Αν δεν είχε προλάβει ο κορωνοϊός να κλείσει όλα τα θέατρα και τα σινεμά, το ντοκιμαντέρ του Spike Jonze για τους Beastie Boys θα έβγαινε στις αίθουσες στις 4 Απριλίου. Στην ανακοίνωσή του το γκρουπ μιλάει για «αναβολή», αλλά δεν ξέρει πλέον κανείς πότε θα βγει στα σινεμά. Ωστόσο, από τις 4 του μήνα το «Beastie Boys Story» θα είναι διαθέσιμο για τους συνδρομητές της πλατφόρμας Apple TV+ και το πρώτο μεγάλο (και αρκετά συγκινητικό) τρέιλερ που κυκλοφόρησε πρόσφατα το κάνει μία από τις πιο αναμενόμενες και σημαντικές κυκλοφορίες αυτής της –περίεργης– άνοιξης.
O Άνταμ Χόροβιτς περιγράφει το σκηνικό που είχαν ζήσει στην Αθήνα το 2007, όταν γύρω στα πενήντα άτομα με κουκούλες και κράνη μπούκαραν στον χώρο της συναυλίας και άρχισαν να σπάνε ταμεία και μπαρ, βάζοντας φωτιά σε αυτοκίνητα που ήταν παρκαρισμένα κοντά στο χώρο.
Αναμένοντας το ντοκιμαντέρ, ξανακούω τους δίσκους τους που μέσα στην τεράστια (και αρκετά μονότονη) παραγωγή της σύγχρονης ραπ φαίνονται ακόμα πιο πρωτοποριακοί από την εποχή που κυκλοφόρησαν. Ακόμα και άλμπουμ τους όπως το «To The 5 Boroughs», που θεωρήθηκε το πιο αδύναμό τους πριν από 16 χρόνια, σήμερα είναι ένα υποδειγματικό ραπ άλμπουμ με θέμα τη Νέα Υόρκη.
Εδώ μέσα, λοιπόν, υπάρχει ένα κομμάτι που λένε με τον θρύλο Doug E Fresh και βγήκε ως τρίτο single (από τα 4 που έβγαλε συνολικά), το «Right Right Now Now», το οποίο όσες φορές και να το ακούσεις δεν μπορείς να εντοπίσεις το sample της αρχής, παρόλο που σίγουρα κάτι σου θυμίζει. Έπρεπε να περάσουν 16 χρόνια και να πέσω σε στο post ενός τρελού φαν τους (το οποίο στη συνέχεια εξαφανίστηκε) όπου είχε σημειώσει όλα τα samples που έχουν χρησιμοποιήσει στα κομμάτια τους (κυριολεκτικά εκατοντάδες). Ανάμεσα σε αυτά είδα και ένα κομμάτι του Χατζιδάκι σε στίχους του Νίκου Γκάτσου, το οποίο το είχε πει ο Μπιθικώτσης στο άλμπουμ «Επιστροφή» το 1970.
Το σαμπλάρουν με τέτοιο τρόπο που πολύ δύσκολα αναγνωρίζεται:
Μιλησέ μου - Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Beastie Boys - Right Right Now Now
Ψάχνοντας πληροφορίες για το κομμάτι στη βίβλο τους «Beastie Boys Book» που κυκλοφόρησε το 2018, είδα ένα γράμμα του Άνταμ Χόροβιτς που περιγράφει το σκηνικό που είχαν ζήσει στην Αθήνα το 2007, στο Γήπεδο του Baseball, όταν γύρω στα πενήντα άτομα με κουκούλες και κράνη μπούκαραν στον χώρο της συναυλίας και άρχισαν να σπάνε ταμεία και μπαρ, βάζοντας φωτιά σε αυτοκίνητα που ήταν παρκαρισμένα κοντά στο χώρο. Η βραδιά είχε διακοπεί λίγο πριν τελειώσουν το σετ τους και έτσι η Αθήνα δεν άκουσε ποτέ το «Sabotage» και το «Fight For Your Right». Από το ύφος του γράμματος και αυτά που περιγράφει, καταλαβαίνεις ότι μάλλον δεν ήθελαν να ξανακούσουν τη λέξη Αθήνα:
Από: τον Άνταμ Χόροβιτς
Προς: την οικογένεια
Θέμα: Ανταπόκριση από την Αθήνα
Γεια σας,
Λοιπόν, όπως ξέρετε, δεν το κάνω αυτό συνήθως, να στείλω περιγραφές για το τι μου συμβαίνει στα ταξίδια μας στον κόσμο, αλλά αυτή τη φορά μάλλον πρέπει να το κάνω γιατί, wow, δεν ξέρω από πού να αρχίσω, παίζαμε χθες το βράδυ στην Αθήνα, στην Ελλάδα – μια πόλη που, από ό,τι μπορώ να καταλάβω, ακόμη χτίζεται, βασισμένη, κυριολεκτικά, σε ένα σχέδιο που θυμίζει τα άθλια και ξεγυμνωμένα εμπορικά κέντρα των επαρχιακών δρόμων στην Κοβίνα ή το Όξναρντ της Καλιφόρνιας. Συγχωρείστε με αν αυτή η ιστορία γίνεται λίγο αρνητική κάποιες στιγμές. Πέρασα μια γαμημένη ίωση στη Βαρκελώνη και βασικά έμεινα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μου όλη την ώρα, είδα έναν γιατρό που μου έχωσε μια κάμερα στη μύτη και κατέβηκε στον λάρυγγά μου και έπειτα μου είπε ότι ο λαιμός μου είχε γίνει πληγή, αυτό δηλαδή που του είχα πει κι εγώ πριν βάλει αυτό κωλόπραμα στο πρόσωπό μου. Ok, αρκετά κλαψούρισα...
Λοιπόν, το ταξίδι ξεκινάει κανονικά, ξυπνάμε, μαζεύουμε τις τσάντες μας, μπαίνουμε σε ένα βανάκι, πάμε στο αεροδρόμιο, πετάμε για την Ελλάδα και η θέα από το αεροπλάνο είναι υπέροχη! Τα ελληνικά νησιά μοιάζουν όπως τα έχεις ακουστά... Καθώς προσγειωνόμασταν, φανταζόμασταν όλοι ότι συναντιόμαστε με τον Jay Z και την Beyonce και τρώμε τζατζίκι και ντολμάδες στο γιοτ του Καρλ Λάγκερφεντλ... Αυτό που ζήσαμε, όμως, όπως είπα, δεν είχε και πολύ μεγάλη σχέση... Δεν ζήσαμε την γκλαμουριά, ζήσαμε τη λίγδα. Η Καθλίν είπε ότι όταν πήγε ήταν καταπληκτικά, έκανε βόλτες στην παλιά πόλη, έκανε ένα σπουδαίο live, γνώρισε μερικούς πολύ cool ανθρώπους, τέλος πάντων, φάγαμε ένα στα αλήθεια πολύ ωραίο μεσημεριανό που είχε χωριάτικη σαλάτα.
Η ΣΥΝΑΥΛΙΑ
Ο οδηγός του βαν χανόταν συνέχεια και φαινόταν να μην την κάνει και πολύ καιρό αυτήν τη δουλειά, μας άγχωσε λίγο. Φτάνουμε στον χώρο της συναυλίας (ο οποίος είναι υπαίθριος και μεγέθους όσο ένα στάδιο μπέιζμπολ μικρής κατηγορίας) κι όλα πηγαίνουν καλά, ας πούμε... Λίγο πριν βγούμε στη σκηνή, έρχεται στο δωμάτιό μας ο Μπέιλι, ο οποίος μας έκανε το σεκιούριτι στην περιοδεία μας, και λέει «παιδιά, θέλω μόνο να σας προειδοποιήσω ότι πάνω από 1.000 άτομα έκαναν ντου απ' τις εξώπορτες και είναι λίγο περίεργα εκεί έξω. Κανείς δεν διαπληκτίζεται για να τρομάξετε, αλλά απλά δεν μ' αρέσει αυτό που βλέπω. Να έχετε το νου σας». «Εντάξει», του είπαμε.
Ανεβαίνουμε στη σκηνή και κάνουμε το σόου μας και ενώ έχουν μείνει ακόμα τέσσερα κομμάτια για να ολοκληρώσουμε, βλέπω τον Μπέιλι να ανεβαίνει στη σκηνή βιαστικά και να μας λέει «παιδιά σταματήστε τη μουσική, πρέπει να διακόψετε το σόου γιατί ψεκάζουν με σπρέι πιπεριού τον κόσμο και έβαλαν φωτιά στα καμαρίνια, πρέπει να φύγουμε ΤΩΡΑ!». Λέμε ωραία βραδιά, οι άνθρωποι είχαν φρικάρει, την ώρα που τρέχαμε να κατέβουμε από τη σκηνή ακούγαμε τουλάχιστον 5 ή 6 χιλιάδες παιδιά να ουρλιάζουν. Μπήκαμε στο βανάκι που πας περίμενε πίσω από τη σκηνή και ο οδηγός του είχε παγώσει από τον πανικό. Ήμασταν τουλάχιστον δώδεκα άτομα μέσα που του φωνάζαμε να ξεκινήσει κι αυτός ήταν σε σοκ. Καμιά φορά, ξεκινάει όσο πιο αργά γίνεται, εμείς ουρλιάζαμε κι αυτός σταμάτησε να μιλήσει σε κάποιον.
Στην μοναδική έξοδο ήταν ένα φορτηγό που την είχε φρακάρει. Ο Μπέιλι πηδάει έξω από το βαν και μας λέει να μην κουνηθούμε. Τρέχει προς τα καμαρίνια που καίγονταν, κάποιος πίσω του έχει ένα γουόκι τόκι και ένα λεπτό αργότερα ο Μπέιλι μας φωνάζει με δύναμη να ξεκινήσουμε. Τριγύρω μας υπάρχει χάος και αυτός ουρλιάζει. Ο οδηγός έχει παγώσει ξανά... Αρχίζουμε όλοι να τον χτυπάμε και να του φωνάζουμε να ξεκινήσει. Είναι μία παρανοϊκή κατάσταση. Κι αυτό ήταν μόνο η αρχή. Τέλος πάντων, οδηγούμε σε έναν χωματόδρομο προς την έξοδο και βλέπουμε τον Μπέιλι και ένα πανδαιμόνιο γύρω του, υπάρχει παντού καπνός. Μπαίνει στο όχημα και ψιθυρίζει όσο πιο δυνατά και ήρεμα μπορεί: «σκύψτε όλοι τώρα!». Ήταν σαν να ζωντάνευε ένας χαρακτήρας από ταινία του Τόμι Λι Τζόουνς. Και ενώ το λέει αυτό, βλέπουμε 40 παιδιά με μαύρα ποδοσφαιρικά κράνη που κρατούσαν ρόπαλα, σωλήνες και μεγάλους σουγιάδες, ακόμα και αληθινά μαχαίρια και πρέπει να περάσουμε ανάμεσά τους για να βγούμε έξω. Δεν το πιστεύω ότι το περιγράφω αυτό... Πάμε προς την εξώπορτα και βλέπουμε τον Τζερόμ, τον tour manager μας, να στέκεται εκεί. Σταματάμε και αστραπιαία τον βάζουμε στο βαν και φεύγουμε. ΑΣΦΑΛΕΙΣ. Όλα τα πράγματά μας είχαν μείνει πίσω όμως, τα πορτοφόλια, οι κάμερες, τα τηλέφωνα, τα λεφτά, όλα έχουν γαμηθεί.
Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό το ταξίδι στην Ελλάδα... Ήταν γκαντεμιά, αλλά νομίζω ότι το αγαπημένο μου μέρος της ιστορίας είναι ότι ο ίδιος οδηγός (που αποφασίσαμε να τον βαφτίσουμε Sad Sack Sam) ήρθε την επόμενη μέρα να μας πάει στο αεροδρόμιο αλλά δεν είχε βενζίνη, έτσι το βανάκι έμεινε στον δρόμο! Αυτό ήταν αλήθεια πρωτοφανές!
Σας ευχαριστώ που με αφήσατε να το μοιραστώ,
Άνταμ
σχόλια