Διακόσια χρόνια συμπληρώνονται από την επανάσταση του ελληνικού έθνους το 1821. Ένα καταλυτικό γεγονός που σφράγισε τη νεότερη ιστορία και αποτελεί την αφετηρία της δημιουργίας του έθνους-κράτους. Ηρωικές μάχες, ο ξεσηκωμός των υπόδουλων Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι θρυλικές μορφές του Αγώνα συνέβαλαν καταλυτικά στη θεμελίωση του νεοελληνικού κράτους. Τι σηματοδοτεί, όμως, αυτό το κομβικό γεγονός; Ποια ήταν η στάση της Εκκλησίας κατά την Επανάσταση; Ποια ήταν η κορυφαία ηγετική φυσιογνωμία της παλιγγενεσίας; Τι θεωρείται σήμερα επαναστατικό; Απαντά ο καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης.
— Συμπληρώνονται διακόσια χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Τι μας διδάσκει αυτό το ιστορικό γεγονός και τι σηματοδοτεί σήμερα για τη χώρα μας;
Η Ελληνική Επανάσταση είναι ένα σπουδαίο γεγονός, όχι μόνο με ελληνικούς αλλά και με ευρωπαϊκούς όρους. Είναι μία από τις τέσσερις μεγάλες επαναστάσεις σε όλο τον κόσμο, που εγκαινιάζουν την εποχή της νεωτερικότητας. Δημιούργησε το πρώτο ανεξάρτητο εθνικό κράτος στη Nοτιοανατολική Ευρώπη και αναδιαμόρφωσε τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι ένα γεγονός που τιμάται όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο, μέσω της δημιουργίας του φιλελληνικού κινήματος που προκάλεσε.
Κατά την άποψή μου, ως Έλληνες οφείλουμε να τιμήσουμε με τον δέοντα σεβασμό την εθνικοαπελευθερωτική επανάστασή μας, αυτήν που μας χάρισε την ελευθερία και οδήγησε στη συγκρότηση της εθνικής μας εστίας. Είναι, όμως, ταυτόχρονα και μια αφορμή για αναστοχασμό. Η ελευθερία και η ολοκλήρωση της εθνικής μας ταυτότητας μέσα στο αστικό, το πολιτικό και το κοινωνικό της πλαίσιο είναι κάτι που δοκιμάζεται και αξιολογείται κάθε μέρα. Κι εμείς έχουμε υποχρέωση να διευρύνουμε την κοινωνία των πολιτών, βοηθώντας κάθε Ελληνίδα και σε κάθε Έλληνα να εμπεδώσει, δύο αιώνες μετά, τη συνείδηση του πολίτη.
Οι Έλληνες είναι από τους λαούς εκείνους που ασχολούνται πολύ με το ιστορικό παρελθόν τους. Αυτό είναι κατά βάση θετικό, γιατί η γνώση της Ιστορίας είναι χρήσιμη για την εξαγωγή συμπερασμάτων για πρόσωπα, καταστάσεις και συμπεριφορές. Ωστόσο, η αναδίφηση στο ιστορικό παρελθόν δεν γίνεται πάντοτε μέσα από επιστημονικούς διαύλους αλλά και μέσα από πρόσωπα και πολιτικές ή κοινωνικές ομάδες που σκοπίμως εργαλειοποιούν την Ιστορία για ίδιον όφελος.
— Αναφέρατε ότι είναι αφορμή για έναν εθνικό αναστοχασμό. Πώς κρίνετε τον σχεδιασμό των εορτασμών;
Παγκοσμίως, κάθε μεγάλη εθνική επέτειος γίνεται αφορμή για δημόσιο διάλογο, συχνά έντονο και συναισθηματικά φορτισμένο. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Επιπλέον, παρότι η πανδημία του Covid-19 οδήγησε αναπόφευκτα σε αναδιοργάνωση των αρχικών σχεδίων, θέλω να πιστεύω ότι το ταμείο που θα κάνουμε στο τέλος θα είναι θετικό. Στην Επανάσταση του 1821 κάθε Έλληνας και κάθε Ελληνίδα μπορεί να αναγνωρίσει ένα κομμάτι όχι μόνο της συλλογικής αλλά και της ατομικής του ταυτότητας. Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η παλιγγενεσία μπορεί να τιμηθεί με ξεχωριστούς τρόπους από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, οι οποίες προσλαμβάνουν και αφηγούνται τα ιστορικά γεγονότα μέσα σε διαφορετικό πλαίσιο. Θα ευχόμουν, όμως, στο τέλος της ημέρας οι εορτασμοί να συνεισφέρουν στην κατανόησή μας όσον αφορά το σπουδαιότερο γεγονός της νεότερης ιστορίας μας, βοηθώντας με τον τρόπο αυτό να επιτευχθούν ατομικές και συλλογικές υπερβάσεις, ώστε να ενδυναμωθεί η συλλογική εθνική ταυτότητα.
— Ως λαός θεωρείτε ότι γνωρίζουμε την Ιστορία μας ή ακόμα γοητευόμαστε από τους μύθους;
Οι Έλληνες είναι από τους λαούς εκείνους που ασχολούνται πολύ με το ιστορικό παρελθόν τους. Αυτό είναι κατά βάση θετικό, γιατί η γνώση της Ιστορίας είναι χρήσιμη για την εξαγωγή συμπερασμάτων για πρόσωπα, καταστάσεις και συμπεριφορές. Ωστόσο, η αναδίφηση στο ιστορικό παρελθόν δεν γίνεται πάντοτε μέσα από επιστημονικούς διαύλους αλλά και μέσα από πρόσωπα και πολιτικές ή κοινωνικές ομάδες που σκοπίμως εργαλειοποιούν την Ιστορία για ίδιον όφελος. Δυστυχώς, στην Ελλάδα, αν και η κοινότητα των ιστορικών είναι πολύ υψηλού επιπέδου, η διαμεσολάβηση της ιστορικής γνώσης στο ευρύ κοινό ‒αυτό που ονομάζουμε δημόσια ιστορία‒ δεν γίνεται με συστηματικό τρόπο, ούτε έχει αποκτήσει την αξία που της αναλογεί. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε συχνά μια «ποδοσφαιροποίηση» της Ιστορίας, με οπαδούς της μιας ή της άλλης άποψης που επιδιώκουν την επικράτησή τους με κάθε τρόπο και επιθυμούν να ηγεμονεύσουν στο παρελθόν προκειμένου να ελέγχουν το παρόν και το μέλλον.
— Τι είναι επαναστατικό στην εποχή μας και ποιοι είναι οι ήρωές της;
Κάθε εποχή έχει τις επαναστάσεις και τους δικούς της ήρωες. Κατά την άποψή μου, στην εποχή μας και στην πατρίδα μας επαναστατικό είναι ό,τι αποβλέπει στη διεύρυνση της δημοκρατίας, στην ενίσχυση των θεσμών και στην εμπέδωση της κοινωνίας των πολιτών. Ό,τι αντιστρατεύεται τη λογική προσώπων και ομάδων που αντιμετωπίζουν την εξουσία ως λάφυρο, επιδιώκοντας να την κατακτήσουν προκειμένου να διασφαλίσουν τα συμφέροντα τα δικά τους και των κομματικών τους φίλων. Ό,τι εμπεδώνει τη διαφάνεια και την αξιοκρατία, αποβλέποντας στο συλλογικό καλό.
— Ποια πιστεύετέ ότι είναι η κορυφαία ηγετική φυσιογνωμίας του Αγώνα και γιατί;
Η Ελληνική Επανάσταση παρήγαγε μια σειρά σπουδαίων ηρώων, Ελλήνων και φιλελλήνων, οι οποίοι, παρά τις διαφορετικές ιδεολογικές, κοινωνικές, πολιτικές και γεωγραφικές καταβολές τους, έχουν ενταχθεί αρμονικά στο πάνθεον της εθνικής ιστορίας. Τους τιμούμε και τους σεβόμαστε όλους. Αν, όμως, έπρεπε να επιλέξω έναν, θα διάλεγα, δίχως αμφιβολία, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Κατά την άποψή μου, ο Γέρος του Μοριά συμπυκνώνει στην προσωπικότητά του τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της εθνεγερσίας. Είναι το υπόδειγμα ενός ανθρώπου μιας προνεωτερικής κοινωνίας, κατακερματισμένης γεωγραφικά και κοινωνικά, ο οποίος, μέσα στο καμίνι της Επανάστασης, αντιλήφθηκε το διακύβευμα της νέας εποχής, προσαρμόστηκε στις επιταγές και τις ανάγκες μιας συγκεντρωτικής εθνικής εστίας και με τις πράξεις του εγγυήθηκε, τουλάχιστον από το 1825 και μετά, την εθνική ενότητα.
— Τελικά, τι γνωρίζουμε πραγματικά για τη στάση της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια του Αγώνα;
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης υπήρξε, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, αναγνωρισμένος θεσμός από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο εκάστοτε Οικουμενικός Πατριάρχης λογοδοτούσε στον Σουλτάνο για τις πράξεις του ποιμνίου του. Στο πλαίσιο αυτό, οποιαδήποτε πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου έπρεπε να συνυπολογίσει τις πιθανές επιπτώσεις της στο υπόδουλο ορθόδοξο γένος. Ιδιαίτερα ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ κλήθηκε να διαχειριστεί μια τεράστια κρίση που προκλήθηκε όταν ξέσπασε το κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Αν παρέμενε αδρανής, θα ήταν σαν να ομολογούσε την ενοχή του, κάτι που αναμφίβολα θα αποδεικνυόταν ολέθριο, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για την ελληνοχριστιανική κοινότητα στο σύνολό της. Έτσι προχώρησε στον αφορισμό του Υψηλάντη και του ηγεμόνα της Μολδαβίας, Μιχαήλ Σούτσου. Μέχρι σήμερα η ενέργεια αυτή προκαλεί αντιπαραθέσεις και ερμηνεύεται διαφορετικά από τους ιστορικούς. Για την ερμηνεία του γεγονότος θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να συνυπολογίσει κανείς ότι ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’, αν και δεν ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ήταν σίγουρα ενήμερος για τη δράση της. Επιπλέον, ότι τελικά, παρά τον αφορισμό, δεν κατόρθωσε να διαφύγει ούτε ο ίδιος την οργή του Σουλτάνου, αφού, λίγο αργότερα, απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του Πατριαρχείου, ενώ το σκήνωμά του διαπομπεύθηκε από τον οθωμανικό όχλο πριν ριχθεί στον Κεράτιο Κόλπο. Γενικά, πάντως, μπορεί να υποστηριχτεί ότι στη διάρκεια της Επανάστασης αρκετοί κληρικοί έλαβαν ενεργό μέρος και πολλοί από αυτούς το πλήρωσαν με την ίδια τους τη ζωή.
— Συμφωνείτε με την άποψη που πολλοί υποστηρίζουν, ότι τελικά η Επανάσταση είχε κοινωνική διάσταση και οι ξένες δυνάμεις ήταν αυτές που αποφάσισαν να δημιουργηθεί ελληνικό κράτος;
Όχι, δεν συμφωνώ και θεωρώ την άποψη αυτή μία ακόμη έκφραση λαϊκισμού. Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είχε ξεκάθαρο εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα. Έγινε για την πίστη και την ελευθερία της πατρίδας. Αυτό αναγράφεται τόσο στην επαναστατική προκήρυξη που εξέδωσε ο επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρος Υψηλάντης στο Ιάσιο, στις 24 Φεβρουαρίου 1821, όσο και σε κάθε άλλη επαναστατική διακήρυξη των επαναστατημένων Ελλήνων. Όπως όμως και κάθε επαναστατικό γεγονός, έτσι και η εθνεγερσία στέγασε στο πλαίσιό της διάφορα αιτήματα, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά. Όλα αυτά, όμως, αποτελούν επί μέρους συνιστώσες ενός ευρύτερου πολιτικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, το οποίο αποτέλεσε το μέγιστο επίτευγμα της Φιλικής Εταιρείας.
Όσον αφορά το ρόλο των Μεγάλων Δυνάμεων, αυτός υπήρξε αναμφίβολα σημαντικός για την επιτυχή για τους Έλληνες διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος. Δεν ήταν, όμως αποτέλεσμα φιλανθρωπίας, αλλά μια τακτική κίνηση υπεράσπισης των συμφερόντων τους στον χώρο της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Αυτήν τη βαθμιαία μεταστροφή της στάσης που επέδειξαν οι Μεγάλες Δυνάμεις απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση την επέβαλαν οι ίδιοι οι επαναστατημένοι Έλληνες με τις μεγάλες επιτυχίες τους, ιδιαίτερα τα δύο πρώτα χρόνια του Αγώνα, και με την έξυπνη διπλωματία τους, που εκμεταλλεύτηκε τους ανταγωνισμούς των ισχυρών. Σημαντική υπήρξε, επίσης, η συνδρομή των χιλιάδων φιλελλήνων που πίεσαν τις κυβερνήσεις τους να υποστηρίξουν τους απογόνους του Πλάτωνα και του Περικλή.
— Πώς ορίζεται τον πατριωτισμό στις μέρες μας;
Η έννοια του πατριωτισμού λαμβάνει διαφορετικό περιεχόμενο, ανάλογα με τις ανάγκες και τις προτεραιότητες κάθε εποχής. Κατά την άποψή μου, ο σύγχρονος πατριωτισμός σε μια ειρηνική περίοδο πρέπει να συνδέεται με τις αρχές της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Πρέπει να συνδέεται με τη ανάδειξη ενός νέου Διαφωτισμού, μιας άνθησης των γραμμάτων με πρωτοβουλία των πνευματικών εκπροσώπων του νεοελληνικού κράτους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.