Η «Κραυγή» δημιουργήθηκε το 1893, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, μοναδικής στην ιστορία της τέχνης. Ο Έντβαρντ Μουνκ δημιούργησε με το τέλος του 19ου αιώνα, με φωτεινά χρώματα, απλοϊκές μορφές και σχήματα, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στο νόημα παρά στην τεχνική δεξιότητα ή την «ομορφιά», που είναι ο παραδοσιακός στόχος της τέχνης, ένα από τα διάσημα έργα τέχνης στον κόσμο.
Το «καμάρι της Νορβηγίας» και το μεγαλύτερο εξαγώγιμο πολιτιστικό προϊόν της χώρας θα είναι και το κεντρικό έργο που θα κοσμήσει το Εθνικό Μουσείο της Νορβηγίας, που εκτιμάται ότι έχει κοστίσει σχεδόν τριακόσια εκατομμύρια ευρώ και πρόκειται να ανοίξει στην όχθη του Όσλο το 2022, μετά από πολλές καθυστερήσεις εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού.
Ο Μουνκ θεωρείται από τους ζωγράφους που εξαιτίας της πανδημίας ήρθαν ξανά με το έργο τους σε πρώτο πλάνο και μια νέα ανακάλυψη εντείνει τη συζήτηση γύρω από το έργο και την ψυχική κατάσταση του Μουνκ, που σε όλη τη διάρκεια της ζωής του έδινε μάχη με την παράνοια.
Πριν από λίγες ημέρες οι ειδικοί του Εθνικού Μουσείου της Νορβηγίας, που κατέχει την παλαιότερη εκδοχή του έργου, αυτήν του 1893, επιβεβαίωσαν μετά από χρόνια εικασιών και υποθέσεων ότι η αόρατη σχεδόν πρόταση που υπάρχει στον πίνακα γράφτηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Η ανακάλυψη προέκυψε στο πλαίσιο της συντήρησης του πίνακα και μετά από αλλεπάλληλες σαρώσεις υπέρυθρης ακτινοβολίας στις οποίες έχει υποβληθεί ο πίνακας, κατά την προετοιμασία για την εγκατάστασή του στο νέο Εθνικό Μουσείο της Νορβηγίας.
Δεν θα τελειώσουμε ποτέ με την τέχνη του Μουνκ. Κάθε φορά που θέτουμε ένα ερώτημα σχετικά με τα έργα του, εμφανίζονται νέες απαντήσεις και προοπτικές.
Γραμμένη με μολύβι στην επάνω αριστερή γωνία του πίνακα, η επιγραφή αναφέρει «μπορεί να έχει ζωγραφιστεί μόνο από έναν τρελό». Η επιγραφή προστέθηκε μετά την ολοκλήρωση του πίνακα, προσθέτοντας στο μυστήριο του και οδηγώντας τους επιμελητές να αναρωτιούνται για πολύ καιρό αν ήταν πράξη βανδαλισμού ή γράφτηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη.
Στην ανάλυση, συγκρίθηκε η γραφή με σημειώσεις και τον γραφικό χαρακτήρα του Μουνκ και οι ειδικοί κατέληξαν ότι το μυστικό μήνυμα γράφτηκε από τον ζωγράφο.
«Ο γραφικός χαρακτήρας είναι αναμφίβολα δικός του» είπε η Mai Britt Guleng, επιμελήτρια του Εθνικού Μουσείου του Όσλο. «Το ίδιο το χειρόγραφο, καθώς και τα γεγονότα που συνέβησαν το 1895, όταν ο Μουνκ έδειξε για πρώτη φορά το έργο του στη Νορβηγία, δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση».
Σύμφωνα με τον ίδιο, εμπνεύστηκε το έργο όταν περπατούσε έξω στο ηλιοβασίλεμα και «άκουσε την τεράστια, άπειρη κραυγή της φύσης». Το αγωνιώδες πρόσωπο του πίνακα ταυτίζεται ευρέως με το «angst», την αγωνία, τον φόβο και το άγχος του σύγχρονου ατόμου.
Οι επιμελητές πιστεύουν ότι η επιγραφή προστέθηκε όταν το έργο παρουσιάστηκε, προκαλώντας έντονες συζητήσεις δημοσίως σχετικά με την ψυχική κατάσταση του Μουνκ, ο οποίος, σύμφωνα με τα ημερολόγιά του, τραυματίστηκε βαθιά από αυτή την αντίδραση και πιστεύεται ότι πρόσθεσε με το μολύβι του την επιγραφή στον πίνακα ως απάντηση στην κριτική για το έργο του.
«Δεν θα τελειώσουμε ποτέ με την τέχνη του Μουνκ. Κάθε φορά που θέτουμε ένα ερώτημα σχετικά με τα έργα του, εμφανίζονται νέες απαντήσεις και προοπτικές» είπε η διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Κarin Ηindsbo.
Εν μέσω ενός νέου ενδιαφέροντος που έχει αναδειχθεί μέσα στην τρέχουσα πανδημία για τον καλλιτέχνη και το έργο του, καθώς μας ωθεί πίσω στα ζητήματα που ήταν σημαντικά γι' αυτόν και προσελκύει τους ανθρώπους σε μια μεγαλύτερη κατανόηση και εκτίμηση του έργου του, ο οίκος Σόθμπις ετοιμάζεται να δημοπρατήσει στις 25 Μαρτίου μια αυτοπροσωπογραφία του, ζωγραφισμένη το 1926, το πρώτο επίσημο πορτρέτο του Μουνκ που παρουσιάζεται σε δημοπρασία τα τελευταία 15 χρόνια, και το Embrace on the Beach, ένα έργο που έφτιαξε το 1904 για το παιδικό δωμάτιο στο σπίτι του γιατρού Μαξ Λίντε στο Λίμπεκ. Τα έργα πωλούνται από τη συλλογή του Νορβηγού συλλέκτη Τόμας Όλσεν, που κατέχει και μια εκδοχή της «Κραυγής».
Η αυτοπροσωπογραφία, που αγοράστηκε από το Mannheim Kunsthalle το 1926, αποσύρθηκε –επίσημα αφαιρέθηκε από τη συλλογή– τον Αύγουστο του 1937. Το Embrace on the Beach, το οποίο αποκτήθηκε από το Nationalgalerie του Βερολίνου το 1931, αφαιρέθηκε από τη συλλογή δύο μήνες αργότερα.
Ο Μουνκ ήταν ανάμεσα σε 112 καλλιτέχνες των οποίων τα έργα ονομάστηκαν entartete kunst ή εκφυλισμένα. Από τα περισσότερα από 16.000 έργα που εκτοπίστηκαν από δημόσιες συλλογές στη Γερμανία το 1933, 83 ήταν του Μουνκ.
Και τα δυο έργα που παρουσιάζονται στη δημοπρασία και ταξινομήθηκαν από τους Ναζί σαν έργα της «εκφυλισμένης τέχνης» αναμένεται να σπάσουν κάθε ρεκόρ, αφού το έργο του σύμφωνα με τους εκτιμητές έχει αποκτήσει «ένα εντελώς νέο νόημα», σε μια εποχή που το ενδιαφέρον για τον Νορβηγό καλλιτέχνη δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερο.
Το ότι η επιρροή του Μουνκ και της σκανδιναβικής μελαγχολίας δεν ήταν ποτέ τόσο αισθητή όσο σήμερα απέδειξε και η έκθεση που εγκαινιάστηκε τον Νοέμβριο στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, Tracey Emin / Edvard Munch: The Loneliness of the Soul, με τα έργα του Μουνκ να εμφανίζονται μαζί με τα έργα της Τρέισι Έμιν, του τρομερού παιδιού των Βρετανών νέων καλλιτεχνών της δεκαετίας του 80, και την ίδια να έχει επιλέξει αριστουργήματα του πρόδρομου του εξπρεσιονισμού για να συνομιλήσουν με δικά της πρόσφατα έργα.