Αξέχαστες ερμηνείες από παιδιά μπροστά στην κάμερα, τα περισσότερα άπειρα και άμαθα σε σύγκριση με τους σπουδαγμένους συμπρωταγωνιστές τους, συχνά πιστώνονται στις ικανότητες των σκηνοθετών τους να «κλέβουν» με το μοντάζ τις καλύτερες στιγμές τους, τα βλέμματα και τις συχνά αυτοσχέδιες, ασυνείδητες αντιδράσεις τους στα παραγγέλματα. «Δεν είναι για Νόμπελ το επάγγελμά μας, άλλωστε και παιδιά μπορούν να το κάνουν μια χαρά», είχε πει κάποτε η Κάθριν Χέπμπορν, προσπαθώντας να προσγειώσει τον υπέρμετρο θαυμασμό των fans και τη θεοποίηση των ηθοποιών, ειδικά στη χρυσή περίοδο του Χόλιγουντ − στην άγουρη φάση του, η νηπιακής επίδοσης Σίρλεϊ Τεμπλ κρατούσε το ρεκόρ της πιο ακριβοπληρωμένης, ανεξαρτήτως ηλικίας!
Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για πολλά από τα ανήλικα θαύματα του σινεμά, εκείνες τις ταινίες που παιδιά και έφηβοι πήραν στις μικροσκοπικές πλάτες τους και έδειξαν πως μερικές φορές η αντίληψη και το ταλέντο λειτουργούν μαγικά και συγκινητικά, πέρα από το χαριτωμένο της υπόθεσης (Μακόλεϊ Κάλκιν στο «Μόνος στο σπίτι»), και πριν στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία, όπως το «Stranger Things», ως απλό παράδειγμα, πάνω στο νεαρό της ηλικίας τους.
Έντζο Σταϊόλα
Κλέφτης ποδηλάτων (1948)

Ο Τσάρλι Τσάπλιν υπήρξε ο πρώτος που εισήγαγε το χαμίνι ως concept: ο Τζάκι Κούγκαν ήταν το ορφανό στο «The Kid» του 1921 και ταυτόχρονα η ανήλικη προέκταση του κλοσάρ Σαρλό, μια προβολή της ντικενσιανής παιδικής ηλικίας του σπουδαίου δημιουργού. Ο Βιτόριο ντε Σίκα προχώρησε τον λειτουργικό ρόλο του παιδιού στο νεορεαλιστικό του σύμπαν, ξεκινώντας από τη φιλία των δυο αγοριών στον «Λούστρο Παπουτσιών» και συνεχίζοντας θριαμβευτικά σε ένα από τα μεστότερα φιλμ του, τον «Κλέφτη Ποδηλάτων», όπου ο 9χρονος Έντζο Σταϊόλα, με αυθεντική συμπόνια και χωρίς τα χαριτωμένα «σουσούμια» που χαρακτήριζαν τα επονομαζόμενα και παιδιά-θαύματα, παίζει τον Μπρούνο Ρίτσι, καθρέφτη της μεταπολεμικής ανέχειας στη ρημαγμένη Ιταλία και στήριγμα του φιλότιμου, όσο και απελπισμένου πατέρα του, Αντόνιο, από τις πρώτες μικρές τους μάχες για την καθημερινή επιβίωση μέχρι την τελευταία, σπαραξικάρδια σκηνή, που του κρατά παρηγορητικά το χέρι.
Ζαν-Πιερ Λεό
Τα 400 χτυπήματα (1959)
Ο 15χρονος Αντουάν Ντουανέλ είναι σαφώς το alter ego του Φρανσουά Τριφό που τον δημιούργησε, το ατίθασο αγόρι που ενδέχεται να μην υπήρξε ποτέ ο ίδιος, ένας αδέσποτος και ξύπνιος τύπος που όργωνε τους δρόμους του Παρισιού χωρίς πυξίδα και μέντορα, όταν κανείς δεν ασχολιόταν σοβαρά με το τι κάνουν τα παιδιά όταν δεν είναι σπίτι. Τα ημιαυτοβιογραφικά, βραβευμένα στο Φεστιβάλ Καννών για τη σκηνοθεσία τους «400 Χτυπήματα» σηματοδότησαν την πρώτη από τις 5 ταινίες που ο Γάλλος auteur γύρισε με τον Ζαν-Πιερ Λεό, και η περίφημη συνέντευξη του έφηβου Αντουάν με την ψυχολόγο, με τις νευρικές απαντήσεις και την ασυναίσθητη παραδοχή της ανομίας να αφοπλίζει, παραπέμπει στο αντίστοιχο τρίτο και καλύτερο επεισόδιο του «Adolescence» και δείχνει ένα φυσικό ταλέντο που έψαχνε επί δεκαετίες έναν τόσο ζουμερό ρόλο − τον βρήκε στο «Η μαμά και η πόρνη» του Ζαν Εστάς και στον «Πορνογράφο» του Μπερτράν Μπονελό.
Μάρτιν Στίβενς
Οι αθώοι (1961)

Ρίχνοντας εύλογα το βάρος, και παράλληλα δίνοντας τα εύσημα, στη σφιχτή σκηνοθεσία του Τζακ Κλέιτον, στην ερμηνεία καριέρας της Ντέμπορα Καρ, στο τέλειο σενάριο του Τρούμαν Καπότε και στην ανατριχιαστική φωτογραφία του Φρέντι Φράνσις, παραγνωρίζουμε την απόκοσμη άγκυρα των «Αθώων», τον Μάρτιν Στίβενς. Πλαισιωμένος από τα φαντάσματα του gothic αριστουργήματος που μετέφερε ιδανικά το «Στρίψιμο της βίδας» του Χένρι Τζέιμς στη μεγάλη οθόνη, ο 12χρονος Βρετανός, που μεγαλώνοντας θα ακολουθούσε την αρχιτεκτονική αλλά είχε ήδη προλάβει να συμμετάσχει σε ένα ακόμη εμβληματικό θρίλερ τρόμου, το «Village of the Damned», έναν χρόνο πριν, δεσπόζει στο ασπρόμαυρο, χορταστικά σινεμασκόπ κάδρο με το παρακλητικό, αξιοπρεπές και επίμονο βλέμμα του, απορώντας βουβά πώς γίνεται η νεοφερμένη νταντά του να μην έχει καταλάβει σε τι σπίτι έχει έρθει!
Τετσούο Άμπε
Το αγόρι (1969)

Σε πλήρη αντίθεση με τη στωική αντίληψη των παιδιών στη μεταπολεμική ιαπωνική κοινωνία του πασιφισμού και της υποταγής, ο Τόσιο στο «Αγόρι» του Ναγκίσα Όσιμα αποτελεί ζωτικό κομμάτι ενός δόλιου σχεδίου που έχει εκπονήσει ο πατέρας του, παίρνοντας τη θέση της ανήμπορης μητριάς του για να φέρει χρήματα στο σπίτι, υποδυόμενος στα ψέματα τον χτυπημένο. Ο Τετσούο Άμπε που υποδύεται τον ανήλικο κουβαλητή διαθέτει μια αμετακίνητη αυτοσυγκέντρωση και προσθέτει ανησυχία σε κάθε του βήμα, μακριά από τη σχεδόν μοιρολατρική πραότητα του σινεμά του Όζου.
Μπενουά Φερέ
Το φύσημα της καρδιάς (1971)

Στα χνάρια του συμπατριώτη και καλού του φίλου από τα χρόνια του νέου κύματος, και αφού είχε ήδη πλάσει τη θηλυκή εκδοχή του Ντουανέλ με τη «Ζαζί στο μετρό» από τα ’60s, ο Λουί Μαλ αναπαρέστησε την παιδική του ηλικία, την πίεση που δεχόταν από τα μεγαλύτερα αδέλφια του, τις νύχτες στους οίκους ανοχής, και κυρίως την αγάπη του για την τζαζ και τον Τσάρλι Πάρκερ, σχεδόν αυτολεξεί στο «Φύσημα της καρδιάς», εκτός από την αιμομικτική σχέση του νεαρού Λοράν Σεβαλιέ από την Ντιζόν με την άτακτη Ιταλίδα μητέρα του, ένα βράδυ στο σανατόριο όπου νοσηλευόταν για… «ψίθυρο καρδιάς» − γι’ αυτήν ειδικά τη σκηνή, επέτρεψε στην πρωταγωνίστρια Λέα Μασάρι να κρίνει αν ήθελε να την αφαιρέσουν, αν ένιωθε άβολα με το αποτέλεσμα.
Για τον 14χρονο Μπενουά Φερέ, κανένα πρόβλημα, σε μια ερμηνεία ατρόμητα φυσική, στην καλύτερη ίσως ταινία με θέμα το οιδιπόδειο και την ερωτική επιθυμία στο κράσπεδο της ενηλικίωσης − λίγα χρόνια αργότερα είδαμε πόσο στράβωσε η πρόθεση του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι στο «La Luna». Πάντως, ο Λουί Μαλ απέδειξε πως ξέρει να χειρίζεται περίφημα τα παιδιά στις ταινίες του, αναδεικνύοντας τους δυο μικρούς φίλους (και ειδικά τον λυπημένο Γκασπάρ Μανές) στην κατεχόμενη Γαλλία, στο επίσης αυτοβιογραφικό δράμα πίστης και αυτοθυσίας «Au revoir les enfants» από το 1987.
Αλεξέι Κραβτσένκο
Έλα να δεις (1985)

Αποσυνδεδεμένος από τις φιλμικές ιδεοληψίες και τις προπαγανδιστικές εμμονές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, ο Σοβιετικός Ελέμ Κλίμοφ σκηνοθετεί τη δική του «Αποκάλυψη» ως αντιπολεμική σειρήνα φρίκης και τρόμου, ρευστή σαν την αεικίνητη Steadicam του, τοποθετώντας σε συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο τον 12χρονο Φλόρια, ο οποίος εντάσσεται στις γραμμές της αντίστασης εναντίον των ναζί. Μέχρι το τέλος του αβάσταχτου οδοιπορικού του σε αχανείς εκτάσεις, ο ανυποχώρητος, ανθεκτικός νεαρός ηθοποιός Αλεξέι Κραβτσένκο κουβαλάει το βάρος του πολέμου, κυριολεκτικά και μεταφορικά, εμφανώς γερασμένος από την εμπειρία, την πλέον επώδυνη που ενδεχομένως έχει υποστεί ανήλικος σε γύρισμα − σαν να το βίωσε στην πραγματικότητα. Το ενήλικο βλέμμα του θυμίζει εκείνο του Νικολάι Μπουρλιάεφ στα «Παιδικά χρόνια του Ιβάν», του Αντρέι Ταρκόφσκι, ενώ μια ταινία με θέμα παρόμοιο με αυτό του «Έλα να δεις», το χρονικό ενός μικρού Εβραιόπουλου που τρέχει για τη ζωή του στην κατεχόμενη Ανατολική Ευρώπη στο «Βαμμένο Πουλί», επιλέγει μια πιο αφαιρετική και συμβολική προσέγγιση.
Κρίστιαν Μπέιλ
Η Αυτοκρατορία του Ήλιου (1987)

Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ ήθελε να φορέσει τα παπούτσια του ειδώλου του, Ντέιβιντ Λιν, επιχειρώντας να σκηνοθετήσει ένα πολεμικό έπος γιγαντιαίου καμβά δράσης και σκηνικών, με έναν αδύναμο άνθρωπο στον πυρήνα του. Και παρά το κομφούζιο στην πλοκή και τα εφέ, ο τότε 13χρονος Κρίστιαν Μπέιλ λάμπει στον ρόλο του Άγγλου μαθητή που γίνεται κλοτσοσκούφι στα χέρια επιτήδειων και καταλήγει αιχμάλωτος πολέμου, ειδικά με το αξέχαστο άδειο βλέμμα ενηλικίωσης που καταφέρνει στο γλυκόπικρο φινάλε της εντυπωσιακής όσο και αδύναμης «Αυτοκρατορίας του Ήλιου». Ήταν ένα δυναμικό ντεμπούτο που ευτυχώς εξαργυρώθηκε σε δοξασμένη, οσκαρική καριέρα, όπως ακριβώς και της Νάταλι Πόρτμαν στον επίσης περιπετειώδη ρόλο της στο «Leon».
Σαλβατόρε Κάσιο
Σινεμά «Ο Παράδεισος» (1988)

Περισσότερο ιδανικό κάστινγκ του Τζιουζέπε Τορνατόρε παρά ρόλος απαιτήσεων για τον 9χρονο Ιταλό ηθοποιό, ο Τοτό του «Σινεμά “Ο Παράδεισος”», όπως τον ενσαρκώνει με ασταμάτητο ενθουσιασμό ο Σαλβατόρε Κάσιο, κοντράρει πλήρως τον ενήλικο κυνισμό με την αθώα περιέργειά του, αντανακλά το όνειρο μιας καλύτερης ζωής με την αδάμαστη αισιοδοξία που εκπέμπει και αφήνει να ζωγραφιστεί ανάγλυφα στο καθαρό του πρόσωπο το δέος μπροστά στο καινούργιο όπως μόνο ένα παιδί μπορεί να εκφράσει την έκπληξη και τη χαρά, σαν εξιδανικευμένα, αγνά αισθήματα μιας άλλης εποχής − και ποιος μπορεί να πάρει λάθος δρόμο όταν ο Ένιο Μορικόνε κατακλύζει την ταινία;
Άνα Πάκουιν
Μαθήματα Πιάνου (1993)

Μια άλαλη κόρη ανάμεσα στον κόσμο των ενήλικων και τις καθημερινές τις φαντασιώσεις, στον έρωτα και την Ιστορία, το πείσμα ενός μικρού κοριτσιού και τη συνειδητοποίηση μιας δύσκολης επιβίωσης, σε έναν κινηματογραφικό ωκεανό αισθημάτων και μουσικής, στα αριστουργηματικά «Μαθήματα Πιάνου». Το πώς κατάφερε την τιτάνια ερμηνεία της η Άνα Πάκουιν παραμένει ένα ευτυχές όσο και άλυτο μυστήριο, απόρροια της οξυμένης της αντίληψης, μιας σπάνιας ευαισθησίας και του ιδιαίτερου τίμπρου που διέκρινε η σκηνοθέτις Τζέιν Κάμπιον, ανάμεσα σε 5.000 κορίτσια που διεκδίκησαν τον ρόλο της Φλόρα, η οποία εκτός των άλλων έπρεπε να είναι μικροσκοπική για να ταιριάζει στο δέμας της «μητέρας» της, Χόλι Χάντερ. Στα 11 της, η Πάκουιν κέρδισε το Όσκαρ, αλλά δεν είναι η μικρότερη όλων − το επίτευγμα συνεχίζει να πιστώνεται στην τότε 10χρονη Τέιτουμ Ο’Νιλ, που στάθηκε παλικαρίσια και πανέξυπνα απέναντι στον πατέρα της, Ράιαν, στο «Χάρτινο Φεγγάρι», το μακρινό 1973.
Κουβενζανέ Γουόλις
Τα μυθικά πλάσματα του Νότου (2012)
Όταν όλα τα παιδιά τρέπονται σε άτακτη φυγή, η 6χρονη Χασπάπι στέκει αμετακίνητη στη θέση της, στην αφόρητα υγρή «Μπανιέρα» της Λουζιάνα, αντιμετωπίζοντας ατρόμητα τα γιγαντιαία aurochs, τα φερώνυμα μυθικά πλάσματα του Νότου, σίγουρη πως την ακούνε και δεν είναι τόσο άγρια όσο φαίνονται. Η πειθώ της μικρούλας Κουβενζανέ Γουόλις είναι τόσο μεταδοτική και αφοπλιστική στη θαυματουργή παραβολή του Μπεν Ζάιτλιν, που δεν χρειάζεται να ξαναπαίξει κάτι άλλο στο σινεμά για να μας κερδίσει − προσπάθησε στην αναβίωση του κλασικού «Annie», εις μάτην. Στα 9 της χρόνια είναι η νεότερη υποψήφια για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου, και μαζί με τον Τζέισον Τρεμπλέι στο «Δωμάτιο» του Λένι Άμπραμσον, είναι η καλύτερη αγγλόφωνη ερμηνεία στον αιώνα μας για παιδιά που παλεύουν να κατανοήσουν τη ζοφερή πραγματικότητα μέσα από τα παιχνίδια της.