Τυχερό το άτομο που θα δει για πρώτη φορά την πιο συγκλονιστική για μένα ταινία του Κασσαβέτη, παρότι για διάφορους λόγους είναι και μια από τις λιγότερο προβεβλημένες.
Τυχερό που θα την δει σήμερα, στους χλιαρούς – για να μην πούμε χαλεπούς – κινηματογραφικούς καιρούς μας υπό το πρίσμα των οποίων το σύμπαν που περιφέρονται οι τρεις άντρες πρωταγωνιστές του "Husbands" μοιάζει επικίνδυνο, ασεβές, απόκοσμο σχεδόν στη γενναία και ολοκληρωτική καταγραφή του από τον μεγάλο δημιουργό που λείπει όσο ελάχιστοι από το σύγχρονο σινεμά.
Πρόκειται για μοναδική ευκαιρία συνάντησης με την κινηματογραφική Αλήθεια στην εποχή της Ατζέντας και της ψεύτικης ταπεινοφροσύνης, μια εποχή που σου επιβάλλει να παρεξηγήσεις τις προθέσεις και τις συμπεριφορές των τριών κεντρικών πρωταγωνιστών, όσο ευάλωτοι και χωλοί κι αν εμφανίζονται στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια της ταινίας.
Όλοι γινόμαστε κότες και καταλήγουμε να φοβόμαστε τη δουλειά μας, να φοβόμαστε τις γυναίκες μας, να φοβόμαστε τα παιδιά μας, να φοβόμαστε να βγούμε έξω στο δρόμο. Και όσοι παριστάνουν τους ζόρικους και κρίνουν υποτιμητικά αυτόν τον φόβο, είναι αυτοί που μολύνονται πιο γρήγορα από αυτόν
Η πραγματικότητα σφάζει και πονεί. Και ο ρεαλισμός του Κασσαβέτη δεν είναι στεγνός, αποστασιοποιημένος, εξεταστικός. Είναι πάντα αιχμηρός και φορτισμένος με πόνο, παραφροσύνη, νεύρωση. Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην ερμηνεία και στην εξω-υποκριτική διάσταση των ηθοποιών θολώνουν μεθυστικά καθώς αυτοί μεταφέρουν εκδοχές του εαυτού τους μαζί με όλο το ασήκωτο συχνά βάρος της αληθινής τους ύπαρξης.
Αυτή η αισθητική μιας τόσο έντονης οικειότητας ενισχύεται στους «Συζύγους» από τις μεγαλειώδεις αδυναμίες (δεν αποτελεί οξύμωρο, στο έργο του Κασσαβέτη σίγουρα όχι) των τριών κεντρικών χαρακτήρων που, μετά τον θάνατο του φίλου τους, αποφασίζουν να «ζήσουν» παραπάνω και να τα κάνουν όλα πουτάνα – όχι όμως μέχρι το τέλος του δρόμου.
Το ξεσάλωμά τους, που τους φτάνει μέχρι το Λονδίνο, δεν καθοδηγείται από μια επανεκτίμηση της ζωής, ούτε από συνειδητοποίηση της απώλειας, ούτε από κάποια ακλόνητη μοιρολατρία, αλλά κυρίως από φόβο και μια βαθιά αίσθηση δυσλειτουργίας και αναποτελεσματικότητας.
Ένα σαράκι που κατατρώει όλους τους άντρες λίγο-πολύ και δεν έχει να κάνει ακριβώς (ή μόνο) με αυτό που αποκαλείται κρίση μέσης ηλικίας.
Μετά το τέλος των γυρισμάτων, οι τρεις «κολλητοί» πρωταγωνιστές – ο Πίτερ Φολκ, ο Μπεν Γκαζάρα και ο Τζον Κασσαβέτης – είχαν εμφανιστεί στο έγκριτο τηλεοπτικό σόου του Ντικ Κάβετ για να προωθήσουν την επικείμενη προβολή της ταινίας στις αίθουσες, επενδυόμενοι ακόμα τους ρόλους τους και κάνοντας μαντάρα το στούντιο.
Μόνο κάποια στιγμή προς το τέλος της εκπομπής, ο Κασσαβέτης σοβαρεύει απότομα και λέει:
«Πρόκειται για την έκφραση μιας συγκεκριμένης αντίληψης. Όλοι γινόμαστε κότες και καταλήγουμε να φοβόμαστε τη δουλειά μας, να φοβόμαστε τις γυναίκες μας, να φοβόμαστε τα παιδιά μας, να φοβόμαστε να βγούμε έξω στο δρόμο. Και όσοι παριστάνουν τους ζόρικους και κρίνουν υποτιμητικά αυτόν τον φόβο, είναι αυτοί που μολύνονται πιο γρήγορα από αυτόν».
Και ο Πίτερ Φολκ δίπλα του συμπλήρωνε: «Είναι μια ταινία που είναι γεμάτη συναισθήματα αλλά δεν έχει καθόλου συναισθηματισμό».
Υπάρχει διαθέσιμο στο YouTube ένα ντοκιμαντέρ όπου παρουσιάζονται σε τρία μέρη διάρκειας 9 περίπου λεπτών το καθένα, στιγμιότυπα από το γύρισμα της ταινίας. Εκεί μπορεί να δει κανείς τα όρια του αυτοσχεδιαστικού μύθου ο οποίος τυλίγει με έναν ελευθεριακό μυστικισμό το έργο του Κασσαβέτη.
Το σενάριο υπάρχει, είναι «αλύπητα» δουλεμένο και σπανίως εγκαταλείπεται, όπως στη σκηνή του διαγωνισμού τραγουδιού η οποία προέκυψε πανηγυρικά επί τόπου ακυρώνοντας την αρχική σκηνή στο χαρτί που τους ήθελε να κάθονται στο μπαρ και να συζητάνε για το νόημα της ζωής.
«Καταραμένοι ηθοποιοί – ψεύτες όλοι τους», ακούγεται να λέει χαριτολογώντας σ΄ έναν τεχνικό ο Κασσαβέτης κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.
Η ταινία ορίζεται στους τίτλους αρχής ως «μια κωμωδία για τη ζωή, τον θάνατο και την ελευθερία». Κωμωδία ε; Μπορεί κιόλας με μια ιδιοσυγκρασιακή, αρχέγονη αντίληψη του όρου. Συνταρακτικός κλαυσίγελος, σίγουρα.
Όπως είχε παραδεχτεί εκ των υστέρων ο ίδιος ο δημιουργός της: «Το Husbands ήταν το πιο τρελό και το πιο οδυνηρό πρότζεκτ που αναμίχθηκα ποτέ».
Φαντάσου.
σχόλια