Πριν από μερικές μέρες η Γεωργία Σαγρή βρισκόταν στην Πολωνία και στη Ζυρίχη, ενώ συχνά ταξιδεύει στην Αμερική, και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη, που τη θεωρεί βάση της, όπως και την Αθήνα. Όπως λέει και η ίδια, ζει σαν νομάς, δεν έχει κάποια βάση. «Η βάση σου είναι εκεί όπου είναι οι φίλοι σου» αναφέρει.
Το τελευταίο διάστημα έρχεται πιο συχνά στην Αθήνα και προσπαθεί να συμμετέχει πιο ενεργά στην κατάσταση που επικρατεί εδώ σε σχέση με την τέχνη, ενώ ετοιμάζεται να φύγει πάλι, αυτήν τη φορά για το Μαϊάμι, για να συμμετάσχει σε μια διπλή ατομική έκθεση με τον Diego Singh, και έπειτα σε άλλη μία, στη Νέα Υόρκη, στο Sculpture Center. Παράλληλα, δουλεύει πάνω σε μια περφόρμανς που θα παρουσιάσει τον επόμενο χρόνο στο Manifesta, στη Ζυρίχη. Την τελευταία φορά που είχα δει έργο της στην Αθήνα ήταν στον ίδιο χώρο που συναντιόμαστε σήμερα, στις αρχές του χρόνου, σε μια ομαδική έκθεση. Ξεχώριζε.
Πιστεύω πως θα 'πρεπε να προσπαθήσουμε να δούμε τι πραγματικά είναι αυτό που έχουμε, όχι τι μας λείπει σε σχέση με άλλα κέντρα. Δεν πρέπει να παραδινόμαστε σε σπασμωδικές και μιμητικές λύσεις.
«Είναι πάρα πολύ δύσκολο να γίνει αλλαγή νοοτροπιών στην καθημερινότητά μας, και από την άποψη της καλλιτεχνικής παραγωγής και του τρόπου που εκλαμβάνουμε τη λειτουργία του εργαστηρίου, του έργου τέχνης, της παράστασης, μιας έκθεσης, ακόμα και της συναυλίας ή μιας διάλεξης, εάν δεν δομηθούν σχέσεις που θα στηρίξουν αυτήν τη διαδικασία» λέει. «Αρκετός κόσμος έχει επικεντρωθεί στο να γίνουν πράγματα στην Αθήνα, αλλά δεν βλέπω να υπάρχει στρατηγική. Συχνά αναρωτιέμαι πώς μπορείς να βοηθήσεις την καλλιτεχνική παραγωγή. Προφανώς, χρειάζεται να στηρίξεις τους δημιουργούς, αυτούς που κάνουν τέχνη. Όλα αυτά τα χρόνια στο εξωτερικό λέω ότι αυτό που συμβαίνει εδώ είναι πολύ ιδιαίτερο και γίνεται με μεγάλη δυσκολία και αυτοί που κάνουν οτιδήποτε δημιουργικό στην Ελλάδα έχουν φοβερά κότσια. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει ευθύνη για το αντικείμενο. Δεν γίνεται από μια απλή απόφαση. Για μένα, αυτό έχει μεγάλη σημασία. Είναι σημαντικό να βρούμε τον τρόπο να μπορέσουμε περισσότεροι άνθρωποι να πάρουμε ευθύνη για το τι παράγουμε και να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον να αναπτύξουμε και την ατομική και τη συλλογική μας παραγωγή. Έχουμε πρόβλημα εξωτερίκευσης. Μιλάμε συνέχεια για τα δικά μας προβλήματα, δεν βλέπουμε συνδέσεις με άλλες χώρες, με άλλα ρεύματα και άλλους δημιουργούς. Γινόμαστε στρυφνοί, γκρινιάρηδες και ατομικιστές. Όταν μιλάω για την Αθήνα, προσπαθώ να κάνω συνδέσεις με το παγκόσμιο τοπίο της τέχνης, της κοινωνίας, της πολιτικής και της οικονομίας. Πιστεύω πως θα 'πρεπε να προσπαθήσουμε να δούμε τι πραγματικά είναι αυτό που έχουμε, όχι τι μας λείπει σε σχέση με άλλα κέντρα. Δεν πρέπει να παραδινόμαστε σε σπασμωδικές και μιμητικές λύσεις».
Μιλάει χαμηλόφωνα και καμιά φορά η φωνή της μπερδεύεται με τους θορύβους που κάνουν οι μηχανές του καφέ. Μου αναφέρει ποιους θεωρεί τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή. «Στην Ελλάδα πάντα υπήρχαν σημαντικές γυναίκες. Η Μπία Ντάβου, η Λήδα Παπακωνσταντίνου, η Ρένα Παπασπύρου, αλλά και πιο σύγχρονες, η Μαργαρίτα Μποφίλιου, η Ελένη Καμμά, η Ραλλού Παναγιώτου, η Ντόρα Οικονόμου, η Βάσω Γκαβαϊσέ, είναι όλες τους εξαιρετικές, γυναίκες, καλλιτέχνιδες».
Στη Νέα Υόρκη έζησε από κοντά και συμμετείχε σε ένα από τα πιο έντονα και σημαντικά πολιτικά και συλλογικά κινήματα που έχουν εμφανιστεί στην Αμερική τα τελευταία χρόνια, το Occupy. «Είναι πολύ δύσκολο να παραμείνουμε άνθρωποι μέσα στον ολοκληρωτισμό. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να παλέψουμε για τα πιο απλά. Για τη φιλία, την αγάπη, τον άλλον, τη διαφορετικότητα, για να μπορούμε να αισθανόμαστε τον πόνο του ξεριζωμένου Σύριου, να έχουμε συναίσθηση ότι το πρόβλημα του άλλου είναι και δικό μας πρόβλημα από τη στιγμή που είμαστε όλοι μέρος αυτού του κόσμου. Χρειάστηκα πάνω από τρία χρόνια για να ξεπεράσω το σοκ της συνεχούς καταστολής μετά το Occupy, για να μπορώ να ταξιδέψω ή να αισθάνομαι ότι δεν είμαι υπό παρακολούθηση. Δεν είναι εύκολο. Αυτό που με είχε τρομάξει πιο πολύ είναι ότι οι φίλοι μου και οι άνθρωποι που ήταν γύρω μου δεν ήθελαν να μπουν σε αυτή την κατάσταση και απομονώθηκα. Μετά από πολλή μοναξιά ξεκινάς πάλι να παλεύεις, να προχωράς και να κάνεις τα πράγματα που πρέπει να κάνεις. Δεν σταματάς. Είναι αυτό που λένε "το ρυάκι γίνεται ποτάμι και το ποτάμι θάλασσα. Το ρυάκι δεν μπορεί να το σταματήσει κανείς πια, έχει γίνει θάλασσα"».
Τη ρωτάω αν είναι αισιόδοξη με όσα βλέπει να συμβαίνουν τριγύρω μας. «Με στενoχωρεί πάρα πολύ το γεγονός ότι δεν υπάρχουν κινήματα ειρήνης. Το ότι ο κόσμος προσπαθεί να αντιδράσει στα γεγονότα και έχει, αντίθετα, πέσει σε απόλυτη απραξία. Δεν θέλει πλέον να φανταστεί και να δράσει, αλλά μόνο να αντιδράσει. Το να λύνουμε θέματα έτσι, από κεκτημένη ταχύτητα, δεν βοηθάει σε τίποτα. Χρειάζεται να δούμε τη συμπεριφορά μας και να καταλάβουμε αρχικά ποιο είναι το πρόβλημα μ' εμάς τους ίδιους, έπειτα στις μικρές μας κοινότητες, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, και μετά θα ζυμωθεί και το κοινωνικό, αλλά καθετί πρέπει να ξεκινάει από μικρή κλίμακα και να αναπτύσσεται, να καλλιεργείται. Οτιδήποτε ξεκινάει μαζικά σκάει σαν φούσκα, γιατί δεν έχει σταθερές συναισθηματικές βάσεις. Έτσι λειτουργούμε και με το προσφυγικό ζήτημα. Προσπαθούμε να βρούμε τη λύση χωρίς να γνωρίζουμε σφαιρικά τι γίνεται και τι συμβαίνει. Το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι έρχονται κάτω από συνθήκες πολέμου, ότι έπρεπε με κάποιον τρόπο να μετακινηθούν από κει που βρίσκονταν, μας φαίνεται ουρανοκατέβατο. Ο πόλεμος στη Συρία δεν ξεκίνησε χθες και πολλοί αντιμετωπίζουν το προσφυγικό μονάχα ως αποτέλεσμα και όχι ως ένα από τα φαινόμενα της τερατογένεσης του καπιταλισμού, της πολυεθνικοποίησης των κρατών και της ίδιας της μορφής της κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης.
Είναι πολύ δύσκολο να παραμείνουμε άνθρωποι μέσα στον ολοκληρωτισμό. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να παλέψουμε για τα πιο απλά. Για τη φιλία, την αγάπη, τον άλλον, τη διαφορετικότητα.
Για μένα, η τέχνη και η αισθητική είναι οι βάσεις της ηθικής και της πολιτικής. Αν δεν υπάρχει αισθητική στις διαπροσωπικές σχέσεις, πώς μπορεί να υπάρξει στη δημόσια σφαίρα συνείδηση για τον συνάνθρωπο; Πώς μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς αισθητική; Η τοποθέτησή μας μέσα στον κόσμο είναι αισθητικό ζήτημα, δεν είναι ιδεολογικό, ούτε και πολιτικό. Η ερώτηση από πού ερχόμαστε και πού πάμε είναι συνεχής και η τέχνη δίνει εργαλεία για να βρούμε οντολογικές και συλλογικές απαντήσεις. Οι τρόποι που ζούμε, οι τρόποι που κατασκευάζουμε τα αντικείμενα που μας περιβάλλουν, η νοηματοδότηση της ζωής μας, είναι τέχνη. Εάν χαθεί αυτή η ανάγκη και την ανάγουμε μονάχα σε ορθολογικούς μηχανισμούς, παρακμάζουμε ως κοινωνία και ως άνθρωποι.
Επομένως, η αισθητική πρέπει να διεισδύσει στην πολιτική. Οι πολιτικοί πρέπει να μάθουν ή, καλύτερα, να θυμηθούν αυτήν τη διαδικασία νοηματοδότησης της ζωής. Διαφωνώ με τη θεωρία της στρατευμένης τέχνης. Η τέχνη, ήδη ως συνθήκη, δημιουργεί τη βάση για να γίνουν όλα τα υπόλοιπα, μας δείχνει τρόπους να μεταλλάσσουμε και να νοηματοδοτούμε την τωρινή πραγματικότητα, δίνει υλική υπόσταση σε άλλες πραγματικότητες που έρχονται ή που έχουν ξεχαστεί, και το κάνει αυτό με τη σύμπραξη όλων των αισθήσεων. Παράγει νόημα εκεί που τελειώνουν οι λέξεις. Η πολιτική έχει τεράστια έλλειψη αισθητικής γιατί έχει καταστρέψει τη σχέση που έχει η σκέψη με τις αισθήσεις και τα αισθήματα.
Όλοι χρειαζόμαστε ένα καταφύγιο. Πνευματικό, κοινωνικό, συλλογικό καταφύγιο, για να αισθανθούμε έστω και λίγο ότι δεν είναι απαραίτητο να γίνουμε μηχανές για να αντεπεξέλθουμε σε αυτό που συμβαίνει. Μπορούμε να συνεχίσουμε να είμαστε άνθρωποι, να είμαστε δημιουργοί της ζωής μας, μπορούμε να συνεχίσουμε να παίρνουμε αποφάσεις για το πώς ζούμε και το πώς συμπεριφερόμαστε. Δεν είναι απαραίτητο αυτό να κλειστεί σε μια ολοκληρωτική ιδέα.
Όλη η παγκόσμια πραγματικότητα πιέζεται να φορμαριστεί σε έναν τρόπο. Αυτός ο τρόπος είναι των χρημάτων και των αριθμών, κάτι που με βρίσκει εντελώς αντίθετη. Το θέμα, βέβαια, είναι πόσο συνειδητοί είμαστε σε σχέση με αυτό τον πόλεμο και με ποιους τρόπους παλεύουμε. Εγώ παλεύω με τους φίλους και τους συντρόφους μου, με τη φωνή, το σώμα μου και την τέχνη μου. Υπάρχουν πολλών ειδών καταφύγια: κοινωνικά κέντρα, καταλήψεις, σπίτια, πάρκα, μπαρ και γωνιές όπου συναντιόμαστε και μεγεθύνουμε κύκλους διαφορετικών δομών, σχέσεων και εμπειριών. Nα γίνουμε πιο δυνατοί. Nα νοιαστούμε, να μιλήσουμε, να διαφωνήσουμε, να βρούμε χρόνο να διαβάσουμε, να κοιτάξουμε γύρω μας και να αναλύσουμε και, έπειτα, όταν θα είναι η κατάλληλη στιγμή, θα εμφανιστούμε όλοι μαζί.
Η τέχνη είναι η εξάσκηση της εμφάνισης και της εξαφάνισης και σε στιγμές πολέμου ένα τέτοιο όπλο είναι πολύ σημαντικό».
30/11/15-15/01/16: Διπλή ατομική έκθεση με τον καλλιτέχνη Diego Singh, «Business meeting with dry ear», Central Fine, Miami, FL / 24/01-04/04/16: Συμμετοχή στην ομαδική έκθεση στο Sculpture Center (N.Y.), «The Eccentrics» / 02/02/16, περφόρμανς «Sunday stroll undone and redone», επιμέλεια Ruba Katrib / Ιούνιος 2016: Manifesta 11, επιμέλεια Christian Jankowsky, Ζυρίχη
H φωτογράφηση της Γεωργίας Σαγρή έγινε στην Ύλη[matter]HYLE (hyle.gr/hyle.mobi)