Ο Χριστόφορος Μαρίνος, ιστορικός τέχνης, επιμελητής εκθέσεων και δράσεων του Οργανισμού, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ), ετοιμάζει πυρετωδώς μέσα στην καραντίνα το εικαστικό πρόγραμμα της Δημοτικής Πινακοθήκης της Αθήνας που στεγάζει μια πλούσια συλλογή έργων τέχνης Ελλήνων καλλιτεχνών και επιχειρεί, με το βλέμμα στραμμένο στη σύγχρονη δημιουργία, να συνδέσει τους κατοίκους της πόλης με τη δική τους Πινακοθήκη μέσα από ένα ενδιαφέρον εκθεσιακό πρόγραμμα που ζητήσαμε να μας αναπτύξει και αφορά όλους τους Αθηναίους και όλα τα… γούστα.
Συνεργασίες πέρα από τα στενά όρια των εικαστικών, με αρχιτέκτονες και την Κρατική Ορχηστική Σχολή Τέχνης, και συμπερίληψη όλων αυτών που είναι σήμερα οι δημιουργοί της πολιτιστικής και πολιτισμικής δυναμικής της Αθήνας είναι ο στόχος του Χριστόφορου Μαρίνου και των ανθρώπων της Δημοτικής Πινακοθήκης, που ανυπομονούν να ξεναγήσουν στις πρώτες τέσσερις εκθέσεις τους φιλότεχνους και φιλοπερίεργους Αθηναίους, όταν τα μέτρα χαλαρώσουν και οι συνθήκες το επιτρέψουν.
— Από τότε που ανέλαβες ποιο είναι το πρώτο που θα ήθελες να μάθουν οι άνθρωποι που ζουν στην Αθήνα για τη Δημοτική Πινακοθήκη;
Η Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων είναι ένας χώρος φιλόξενος, ανοιχτός, που προβάλλει και προωθεί την τέχνη. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που θέλουμε να γνωρίζουν οι Αθηναίοι. Στον ΟΠΑΝΔΑ είμαστε πολύ ευαίσθητοι απέναντι στις ανάγκες του κοινού. Προσπαθούμε το εικαστικό πρόγραμμα και οι δράσεις μας να είναι υψηλού επιπέδου και να απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες. Μας ενδιαφέρουν πολύ τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι.
Επίσης, η Πινακοθήκη έχει μια πολύ αξιόλογη συλλογή, την οποία σκοπεύουμε να αναδείξουμε και να εμπλουτίσουμε. Θέλουμε να γίνει προορισμός και ο κόσμος να την αγαπήσει. Αυτή είναι η επιθυμία και της προέδρου του οργανισμού, της κ. Άννας Ροκοφύλλου, που υποστηρίζει ένθερμα το όλο εγχείρημα. Το ζητούμενο για μας είναι οι Αθηναίοι να έχουν πολλές και ωραίες αναμνήσεις από αυτόν τον χώρο, από την Πινακοθήκη τους.
— Τι θα ήθελες να κάνεις για να συνδεθούν με το μέρος; Ποιο είναι το σχέδιό σου για να γίνει η Πινακοθήκη ένα ανοιχτό και δημοφιλές μέρος;
Για να γίνει η Πινακοθήκη σταθερός προορισμός απαιτείται κάποιος χρόνος ‒ αυτό ισχύει, άλλωστε, για όλους τους πολιτιστικούς χώρους. Είναι σημαντικό, όμως, οι Αθηναίοι να γνωρίζουν ότι ο χώρος αυτός έχει ένα πυκνό εκθεσιακό πρόγραμμα και ότι κάθε χρόνο θα έχουν την ευκαιρία να βλέπουν εκεί πέντε-έξι μεγάλες εκθέσεις, κυρίως αναδρομικού χαρακτήρα, αλλά και ομαδικές εκθέσεις με ελκυστική θεματική, όπως είναι το «Ρεμπέτικο».
Είναι σημαντικό αυτοί που θα επισκεφτούν την Πινακοθήκη για να δουν μια έκθεση να θέλουν να ξανάρθουν στην επόμενη και στη μεθεπόμενη. Το πρόγραμμα οφείλει να είναι πλουραλιστικό και να καλύπτει όλα τα γούστα, από παραστατική και αφαιρετική ζωγραφική μέχρι πιο σύγχρονες τάσεις.
Για να γίνει η Πινακοθήκη σταθερός προορισμός απαιτείται κάποιος χρόνος ‒ αυτό ισχύει, άλλωστε, για όλους τους πολιτιστικούς χώρους. Είναι σημαντικό, όμως, οι Αθηναίοι να γνωρίζουν ότι ο χώρος αυτός έχει ένα πυκνό εκθεσιακό πρόγραμμα και ότι κάθε χρόνο θα έχουν την ευκαιρία να βλέπουν εκεί πέντε-έξι μεγάλες εκθέσεις, κυρίως αναδρομικού χαρακτήρα, αλλά και ομαδικές εκθέσεις με ελκυστική θεματική, όπως είναι το «Ρεμπέτικο».
Η πλατεία Αυδή είναι μια πολύ ζωντανή πλατεία και στόχος μας είναι να αξιοποιήσουμε και τους εξωτερικούς χώρους της Πινακοθήκης. Για να αναφέρω ένα παράδειγμα, για την ατομική έκθεση του Κωνσταντίνου Κακανιά, που ετοιμάζουμε για το φθινόπωρο, στόχος μας είναι να παρουσιαστεί μια εγκατάσταση του καλλιτέχνη και στην πλατεία Αυδή, ώστε οι θαμώνες και οι κάτοικοι της γειτονιάς να έρθουν σε άμεση επαφή με τη σύγχρονη τέχνη.
Σε αντίθεση με άλλα μουσεία, η Πινακοθήκη είναι ανοιχτή δώδεκα μήνες τον χρόνο, ακόμα και τον Αύγουστο. Αυτό είναι μεγάλο πλεονέκτημα που πρέπει να εκμεταλλευτούμε. Το φετινό καλοκαίρι οι τουρίστες και όσοι Αθηναίοι παραμείνουν στην πόλη θα έχουν τη δυνατότητα να δουν δύο εκθέσεις, του Βαγγέλη Γκόκα στο Κτίριο Β και της Ρένας Παπασπύρου στο Κτίριο Α, που θα μπορούσαν να σταθούν σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό μουσείο. Το πρωτεύον είναι η ποιότητα των έργων. Χωρίς καλά έργα, δεν μπορείς να κάνεις καλές εκθέσεις. Και χωρίς καλές εκθέσεις, δεν μπορείς να έχεις κοινό.
— Μέσα στην πανδημία δουλεύετε σκληρά για να ανοίξετε με τέσσερις εκθέσεις. Ποιες είναι και με ποιο σκεπτικό είναι αυτές οι πρώτες που παρουσιάζετε;
Πράγματι, ετοιμαζόμαστε να εγκαινιάσουμε το εικαστικό πρόγραμμα του 2021 με τέσσερις ατομικές εκθέσεις. Δύο από αυτές, του Ζήση Κοτιώνη στο Κέντρο Τεχνών και της Ρίας Δάμα στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη», ήταν προγραμματισμένες να ανοίξουν το περασμένο φθινόπωρο, αλλά αναβλήθηκαν εξαιτίας του lockdown. Μαζί με αυτές θα ανοίξει η έκθεση «LITOST» του Κώστα Παππά στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα», στην ανακαινισμένη αίθουσα του πρώτου ορόφου, και λίγες εβδομάδες αργότερα θα εγκαινιαστεί η έκθεση «Omnia Caritatis» του Βαγγέλη Γκόκα στην Πινακοθήκη.
Πιο αναλυτικά, η έκθεση του Κοτιώνη έχει τίτλο «Λιθολογία: Κάθε πέτρα είναι η Γη» και είναι μια απόπειρα σύνταξης ενός οπτικού δοκιμίου πάνω στις πέτρες, εμφανώς επηρεασμένη από τις επιπτώσεις της γεωλογικής εποχής της Ανθρωπόκαινου. Την τελευταία δεκαετία όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες και επιμελητές ασχολούνται με την Ανθρωπόκαινο. Ο Κοτιώνης είναι από τους πρώτους Έλληνες που δούλεψαν συνειδητά πάνω σε αυτό το θέμα, το οποίο αναμφισβήτητα μας αφορά όλους, γι’ αυτό κατέχει σημαντική θέση στο πρόγραμμά μας. Θα έλεγα ότι η έκθεση αυτή έχει τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος.
Από την άλλη, η έκθεση της Ρίας Δάμα μας μεταφέρει στο διαχρονικό σύμπαν του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ιδωμένο όμως μέσα από την οπτική και τον ψυχισμό μιας γυναίκας. Η έκθεση της Δάμα έχει τίτλο «Αίνιγμα σε εννέα συλλαβές» και φέρνει σε διάλογο τη μοναδική γλώσσα του Σκιαθίτη συγγραφέα με την ποίηση της Σίλβια Πλαθ. Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς πώς η παπαδιαμαντική γραφή γίνεται μοτίβο και πώς το μοτίβο γίνεται γραφή. Περιέργως, για μια ανάγλυφη εκτύπωση η καλλιτέχνις δανείζεται φράσεις από τον «Βαρδιάνο στα σπόρκα», ένα πολύ επίκαιρο διήγημα που αναφέρεται στη χολέρα που έπληξε την Ευρώπη το 1865.
Στο «Μελίνα» ο Κώστας Παππάς θα παρουσιάσει μια εγκατάσταση με σχέδια τα οποία προβάλλουν μια δυστοπική πραγματικότητα που συνομιλεί πολύ έντονα με την ανοίκεια κατάσταση που βιώνουμε τον τελευταίο χρόνο. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι αυτά τα έργα δεν έγιναν εν μέσω lockdown. Οι αναφορές του καλλιτέχνη είναι η ποίηση του Έλιοτ, οι στίχοι και η μουσική του Nικ Κέιβ και, όπως αφήνει να εννοηθεί ο τίτλος της έκθεσης, ένα κείμενο του Mίλαν Kούντερα που αναφέρεται σε μια σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης.
Τέλος, η έκθεση του Γκόκα έχει αναδρομικό χαρακτήρα και εστιάζει σε έργα της τελευταίας δεκαετίας. Ο Γκόκας είναι από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους και η ατομική του στην Πινακοθήκη, μια έκθεση «ερευνητικής ζωγραφικής», αναμένεται να κλέψει τις εντυπώσεις. Όπως του Παπαηλιάκη που προηγήθηκε, έτσι κι αυτή βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Δηλαδή, δίνουμε σε κάποιους καλλιτέχνες τη θέση που τους αξίζει.
— Ποιο είναι το εκθεσιακό πρόγραμμα και με ποιον τρόπο θέλετε να συνδέσετε τον κόσμο με τη σύγχρονη τέχνη;
Εκτός από τις εκθέσεις που προανέφερα, η Πινακοθήκη θα φιλοξενήσει το φθινόπωρο μια έκθεση με τα νέα έργα του διακεκριμένου ζωγράφου Γιάννη Αδαμάκου. Στο Κέντρο Τεχνών, αμέσως μετά τον Κοτιώνη, θα πάρει τη σκυτάλη η χαρισματική γλύπτρια Ραλλού Παναγιώτου και θα ακολουθήσει η Καρολίνα Κρασούλη, μια πολλά υποσχόμενη εικαστικός που έχει εκθέσει κυρίως στη Γαλλία. Στο «Μελίνα», μετά τον Παππά, θα παρουσιάσουμε τη νέα φωτογραφική δουλειά του γνωστού συγγραφέα Χρήστου Χρυσόπουλου.
Το φθινόπωρο, στον ίδιο χώρο, θα εκθέσουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα ενότητα του φωτογράφου Γιάννη Χατζηασλάνη. Μετά τη Δάμα, το Μουσείο Χατζημιχάλη θα φιλοξενήσει τον αρχιτέκτονα και εικαστικό Διονύση Σοτοβίκη, ο οποίος θα συνομιλήσει με τον Ροδάκη και το περίφημο σπίτι του στην Αίγινα.
Επίσης, για το φθινόπωρο έχουμε προγραμματίσει μια έκθεση της Ντόρας Οικονόμου –άλλη μια σπουδαία γλύπτρια σε μια ώριμη φάση της καλλιτεχνικής της πορείας– στο φουαγέ του «Ολύμπια» στην Ακαδημίας.
Το πρόγραμμα της χρονιάς ολοκληρώνεται με το πρότζεκτ «Πλατεία 1821», που γίνεται σε στενή συνεργασία με την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης και περιλαμβάνει περφόρμανς από χορογράφους και εικαστικούς σε κεντρικές πλατείες της πόλης. Το πρότζεκτ με τις πλατείες δείχνει ξεκάθαρα τις προθέσεις μας, συνδυάζοντας το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Όχι μόνο θα προσεγγίσουμε το ’21 με διαφορετικό τρόπο, έξω από την πεπατημένη, αλλά θα δημιουργήσουμε και τις προϋποθέσεις ώστε να συνδεθούν οι Αθηναίοι πιο άμεσα με τη σύγχρονη τέχνη.
— Έχεις σκεφτεί ένα ευρύτερο πρόγραμμα με δράσεις, εκπαιδευτικά και ομιλίες, συγκεντρώσεις κ.λπ.;
Δυστυχώς, λόγω της πανδημίας και μέχρι να σταθεροποιηθεί η κατάσταση είναι επίφοβο να προγραμματίσουμε ομιλίες και συγκεντρώσεις σε κλειστούς χώρους. Αν οι συνθήκες το επιτρέψουν, το «Ρεμπέτικο», που αναμένεται να εγκαινιαστεί στις αρχές του 2022, θα συνοδεύεται με ένα πρόγραμμα ομιλιών. Επίσης, υπάρχει η σκέψη να οργανώσουμε του χρόνου ένα πρότζεκτ που θα περιλαμβάνει συζητήσεις με καλλιτέχνες οι οποίοι θα αναφέρονται στην επιρροή της Αθήνας στο έργο τους.
Ιδανικά, θα θέλαμε να γίνει σε συνεργασία με κάποιο τηλεοπτικό κανάλι ή να προβληθεί μέσα από διαδικτυακή πλατφόρμα. Θα έχει τίτλο «Athenian Evenings». Ο τίτλος είναι δανεισμένος από τον γνωστό πίνακα «Αθηναϊκή βραδιά» (1897) του Ιάκωβου Ρίζου, που σημαίνει ότι οι συζητήσεις αυτές προβλέπεται να γίνουν σε εξωτερικό χώρο, σε μια ταράτσα με φόντο την Ακρόπολη.