Εδώ και μία δεκαπενταετία το σινεμά της υπερπαραγωγής χορεύει στους ρυθμούς των υπερηρώων. Ο «Σκοτεινός Ιππότης» (2008) του Κρίστοφερ Νόλαν άνοιξε τον δρόμο για την κριτική και ακαδημαϊκή υποδοχή του είδους, ενώ το κινηματογραφικό σίριαλ των Marvel Studios διεύρυνε το κοινό σε τέτοιο βαθμό, ώστε η πλειονότητα των οπαδών των ταινιών τους να είναι άνθρωποι που δεν έχουν πιάσει ποτέ κόμικ στα χέρια τους.
Σε μεγάλο βαθμό οι υπερήρωες έχουν τέτοια απήχηση επειδή η ιδέα του μεσσιανισμού παραμένει γοητευτική. Μας είναι εύκολο ‒κάποτε και ανακουφιστικό‒ να μεταθέσουμε σε κάποιον άλλο την ευθύνη της σωτηρίας μας, να φορτώσουμε εκεί τα κρίματά μας, να του αναθέσουμε την προστασία μας από τα δεινά αλλά και να τον κατηγορήσουμε για την πλημμελή αποτελεσματικότητα ή την απουσία της. Οι θρησκείες έχουν ξεθωριάσει, οι θεοί μας είναι οι κόμικ υπερήρωες και επειδή η σχέση μας με το πνεύμα και τις υπόλοιπες εκφάνσεις της ανθρώπινης κατάστασης γίνεται ολοένα και πιο επιφανειακή, σαγηνευόμαστε από αυτούς και τους ακολουθούμε ευλαβικά, δίχως καν να πιστεύουμε στην ύπαρξή τους.
Οι υπερηρωικές παραγωγές προσφέρουν θέαμα, συγκινήσεις και, αν μεγάλωσες ξεφυλλίζοντας τις περιπέτειές τους, υπόσχονται μια νοσταλγική αναδρομή σε μια εποχή που όλα έδειχναν ευκολότερα.
Ας μην το βαραίνουμε τόσο όμως. Οι υπερηρωικές παραγωγές προσφέρουν θέαμα, συγκινήσεις και, αν μεγάλωσες ξεφυλλίζοντας τις περιπέτειές τους, υπόσχονται μια νοσταλγική αναδρομή σε μια εποχή που όλα έδειχναν ευκολότερα. Το «Wonder Woman 1984», που κάνει σήμερα πρεμιέρα μέσω της πλατφόρμας του HBO Max στις ΗΠΑ, έχει υπερτονισμένη την αίσθηση της νοσταλγίας, καθώς τοποθετεί τη δράση στα '80s και δανείζεται την αισθητική της εποχής.
Με αφορμή την πρεμιέρα της ταινίας καταρτίσαμε μια λίστα με τις καλύτερες στιγμές του είδους που, κρίνοντας και από τον κατάλογο των μελλοντικών παραγωγών των στούντιο, θα συνεχίσει να μας απασχολεί στα χρόνια που θα ακολουθήσουν.
Superman
1978
του Ρίτσαρντ Ντόνερ
Εν αρχή ην ο Σούπερμαν. Μεγάλο εμπορικό ερωτηματικό πριν από την έξοδό του, αλλά με τους Μάρλον Μπράντο και Τζιν Χάκμαν να λειτουργούν ως κράχτες και ένα προωθητικό υλικό που διαβεβαίωνε ότι θα πιστέψουμε πως ο άνθρωπος μπορεί να πετάξει, ο κόσμος επισκέφτηκε μαζικά τις αίθουσες και αποχώρησε μαγεμένος. Εκτός από την αθωότητα, την αποκάλυψη που ακούει στο όνομα Κρίστοφερ Ριβ και το εμβληματικό μουσικό θέμα του Τζον Γουίλιαμς, εκείνο που εκτιμάς στην ταινία του Ντόνερ είναι η αίσθηση του δέους για όσα θαυμαστά κάνει ο υπερήρωας, ένα στοιχείο που ως επί το πλείστον απουσιάζει από αντίστοιχες σημερινές ταινίες.
Batman Returns
1992
του Τιμ Μπάρτον
Ο εξαιρετικός πρώτος «Μπάτμαν» (1989) πέτυχε να γεφυρώσει τον γερμανικό εξπρεσιονισμό με την pop art, εδώ όμως ο Τιμ Μπάρτον είχε απόλυτη δημιουργική ελευθερία και το αποτέλεσμα ήταν μία από τις μεγάλες δόξες του είδους. Ψυχανάλυση, ταξική σύγκρουση, σαδομαζοχιστική εικονογραφία, μακάβριο χιούμορ, κόμικ υπερβολή και σεξουαλικά φορτισμένη ατμόσφαιρα – ακόμα κι αν δεν συμφωνείς ότι το «Batman Returns» είναι η καλύτερη υπερηρωική ταινία που γυρίστηκε ποτέ, είναι αναμφισβήτητα η πιο «ερεθισμένη», με διαφορά από τη δεύτερη. Επίσης, η τοποθέτηση της δράσης την περίοδο των Χριστουγέννων καθιστά την ταινία ιδανική για την εποχή.
Unbreakable
2000
του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν
Στον μυστικοπαθή «Άφθαρτο» του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν τα πάντα είναι έτσι ενορχηστρωμένα ώστε να αποδώσουν τη μελαγχολία μιας ζωής που μοιάζει να πηγαίνει χαμένη επειδή ο κεντρικός χαρακτήρας δεν κάνει αυτό για το οποίο είναι προορισμένος. Στην τρίτη πράξη συνειδητοποιείς ότι αυτό που παρακολουθούσες ως εκείνη την ώρα είναι ένα superhero origin, όπου η μεγαλύτερη πρόκληση για τον υπερήρωα είναι να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του γιου του να «είναι ο μπαμπάς του ο πιο δυνατός» και στο αίτημα της συζύγου του να αποζητά τη συντροφικότητά της.
Το gimmick του «Split» (2017) και ο τραγέλαφος του «Glass» (2019) κηλίδωσαν κάπως τη φήμη της, αλλά σε λίγα χρόνια θα έχουν ξεχαστεί κι εκείνο που θα έχει μείνει είναι αυτή εδώ η υπέροχη ταινία.
Spider-man
2002
του Σαμ Ρέιμι
Η καρτουνίστικη ευαισθησία του σινεμά του Ρέιμι σε συνδυασμό με τη βιρτουοζιτέ του τον καθιστούσαν ιδανικό για τα ηνία μιας κόμικ υπερπαραγωγής. Το πλήρωμα του χρόνου ήρθε νωρίς, ο «Σπάιντερμάν» του έχει κάτι από την αίσθηση του δέους για την οποία κάναμε λόγο και στον «Σούπερμαν», έχει ζαλιστικές σεκάνς περιήγησης στη Νέα Υόρκη, έναν ιδανικό κακό στο πρόσωπο του Γουιλέμ Νταφό κι έναν ακόμα ιδανικότερο ήρωα σε εκείνο του Τόμπι Μαγκουάιαρ, ο οποίος είναι προικισμένος με φυσιογνωμία πειστική τόσο ως προ το αγαθό των προθέσεών όσο και ως προς τη σύμφυτη αδεξιότητα του Πίτερ Πάρκερ.
Άξια και η δεύτερη ταινία της σειράς, ενώ και η τρίτη είναι καλύτερη από τη φήμη που τη συνοδεύει.
Χ-2: X-Men United
2003
του Μπράιαν Σίνγκερ
Το 2000 ο Μπράιαν Σίνγκερ έβαλε με τους «X-Men» το λιθαράκι του τόσο στην πιστοποίηση της εμπορικής βιωσιμότητας όσο και στην κριτική αποδοχή του είδους. Ο Σίνγκερ ύφανε μια συναρπαστική αφήγηση γύρω από πολλούς χαρακτήρες, καθένας εκ των οποίων είχε τη δική του υπο-πλοκή, και παρέδωσε μια ωραία παραβολή με αντικείμενο τη διαφορετικότητα. Στο «Χ-2» βρήκε και την κατάλληλη ιστορία για να χτίσει πάνω στα θεμέλια του πρώτου φιλμ, έστησε set-pieces όπου η γεωγραφία της δράσης είναι ξεκάθαρη –σε πείσμα της μόδας της εποχής‒ και κατασκεύασε την καλύτερη ταινία του franchise.
Τhe Incredibles
2004
του Μπραντ Μπερντ
Η πρόταση της Pixar στο είδος εντάσσει με ευφάνταστο τρόπο τα οικογενειακά προβλήματα στη θεματική ατζέντα, παίζει με τις συμβάσεις και τα γνώριμα κλισέ, ενώ παράλληλα παραμένει μια διασκεδαστικότατη, ξεκαρδιστική και ενίοτε θεαματική περιπέτεια, χάρη σε μια πλανοθεσία που κάνει τα όρια μεταξύ animation και live action δυσδιάκριτα ‒ στοιχείο που δεν μας κάνει έκπληξη πια, μα στην εποχή του δεν ήταν αυτονόητο.
Δεκατέσσερα χρόνια μετά ακολούθησε ένα αξιόλογο σίκουελ που πρόσθεσε κατασκοπεία παλαιάς κοπής στο ήδη απολαυστικό μείγμα.
The Dark Knight Trilogy
2005-2012
του Κρίστοφερ Νόλαν
Στο «Batman Begins» ο Μπάτμαν εξελίσσεται σε αδίστακτο τιμωρό για να αντιμετωπίσει όσους λυμαίνονται τον κόσμο του και γίνεται αυτό που κυνηγάει. Αυτή του η μπασταρδεμένη μέθοδος απονομής δικαιοσύνης ξυπνά την πιο αγνή(;) και ξεκάθαρα αντιδραστική ρητορική του Τζόκερ στο «The Dark Knight», όπου τη νίκη πετυχαίνουν οι πολίτες του Γκόθαμ και όχι ο ίδιος. Στο «The Dark Knight Rises αντιλαμβάνεται πια πως ένας ήρωας πρέπει να λειτουργεί ως σύμβολο, πρέπει να εμπνέει τους υπόλοιπους να γίνουν καλύτεροι από αυτό που είναι και δρα αναλόγως.
Ίσως φαίνεται ζαβολιά να βάζω και τις τρεις ταινίες του Νόλαν σε μία θέση της λίστας. Δεν συμβαίνει τόσο επειδή δεν μπορώ να διαλέξω ανάμεσά τους ‒που ομολογουμένως δεν μπορώ‒ όσο επειδή για να ολοκληρωθεί η καλλιτεχνική πρόταση του Νόλαν πάνω στον (υπερ)ηρωισμό χρειάζονται και οι τρεις.
Doctor Strange
2017
του Σκοτ Ντέρικσον
Οι ταινίες των Marvel Studios έχουν δύο προβλήματα: σε γενικές γραμμές μοιάζουν μεταξύ τους και σπάνια θα πάρουν πραγματικό δημιουργικό ρίσκο. Από αυτήν τη σκοπιά το «Doctor Strange» ξεχωρίζει σαν τη μύγα μες στο γάλα. Πολύ πιο σύνθετο εικονογραφικά, με αφομοιωμένα δάνεια από προφανείς αλλά και αναπάντεχες ταινίες του σινεμά του φανταστικού, το φιλμ του Σκοτ Ντέρικσον έχει αυτοτέλεια και set-pieces με ευρήματα –αμφότερα δυσεύρετα σε ταινία της εταιρείας‒, έχει επίσης ψυχεδέλεια, ντισνεϊσμούς, stop-motion, μια αλτρουιστική προσέγγιση του ηρωισμού και μια τρίτη πράξη που σχολιάζει εμπνευσμένα τη λούπα στην οποία έχει πέσει το είδος.
Logan
2017
του Tζέιμς Μάνγκολντ
Ρεβιζιονιστικό κινηματογραφικό graphic novel που φαντάζεται τον Γούλβεριν και τον καθηγητή Εξέβιερ στο μετά, καταβεβλημένους από τις προσωπικές απώλειες και την άνιση μάχη με τις δυνάμεις του Κακού, σε μια ταινία που χρωστά εξίσου στην υπερηρωική περιπέτεια και στο γουέστερν – ό,τι παρακολουθούμε δεν είναι παρά μια αποδόμηση και μια επανασύνθεση του ηρωισμού, όπως το κλασικό Shane (1953) του Τζορτζ Στίβενς, το οποίο η ταινία επικαλείται ευθέως. Στο φινάλε ο αρσενικός ήρωας βρίσκει την ανάπαυση που τόσο χρειάστηκε, αφήνοντας πίσω του μια κληρονομιά που, όπως και η ελπίδα, είναι γένους θηλυκού.
Avengers: Endgame
2019
των Τζο και Άντονι Ρούσο
Απαλλαγμένο από την αποσπασματικότητα του «Infinity War», το «Avengers: Endgame» εκπλήσσει στα πρώτα του λεπτά με έναν σεναριακό ελιγμό επιπέδου «Ψυχώ» –τηρουμένων των αναλογιών, πάντα– και μέσω μιας συμπαγούς αφήγησης πατά πάνω στις σωστές νότες, ώστε να μας παίξει μια μελωδία δράσης και συναισθημάτων που δίνει ένα ωραίο ‒και πρόσκαιρο, προφανώς‒ τέλος στο κινηματογραφικό σίριαλ της Marvel. Το τι θα ακολουθήσει από εδώ και πέρα και πώς θα παραμείνει αμείωτο το ενδιαφέρον των φαν για τις μεμονωμένες περιπέτειες των χαρακτήρων είναι μια άλλη ιστορία.
σχόλια