Πριν γίνει μέγας στρατηγός και αυτοκράτορας, πριν ανακηρυχθεί ήρωας της Γαλλίας και γενναίος των μαχών, πριν ακόμη κι από τη Γαλλική Επανάσταση που ανέδειξε τον άσημο τότε Κορσικανό στα κορυφαία αξιώματα που του επιφύλασσε η ζωή και οι πράξεις του, ο Ναπολέων Βοναπάρτης ήταν ένας επίμονος σπουδαστής της Γαλλικής Σχολής Πολέμου. Υπήρξε από τους λίγους που ολοκλήρωσαν τη φοίτηση σε μόλις 12 μήνες, αντί για προβλεπόμενα δύο έτη. Η πίεση που ο θάνατος του πατέρα του ανάγκασε τον νεαρό -τότε- Ναπολέοντα να πάρει δραστικές αποφάσεις για τη ζωή του, να επισπεύσει καταστάσεις, να ηγηθεί για να αντεπεξέλθει στις οικονομικές απαιτήσεις.
To 1785, υπηρετώντας σε ένα στρατόπεδο της Valance, στη νοτιοανατολική Γαλλία γνωρίζει μία παράξενη, για την εποχή και τα ήθη της, γυναίκα, την Madame Grégoire du Colombier. Πρόκειται για μία καλλιεργημένη, γοητευτική κυρία που στο πρόσωπο του νεαρού και άπειρου λοχαγού βλέπει κάτι σαν υπόσχεση για το γαλλικό έθνος. Και αποφασίζει να τον θέσει υπό την προστασία της.
Αν ληφθούν υπ' όψιν τα όσα αναφέρει στα απομνημονεύματα του ο κόμης Εμμανουέλ του Λα Καζ, συνοδός του Βοναπάρτη στον τόπο εξορίας του, την Αγία Έλενα, ανάμεσα στον μέγα στρατάρχη, που όλοι γνωρίζουν σήμερα και σ' αυτή τη γυναίκα αναπτύχθηκε μία τέτοια άδολη μορφή αγάπης, που κανείς από τους δύο δεν συνάντησε ξανά στον μετέπειτα βίο του. "Υπήρξαμε τα πιο αθώα πλάσματα που θα μπορούσαν ποτέ να υπάρξουν", συνήθιζε να αναφέρει ο Βοναπάρτης, γράφει ο κόμης, ο οποίος παραθέτει μία από τις συναντήσεις του ζευγαριού, στα μισά κάποιου θέρους των πρώτων χρόνων της γνωριμίας τους, με τα πιο τρυφερά λόγια. Δυο ερωτευμένοι που λες και όλη τους η ευτυχία κρυβόταν στο να απολαύσουν μαζί τις πρώτες στιγμές της ανατολής, τρώγοντας κεράσια...
Λίγο αργότερα, εκείνος θα έπαιρνε μετάθεση για άλλο σημείο της Γαλλίας, ακολουθώντας το όνειρό του να γίνει αστέρας των μαχών και εκείνη θα παντρευόταν τελικά έναν ευγενή, τον κόμη Gamparet του Bressieux, έναν αρκετά μεγαλύτερο της, πρώην μεγαλόσχημο του γαλλικού στρατού. Θα συνεχίσουν να αλληλογραφούν για αρκετά χρόνια, με θερμά λόγια. Το 1804 εκείνος, Αυτοκράτορας πια, θα ενημερωθεί από ένα ευγενικό γράμμα της ότι χρειάζεται τη βοήθεια του, τόσο εκείνη, όσο και ο αδελφός της. Εκείνος θα σπεύσει αμέσως να την ενισχύσει, στέλνοντας ως εκπρόσωπό του, την ίδια του τη μητέρα, τη Λετίζια Βοναπάρτη.
Όλα αυτά μία δεκαετία μετά την πρώτη γνωριμία τους και ενώ και οι δύο είχαν παντρευτεί άλλους ανθρώπους... Όταν πια συναντήθηκαν όλοι μαζί, εκείνος, η μητέρα του και η Caroline, ο Ναπολέων ενδιαφέρθηκε να μάθει την τύχη εκείνου του αγροκτήματος με τις κερασιές, στο οποίο είχαν περάσει κάποια από τα πιο ευτυχισμένα πρωινά της νιότης τους. Η Caroline του απάντησε ότι εκεί πλέον ζούσαν η αδελφή της με τον άντρα της. Όταν ο Αυτοκράτορας δήλωσε διατεθειμένος να ικανοποιήσει οποιαδήποτε ανάγκη τους, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για εκείνες τις ευτυχισμένες μέρες της ζωής τους, η γυναίκα αρνήθηκε ευγενικά, απαντώντας του ότι και μόνο ότι τις έζησαν ήταν ήδη ένα μεγάλο δώρο.
Δεν της απάντησε τίποτα και λίγες εβδομάδες μετά της προσέφερε ένα δαχτυλίδι. Στην πέτρα που το κοσμούσε, από φίνο ελεφαντόδοντο ήταν σκαλισμένη, με εξαιρετική λεπτομέρεια η σκηνή ανθρώπων που μαζεύουν φρούτα από δέντρα. Και φυσικά, τα δέντρα αυτά ήταν κερασιές.
Το δαχτυλίδι έμεινε στην κατοχή της οικογένειας της Caroline για περισσότερα από 200 χρόνια. Πριν από περίπου έναν μήνα και συγκεκριμένα την Κυριακή της 26ης Μαρτίου, το κόσμημα βγήκε σε δημοπρασία, με την τιμή πώλησης του να εκτιμάται στα 15.000 - 20.000 ευρώ. Τελικώς, πωλήθηκε στα 36.250, όχι τόσο για την καθαρή αξία των υλικών του, αλλά για τη βαθιά συναισθηματική ιστορία που κρυβόταν πίσω του, την ιστορία της πραγματικής πρώτης αγάπης του Ναπολέοντα, πριν γίνει στρατηγός, πριν γίνει αυτοκράτορας, πριν καταλήξει αποδιοπομπαίος τράγος του έθνους που τον ανέδειξε κάποτε ήρωα...