Ο Γκάνθερ ο 6ος ταξιδεύει με ιδιωτικό αεροπλάνο, μένει στο Ποζιτάνο αυτό τον καιρό, τρώει χαβιάρι, έχει τον δικό του σεφ που του σερβίρει μπριζόλα σενιάν και 27 άτομα προσωπικό να φροντίζουν κάθε του επιθυμία. Δεν υπάρχει τίποτα παράξενο σε όλο αυτό, χιλιάδες εκατομμυριούχοι απολαμβάνουν αυτά τα προνόμια και αυτό τον τρόπο ζωής.
Το παράδοξο, που οδήγησε και στη δημιουργία του ντοκιμαντέρ του Netflix «Gunther’s Millions», εκτός από το γεγονός ότι ο Γκάνθερ είναι ένας γερμανικός ποιμενικός και, σύμφωνα με το Guinnes, ο πλουσιότερος σκύλος στον κόσμο, είναι ότι, ακουσίως, βρίσκεται αναμεμειγμένος σε ένα τεράστιο σκάνδαλο φοροδιαφυγής, σε «πειράματα» που θυμίζουν ακόλαστες πράξεις μελών μιας σεξουαλικής αίρεσης και με φροντιστή-υπεύθυνο έναν μυθομανή και πανέξυπνο τύπο που φαίνεται ότι τίποτα δεν τον σταματά.
Ο Γκάνθερ, ο σκύλος –γιατί υπάρχει και ένα πρόσωπο με αυτό το όνομα–, είναι ο κληρονόμος μιας περιουσίας 400 εκατομμυρίων που προέρχονται από το καταπίστευμα της ιδιοκτήτριάς του, μιας Γερμανίδας κόμισσας. Για να μη μπερδευτείτε, ο Γκάνθερ ο 3ος ήταν ο πρώτος κληρονόμος της περιουσίας και από το 2018 είναι ο απόγονός του, ο Γκάνθερ ο 6ος.
Με πρόσχημα την επιστήμη και τις έρευνές του, τις υποσχέσεις του για φήμη, ελεύθερο σεξ και χρήμα, ο Μαουρίτσιο εκπλήρωνε δικές του φαντασιώσεις και απωθημένα. «Καμία υπόσχεση ευτυχίας δεν εκπληρώθηκε» λέει κάποιος που συμμετείχε στο κοινόβιο, ενώ κάποιος άλλος πιο ωμά δηλώνει ότι «πλήρωνε έκφυλους ανθρώπους να κάνουν σεξ μεταξύ τους για να δημιουργήσει νέα γονίδια».
Στον σκύλο ανήκει το χρήμα –θεωρητικά–, ενώ γύρω από αυτόν και την ανέμελη ζωή του δημιουργήθηκε η εξίσου ανέμελη ζωή νεαρών προσώπων που είχαν επιλεγεί μετά από κάστινγκ για να διασκεδάζουν και να επιδίδονται σε αχαλίνωτο και ελεύθερο σεξ προκειμένου να δημιουργηθεί μια ανώτερη φυλή.
Αυτό ακούγεται λίγο σαν πείραμα των ναζί, ανατριχιαστικό και απάνθρωπο, όμως οι δεκάδες υπάλληλοι του σκύλου, υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων, ambassadors, υπεύθυνοι κάστινγκ και συμμετέχοντες σε αυτό το κοινόβιο το παρουσιάζουν πιο αθώο, κι ας απέτυχε παταγωδώς.
Πίσω από όλο αυτό το παιχνίδι κρύβεται μια φιγούρα, ο Μαουρίτσιο Μιαν, που αρχίζει να λέει την ιστορία ως εξής: υπήρχε κάποτε μια Γερμανίδα κόμισσα, η Καρλότα Λιμπενστάιν, που έκανε την περιουσία της από μια βιομηχανία φαρμάκων. Λάτρευε τα ζώα και τον σκύλο της τον Γκάνθερ, και, μη έχοντας συγγενείς, του άφησε την περιουσία της.
Είναι νόμιμο να κληρονομήσει ένας σκύλος; «Τίποτα δεν το απαγορεύει» απαντά ο δικηγόρος του καταπιστεύματος που έχει δημιουργηθεί. «Αν πεθάνει –ο σκύλος– θα αντικατασταθεί με σκύλο ίδιας ράτσας, με το ίδιο όνομα και από την ίδια γενεαλογική γραμμή». Ο σκύλος Γκάνθερ ήταν γνωστός στην Ιταλία από τη δεκαετία του '90 εξαιτίας του ποσού που κληρονόμησε, ενώ τα φώτα της δημοσιότητας είχε τραβήξει και ο Μαουρίτσιο, που οι συμμετέχοντες στο ντοκιμαντέρ τον χαρακτηρίζουν ασυγκράτητο, «λίγο τρελό», οραματιστή και γυναικά.
Η σχέση του Μαουρίτσιο με την κόμισσα Καρλότα και την περιουσία; Η μητέρα του –που μαζί με τον πατέρα του είχαν φαρμακοβιομηχανία– ήταν επιστήθια φίλη της κόμισσας, η οποία υπέφερε από την αυτοκτονία του 26χρονου γιου της Γκάνθερ και άφησε στον σκύλο όλη την περιουσία της με διαχειρίστρια τη μητέρα του Μαουρίτσιο και μετά τον θάνατο της μητέρας του εκείνον.
Στο κάδρο μπαίνει και η πρώτη σύζυγος του Μαουρίτσιο και επιστήθια σήμερα φίλη του, που εμφανίζεται με τατουάζ «Γκάνθερ» και καρδούλα στο ντεκολτέ της, η οποία λέει ότι θα σκότωνε για τον πρώην άντρα της, και γιατί να μην την πιστέψουμε, αφού της εξασφαλίζει μια απίθανη ζωή; Το περίφημο καταπίστευμα περιλαμβάνει σήμερα μια σειρά πολυτελών ακινήτων σε όλο τον κόσμο, γιοτ, επενδυτικές εταιρείες, εταιρείες στοιχημάτων, ποδοσφαιρικές ομάδες και άλλες εταιρείες που, όπως λέει ο πληρεξούσιος δικηγόρος, «δεν νιώθει άνετα να συζητήσει». «Αγοράσαμε ένα γιοτ γιατί ήταν επιθυμία του σκύλου, ο Γκάνθερ λατρεύει τα γιοτ», λέει. Αλλά όταν εισπράττεις εκατομμύρια ως νομικός σύμβουλος, μπορείς να πεις τα πάντα, δεν είναι έτσι;
Ο Μαουρίτσιο Μιαν, αφού έκανε σπουδές φαρμακολογίας, αποφάσισε να μην ακολουθήσει τα επιχειρηματικά βήματα της οικογένειας. Είχε χρήματα για να κάνει ό,τι ήθελε. Έβγαλε έναν αποτυχημένο δίσκο με ένα τριτοκλασάτο συγκρότημα ντίσκο που πήγε άπατος, και στις αρχές του 2000 κατέπλευσε στο Μαϊάμι κυνηγώντας το αμερικάνικο όνειρο της νέας χιλιετίας.
Απέκτησε εκεί μια διάσημη ιδιοκτησία, το σπίτι του material girl, της Μαντόνα, δίνοντας 7,5 εκατομμύρια δολάρια μετρητά (όταν η βίλα πριν λίγα χρόνια πουλήθηκε σε τριπλάσια τιμή, η Μαντόνα ποστάρισε ότι ο σκύλος ιδιοκτήτης πούλησε τη βίλα σε τριπλάσια τιμή από εκείνη). Στα ΜΜΕ έγινε χαμός με την άφιξη αυτών των περίεργων τύπων στο Μαϊάμι.
Η «βίλα των οργίων»
Οι νέοι κάτοικοι της βίλας, εκτός από τον Μαουρίτσιο και την τέως σύζυγό του, προέκυψαν μετά από κάστινγκ και έτσι δημιουργήθηκε μια ομάδα με το όνομα «Burgundians», αποτελούμενη από νέα και σέξι κορίτσια και αγόρια με χαμηλές καλλιτεχνικές επιδόσεις και υψηλές επιδόσεις στη λάμψη, τη δόξα και το χρήμα, που δεν έκαναν τίποτα άλλο παρά να πλατσουρίζουν στην πισίνα της Μαντόνα –με τον σκύλο–, να αράζουν και να χαμογελούν.
Ακριβώς αυτό που σκέφτεστε: ένα «Big Brother», με κάμερες να τους παρακολουθούν ακόμα και στις κρεβατοκάμαρες και τύπους με άσπρες ιατρικές στολές να παρατηρούν και να καταγράφουν κάθε κίνησή τους.
Ο Μαουρίτσιο λέει ότι επρόκειτο για ένα ιατρικό πείραμα, μια επιθυμία της νεκρής κόμισσας, σχετικό με την κατάθλιψη, εξαιτίας της οποίας αυτοκτόνησε ο γιος της. Υποτίθεται ότι οι ειδικοί συνέλεγαν δεδομένα από νέους και νέες 18-25 ετών για έρευνες σχετικά με το πού βρίσκεται το κέντρο της χαράς, σε ανθρώπους που ζουν χωρίς άγχος.
Υποτίθεται ότι τα στοιχεία και όσα σημείωναν οι ερευνητές δίνονταν σε επιστήμονες για περαιτέρω μελέτη, όπως οι ερωτικές προτιμήσεις των μελών που, εκτός των άλλων, ζυγίζονταν σχολαστικά. Για παράδειγμα, τα κορίτσια δεν έπρεπε να είναι πάνω από 58 κιλά.
Οι «Burgudians» ακολουθούσαν 13 εντολές που θυμίζουν αίρεση και αφορούσαν τον τρόπο ζωής, τον γάμο, τις σχέσεις τους, τα ναρκωτικά και το σεξ. Η ιδέα γενικά ήταν ότι το πολύ σεξ με πολλούς ανθρώπους γεννά ευτυχία. Η φαινομενικά αθώα ηδονιστική κατάσταση γρήγορα μετατράπηκε σε οργιώδη, με σεξ διαρκώς και κάμερες παντού.
Σε αυτήν τη συνθήκη αντέδρασαν πρώτα οι συμμετέχοντες, καθώς η θεωρία «σεξ χωρίς ζήλεια, χωρίς συναίσθημα» ήταν μάλλον ανέφικτη, και στη συνέχεια οι γείτονες, που δεν ανέχονταν η φασαρία να περνά τους τοίχους της πανάκριβης ιδιοκτησίας τους.
Το σχέδιο άρχισε να χαλάει. «Το επιστημονικό έργο παρεμποδίστηκε από όλους» λέει στο ντοκιμαντέρ ο Μαουρίτσιο, που δεν εγκαταλείπει εντελώς το σχέδιό του, αλλά επιστρέφει στην πατρίδα του, την Ιταλία, και ανοίγει το 2001 ένα κλαμπ «για να μελετήσει τη συμπεριφορά των νέων», αγοράζει ποδοσφαιρικές ομάδες –πάντα εμφανίζεται ο σκύλος Γκάνθερ ως ιδιοκτήτης– και προκειμένου να μελετήσει πιο συστηματικά και την πορνογραφία προσλαμβάνει την Τσιτσιολίνα, που ήταν πορνοστάρ-θρύλος εκείνη την εποχή, και τη Βαλεντίνα Ντεμί, άλλη διάσημη πορνοστάρ, ως πιόνια σε ένα προκλητικό παιχνίδι στο οποίο όλα είχαν ανακατευτεί σε μεγάλες δόσεις: αθλητισμός, κλάμπινγκ, πορνό.
Το πείραμα του Μαϊάμι συνεχίζεται στην Ιταλία με άλλη σύνθεση, τους «Υπέροχους πέντε», που ζουν και αυτοί μια ανέμελη και πλούσια ζωή με συγκάτοικο τον Γκάνθερ, την «πλατινένια πιστωτική τους», σε έναν κόσμο δημοσιότητας και χρήματος.
Και εκεί η ομάδα κάνει σεξ ασταμάτητα, όποιος θέλει με όποιον θέλει, και ο στόχος του Μαουρίτσιο πάει ένα βήμα πιο πέρα, με τη δημιουργία ενός τέλειου ανθρώπου, τη δημιουργία μιας γενιάς ευτυχισμένων ανθρώπων, ένα σχέδιο το οποίο πλάσαρε ως ιδέα του Γκάνθερ, του νεαρού γιου της κόμισσας –ευτυχώς όχι του σκύλου–, που τη διατύπωσε λίγο πριν τον θάνατό του.
Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας αυτού του μοντέλου, ο Μαουρίτσιο και η τότε φίλη του αποκτούν μια κόρη, αλλά οι φήμες στα σκανδαλοθηρικά περιοδικά της εποχής ότι το μωρό είναι παιδί του σκύλου Γκάνθερ και ο φόβος ότι το Βατικανό θα διεκδικήσει το παιδί βάζουν τέλος στο κοινόβιο, στο νέο είδος οικογένειας και στο πείραμά του.
Με πρόσχημα την επιστήμη και τις έρευνές του, τις υποσχέσεις του για φήμη, ελεύθερο σεξ και χρήμα, ο Μαουρίτσιο εκπλήρωνε δικές του φαντασιώσεις και απωθημένα. «Καμία υπόσχεση ευτυχίας δεν εκπληρώθηκε» λέει κάποιος που συμμετείχε στο κοινόβιο, ενώ κάποιος άλλος πιο ωμά δηλώνει ότι «πλήρωνε έκφυλους ανθρώπους να κάνουν σεξ μεταξύ τους για να δημιουργήσει νέα γονίδια».
Ο Μαουρίτσιο ξόδεψε δεκαπέντε χρόνια σε γυναίκες και «πρότζεκτ» χωρίς στην ουσία να δημιουργήσει κάτι, δημιούργησε ένα τίποτα, που έκανε ντόρο και κάποιους ανθρώπους-μασκαράδες μαριονέτες του.
Μια μυθιστορηματική απάτη και μια απίθανη μυθοπλασία
Το 2008 αρχίζει στο Λίχτενσταϊν μια εκτεταμένη έρευνα για φοροδιαφυγή. Αποκαλύπτεται ότι η οικογένεια του Μαουρίτσιο Μιαν-Τζεντίλι είχε αποκρύψει 400 εκατομμύρια.
Και το κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται. Η οικογένεια του Μαουρίτσιο είχε στην ιδιοκτησία της τη φαρμακευτική εταιρεία Τζεντίλι, η οποία υπήρξε πρωτοπόρος σε έρευνες. Όταν ανακάλυψαν μια φόρμουλα κατά της οστεοπόρωσης, πούλησαν την επιχείρηση στη Merck για ένα τεράστιο ποσό. Για να αποφύγουν τη φορολόγηση από το ιταλικό κράτος, έκρυψαν τα χρήματα στο Λίχτενσταϊν, παράνομα και αδήλωτα.
Τα χρήματα ανήκαν στη μητέρα του Μαουρίτσιο. Τα κατέθεσε στο όνομα της κόμισσας που ήταν Γερμανίδα και δεν θα την κυνηγούσαν οι ιταλικές αρχές. Οι δυο γυναίκες συμφώνησαν να κληροδοτήσουν τα χρήματα στον σκύλο Γκάνθερ, με φροντίστρια αρχικά τη μητέρα του Μαουρίτσιο και κατόπιν τον ίδιο και όρισαν δικηγόρο μια κυρία στις Μπαχάμες, έναν ακόμα σκοτεινό φορολογικό παράδεισο.
Κωμωδία κακής ποιότητας, απάτη πρώτης γραμμής. Ο Μαουρίτσιο και η μητέρα του εφηύραν ένα κόλπο για να αποφύγουν τους φόρους και πρόσθεσαν πολλές «σάλτσες».
Μύθος πρώτος: Η Γερμανίδα κόμισσα που δεν υπήρξε ποτέ. Και οι φωτογραφίες της κόμισσας με τον γερμανικό ποιμενικό; Είναι οι φωτογραφίες μιας θείας του Μαουρίτσιο και όχι της σημαντικής κληρονόμου που παρουσίαζε επί δεκαετίες.
Μύθος δεύτερος: Ο Γκάνθερ, ο γιος της κόμισσας που αυτοκτόνησε στα 26 από κατάθλιψη, αφήνοντας ομολογουμένως πολλές λεπτομερείς οδηγίες για τη λειτουργία του καταπιστεύματος δεν υπήρξε ποτέ. Ας το πούμε ευγενικά, είναι ο φανταστικός φίλος του Μαουρίτσιο, ένα πλάσμα που έχει γεννηθεί μέσα στις σκοτεινές περιοχές της δικής του κατάθλιψης και από αυτήν τη σκοτεινή περιοχή υπαγορεύει οδηγίες λειτουργίας αυτής της μεγάλης περιουσίας που με έξυπνες κινήσεις αυξάνεται μέσα στα χρόνια.
Μύθος τρίτος: Η σχεδόν «ευγενική» καταγωγή του σκύλου που ανήκε σε μια πρώην φίλη του Μαουρίτσιο και πήρε το όνομά του από τον σύζυγο της Μπριζίτ Μπαρντό, όμορφο πλεϊμπόι Γκάνθερ Ζακς. Ο σκύλος προέρχεται από καταφύγιο ζώων, πράγμα που δεν είναι καθόλου κακό ή επιλήψιμο.
Τελικά ο σκύλος είναι το πιο αθώο μέλος αυτής της παρέας που ζει πλουσιοπάροχα εξαιτίας της ύπαρξής του. Έγινε η τέλεια «κρυψώνα» για τα αφορολόγητα εκατομμύρια και το επίκεντρο όλων των φιλοδοξιών ενός κοινωνιοπαθούς που ήθελε με κάθε τρόπο να έχει το δικό του αστέρι στον κόσμο της ματαιοδοξίας, το δικό του κομμάτι λάμψης στα ΜΜΕ, ενώνοντας ψεύτικες εικόνες, δημιουργώντας ψεύτικα πρόσωπα και γενεαλογικά δέντρα, παίζοντας με την ψυχική ασθένεια, πουλώντας όνειρα σε αφελείς νέους και έχοντας καταφέρει να ξεγελάσει πολλούς και για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ωστόσο, δεν είναι ένας αρνητικός ήρωας, τουλάχιστον έτσι εμφανίζεται στο ντοκιμαντέρ, δεν είναι αλαζόνας, είναι μάλλον ένας τύπος εν μέρει αφελής, εν μέρει παγαπόντης, που σε κάποιες στιγμές ο θεατής αναρωτιέται αν έχει αληθινή «τρέλα» για να υποστηρίζει τόσο θερμά τις θεωρίες του.
Έχει πλάκα το ντοκιμαντέρ αλλά και πολύ σκουπίδι, το τροφοδοτικό μηχάνημα των ταμπλόιντ και της τηλεόρασης. Για την ιστορία, ο εκατομμυριούχος σκύλος Γκάνθερ έχει γίνει πρωτοσέλιδο περισσότερες φορές από όλα τα σοβαρά πειράματα για την υγεία.
«Gunther’s Millions» - Official Trailer, Netflix