Μέχρι και πριν από μερικά χρόνια, παρότι βρισκόταν ήδη ηλικιακά στο λυκόφως μιας μοναδικά συναρπαστικής και κοσμοπολίτικης ζωής, η εξαφάνιση του Πίτερ Μπίαρντ, ο οποίος απεχθανόταν τα κινητά τηλέφωνα, δεν θα προκαλούσε τόσο έντονη ανησυχία, ακόμα κι αν είχαν συμπληρωθεί δύο εβδομάδες από την τελευταία φορά που τον είδε συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο. Είχε περάσει προ πολλού τα 70 όταν συνέχιζε να κάνει τακτικές εμφανίσεις στα πιο ψαγμένα κλαμπ του Μανχάταν πάντα με τις πιο λαμπερές συνοδούς στο πλευρό του, ενώ ποτέ δεν έκρυψε την χρήση ναρκωτικών ουσιών ως μέσο αναψυχής.
Κατά καιρούς, ο στενός φιλικός του κύκλους περιλάμβανε προσωπικότητες όπως ο Φράνσις Μπέικον, ο Άντι Γουόρχολ και ο Τρούμαν Καπότε καθώς και η Τζάκι Κένεντι – Ωνάση, με την αδερφή της οποίας, την Λι Ράτζιβιλ είχε κάποτε δεσμό. Οι δύο πρώτες του σύζυγοι ήταν η επιφανής κληρονόμος Μίνι Κάσινγκ και το μοντέλο Σέριλ Τιγκς.
Τα είχε δει και τα είχε κάνει όλα σε νεαρή ήδη ηλικία - μια από τις αγαπημένες του εξορμήσεις ήταν να κολυμπά δίπλα σε κροκόδειλους – έφτασε όμως πολύ κοντά στον θάνατο το 1996 όταν κατά τη διάρκεια μιας φωτογραφικής λήψης στην Αφρική, τον έριξε κάτω ένας ελέφαντας που παρά τρίχα δεν τον ποδοπάτησε.
Το ρίσκο και η περιπέτεια υπήρξε πάντα δεύτερη φύση για τον σπουδαίο φωτογράφο και καλλιτέχνη Πίτερ Μπίαρντ, ο οποίος πέρασε πολλές δεκαετίες ζώντας και δουλεύοντας στην Κένυα, όπου κατέγραψε με τον ξεχωριστό και ιδιοσυγκρασιακό του τρόπο τη φυσική ομορφιά και την άγρια ζωή της Αφρικής, αλλά και την περιβαλοντική παρακμή του οικοσυστήματος της. Τα είχε δει και τα είχε κάνει όλα σε νεαρή ήδη ηλικία - μια από τις αγαπημένες του εξορμήσεις ήταν να κολυμπά δίπλα σε κροκόδειλους – έφτασε όμως πολύ κοντά στον θάνατο το 1996 όταν κατά τη διάρκεια μιας φωτογραφικής λήψης στην Αφρική, τον έριξε κάτω ένας ελέφαντας που παρά τρίχα δεν τον ποδοπάτησε.
Το βασικό εργαλείο του ήταν η φωτογραφία, το έργο του Μπίαρντ όμως στην τελική του μορφή συχνά αποτελούσε έναν εξαιρετικά εμπνευσμένο εικαστικό συνδυασμό ή κολάζ διαφορετικών μέσων που πλαισίωναν τις φωτογραφίες του: κείμενα, σχέδια, φυσικά αντικείμενα, με οδηγό τα ημερολόγια που κρατούσε από οκτώ ετών.
Μαγεμένος από την Αφρική όπου ταξίδεψε για πρώτη φορά το 1961 μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο Yale, αγόρασε ένα κτήμα κοντά στους λόφους Νγκονγκ έξω από το Ναϊρόμπι. Εκεί έστησε τον κόσμο του στον οποίο πηγαινοερχόταν για έξι δεκαετίες σχεδόν. Εκεί καλλιεργήθηκε και η στενή φιλία του με την διάσημη συγγραφέα Κάρεν Μπλίξεν κατά τον τελευταίο χρόνο της ζωής της.
Το πιο γνωστό από τα βιβλία του είναι το περίφημο - αλλά και περιβόητο για κάποιες ενστάσεις του δημιουργού του στην «συναισθηματική» προσέγγιση των περιβαλλοντιστών – λεύκωμα "The End of the Game" («Το τέλος του κυνηγιού» εν προκειμένω) για το περιεχόμενο του οποίου είχε προλάβει να γράψει η Κάρεν Μπλίξεν πριν εκδοθεί: «Ελάχιστα πράγματα με έχουν συγκινήσει τόσο βαθιά όσο αυτός ο επιτάφιος ή αυτό το μνημείο στην Παλιά Αφρική που τόσο αγάπησα».
Όταν όμως εξαφανίστηκε πριν από δύο εβδομάδες από το σπίτι του στο Μόντοκ του Λονγκ Άιλαντ, δεν ήταν πλέον ο ατρόμητος περιηγητής ούτε ο εκλεκτικός μπον βιβέρ του παρελθόντος, αλλά ένας 82χρονος άντρας με κινητικά προβλήματα και άνοια.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ των New York Times, η αστυνομία σταμάτησε την (άκαρπη) αναζήτηση του (μέσω και ελικοπτέρων) στην γύρω περιοχή της κατοικίας του, συνεχίζει όμως την έρευνα καθώς το μυστήριο αλλά και η ανησυχία γύρω από την εξαφάνισή του εντείνονται.
Ο Πίτερ Μπίαρντ εθεάθη για τελευταία φορά από την σύζυγο του Νέιμα Μπίαρντ στις 31 Μαρτίου γύρω στις πέντε το απόγευμα στην αγροικία που διατηρούσε πάνω από την θάλασσα (και τον γκρεμό) στην άκρη του Λονγκ Άιλαντ, μέρος όπου ζούσε και εργαζόταν τον περισσότερο καιρό του τα τελευταία 45 χρόνια και όπου κάποτε πετάγονταν οι Rolling Stones για πολυήμερα πάρτι όταν βρίσκονταν στη Νέα Υόρκη. Από το βράδυ εκείνης της μέρας και για αρκετές μέρες, οι αρχές χτένισαν την γύρω περιοχή, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Πριν από ένα μήνα είχε φωτογραφηθεί μάλιστα έξω από το σπίτι να χαμογελά καθώς κρατούσε αγκαλιά το πρώτο του εγγόνι, ένα κοριτσάκι επτά μόλις εβδομάδων, μαμά του οποίου είναι η κόρη του Ζάρα, η οποία δήλωσε σε μια σύντομη δημόσια συνέντευξή της πριν από μερικές μέρες, ευχαριστώντας θερμά όσους συμμετείχαν στην αναζήτηση του πατέρα της:
«Εν τέλει, νομίζω ότι το πιο σημαντικό πράγμα που θα μπορούσα να διαμηνύσω είναι πόσο τον αγαπάμε. Τον αγαπάμε όπως μας αγαπούσε κι εκείνος, όπως δηλαδή αγαπούσε τη δουλειά του και όπως αγαπούσε τη ζωή: με πάθος και χωρίς όρους».
σχόλια