Η είσοδος της πολυκατοικίας που φιλοξενεί το γραφείο της Ιφιγένειας Βασιλείου είναι στην Αγίου Μάρκου, απέναντι από ένα μαγαζί που πουλάει χιλιάδες πλαστικά λουλούδια. Είναι Σάββατο πρωί και από τα παράθυρα του δεύτερου ορόφου μπορείς να δεις τους πωλητές που προσπαθούν να «ψαρέψουν» πελάτες και μεσήλικες κυρίες φορτωμένες με ψώνια. Η Ιφιγένεια μας φτιάχνει καφέ σε πολύχρωμες ριγέ κούπες και μας δείχνει τη δουλειά της: τα εξώφυλλα βιβλίων που έχει σχεδιάσει για τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, αφίσες για ταινίες και εξώφυλλα δίσκων – τα περισσότερα βραβευμένα με ΕΒΓΕ (τα βραβεία Design και Γραφιστικής).
«Από μικρή έφτιαχνα μανιωδώς τετράδια αφιερώσεων και λευκώματα, αυτά με τις ερωτήσεις», λέει, «και τα γέμιζα με κολάζ από αυτοκόλλητα και αποκόμματα από τις "Μανίνες" και τις "Κατερίνες" που έπαιρνα τότε. Σε μια "Κατερίνα", σε άρθρο για "ενδιαφέροντα επαγγέλματα", είδα για πρώτη φορά την ιδιότητα του γραφίστα. Κάτι μου έκανε, αλλά ως φιλοδοξία μου φαινόταν μάλλον λίγη, έτσι, ακόμα και όταν πέρασα στο ΤΕΙ Γραφιστικής πολλά χρόνια αργότερα, δήλωσα πως θα πήγαινα για δυο-τρεις μήνες να δω αν μ' αρέσει και ότι μάλλον θα ξαναέδινα. Τελικά έμεινα εκεί.
Τo θέμα είναι ότι στη γραφιστική δεν αρκεί μόνο η προσωπική πρόθεση και ο οραματισμός του designer, καθώς εν τέλει εφαρμόζεις μια ιδέα σε ένα προϊόν-υπηρεσία, το οποίο, αν δεν τη φέρει από μόνο του ή αν δεν μπορεί να την υποστηρίξει, είναι πρόβλημα.
Στο ΤΕΙ υπήρχαν ενδιαφέροντα βασικά μαθήματα: σχέδιο, χρώμα, σκοτεινός θάλαμος, τυπογραφία. Δίνονταν έτσι οι βάσεις για καλές και σωστές συνθέσεις, αλλά υπήρχε και ένα καθεστώς νύστας, έλλειψης εγρήγορσης και επαφής με τη σύγχρονη πραγματικότητα στη γραφιστική, με την οποία ήρθα σε επαφή αργότερα, όταν δούλεψα στο δημιουργικό γραφείο του Bios. Εκεί, και έπειτα στους ΜΝP, κατάλαβα ότι ο καλός σχεδιασμός και μια ωραία σύνθεση δεν είναι από μόνα τους αρκετά, το ενδιαφέρον και η πρωτοτυπία έχουν να κάνουν με την ιδέα που πρέπει να προωθηθεί – όπως συμβαίνει με τα πάντα, άλλωστε. Το γιατί και το πώς κάνεις κάτι πρέπει να έχει έναν λόγο, κάτι που είναι συνεχώς διαπραγματεύσιμο και επιβάλλει διαρκή έρευνα και επαφή με το τι συμβαίνει τριγύρω. Δεν μπορείς να επαναπαύεσαι σε πρακτικές με τις οποίες είσαι εξοικειωμένος, για να δημιουργηθεί κάτι αξιόλογο πρέπει να λειτουργεί και λίγο αιφνιδιαστικά. Τo θέμα είναι ότι στη γραφιστική δεν αρκεί μόνο η προσωπική πρόθεση και ο οραματισμός του designer, καθώς εν τέλει εφαρμόζεις μια ιδέα σε ένα προϊόν-υπηρεσία, το οποίο, αν δεν τη φέρει από μόνο του ή αν δεν μπορεί να την υποστηρίξει, είναι πρόβλημα. Τα όρια με την εξαπάτηση είναι πολύ λεπτά».
Μας δείχνει κάποια παλιά βιβλία από την ανατολική Ευρώπη που έχουν υπέροχα εξώφυλλα και γραμματοσειρές και το εξώφυλλο που έκανε για το άλμπουμ του Γιάν Βάν ντε Ένγκελ με έναν τύπο που μου θυμίζει τον Πάμπλο Εσκομπάρ, αλλά είναι κάποιος κλαριντζής. «Τα ερεθίσματα, οι τάσεις, είναι από οπουδήποτε» λέει. «Λόγω του Διαδικτύου υπάρχουν πια άπειρα δείγματα αξιόλογης γραφιστικής και όχι μόνο. Τα πάντα βρίσκονται εκεί και αυτό σίγουρα έχει ανεβάσει το γενικό επίπεδο. Σπάνια θα δω κάτι που δεν βλέπεται, αλλά και σπάνια κάτι που θα με εντυπωσιάσει πολύ. Οι επιρροές μου είναι από παντού, και από άλλα πεδία. Έχω και αγαπημένους γραφίστες που παρακολουθώ, αλλά δεν τους αναφέρω, γιατί αλλάζουν συνεχώς. Θαύμαζα πολύ και με επηρέασαν καθοριστικά αυτοί που εν τέλει δούλεψα μαζί τους: ο Βασίλης Χαραλαμπίδης από το Bios, o Βασίλης Μαρματάκης και η Κατερίνα Παπαναγιώτου από τους ΜΝP. Δεν είχα ποτέ μανία με κάποια συγκεκριμένη σχολή γραφιστικής. Ίσως έχω κι εγώ μια "παλιακολαγνεία", μoυ αρέσει η τυπογραφία σε παλαιότερα περιοδικά, παλιές ταμπέλες και σύμβολα, και κυρίως τα παλιότερα δείγματα τυπογραφίας σε βιβλία. Η γραφιστική στις εκδόσεις πάντα με ενδιέφερε, η πρακτική μου ήταν επίσης σε εκδόσεις (Κοάν και Πλέθρον). Έτσι, αφού σταμάτησα να δουλεύω σε δημιουργικά γραφεία, δεν είχα ιδέα τι ήθελα να κάνω.Ταυτόχρονα ξεκινούσα και ένα μεταπτυχιακό στην Καλών Τεχνών και γι' αυτό αποφάσισα να πάρω μέρος σε έναν διαγωνισμό των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης (ΠΕΚ) για μια καινούργια εκδοτική σειρά. Έτσι ξεκίνησε μια πολύ καλή και σημαντική συνεργασία κι επομένως ξεκίνησα να δουλεύω και μόνη μου. Είναι σημαντική αυτή η συνεργασία, γιατί καταρχάς το έργο των εκδόσεων είναι σημαντικό από μόνο του και γιατί έχω να κάνω με μια καταπληκτική ομάδα ανθρώπων, η διάδραση και συζήτηση με τους οποίους βελτιώνει και τη δική μου δουλειά. Για να σχεδιάσω και να δοκιμάσω την πρώτη αυτή σειρά (τις "Προοπτικές") δούλευα μαζί τρία εξώφυλλα, την Εταιρεία, το Γιατί γεννήθηκε το κράτος και το Σκανδιναβικό Μοντέλο. Ακολούθησαν άλλα 8, σύνολο 11 για τις "Προοπτικές", και περίπου άλλα τόσα για άλλες σειρές.
Ένα καλό εξώφυλλο για μένα πρέπει να έχει λειτουργική και ευανάγνωστη τυπογραφία και να μην είναι πολύ περιγραφικό. Διακριτικά να αποκαλύπτει κάποιο στοιχείο ή κάπως να υποδηλώνεται το ύφος. Μιλάω για βιβλία ανθρωπιστικών και θετικών επιστημών, όπως αυτά στις ΠΕΚ. Και εκεί υπάρχουν και εξαιρέσεις, λόγου χάρη το εξώφυλλο για τον Ναζισμό δεν είναι και τόσο διακριτικό – δεν θα μπορούσε άλλωστε με αυτό το θέμα (καταπληκτικό και επίκαιρο βιβλίο, παρεμπιπτόντως). Προσωπικά, μου αρέσουν τα σκληρόδετα εξώφυλλα, ακόμα και τελείως σκέτα, με απλή, αλλά προσεγμένη τυπογραφία».
Σχολιάζει το εξώφυλλο που έκανε για τον τελευταίο δίσκο των Baby Guru, το «Marginalia», που πήρε το βραβείο στα φετινά ΕΒΓΕ: «Την επομένη της γνωριμίας μου με τους Baby Guru, οπότε και ακούσαμε τον δίσκο, ταξίδεψα στη Λιουμπλιάνα και σε μια ωραία βόλτα μού τράβηξε την προσοχή αυτό το άγαλμα σκύλου, το οποίο και φωτογράφισα. Δουλεύοντας αργότερα τον δίσκο, θυμήθηκα τη φωτογραφία, μου ταίριαξε πολύ και την πρότεινα στα παιδιά, μαζί με άλλες 2-3 προτάσεις. Στην αρχή δεν του έδωσαν καμιά σημασία. Μου είπαν, μάλιστα, ότι είναι εξώφυλλο για τον Βοy (;), αλλά τις επόμενες μέρες μου δήλωσαν ότι αυτό θα ήταν το εξώφυλλο. Χάρηκα πολύ με το βραβείο, όπως χαίρομαι και για τις υπόλοιπες διακρίσεις. Κυρίως το βλέπω ως επιβράβευση μιας καλής συνεργασίας. Σίγουρα μπορεί να ανοίξει και τον δρόμο για νέες συνεργασίες. Σ' εμένα δεν συνέβη, αλλά σε μεγαλύτερα γραφεία και για μεγαλύτερες αναθέσεις μού φαίνεται πολύ πιθανό να λειτουργεί. Τα ΕΒΓΕ, γενικά, αποτελούν μια πολύ καλή, αν και όχι τη μόνη, βάση δεδομένων για το τι συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα στη γραφιστική».
Τη ρωτάω τι της αρέσει να σχεδιάζει πιο πολύ. «Δεν μου αρέσει να ασχολούμαι με ένα είδος μονάχα, αν συνέβαινε αυτό θα υπέφερα. Τον τελευταίο καιρό δούλεψα, εκτός από τα βιβλία, για τα υλικά μιας ταινίας μικρού μήκους, τον σχεδιασμό ενός site με ρυμουλκά, για ένα κέντρο γιόγκα, για το artwork μουσικού άλμπουμ, ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα κ.ά. Κάθε φορά θέλω να κάνω αυτό με το οποίο έχω καιρό να καταπιαστώ. Τώρα, για παράδειγμα, θα ήθελα να δουλέψω πάνω σε branding, λογότυπο και εταιρική ταυτότητα. Όλη αυτή η εναλλαγή είναι που μου αρέσει σε αυτήν τη δουλειά και η συνεργασία με άλλους ανθρώπους, γραφίστες, εικονογράφους. Η ομαδική δουλειά με ενδιαφέρει και έτσι βλέπω το επαγγελματικό πλάνο.
Δεν ξέρω για τους άλλους, αλλά δεν μου είναι ακριβώς μόνο ευχάριστη η δημιουργική διαδικασία. Συνήθως, όταν πρωτοξεκινάω να δουλέψω πάνω σε κάτι, συχνά, ενώ έχω σπαταλήσει αρκετό χρόνο και προσπάθεια, αντιλαμβάνομαι ότι μια ιδέα που είχα θεωρήσει φανταστική δεν δουλεύει καθόλου. Τότε απελπίζομαι, μπλοκάρω και μου παίρνει λίγο χρόνο να επανέλθω. Μετά συνέρχομαι και συνήθως τότε βγαίνει κάτι που λειτουργεί. Επίσης, με δυσκολεύει πολύ όταν δεν λειτουργεί καθόλου η επικοινωνία με κάποιον πελάτη και έχει χαθεί η επαφή – υπάρχει η κατηγορία αυτών που διαλέγουν πάντα το χειρότερο ή κάθε παρατήρηση στέλνει τη δουλειά 10 επίπεδα κάτω. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχω ένα όριο αντοχής και καμιά φορά είμαι ικανή για παραγωγή χαμηλότατου επιπέδου αισθητικής, προκείμενου να επισπευσθεί η διαδικασία. Αυτό είναι κάτι που προσπαθώ να μη συμβαίνει και, ευτυχώς, όταν υπάρχει κάποιο δείγμα και στίγμα δουλειάς, απευθύνεται σ' εσένα κόσμος που έχει ανάλογη οπτική, δεν είναι σύνηθες φαινόμενο».
«Πες μου κάτι που είδες τελευταία και ζήλεψες». «Συνεχώς βλέπω δουλειές που θα ήθελα να έχω κάνει εγώ. Τώρα μου έρχεται στο μυαλό το προηγούμενο εξώφυλλο των Βaby Guru, το "Pieces", που σχεδίασε ο Δημήτρης Παπαδάτος, και το λογότυπο της Volksbühne».