Τι αποκαλύπτουν πραγματικά τα πορτρέτα του Βαν Γκογκ; Μια φιλόδοξη έκθεση, με τίτλο Van Gogh Self-Portraits, στην γκαλερί Courtauld του Λονδίνου, θα παρουσιάσει σχεδόν τα μισά από τα έργα του με αυτοπροσωπογραφίες, από τις 3 Φεβρουαρίου 2022.
Πρόκειται για την πρώτη έκθεση που θα καλύψει ολόκληρο το χρονολογικό εύρος των έργων του μεγάλου Ολλανδού ζωγράφου, του οποίου οι αυτοπροσωπογραφίες δεν έχουν σταματήσει να μελετώνται προκειμένου να εξερευνηθεί όχι μόνο η καλλιτεχνική του πρακτική αλλά και η ψυχική του κατάσταση. Θα είναι η πιο ολοκληρωμένη έκθεση αυτού του είδους και θα αναδειχθεί η ποιότητα και η ποικιλία των έργων αυτών, που για τον Βαν Γκογκ ήταν ανώτερα από τις φωτογραφίες.
Το 1889, ενώ βρισκόταν στο ψυχιατρικό κέντρο του μοναστηριού του Αγίου Παύλου στον Σεν Ρεμί, όπου και περέμεινε συνολικά για έναν περίπου χρόνο πάσχοντας από κατάθλιψη, γράφει στον αδερφό του Τεό: «Είναι δύσκολο να γνωρίσεις τον εαυτό σου – αλλά δεν είναι εύκολο ούτε να τον ζωγραφίσεις».
Πρόκειται για την πρώτη έκθεση που θα καλύψει ολόκληρο το χρονολογικό εύρος των έργων του μεγάλου Ολλανδού ζωγράφου, του οποίου οι αυτοπροσωπογραφίες δεν έχουν σταματήσει να μελετώνται προκειμένου να εξερευνηθεί όχι μόνο η καλλιτεχνική του πρακτική αλλά και η ψυχική του κατάσταση.
Λίγοι καλλιτέχνες έχουν κάνει τόσο μεγάλη παραγωγή πορτρέτων όπως ο Βαν Γκογκ. Μόνο ο συμπατριώτης του Ολλανδός Ρέμπραντ θα μπορούσε να τον συναγωνιστεί, αλλά ο αριθμός των πορτρέτων του Ρέμπραντ έχει παραχθεί κατά τη διάρκεια μιας καριέρας τέσσερις φορές μεγαλύτερης από του Βαν Γκογκ. Όπως και στην περίπτωση του Ρέμπραντ, η όψη του Βαν Γκογκ μας είναι γνωστή μόνο από τα πορτρέτα του. Σώζεται μόνο μία φωτογραφία του προσώπου του, που τραβήχτηκε όταν ήταν 19 ετών.
Όταν εξετάζουμε τα πορτρέτα του Βαν Γκογκ ελπίζουμε να έχουμε μια εικόνα για την προσωπικότητα και τις σκέψεις του. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι από εμάς είναι τόσο γοητευμένοι από τη ζωή του όσο και την καταπληκτική του τέχνη.
Ο Βαν Γκογκ θεώρησε ότι η προσωπογραφία (και πιθανώς η αυτοπροσωπογραφία) θα μπορούσε να κάνει αυτό που η φωτογραφία δεν είχε επιτύχει. Δεν του άρεσε καθόλου η φωτογραφία, που ήταν τότε μια αρκετά πρόσφατη τεχνολογική εξέλιξη, κάτι που πιθανώς εξηγεί γιατί δεν έχουμε φωτογραφίες του ως ενήλικα.
Όπως είπε στην αδερφή του, Γουίλ, «εγώ ο ίδιος εξακολουθώ να βρίσκω τις φωτογραφίες τρομακτικές και δεν μου αρέσει να έχω καμία, ειδικά των ατόμων που γνωρίζω και αγαπώ», ενώ αλλού της έγραψε ότι «δεν είναι εύκολο να ζωγραφίζεις τον εαυτό σου», αλλά «κάποιος μπορεί να αναζητά μια βαθύτερη ομοιότητα από εκείνη του φωτογράφου».
Σε μερικούς πίνακες, όπως στην Αυτοπροσωπογραφία με κομμένο αυτί (Self-portrait with Bandaged Ear), που βρίσκεται στην Πινακοθήκη Κουρτό του Λονδίνου και θα αποτελέσει το επίκεντρο της έκθεσης, ο καλλιτέχνης διερευνά τον εσωτερικό του εαυτό και παρουσιάζει μια πτυχή της ζωής του.
Ο πίνακας είναι ζωγραφισμένος μόλις έναν μήνα μετά το ακρωτηριασμό του αυτιού του και ο Βαν Γκογκ δεν αποφεύγει να παρουσιάσει το τραύμα που υπέστη. Θα μπορούσε να είχε απεικονίσει την άλλη πλευρά του κεφαλιού του ή να έκανε τον επίδεσμο να φαίνεται λιγότερο εμφανής.
Αντ' αυτού, ο καλλιτέχνης παρουσιάζει μια εξαιρετικά αντιφατική εικόνα. Το ακριβές νόημά του πρέπει να ήταν ξεκάθαρο για εκείνον, αλλά παραμένει αόριστο για εμάς σήμερα. Είναι μια κραυγή για βοήθεια; Ή αντιπροσωπεύει την αποφασιστικότητά του να επιστρέψει στη δουλειά; Ίσως είναι και τα δύο.
Στο βάθος της σύνθεσης έχει τοποθετήσει στο καβαλέτο του έναν σχεδόν κενό καμβά με λίγα ασαφή σχήματα, που πιθανότατα να είναι η αρχή μιας νεκρής φύσης. Στην άλλη πλευρά υπάρχει μια ιαπωνική εκτύπωση (που είχε μαζί του στο Κίτρινο Σπίτι στην Αρλ) και αντιπροσωπεύει ένα αφιέρωμα στην τέχνη της Ιαπωνίας, η οποία ήταν μια μεγάλη πηγή έμπνευσης για αυτόν.
Παρά την εύθραυστη υγεία του Βαν Γκογκ, η αυτοπροσωπογραφία του αυτή είναι μια πολύ προσεκτική και οργανωμένη σύνθεση, σίγουρα όχι η παρορμητική εργασία ενός «τρελού». Δείχνει τον επίδεσμο στη δεξιά του πλευρά, αν και έκοψε το αριστερό αυτί του. Δεδομένου ότι κοίταζε τον εαυτό του σε έναν καθρέφτη, οι πλευρές αντιστρέφονται στον πίνακα. Ακόμα και το σακάκι του το ζωγράφισε κοιτάζοντας στον καθρέφτη, έτσι το κουμπί που συμβατικά βρίσκεται στη δεξιά πλευρά στα αντρικά σακάκια είναι στην αριστερή πλευρά στον πίνακα.
Ένα άλλο σπουδαίο έργο του ανάμεσα στις αυτοπροσωπογραφίες, το Self-portrait as a Painter του 1888, το τελευταίο από τα πορτρέτα του στο Παρίσι, διαφημίζει τις δεξιότητες που είχε αποκτήσει κατά τη διάρκεια των δύο ετών του στη γαλλική πρωτεύουσα, με τα κόκκινα μαλλιά του να έρχονται σε αντίθεση με τα μπλε ρούχα του.
Σε άλλες περιπτώσεις ο Βαν Γκογκ ζωγράφισε αυτοπροσωπογραφίες λόγω έλλειψης μοντέλων. Πάντα δυσκολευόταν να κάνει τους ανθρώπους να ποζάρουν για αυτόν, κάτι που ήταν πιθανώς μια αντανάκλαση της αμήχανης προσωπικότητάς του.
Ο Βαν Γκογκ δεν αγαπούσε να απαθανατίζει στα έργα του τον κύκλο των στενών φίλων και της οικογένειας. Χωρίς μοντέλα, ο απλούστερος τρόπος για να αναπτυχθεί ως καλλιτέχνης πορτρέτου ήταν να ζωγραφίζει τον εαυτό σου, αφού αυτό απαιτούσε μόνο τη χρήση καθρέφτη. Από το άσυλο έγραψε ξανά στον Τεό ότι δούλευε συγχρόνως δυο πορτρέτα του εαυτού του κάνοντας άσκηση στη φιγούρα.
Σε άλλες περιπτώσεις έκανε αυτοπροσωπογραφίες για να εξερευνήσει και να δοκιμάσει διάφορες τεχνικές, όπως χρωματικές αντιθέσεις ή διαφορετικά πινέλα.
Τα πορτρέτα του ήταν τα λιγότερο φιλόδοξα έργα του και 27 από τα 35 αυτοπροσωπογραφικά έργα του χρονολογούνται από την περίοδο του Παρισιού, όταν πειραματιζόταν και ανέπτυξε την τεχνική του και πριν δημιουργήσει τα αριστουργήματα της ολλανδικής περιόδου. Σε ένα ακόμα γράμμα του στον Τεό έγραψε: «Οι φωτογραφίες ξεθωριάζουν πιο γρήγορα από εμάς, ενώ οι πίνακες παραμένουν ίδιοι για πολλές γενιές.