Εικαστικός, συγγραφέας και ακαδημαϊκός, ο Bill Balaskas, που έχει βάση το Λονδίνο, όπου ζει και εργάζεται ως διευθυντής Έρευνας στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου του Kingston, επιστρέφει στον τόπο καταγωγής του, τη Θεσσαλονίκη, και παρουσιάζει μια μεγάλη εγκατάσταση από λευκό νέον στους κήπους του Αρχαιολογικού Μουσείου με αφορμή την επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή: δύο μεγάλου μεγέθους επιγραφές που θα φωτίζονται εναλλάξ, με τις φράσεις «There is no sea without a land» / «Δεν υπάρχει θάλασσα χωρίς στεριά» και «There is no land without a sea» / «Δεν υπάρχει στεριά χωρίς θάλασσα».
Λίγο πριν ανάψουν για να υπενθυμίσουν στους Θεσσαλονικείς αλλά και σε όλους μας τα υδάτινα όρια της Ιστορίας, μας εξηγεί πώς εμπνεύστηκε το έργο, γιατί το ονομάζει «2291» και τι σημαίνει δημόσια εικαστική παρέμβαση.
— Ετοιμάζεσαι να παρουσιάσεις ένα δημόσιο έργο, μια κατασκευή μεγάλων διαστάσεων με νέον. Θεωρείς ότι το κοινό της Θεσσαλονίκης είναι εξοικειωμένο με μια τέτοια παρέμβαση;
Τα έργα που προβάλλονται σε δημόσιους χώρους δεν μπορούν να προσεγγίσουν αμέσως όλα τα κοινά – μπορεί και να μην τα καταφέρουν ποτέ. Αλλά το «2291» περιλαμβάνει διάφορα στοιχεία πέρα από την εγκατάσταση, δράσεις, κατάλογο, ιστότοπο, μια διεθνή ημερίδα που θα αντισταθμίσει το γεγονός ότι είναι μια προσωρινή παρέμβαση στην πόλη. Επίσης, κείμενα, ένα δικό μου, που αναφέρεται στην ιστορία του παππού μου που έζησε την Καταστροφή, και δύο επιμελητικά των Νικόλα Βαμβουκλή και Giulia Colletti, που θα συμπληρώνουν το έργο, δημιουργώντας μεγαλύτερη διάχυση, και θα μπορεί κανείς να τα διαβάσει στον κατάλογο που θα διατίθεται δωρεάν, όπως και στον ιστότοπο.
Καθώς η εγκατάσταση θα βρίσκεται στον κήπο του Αρχαιολογικού Μουσείου, εξασφαλίζεται η επαφή με ένα ετερογενές κοινό. Οι δύο φράσεις θα ανάβουν κυκλικά ανά εικοσιτετράωρο. Ωστόσο θα είναι ευανάγνωστες ανά πάσα στιγμή, ενώ κάθε μέρα, ακριβώς τα μεσάνυχτα, θα αλλάζει η φράση που θα φωτίζεται.
Προφανώς δεν ήθελα να δημιουργήσω ένα έργο που θα προσπαθούσε να πει μια «αντίστροφη» ιστορία. Η αντιστροφή των ψηφίων περισσότερο έχει στόχο να αντιστρέψει τη σχέση μας με τον χρόνο. Να μας κάνει να αναλογιστούμε, δηλαδή, το απώτερο μέλλον με δεδομένη τη Μικρασιατική Καταστροφή.
— Έχεις ξανακάνει κάτι ανάλογο με δημόσιο χαρακτήρα;
Ναι, διάφορες εγκαταστάσεις μέσα στα χρόνια, και με νέον και με άλλα μέσα. Η μεγαλύτερη είναι αυτή του 2013 στο Royal College of Art με ένα μπάνερ με τη φράση «The market will save us» («Η αγορά θα μας σώσει») που κάλυπτε τη μισή πρόσοψη του κολεγίου. Πάλι πρωταγωνιστής ήταν η γλώσσα, που είναι βασικό στοιχείο σε πολλά έργα μου. Ήταν ένα ειρωνικό σχόλιο πάνω στη λειψή χρηματοδότηση των καλλιτεχνικών και ανθρωπιστικών σπουδών και των τεχνών γενικότερα μετά την κρίση του 2008. Ήταν μια παρέμβαση μεταξύ conceptual art και ακτιβισμού σε ένα πολύ κεντρικό σημείο του Λονδίνου. Τρία χρόνια μετά, το ίδιο μπάνερ παρέλασε στο κέντρο της Βοστώνης, μερικές εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
— Θα τα λέγαμε και χειρονομίες τέχνης που συνδέονται με τη γλώσσα και τη σκέψη. Αυτού του τύπου οι δημόσιες παρεμβάσεις λειτουργούν εικαστικά ή καθαρά πολιτικά;
Για άλλους λειτουργούν εικαστικά, για άλλους πολιτικά. Αυτή είναι και η δύναμη της γλώσσας στην εννοιολογική τέχνη, ότι μπορεί να δημιουργήσει μια «ρωγμή» που θα προσελκύσει ακόμα και ένα κοινό που δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σχέση με την τέχνη. Είναι μια ανοιχτή πρόσκληση για την αποκωδικοποίηση ενός κειμένου που παρουσιάζεται σε μια μορφή διαφορετική από τη συνηθισμένη. Με το να τοποθετούνται αυτά τα έργα σε έναν δημόσιο χώρο και να έχουν έναν χαρακτήρα περισσότερο «αινιγματικό» μπορούν να αποτελέσουν και ένα είδος πρώτης επαφής με ένα κοινό. Οπότε, πράγματι είναι και χειρονομίες.
— Η Μικρασιατική Καταστροφή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωφη της Θεσσαλονίκης, ο αστικός της ιστός αποτελείται κυρίως από πρόσφυγες. Βασίστηκες, λες, και σε προσωπικές μνήμες ενός παππού.
Ναι, σε κάποιες μνήμες του παππού μου Μιχάλη Ορφανίδη, που έγινε πρόσφυγας στα έντεκά του. Αυτό που με εμπνέει περισσότερο από την ιστορία του είναι το ότι, παρά τα όσα έζησε ο ίδιος, ακόμα και τους διωγμούς του 1914-1915 –κι αυτό το ανακάλυψα κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου–, η στάση ζωής του ήταν πάντα προσανατολισμένη στο μέλλον.
Αυτό δεν είχε να κάνει μόνο με τη σωτηρία μετά την Καταστροφή της Σμύρνης, το ταξίδι προς την Ελλάδα και την άφιξή του εδώ αλλά και με το ότι έζησε μια ζωή πραγματικά γεμάτη. Απέκτησε δέκα παιδιά, τα οποία φρόντισε, μαζί με τη γιαγιά μου, να λάβουν κάποιου είδους μόρφωση. Πίστευε ότι αν προκόψει η οικογένεια, προκόβει και ο τόπος. Γι’ αυτό μέρος του πρότζεκτ είναι και δύο δράσεις-εργαστήρια. Το πρώτο θα απευθύνεται στη νεότερη γενιά και το δεύτερο σε μεγαλύτερες ηλικίες, παρουσιάζοντας την οπτική των νεότερων.
— Οι αναφορές σε στεριά και θάλασσα προφανώς αφορούν και το πρόβλημα των συνόρων και της προσφυγιάς σήμερα. Μηνύματα που απευθύνονται σε όλους μας.
Δεν θα μπορούσαν να μη γίνουν αυτές οι αναφορές, που στόχο έχουν να μας κάνουν να σκεφτόμαστε πιο συνολικά το σήμερα μέσα από τις διαρκείς μετακινήσεις των λαών μεταξύ στεριάς και θάλασσας και τους ιστορικούς κύκλους που αυτές δημιουργούν.
Ένας τρόπος για να το κάνουμε αυτό είναι να επιχειρήσουμε ένα άλμα στον χρόνο. Πώς θα μπορούσε να είναι ο κόσμος μας σε δύο αιώνες και παραπάνω από τώρα, όπως είναι ο τίτλος του πρότζεκτ, που είναι η αντιστροφή της χρονολογίας της Μικρασιατικής Καταστροφής; Αυτή η αντιστροφή μάς ζητά να σκεφτούμε από μια απόσταση ακόμα μεγαλύτερη από αυτή που μας δίνουν τα εκατό χρόνια.
Από αυτή την άποψη το έργο αναφέρεται στον διαχρονικό και στον οικουμενικό χαρακτήρα των προσφυγικών κρίσεων, αλλά κρύβει μέσα του και την ελπίδα να εκλείψουν μια ώρα αρχύτερα. Να μην περιμένουμε, δηλαδή, μέχρι το 2291 για να αντιμετωπίσουμε τις αιτίες του προβλήματος.
Προφανώς δεν ήθελα να δημιουργήσω ένα έργο που θα προσπαθούσε να πει μια «αντίστροφη» ιστορία. Η αντιστροφή των ψηφίων περισσότερο έχει στόχο να αντιστρέψει τη σχέση μας με τον χρόνο, να μας κάνει να αναλογιστούμε δηλαδή το απώτερο μέλλον με δεδομένη την Καταστροφή. Νομίζω ότι η σχέση με τον χρόνο είναι βασικό στοιχείο του έργου και ότι η σχέση που έχουμε ως Έλληνες με αυτόν είναι συχνά προβληματική.
— Είναι όντως προβληματική;
Ναι, γιατί η συνέχεια του χρόνου στο μυαλό των περισσότερων είναι αποκλειστικά η συνέχεια του παρελθόντος. Γι’ αυτό και πολλές φορές νιώθουμε παραδομένοι σε ό,τι μας συμβαίνει, είτε προσωπικά είτε ως κοινωνία, ειδικά εάν αυτό το «κάτι» είναι δύσκολο ή δυσάρεστο.
— Ποιος λαός δεν το κάνει;
Η εξάρτησης του παρόντος αποκλειστικά από το παρελθόν είναι αυτή που δημιουργεί το πρόβλημα. Γιατί σημαίνει ότι το παρόν μετατρέπεται σε μια διαρκή αναπόληση είτε του ήδη χαμένου είτε αυτού που χάνεται κάθε στιγμή μπροστά στα μάτια μας. Αυτό συνεπάγεται ότι αντιλαμβανόμαστε το τώρα ως κάτι που είναι πάντα λειψό σε σχέση με το χθες.
Για παράδειγμα, αν δούμε τη Μικρασιατική Καταστροφή μεμονωμένα, είναι μια τρομερή τραγωδία. Αλλά αν τη δούμε μέσα στο πλαίσιο των εξελίξεων που έφεραν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, παραμένει μια τρομερή τραγωδία, αλλά οφείλουμε να πάμε τη σκέψη μας ένα βήμα παραπέρα, ακόμα και σε ένα εντελώς βασικό επίπεδο ανάγνωσης της Ιστορίας. Αν σκεφτούμε πού βρισκόταν το ελληνικό κράτος το 1912 και που έφτασε το 1922, θα έχουμε μια τελείως διαφορετική ανάγνωση της περιόδου, χωρίς αυτό φυσικά να αίρει το τραύμα της Καταστροφής.
Οπότε, το να μπορούμε να προσαρμόζουμε την οπτική μας είναι δύναμη γιατί κάθε φορά που το κάνουμε κάτι κερδίζουμε. Το θέμα είναι πόσο συνειδητά μπορούμε να εισέλθουμε σε αυτήν τη διαδικασία, γιατί αυτό απαιτεί έναν βαθμό ωριμότητας που παραμένει ζητούμενο.
— Οι φράσεις σου είναι σαν να υπενθυμίζουν σε όλους τον βαθμό που τα θαλάσσια όρια είναι το μόνιμο σύνορο κατάκτησης ή ακύρωσης στην ιστορία των ανθρώπων.
Αυτή είναι μια αλήθεια που συχνά την ξεχνάμε, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Λόγω της θάλασσας, οι άνθρωποι ζούσαν καταστάσεις που άλλαζαν πολύ γρήγορα, είτε λόγω κατάκτησης είτε λόγω ακύρωσης, πολύ γρηγορότερα απ’ ό,τι τώρα, ακόμα και στα πολύ βασικά δεδομένα της ζωής τους. Γι’ αυτό και η επανάληψη, που είναι κυρίαρχο στοιχείο των δύο φράσεων, βλέπει τον ιστορικό κύκλο ως κύκλο μεταβολής.
Η επανάληψη είναι βασικό στοιχείο της φύσης, αλλά μέσα από ένα πρίσμα διαρκούς εξέλιξης. Αυτό το ξέρουμε από τον Ηράκλειτο και από τον Δαρβίνο, γι’ αυτό ανέφερα τη σημασία της απόστασης.
Αν σκεφτούμε την ίδια την ιστορία της Μικρασιατικής Καταστροφής από την οπτική μερικών ετών πριν ή από το «τυχαίο» έτος 2291, μπορούμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πιο ουσιαστικά πώς θα θέλαμε να είναι το μέλλον μας και τι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτό, θέτοντας ίσως περισσότερο εσωτερικά σύνορα κατάκτησης και ακύρωσης.
— Βέβαια, το 2291 πιθανόν οι άνθρωποι θα ταξιδεύουν στο Διάστημα.
Πιθανόν, αλλά αυτήν τη στιγμή υπάρχουν σημαντικά ζητήματα στη Γη, όπως η προοπτική ενός Γ' Παγκόσμιου Πολέμου ή οι καταστροφές που προκαλεί η κλιματική αλλαγή, με επισιτιστικές κρίσεις και βίαιες μετακινήσεις. Νομίζω ότι πριν φτάσουμε στο Διάστημα έχουμε να σκεφτούμε πολύ σημαντικά θέματα. Ειδικά στην παρούσα συγκυρία, ειδικά αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε πρόσφυγες του Διαστήματος.
— Υπάρχει κίνδυνος να παρερμηνευτούν οι δύο φράσεις;
Κάθε έργο που βρίσκεται σε έναν δημόσιο χώρο διατρέχει τον κίνδυνο της παρερμηνείας. Αυτό είναι ένα ρίσκο που εξαρτάται από τον εκάστοτε καλλιτέχνη αν θέλει να το πάρει ή όχι, και σε ποιον βαθμό.
Για παράδειγμά, το 2013 η παρέμβασή μου στο Royal College of Art παρερμηνεύθηκε από κάποιους τραπεζίτες του Σίτι του Λονδίνου, που θεώρησαν ότι ήταν μια ρητή δήλωση των πανεπιστημίων και της καλλιτεχνικής κοινότητας υπέρ του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Δεν το είδαν ως ένα ειρωνικό σχόλιο που είχε να κάνει με τις περικοπές εκείνης της εποχής, οι οποίες ήταν καταστροφικές για πολλά ιδρύματα και πολλούς καλλιτέχνες. Κατά τη γνώμη τους σήμαινε ότι, επειδή το κράτος δεν είναι ικανό να κάνει τη δουλειά του όπως αυτοί την αντιλαμβάνονταν, η μόνη λύση είναι να αφεθούμε απόλυτα στην αγορά. Είδαν μόνο ένα είδος κυριολεκτικής σημασίας.
Υπάρχει αυτό το ρίσκο. Εγώ είμαι διατεθειμένος να το πάρω, γιατί στη ζυγαριά του «κέρδους» και της «ζημίας» ευελπιστώ πάντα ότι θα είναι μεγαλύτερο το «κέρδος». Τελικά, για μένα οι δύο φράσεις του έργου έχουν να κάνουν με το πώς αντιμετωπίζουμε το τραύμα. Αν το τραύμα δεν συνοδεύεται από την ελπίδα, γίνεται μια πληγή που όσο πάει και κακοφορμίζει γιατί κανείς δεν ξέρει πώς να τη γιατρέψει ή γιατί δεν έχει το θάρρος να το κάνει.
Η εγκατάσταση «2291» του Bill Balaskas είναι μια παραγωγή της ΑΜΚΕ ΕRGON-CULTURE και θα παρουσιαστεί στον κήπο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης από τις 20 Ιουλίου έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2022 στο πλαίσιο του προγράμματος 2022 του θεσμού «Όλη η Ελλάδα Ένας Πολιτισμός».
https://www.2291.gr/ (live από τις 20 Ιουλίου)