Ο Αργεντινός δημιουργός Πάμπλο Τραπέρο συνεχίζει να επιλέγει αιχμηρά θέματα και να βρίσκει το ηθικό δίλημμα μέσα από δυναμική, κλασσική αφήγηση. Μετά τη Lionera, το Carancho και το White Elephant, το El Clan έχει την όψη αμερικανικού δραματικού θρίλερ αλλά την καρδιά μιας λατινοαμερικανικής τραγωδίας. Τοποθετημένο αμέσως μετά την πτώση της επταετούς χούντας, στις αρχές της δεκαετίας του 80, αφορά στην απίστευτη αλλά αληθινή ιστορία ενός στεγνού και στυγνού πατερφαμίλια, που έχει υψηλές διασυνδέσεις με στρατιωτικούς αξιωματούχους, και βγάζει το μεροκάματο απαγάγοντας πλουσίους και ζητώντας λύτρα, με χειρουργικό επαγγελματισμό. Έχοντας εμπλέξει τους γιούς του, εκτός από έναν που λείπει (επίτηδες) στη Νέα Ζηλανδία, πιστεύει πως η παρανομία του δεν είναι παρά μια δουλειά, παρά το γεγονός πως οι πάλαι ποτέ παντοδύναμοι φίλοι του τον έχουν προειδοποιήσει πως δεν μπορούν να τον προστατέψουν όπως παλιά. Το θέμα είναι πως ο Αρκιμέντες Πούτσιο, αντίθετα από τον αρχαίο συνονόματο του, δεν είχε υπολογίσει καλά την σοβαρότητα και τη διάρκεια της φρέσκιας δημοκρατίας στη χώρα του, πιστεύοντας ακράδαντα πως θα είναι μια ακόμη περαστική πολιτική φάση και θα κρατήσει το πολύ για δυο χρόνια, όπως λέει ο ίδιος.
Αυτό το φιλμ νουάρ, που έχει σπάσει ρεκόρ εισπράξεων στην πάντα ευαίσθητη επί του θέματος Αργεντινή, επαναφέρει το μοτίβο της σιωπηλής ανοχής στο φασισμό, καθώς η πιό ανατριχιαστική κατάσταση που διαδραματίζεται είναι η business as usual καθημερινότητα της οικογένειας του δράστη, με τα μάνα να μαγειρεύει, τα παιδιά να διαβάζουν στα δωμάτια τους και τα γεύματα να τηρούνται κανονικά, ενώ τα αλυσοδεμένα θύματα ουρλιάζουν σα ζωντανά φαντάσματα, στο υπόγειο- αυτοί είναι οι σκελετοί στη ντουλάπα που προσπαθούν να εξορκίσουν οι Αργεντινοί, εξού και η κοσμοσυρροή στις πρώτες εβδομάδες προβολής της ταινίας.
Το Desde Alla (Από Μακριά) αποτελεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο του, με παραγωγούς τον Γκιγιέρμο Αριάγα και τον Μίτσελ Φράνκο από το Μεξικό, και πρωταγωνιστή τον Χιλιανό Αλφρέντο Κάστρο, στο ρόλο του μοναχικού ομοφυλόφιλου που ψωνίζει νεαρά αγόρια στο Καράκας και τα πληρώνει για να τα βλέπει να γδύνονται, χωρίς ωστόσο να τα αγγίζει.
Στα φεστιβάλ πάντα μαθαίνουμε τα πιό απίθανα πράγματα: μετά το σύνδρομο Φρεγκόλι, το οποίο ο Κάουφμαν περιέγραψε μεν, προσάρμοσε δε στις δραματικές επιταγές της ταινίας του, χωρίς να είναι απόλυτα ακριβής (συγχωρείται λόγω ιδιοφυΐας), ο Βίγας εξήγησε στη συνέντευξη τύπου πως υπάρχει ένα άλλο σύνδρομο, το παρθενικό (Virginal syndrome), όπου ο "ασθενής" δεν έρχεται σε επαφή με τους ερωτικούς συντρόφους που επιθυμεί, προφανώς μετά από μια τραυματική ψυχολογική εμπειρία στην κρίσιμη φάση της σεξουαλικής αφύπνισης. Ο σχεδόν πενηντάρης ήρωας της ταινίας δεν είναι απλώς ένας άνδρας με φετίχ, αλλά ένας βαθύτατα απελπισμένος άνθρωπος, ο οποίος έχει χάσει τη μητέρα του, έχει μια αδελφή με την οποία έχει καλές αλλά τυπικές σχέσεις, και έναν πατέρα που εδώ και λίγο καιρό βρίσκεται στην ίδια πόλη, αλλά, από όσα καταλαβαίνουμε, δεν είχε ποτέ επαφή με τα παιδιά του.
Ο Βίγας στήνει μια ρευστή εναλλαγή παρακολούθησης ανάμεσα στον πρωταγωνιστή και έναν νεαρό που στην αρχή ζητάει μόνο χρήματα με επιθετικότητα και συχνά βιαιότητα, αλλά στη συνέχεια βρίσκει στο πρόσωπο του άνδρα που δεν έχει να χάσει τίποτε, τον πατέρα, και πιο συγκεκριμένα, την σχέση με τη πατρική φιγούρα, που ανέκαθεν ήταν προβληματική, ώσπου εξαφανίστηκε και από τη δική του ζωή. Η ειρωνία είναι πως ο τραχύς νέος ψάχνει την ακατέργαστη έκφανση της τρυφερότητας σε έναν άνδρα που δε θέλει να του τη δώσει, γιατί δε μπορεί απολύτως τίποτε. Ο Κάστρο είναι σκιαχτικός με το κενό βλέμμα και την συνεχή του απόσταση από το συναίσθημα, αλλά ο νικητής της ταινίας είναι ο Βίγας, ο οποίος συνθέτει ένα ψυχολογικό θρίλερ σωστά προσαρμοσμένο στο σύμπαν μιάς εγκαταλελειμένης ύπαρξης που υπάρχει, αλλά δε ζει.
σχόλια