Αγνή Κατζουράκη Facebook Twitter
«Το προσπαθώ πολύ και αντιστέκομαι στην τάση να αφεθώ». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Αγνή Κατζουράκη: «Στο γραφείο μας ήμασταν όλοι λίγο τρελούτσικοι»

0

Γεννήθηκα το 1936, όταν oι γονείς μου ήταν πολύ νέοι, η μητέρα μου 18 και ο πατέρας μου έξι χρόνια μεγαλύτερος. Γνωρίστηκαν στο Πολυτεχνείο. Τότε οι γυναίκες σχεδόν δεν τέλειωναν το γυμνάσιο. Όμως ο θείος μου, ο άντρας της αδελφής της μητέρας μου, άνθρωπος μορφωμένος, πνευμονολόγος, μέλος της Κοινωνίας των Εθνών, που επέβλεψε και το νοσοκομείο Σωτηρία, είδε ότι είχε πολύ ταλέντο στη ζωγραφική και την έπεισε να πάει στο Πολυτεχνείο. Ο πατέρας μου, ο Γιώργος Μεγαρέως, προερχόταν από μορφωμένη οικογένεια· ο παππούς μου είχε το Λύκειο Μεγαρέως, στο οποίο ήταν οικότροφος και ο Καραμανλής.

• Ήταν ένας άνθρωπος εξαιρετικός ο πατέρας μου, φοβερά μορφωμένος και καλός στη δουλειά του. Ήταν πολιτικός μηχανικός, ιδιαίτερο μυαλό, φίλος του Πικιώνη, που έγινε και νονός μου. Τον θυμάμαι τον Πικιώνη, αλλά δεν μπορώ να πω και πολλά, ήμουν παιδί. Όταν ήμουν μεγαλύτερη θυμάμαι να μου κάνει μεγάλη εντύπωση ο τρόπος που μιλούσε και η βαθιά, υποβλητική φωνή του.

• Προφανώς αυτοί οι άνθρωποι είχαν ωραίες ιστορίες να πουν. Σήμερα σκέφτομαι ότι δυστυχώς χάθηκαν· ούτε εμείς ρωτούσαμε αλλά ούτε και ο πατέρας ήταν ο άνθρωπος που θα καθόταν να τις αφηγηθεί.

Ήρθε το αμερικανικό σύστημα, δουλεύεις ασταμάτητα. Έχει περιοριστεί ο χρόνος, έχουν βγει όλα αυτά τα μηχανήματα και γίνονται όλα με φοβερή ταχύτητα. 

• Η μητέρα μου δεν συνέχισε στο Πολυτεχνείο, γιατί είχαν μια δύσκολη ζωή. Μετά τις σπουδές του εδώ, ο πατέρας μου έφυγε για τη Γερμανία να κάνει το ντοκτορά του. Ήμουν μωρό όταν φτάσαμε στο Βερολίνο και εκεί η μητέρα μου πήγε στην Καλών Τεχνών. Έγινε ο πόλεμος όμως και γυρίσαμε κακήν κακώς. Αυτό το θυμάμαι: με ξύπνησαν ένα πρωί, με ντύσανε και μου είπαν «φεύγουμε». Η μητέρα του Δημήτρη Πουλικάκου μου είχε χαρίσει μια κούκλα στο μπόι μου σχεδόν και δεν εννοούσα να την αφήσω ‒ ήμουν τριών ετών. Την έσερνα ενώ τρέχαμε χαράματα με μια βαλίτσα στο χέρι να προλάβουμε το τρένο. Το θυμάμαι κι αυτό, είχε ξύλινα καθίσματα στα βαγόνια και από τα τραντάγματα χάλασε το κεφάλι της κούκλας ‒ πολύ στενοχωρήθηκα. Στο Βελιγράδι η πρεσβεία μάς έδωσε φαγητό και τελικά φτάσαμε στην Αθήνα.

• Όταν γυρίσαμε, μείναμε με τη θεία και τον θείο μου, τους Μεταλληνούς, δεν είχαμε δικό μας σπίτι στη Φιλοθέη. Άρχισε ο πόλεμος, πήγε ο πατέρας μου στο μέτωπο, ευτυχώς όμως επέστρεψε. Η περιοχή ήταν στην εξοχή και το σπίτι είχε ένα μεγάλο κήπο. Μετά τη μεγάλη πείνα του ’41 είχαμε κατσίκα, κότες, πάπιες, κουνέλια, ένα γουρούνι και φυτεύαμε και ζαρζαβατικά. Έτσι, δεν πεινάσαμε. Ύστερα, στα Δεκεμβριανά ήρθαν τα ζόρια.

Αγνή Κατζουράκη Facebook Twitter
«Ήμουν 77 ετών όταν σταμάτησα να δουλεύω και είχα πίσω μου μια καριέρα πενήντα ετών». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Είχαμε και μια φοβερή περιπέτεια, ταμπουρώθηκαν οι ελασίτες σπίτι μας και έκαναν μάχες με τους Άγγλους, που ήταν λίγο πιο κάτω. Έπεφτε κανονίδι όλη μέρα, εμείς ήμασταν στο υπόγειο, όπου ήταν το γραφείο του πατέρα μου. Μας έμεινε ένα σπίτι ερείπιο, αλλά ευτυχώς δεν χτύπησε κανένας. Το βράδυ πήραν τον πατέρα μου να τους δείξει τον δρόμο πάνω από τα Τουρκοβούνια, να φύγουν στο βουνό μάλλον ‒ αυτοί ήταν κάτι παιδιά από την Πελοπόννησο. Φεύγοντας, μας έδωσαν τις κονσέρβες τους, είπαν «εσείς έχετε παιδιά, εμείς δεν ξέρουμε αν θα τα χρειαστούμε». Φοβερό ε;

• Εν τω μεταξύ, ο πατέρας μου είχε δουλέψει με τον Δοξιάδη, τον Μυλωνά, προγύμναζε παιδιά για το Πολυτεχνείο, αλλά μέσα στον Εμφύλιο τα πράγματα ήταν δύσκολα. Ήταν απογοητευμένος και πικραμένος, έτσι, μετά τα Δεκεμβριανά, αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα και να ζήσει σε έναν καλύτερο κόσμο. Ήταν ιδεαλιστής, δεν άντεχε όλο αυτό το μίσος και τον σπαραγμό. Πήγε στο Λονδίνο να τελειώσει με υποτροφία που είχε πάρει το ντοκτορά του. Τον ακολουθήσαμε έναν χρόνο αργότερα, το 1946.

• Ήμουν δέκα χρονών και αυτή η αλλαγή ήταν τρομερή, δεν χώνεψα την Αγγλία. Μπήκα εσωτερική σε σχολείο γιατί έπρεπε να δουλέψουν και ο πατέρας μου και η μητέρα μου κι έτσι τέλειωσα το σχολείο στην Αγγλία, γι’ αυτό δεν ξέρω καλά ελληνικά, μόνο τα ελληνικά της «κουζίνας». Παρόλο που ήμουν ευτυχισμένη στο σχολείο, η καρδιά μου ήταν στην Ελλάδα, στον παράδεισο όπου είχα ζήσει, γιατί για μένα αυτή η ζωή, με όλη την οικογένεια συγκεντρωμένη και το τρελό παιχνίδι στον κήπο και σε όλη τη Φιλοθέη και το Ψυχικό, όπου αλωνίζαμε με τις φίλες μας, ήταν που ήθελα να ζήσω, κι ας έτρεμε το φυλλοκάρδι μας με τον πόλεμο.

• Θυμάμαι, όταν φτάσαμε. μας φιλοξένησε μια φίλη που δούλευε στο BBC. Το σπίτι ήταν δίπλα στο Βρετανικό Μουσείο και είχε ένα ιδιωτικό παρκάκι. Κατεβαίναμε με την αδελφή μου την Αυγή και το γυρνάγαμε γύρω-γύρω, κλοτσώντας τα φύλλα, γυρνάγαμε σαν την άδικη κατάρα. Νομίζω τότε κατάλαβα τι σημαίνει πλήξη, μέσα σε αυτό το γκρίζο πράγμα που ήταν το Λονδίνο. Η όλη υπόθεση είχε μεγάλη μοναξιά.

• Ήμουν δεκαπέντε χρονών όταν γυρίσαμε με την αδερφή μου στην Ελλάδα. Από τότε ερχόμασταν κάθε καλοκαίρι, για να μη χάνουμε επαφή. Μετά γνώρισα και τον Μιχάλη και ήρθε κι έδεσε. Ήμουν 18 χρονών κι εκείνος 21.

• Πάντα ζωγράφιζα, από μικρή, και όταν ο πατέρας μου με ρώτησε τι ήθελα να κάνω και του είπα «γραμματέας» του σηκώθηκε η τρίχα, έτσι με έγραψε στη Slade School of Fine Arts του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, απ’ όπου αποφοίτησα το 1956. Αισθάνομαι ότι ο πατέρας μου ήθελε να γίνουμε κάτι σπουδαίο, είχε τέτοιες φιλοδοξίες και για τον εαυτό του και για εμάς.

• Ενώ σπούδαζα ακόμα και είχα έρθει στην Ελλάδα για καλοκαίρι, ο πατέρας μου μού έγραψε ένα γράμμα που έλεγε ότι θα πήγαιναν οικογενειακώς στην Αμερική και αν ήθελα να τους ακολουθήσω. Έδειξα το γράμμα στον Μιχάλη και μου είπε «να μείνεις». Οι γονείς μου και η αδελφή μου πήγαν στην Αμερική ‒ο πατέρας μου έγινε καθηγητής, η αδελφή μου γιατρός‒ και δεν επέστρεψαν ποτέ στην Ελλάδα.

• Τους αγαπούσα, αλλά δεν είχα μάθει να μου λείπουν και όταν πήρα το δίπλωμά μου έφυγα για την Ελλάδα τρέχοντας. Νομίζω σήμερα πως η μετακόμιση στην Αγγλία ήταν ένα μεγάλο τραύμα. Δεν ενταχθήκαμε. Είχαμε κοινωνικό κύκλο, αλλά όχι φίλους. Οι συμμαθητές μου ήταν σκορπισμένοι σε όλη την Αγγλία. Ίσως αυτό συντήρησε το όνειρο της Ελλάδας που υπήρχε μέσα μου από τότε που ήμουν μικρή.

Αγνή Κατζουράκη Facebook Twitter
«Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα θυμούνται τις εταιρείες σαν τη δική μας. Ήταν η εποχή που υπήρχαν κραταιές ελληνικές επιχειρήσεις». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Με τον Μιχάλη γνωριστήκαμε μέσω του φίλου του Στέφανου Γαζουλέα, που είχε παντρευτεί τη Δάφνη Ευαγγελάτου. Καθώς ανεβαίναμε στο Ψυχικό με μια φίλη μου ένα βράδυ σταμάτησαν με το αυτοκίνητο δίπλα μας, μέσα στο σκοτάδι, και όταν μου τον σύστησαν είπα μέσα μου «αυτόν θα τον παντρευτείς», αλήθεια σας το λέω, ξεπήδησε αυτή η σκέψη από μέσα μου. Την επομένη ήταν Δεκαπενταύγουστος, η αδελφή του Γαζουλέα είχε γιορτή και τότε στο πάρτι της τον είδα καλά. Ήταν κούκλος. Και με χόρεψε. Συναντιόμασταν πάντα στο σπίτι των Γαζουλέα, δεν λέγαμε τίποτα, είχε μια ένταση η κατάσταση. Ένα βράδυ που ήμασταν έξω από το σπίτι μου με φίλησε. Έτσι ξεκινήσαμε.

• Παντρευτήκαμε όταν ήμουν 22 και χρήματα δεν υπήρχαν, δεν είχαν οι γονείς μας να μας δώσουν. Η οικογένεια του Μιχάλη είχε έρθει από την Αίγυπτο, ήταν άνθρωποι πολύ ευκατάστατοι και είχαν κάνει όλα τους τα χρήματα ομόλογα της Εθνικής Τράπεζας. Με τον πόλεμο έγιναν άχρηστα χαρτιά, όλη η περιουσία τους εξανεμίστηκε. Όταν ήρθαν προπολεμικά από την Αίγυπτο έχτισαν ένα σπίτι στο Ψυχικό, εκεί όπου ζούμε και σήμερα. Εκεί μείναμε με τα πεθερικά μου, εκεί γεννήθηκαν και τα παιδιά μας. Μας βοήθησε αυτό, γιατί ήμασταν άνεργοι. Φτιάχναμε, θυμάμαι, χριστουγεννιάτικες κάρτες και τις πουλούσαμε, ζωγράφοι ήμασταν, αλλά ο Μιχάλης είχε κάνει και αφίσα στο Παρίσι.

• Ο πατέρας μου είχε έναν φίλο, τον Μολιώτη, που ήταν θείος του Φρέντι Κάραμποτ. Εμείς ψάχναμε να φύγουμε, εξετάζαμε το ενδεχόμενο να πάμε στο Λονδίνο, αλλά ο Φρέντι, που είχε φύγει από την «Ασπιώτη - Έλκα» και είχε ένα γραφείο στρωμένο, όχι μόνο τον προσέλαβε αλλά τον έκανε και συνέταιρο. Έτσι ξεκινήσαμε το 1962 το Κ+Κ - Διαφημιστικόν Κέντρον Αθηνών.

• Ο Φρέντι ήταν ένας καταπληκτικός άνθρωπος, μεγάλη ιστορία, πολύπλευρος, οξυδερκής, ηθικός. Πήγαμε μαζί με τον Μιχάλη που τον αγαπούσαν οι πελάτες ‒ δεν υπάρχει ευγενέστερος και πιο σωστός άνθρωπος. Εγώ εκεί έμαθα γραφιστική, εμπειρικά, το γραφείο ήταν «γραφικών τεχνών». Υπήρχαν γυναίκες γραφίστριες, αλλά ήταν στη σκιά των ανδρών, δεν υπέγραφαν, π.χ. η Λένα Κούτση ήδη δούλευε με τον Κάραμποτ. Δεν ήμασταν διαφημιστική εταιρεία, ήμασταν ατελιέ. Το περιβάλλον δεν ήταν αυτό που θα φανταζόμασταν σήμερα. Ήταν φιλικό και ελεύθερο, δεν είχε σχέση με τους σημερινούς «λογαριασμούς», μετά, όταν γίναμε εταιρεία διαφημιστική, μπήκαμε σε ένα καλούπι, με account executives, γραμματείς, οργανόγραμμα.

• Τότε, η Φανή Λαμπαδαρίου και η Μάτση Χατζηλαζάρου ήταν στον τουρισμό, υπεύθυνες για τις καμπάνιες και τους τις είχαν αναθέσει εν λευκώ. Τις ανέθεσαν στον Φρέντι και στον Μιχάλη και η δουλειά μας συνδέθηκε με την ανανέωση της τουριστικής εικόνας της Ελλάδας. Ο ΕΟΤ κέρδισε το Α’ Διεθνές Βραβείο Τουριστικής Προβολής από τη Διεθνή Ένωση Διαφημίσεως στη Στοκχόλμη, το γραφείο κέρδισε το βραβείο Rizzoli στο Μιλάνο για την καλύτερη διαφήμιση της χρονιάς. Tο 1965 τους απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος του Φοίνικα για τη συμβολή τους στο ελληνικό design. Μαζέψαμε διάφορα βραβεία από την Ευρώπη, το γραφείο μεσουρανούσε. Δεν βγάζαμε αρκετά χρήματα, αντίστοιχα της δημοσιότητας που είχαμε, αλλά η ατμόσφαιρα ήταν μοναδική.

ΚΑΤΖΟΥΡΑΚΗ ΚΑΡΑΜΠΟΤ Facebook Twitter
Ο Φρέντι ήταν ένας καταπληκτικός άνθρωπος, μεγάλη ιστορία, πολύπλευρος, οξυδερκής, ηθικός. Πήγαμε μαζί με τον Μιχάλη που τον αγαπούσαν οι πελάτες – δεν υπάρχει ευγενέστερος και πιο σωστός άνθρωπος. Εγώ εκεί έμαθα γραφιστική, εμπειρικά, το γραφείο ήταν «γραφικών τεχνών». Φωτ.: Αναστασία Βουτυροπούλου/LIFO

• Ύστερα ο Μιχάλης σκέφτηκε ότι είναι βλακεία να κάνουμε εμείς τη δουλειά και να παίρνουν τα διαφημιστικά γραφεία τα χρήματα. Εκεί λίγο χάλασε το πράγμα, άλλαξε ο τρόπος δουλειάς, σταματήσαμε να συζητάμε και από τότε που μπήκαν οι ενδιάμεσοι, χάλασε αυτή η ατμόσφαιρα του «εργαστηρίου». Ο. Μιχάλης έκανε δικό του γραφείο και ασχολήθηκε με εσωτερικά πλοίων, αλλά εγώ έμεινα μέχρι το τέλος στον Κάραμποτ.

GRAHAM
Αφίσα για χορευτική παράσταση της Martha Graham στην Εθνική Λυρική Σκηνή. © Α. Κατζουράκη

• Ειλικρινά δεν ξέρω τι ζητούσαν οι άνθρωποι και ποτέ δεν αναρωτήθηκα τι θέλει το κοινό. Εμείς, όποια ιδέα είχαμε, την εφαρμόζαμε, είχαμε μοντέλα τα παιδιά μας, τα παιδιά των φίλων μας. Είχαμε ελευθερία, η πρώτη δική μου αφίσα για τη Μάρθα Γκράχαμ στη Λυρική μπήκε στο Graphis. Μου άρεσαν τα γυναικεία θέματα και τελικά κάναμε πολλή δουλειά για να ανανεώσουμε και την εικόνα της γυναίκας. Δουλεύαμε ωραία, ισότιμα, αλλά μου είπε ο Φρέντι μια φορά, όταν είχε γίνει έκθεση για τη δουλειά του γραφείου, «Αγνή, δεν είχα καταλάβει πόση δουλειά έχεις κάνει». Και φυσικά συνδεθήκαμε με μια εποχή που τα πράγματα ήταν χειροποίητα.

• Στο γραφείο μας ήμασταν όλοι λίγο τρελούτσικοι, και εγώ, κι ας μη μου φαίνεται. Η Ειρήνη Βουρλούμη πρωτοστατούσε στις πλάκες. Είχαμε έναν θυρωρό που τον τρελαίναμε στη Ζαλοκώστα, όπου ήταν το γραφείο μας. Το ότι ήμασταν όλη μέρα στο κέντρο της Αθήνας ήταν σημαντικό.

• Ήταν ωραία χρόνια, περάσαμε ωραία, το γέλιο που κάναμε δεν περιγράφεται, αλλά έγιναν εργοστάσια αυτές οι εταιρείες, κι αυτό είναι σκλαβιά. Σήμερα, αν δουλεύεις σε μια διαφημιστική και φεύγεις στην ώρα σου θεωρούν ότι δεν ενδιαφέρεσαι, δεν έχεις ούτε Σαββατοκύριακα ούτε αργίες. Αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά. Δεν πας να δουλέψεις χαρούμενος κι αν έχεις οικογένεια, δύσκολα τα βγάζεις πέρα. Και δεν νομίζω ότι αυτή η δομή είναι πιο αποδοτική για ένα πνεύμα πιο δημιουργικό.

• Σήμερα υπάρχει το ίντερνετ όπου μπορεί κάποιος να τα δει όλα. Τότε υπήρχαν βιβλία και περιοδικά και είχαμε υπόψη μας ότι αυτό που κάναμε ήταν οπτική επικοινωνία και έπρεπε οπωσδήποτε να προκαλέσει το ενδιαφέρον. Όταν είσαι σε μια δουλειά ζυμώνεσαι, έτσι σου έρχεται η μια ιδέα μετά την άλλη. Ζεις σε αυτό το περιβάλλον.

• Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και σήμερα θυμούνται τις εταιρείες σαν τη δική μας. Ήταν η εποχή που υπήρχαν κραταιές ελληνικές επιχειρήσεις, η βιομηχανία ανθούσε, ήταν η πρώτη περίοδος του καταναλωτισμού μεταπολεμικά. Έμπαιναν και νέες έννοιες στο λεξιλόγιο, νέες λέξεις, όπως το unisex. Ήταν σαφώς μια εποχή πιο αισιόδοξη. Σήμερα, οι περισσότερες επιχειρήσεις, αυτές που έφεραν καινοτομίες, δεν υπάρχουν πια. Βλέπω έναν πίνακα του Φραγκονάρ, που έχω φορέσει κάλτσες πολύχρωμες στο κορίτσι, και σκέφτομαι «πώς τα έκανα αυτά;». Τα έκανα γιατί η δουλειά είχε και χιούμορ και πλάκα και από κει ξεπηδούσαν οι τρελές ιδέες.

Αγνή Κατζουράκη Facebook Twitter
«Μετά τον κορωνοϊό έχω και μια άρνηση να πάω στους γιατρούς, ίσως γιατί αισθάνομαι ότι το θέμα του θανάτου το έχω τακτοποιήσει». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Ήρθε το αμερικανικό σύστημα, δουλεύεις ασταμάτητα. Έχει περιοριστεί ο χρόνος, έχουν βγει όλα αυτά τα μηχανήματα και γίνονται όλα με φοβερή ταχύτητα. Χρειάζεται χρόνο κάποιος που έχει δημιουργικό ή καλλιτεχνικό μυαλό, αλλιώς δεν μπορείς να επεξεργαστείς κάτι και να προχωρήσεις. Κάνεις πράγματα όσο πιο γρήγορα και εύκολα μπορείς, δεν έχεις χρόνο να οργανώσεις την ιδέα σου και να την εκτελέσεις, σου λένε, τη θέλω «χθες».

• Ήμουν 77 ετών όταν σταμάτησα να δουλεύω και είχα πίσω μου μια καριέρα πενήντα ετών. Δεν σταμάτησα νωρίτερα γιατί δεν ήξερα τι θα έκανα μετά. Είχα περάσει μια μεγάλη περίοδο κατάθλιψης και φοβόμουν ότι θα ξανακυλούσα. Αυτό ξεκίνησε όταν ήμουν πολύ νέα, είχα διαβάσει το Νούμερο 31328 του Βενέζη και ξαφνικά κατάλαβα ότι από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να σου συμβεί το οτιδήποτε και ότι υπάρχει ο θάνατος, που δεν είχα σκεφτεί μέχρι τότε. Το βράδυ, όταν έπεφτα να κοιμηθώ, πάθαινα ταχυπαλμία, φανταζόμουν τον εαυτό μου μέσα σε φέρετρα, ότι χάνω τον Μιχάλη. Μάλιστα, όταν παντρευτήκαμε δεν τον άφηνα πουθενά μόνο του γιατί φοβόμουν ότι και τον δρόμο αν πάει να περάσει, θα συμβεί κάτι. Τελικά, όταν γέννησα το πρώτο μας παιδί, ήταν τόση η δουλειά, που έφυγε από το μυαλό αυτός ο φόβος.

• Όταν επανήλθαν αυτές οι σκέψεις, ο Μιχάλης και η Λένα Κούτση με έπεισαν να κάνω ζωγραφική. Θέλω να σας πω ότι αυτά που έκανα μέχρι τότε με ικανοποιούσαν πολύ, δεν είχα άλλες φιλοδοξίες. Τελικά τους άκουσα, άρχισα να δουλεύω με την Κατερίνα Ζαχαροπούλου, που έκανε κάποια γκρουπ ζωγραφικής, και αυτό μου έφερε μεγάλη χαρά και ελευθερία. Ό,τι κάνω είναι βιωματικό, ό,τι αισθανόμουν στην ηλικία που ήμουν το έβγαλα στη ζωγραφική μου, τις μνήμες μου, τα άγχη μου και τα ζητήματα που βλέπω γύρω μου και με απασχολούν πολύ, όπως το προσφυγικό.

• Πιάστηκα από τις δικές μου αναμνήσεις, από τα πράγματα που με συγκινούσαν, και μετά άρχισε να με απασχολεί η έννοια της ύπαρξης, ότι θα ξαναμπούμε στο χώμα, ότι μεγαλώνοντας το σώμα έχει την τάση να παραιτείται, αυτό το τράβηγμα προς τα πίσω. Ζωγραφίζω και εκφράζω τη διαμαρτυρία του ως προς αυτό, όσο είναι να ζήσω, πρέπει να ζήσω. Αυτήν τη δουλειά θα δείξουμε σε μια κοινή έκθεση με τον Μιχάλη, την «Incontri», στο Τελλόγλειο, το φθινόπωρο.

• Το προσπαθώ πολύ και αντιστέκομαι στην τάση να αφεθώ, ασκούμαι, και με τον Μιχάλη δουλεύουμε συστηματικά. Είναι ένας πόλεμος αυτός καθημερινός, έχω τη διάθεση να καθίσω, αλλά, όταν κάθομαι, με πιάνει κατάθλιψη και έχω καταλάβει ότι, αφού το μυαλό δουλεύει, δεν πρέπει να καθόμαστε. Το καθισιό είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να σου συμβεί, προσπαθώ να είμαι δραστήρια, να κλείνω εισιτήρια για συναυλίες, γενικά για θεάματα, ώστε να μην αποκοπούμε.

portrait
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

• Μέσα στη δύσκολη συγκυρία της πανδημίας αισθανθήκαμε ελεύθεροι από κάθε υποχρέωση. Κάναμε βόλτες, δουλεύαμε χαλαρά, αποβλακωθήκαμε, και όταν καταλάγιασαν τα πράγματα είχαμε μεγάλο πρόβλημα να προσαρμοστούμε, βγήκαμε από τον ρυθμό μας. Αυτό μου συμβαίνει και στην Άνδρο, όταν μένω εκεί πολύ, χάνω τον ρυθμό. Γενικά όταν μεγαλώνει κάποιος συμβαίνουν αυτά. Μετά τον κορωνοϊό έχω και μια άρνηση να πάω στους γιατρούς, ίσως γιατί αισθάνομαι ότι το θέμα του θανάτου το έχω τακτοποιήσει. Ξέρω ότι είναι κάτι που δεν μπορώ να αποφύγω, οπότε δεν υπάρχει λόγος να ανησυχώ, κάποτε θα έρθει. Όσο έχω να ζήσω, πρέπει να το περνάω καλά, αρκεί να μη χάνω τη ζωή μου στη μιζέρια. Ξεκινήσαμε από το μηδέν, προσπαθήσαμε, δημιουργήσαμε και φτάσαμε κάπου. Έχω ζήσει, και ζω, μια γεμάτη ζωή, εξαιρετική.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Εικαστικά
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η Αγνή και ο Μιχάλης Κατζουράκης μαζί με τον Φρέντυ Κάραμποττ έδωσαν εικόνα στα ελληνικά '70s

Design / Η Αγνή και ο Μιχάλης Κατζουράκης μαζί με τον Φρέντυ Κάραμποττ έδωσαν εικόνα στα ελληνικά '70s

Οι αφίσες τους για τον ΕΟΤ και οι διαφημίσεις τους για τις μεγαλύτερες φίρμες της εποχής θεωρούνται ακόμα masterclasses για τους μετέπειτα γραφίστες και αποτελούν γλυκιά ανάμνηση από μια εποχή που η ισορροπία και η απλότητα ήταν δεδομένες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΪ́ΣΚΟΣ
Tέχνη στην είσοδο της αθηναϊκής πολυκατοικίας: 10 αριστουργήματα που πρέπει να προστατευτούν

Design / Tέχνη στην είσοδο της αθηναϊκής πολυκατοικίας: 10 αριστουργήματα που πρέπει να προστατευτούν

Μόραλης, Βερναδάκη, Βαλσαμάκης, Κατζουράκης και άλλοι καλλιτέχνες έχουν δημιουργήσει έργα που κοσμούν τις εισόδους αθηναϊκών πολυκατοικιών και συνθέτουν ένα «ζωντανό μουσείο», διάσπαρτο στον αστικό ιστό.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΝΟΤΑΡΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Όλα θα πάνε καλά» λένε τα νέα έργα τέχνης του Γιάννη Βαρελά στο Ωνάσειο

Εικαστικά / «Όλα θα πάνε καλά» λένε τα νέα έργα τέχνης του Γιάννη Βαρελά στο Ωνάσειο

Τρεις νέες δημιουργίες του Έλληνα εικαστικού μαζί με έργα από τη συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση βρίσκονται πλέον τοποθετημένα στους χώρους του Ωνάσειου Νοσοκομείου.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Η λαχτάρα για το ανήκειν στα ζωγραφικά έργα της Νικόλ Οικονομίδου

Εικαστικά / Η λαχτάρα για το ανήκειν στα ζωγραφικά έργα της Νικόλ Οικονομίδου

Ένας κόσμος μνήμης ξεφεύγει από το προσωπικό επίπεδο και αποκτά πανανθρώπινες διαστάσεις στο έργο της τριαντάχρονης εικαστικού, το οποίο είναι εμπνευσμένο από μια μετακόμιση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Silvina Der Meguerditchian και ο κόσμος της ανθεκτικής μνήμης

Εικαστικά / Τα «χαλιά μνήμης» της Silvina Der Meguerditchian στην γκαλερί Kalfayan

«Εστιάζω σε μέρη με ταραχώδη ιστορία. Με τα χρόνια, η δουλειά μου με τη μνήμη με έκανε να δίνω μεγάλη προσοχή σε μικρές λεπτομέρειες που συχνά η επίσημη ιστορία παραβλέπει»: Στα έργα της νέας της έκθεσης η διεθνούς φήμης καλλιτέχνις ενσωματώνει φωτογραφίες που έχει τραβήξει η ίδια από πόλεις όπως το Χαλέπι και η Βηρυτός.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ονειρεύονται τα ηλεκτρικά πρόβατα;

Εικαστικά / Τα ερωτήματα του Homo sapiens σε μια έκθεση για την τεχνητή νοημοσύνη

Σε τέσσερα ιστορικά αθηναϊκά κτίρια εικαστικοί και ακαδημαϊκοί επιχειρούν να απαντήσουν στα μεγάλα ερωτήματα της ψηφιακής εποχής για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το μέλλον του σύγχρονου ανθρώπου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μια έκθεση με πρωτότυπα έργα του σημαντικού Γερμανού καλλιτέχνη Thomas Schütte στην Αθήνα 

Εικαστικά / Τραχύτητα και χιούμορ: Μια έκθεση με πρωτότυπα έργα του Thomas Schütte στην Αθήνα 

Μνημειακού τύπου γλυπτά, επιτοίχια κεραμικά, παραμορφωμένα πρόσωπα, λουλούδια και άγγελοι, μια έκρηξη χρωμάτων: Το μικροσύμπαν του σπουδαίου καλλιτέχνη στην γκαλερί Bernier/ Eliades.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Νάκης Παναγιωτίδης μάς ζητά να νιώσουμε τα έργα του ακόμα και με κλειστά τα μάτια

Εικαστικά / Ο Νάκης Παναγιωτίδης μάς ζητά να νιώσουμε τα έργα του ακόμα και με κλειστά τα μάτια

Το Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή υποδέχεται την αναδρομική έκθεση ενός διεθνούς φήμης ανένταχτου Έλληνα καλλιτέχνη της διασποράς, γνωστού για το πολύπλευρο και στοχαστικό έργο του.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ογκίστ Ροντέν: Αυτή είναι η ζωή του καλλιτέχνη που δημιούργησε το γλυπτό ο «Σκεπτόμενος»

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ογκίστ Ροντέν: Αυτή είναι η ζωή του καλλιτέχνη που δημιούργησε το γλυπτό ο «Σκεπτόμενος»

Τα ρεαλιστικά γλυπτά του, που εκφράζουν τα ανθρώπινα συναισθήματα αλλά και τις αδυναμίες, εξακολουθούν να είναι σήμερα ιδιαίτερα δημοφιλή και να συγκεντρώνουν πλήθη φιλότεχνων όπου και αν εκτίθενται.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ