαιότητα και το Βυζάντιο εκπροσωπούνται μόνο στο Τομεακό Επιστημονικό Συμβούλιο για τις Τέχνες και Ανθρωπιστικές Επιστήμες.
Τον περασμένο Οκτώβριο ορίσθηκε η Μεικτή Διεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Ελλάδας και ΠΓΔΜ. Παρά το γεγονός ότι αποστολή της είναι η εξέταση του σχολικού υλικού με βάση «αυθεντικές, στοιχειοθετημένες και επιστημονικά στέρεες ιστορικές πηγές και αρχαιολογικά ευρήματα», στην επιτροπή δεν συμμετέχει ούτε ένας αρχαιολόγος, ούτε ένας αρχαίος ιστορικός, ούτε ένας βυζαντινολόγος. Οι Σλαβολόγοι και Βαλκανολόγοι που εκπροσωπούν την Ελλάδα μπορεί να είναι σεβαστοί επιστήμονες στον τομέα τους, δεν είναι όμως σε θέση να καλύψουν την ιστορία και αρχαιολογία δύο χιλιετιών που διαμόρφωσαν το πολιτιστικό πρόσωπο της Μακεδονίας.
Ένα περιστατικό είναι ένα περιστατικό· δύο περιστατικά είναι μια τάση· τρία περιστατικά είναι ένα φαινόμενο: το φαινόμενο της συνειδητής απαξίωσης της μελέτης της αρχαιότητας από την ιδεοληπτική εκδοχή της Αριστεράς που ασκεί την εξουσία. Ότι δεν πρόκειται για συμπτώσεις, αλλά για σκόπιμες ενέργειες φάνηκε και από τις δηλώσεις του Κ. Γαβρόγλου για τη διδασκαλία της Λατινικής, που δείχνουν βαθύτατη άγνοια και υποδηλώνουν άκριτη ταύτιση των Λατινικών με συντηρητικό πνεύμα. Πέρα από τις κοινοτυπίες που πρωθυπουργός και υπουργοί επαναλαμβάνουν τελετουργικά στους δανειστές για τη χώρα που γέννησε τη δημοκρατία, η αρχαιότητα είναι απαξιωμένη. Γιατί;
Η απλή εξήγηση είναι ότι οι μανδαρίνοι που στελεχώνουν τα υπουργεία οφείλουν τη θέση τους στην κομματική τους ταυτότητα και όχι στην κατάρτισή τους. Άσχετοι και οιηματίες, δεν κατανοούν ότι στην Ελλάδα μεγάλο μέρος της πρωτότυπης έρευνας σε πανεπιστήμια και δημόσια και ιδιωτικά ερευνητικά ιδρύματα έχει ως αντικείμενο την αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Η πιο σύνθετη εξήγηση είναι η ακραία αντίδρασή της αριστεράς στην εξίσου ακραία αρχαιολαγνεία της συντηρητικής παράταξης και στην αποκρουστική και ανιστόρητη αρχαιολατρεία των Ελληναράδων. Είναι αλήθεια ότι και στην Ελλάδα και σε πολλές δυτικές χώρες η μελέτη της ελληνικής αρχαιότητας προσδέθηκε στο άρμα συντηρητικών και ενίοτε ολοκληρωτικών κινημάτων. Η επιλεκτική χρήση του ελληνικού παρελθόντος από τους γερμανούς Εθνικοσοσιαλιστές, η επίκληση μιας υποτιθέμενης υπεροχής του ελληνο-ρωμαϊκού πολιτισμού από συντηρητικούς Ευρωπαίους στον αγώνα τους κατά της πολυπολιτισμικότητας και η χρήση της γνώσης αρχαίων γλωσσών ως κριτήριο κοινωνικών διακρίσεων από Βρετανούς συντηρητικούς είναι λίγα παραδείγματα για το πώς επιλεγμένες πτυχές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού έγιναν αντικείμενο ιδεολογικής εκμετάλλευσης από συντηρητικούς κύκλους. Ακραία αντίδραση σε αυτή την τάση, εξίσου ανιστόρητη, επιλεκτική και μονόπλευρη, είναι το δόγμα της «πολιτικής ορθότητας» που από το σύνολο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού προβάλλει τον σεξισμό, την υποβάθμιση της γυναίκας, την εκμετάλλευση των δούλων και τις διακρίσεις απέναντι στους «βαρβάρους». Αυτό το πνεύμα έχει ξεπεράσει τα όρια των ακαδημαϊκών κύκλων, οδηγώντας π.χ. τους παραγωγούς σειράς του BBC για την άλωση της Τροίας να δώσουν τον ρόλο του Αχιλλέα σε μαύρο ηθοποιό.
Η Ελλάδα, ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης σχέσης της με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, θα όφειλε να είναι φάρος μιας ισορροπημένης αντιμετώπισης και όχι ουραγός ξένων τάσεων. Ας θυμηθούμε ότι η προπολεμική και κατοχική Αριστερά είχε αναδείξει κορυφαίους και νηφάλιους μελετητές της αρχαιότητας. Ο ηγέτης του ΕΑΜ Δημήτρης Γληνός (1882-1943) είναι κατά το Διεθνές Γραφείο Εκπαίδευσης της UNESCO ένας από τους 100 διανoουμένους με την μεγαλύτερη συμβολή στην εκπαίδευση· η εισαγωγή του στον πλατωνικό διάλογο Σοφιστής που διάβασα ως έφηβος ήταν η δική μου μύηση στην αρχαιογνωσία. Ο καθηγητής του ΑΠΘ Χαράλαμπος Θεοδωρίδης (1883-1958) επαναπροσδιόρισε, επηρεασμένος από τον μαρξισμό, τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Αλλά και γενικότερα εκπρόσωποι του προοδευτικού χώρου όπως ο φιλόλογος Ιωάννης Κακριδής και ο αρχαιολόγος και συνεργάτης του Γληνού Χρήστος Καρούζος σφράγισαν με το έργο τους τις αρχαιογνωστικές σπουδές διεθνώς.
Την αντιμετώπιση της ελληνικής αρχαιότητας δεν μπορεί να την καθορίζουν ούτε ο ελληναρισμός ούτε οι αρχαιολατρικές φαιδρότητες που σκηνοθέτησαν ο Α. Σαμαράς το 2014 στην Αμφίπολη και το 2015 ο Π. Καμμένος στη Σαλαμίνα. Υπάρχουν στην κυβέρνηση άνθρωποι που το καταλαβαίνουν, όπως φαίνεται από πρόσφατη συζήτηση με θέμα «Τί ρωτάμε την αρχαία πολιτιστική κληρονομιά» που οργάνωσε η Υπουργός Πολιτισμού. Αλλά η αποβολή της ελληνικής αρχαιότητας από κάθε επιτροπή σχετική με την παιδεία, την έρευνα, την καινοτομία και την ανάπτυξη είναι δεδομένη.
Θυμίζω τα αυτονόητα. Η ταυτότητα και η διεθνής ακτινοβολία της Ελλάδας συνδέονται άρρηκτα με την αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Μια εθνική πολιτική για την έρευνα, την καινοτομία και την ανάπτυξη πρέπει υποχρεωτικά να στηρίζεται στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας. Και ένα (όχι το μόνο) από αυτά τα πλεονεκτήματα είναι το μακρό ιστορικό της παρελθόν και τα κατάλοιπα του υλικού πολιτισμού – και δεν αναφέρομαι σε «αριστουργήματα», αλλά σε ο,τιδήποτε φωτίζει βίους, σκέψεις και συμπεριφορές. Ανάπτυξη δεν είναι μόνο η τεχνολογία, αλλά π.χ. και η εκπαίδευση στην Ελλάδα κινέζων αρχαιολόγων και ιστορικών, η προβολή ελληνικών προϊόντων μέσα από τη σύνδεσή τους με μια παράδοση αιώνων και ο υψηλής ποιότητας τουρισμός. Για αυτό τον λόγο η αρχαιοφοβία της αριστεράς των παρωπίδων ζημιώνει τη χώρα.
Άγγελος Χανιώτης
Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας
Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών, Πρίνστον
Αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών
σχόλια