Οι επισκέψεις στα ατελιέ των καλλιτεχνών είναι πάντα απολαυστικές και αποκαλυπτικές. Όμως υπάρχουν και οι περιπτώσεις που ξεπερνούν κάθε προσδοκία. Αυτό συνέβη στο ηλιόλουστο εργαστήριο της Λένας Κιτσοπούλου. Ακόμα κι αν κάποιος γνώριζε για τη μακροχρόνια σχέση της με τα σκίτσα σε χαρτί, οι μεγάλου μεγέθους καμβάδες της αιφνιδιάζουν με τον δυναμισμό των συνθέσεων και της χρωματικής παλέτας τους. Αναγνωρίζει κάποιος αμέσως μια αληθινή ζωγραφική, πηγαία, τολμηρή, ηχηρή και πάνοπλη, ώστε καταλαμβάνει τον χώρο.
«Προσπαθώ να εστιάζω», λέει η Λένα Κιτσοπούλου, «αλλά, καταλαβαίνεις, είμαι αυτοδίδακτη νίντζα. Θα ήθελα μερικά πράγματα να εμφανίζονται στα έργα μου με την ακρίβεια που θα είχε μια φωτογραφία τους. Λόγω τεχνικής άγνοιας, όμως, το φέρνω με το μάτι μέχρι εκεί που μου δημιουργείται μια αίσθηση ότι αυτό ήθελα. Με άλλα λόγια, μετατρέπω την ανικανότητα σε ένα αίσθημα ικανοποίησης. Το αποτέλεσμα είναι, βέβαια, άλλο από αυτό που θα ήθελα, αλλά λέω στον εαυτό μου "κοίτα, κι αυτό ωραίο είναι". Το μάτι μου ικανοποιείται τελικά με το ότι κάνω κάτι το οποίο εξαναγκάζομαι να αποδεχτώ.
Θεωρώ μεγάλη αηδία να προσπαθούμε με τόση αγωνία να παρατείνουμε αυτήν τη ζωή. Υπήρχε λόγος που οι άνθρωποι πέθαιναν νέοι στο παρελθόν. Ίσως θα έπρεπε να τα είχαμε αφήσει όλα αυτά εντελώς στη φύση.
Δεν με νοιάζει αυτό για να είμαι ειλικρινής – δηλαδή με νοιάζει. Αλλά, με νοιάζει για μένα. Τι θα λέω εγώ για το έργο μου και τι θα νιώθω γι' αυτό. Δεν με νοιάζει τι θα πουν οι άλλοι. Εμένα με ενδιαφέρει να μιλάω στα πινέλα. Να τους απευθύνομαι με μονολόγους. Να λέω στο πινελάκι "δώσε ρε, άντε ρε, είσαι και πλακέ!". Αλλά σε όλη αυτήν τη διαδικασία νιώθω ελεύθερη! Δεν νιώθω πλάκωμα επειδή αισθάνομαι ότι κάποιος περιμένει κάτι από μένα. Είμαι απενοχοποιημένη απέναντι στη ζωγραφική. Ίσως και επειδή δεν είναι αυτή η κύρια δουλειά μου, η επίσημη ιδιότητα με την οποία υπάρχω».
— Αν έπρεπε να συστηθείς, με ποια σειρά θα παρέθετες τις τόσες καλλιτεχνικές σου ιδιότητες;
Λέω ότι είμαι άνθρωπος του θεάτρου πρωτίστως. Κι έτσι, η σειρά πάει μάλλον ως εξής: σκηνοθέτις, συγγραφέας, ηθοποιός. Θα έπρεπε να παραθέσω και τέταρτη ιδιότητα; Δεν ξέρω! Οπότε λέω: «Και μετά κάνω κι άλλα πράγματα».
— Υπάρχει κάποια κρίσιμη στιγμή συνειδητοποίησης της ανάγκης έκφρασής σου με τη ζωγραφική, που δεν θα παρέλειπες να σημειώσεις στην αυτοβιογραφία σου;
Μπορεί να είναι η τωρινή μου ενασχόληση. Η φάση που με οδηγεί σήμερα στους Breeder ξεκίνησε από την εποχή που κάναμε πρόβες για τον «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ, που σκηνοθετούσε ο Νίκος Καραθάνος στη Στέγη. Βαριόμουν επειδή ήταν μικρός ο ρόλος μου και πολύς ο κόσμος στον θίασο. Οπότε άρχισα να ζωγραφίζω όση ώρα περίμενα τη σειρά μου. Αλλά και στον Καραθάνο άρεσε να γίνονται κάπως έτσι οι πρόβες, μ' εμάς να φέρνουμε τα δικά μας. Πάντως, κατέληξα να γεμίσω με σχέδια τεράστια τραπέζια. Οι άλλοι από την πρόβα μού έφερναν, για δώρο, μαρκαδόρους, μπλοκ, παστέλ, τέμπερες και τέτοια σχετικά. Εν τω μεταξύ, ήταν εκεί και ο Άγγελος Παπαδημητρίου, ο οποίος κάθε τόσο μου έλεγε: «Βλέπω τώρα εγώ! Βλέπω!». Χάρηκα που του άρεσαν. Όταν πια ήρθαν οι Breeder να δουν την παράσταση, ο Άγγελος μου τους σύστησε, λέγοντας: «Λοιπόν, παιδιά, πείτε τα, γνωριστείτε, κάντε έκθεση, κάντε ό,τι θέλετε, γεια σας!». Ο «Βυσσινόκηπος» του Καραθάνου ήταν, λοιπόν, η αρχή μιας πορείας που φτάνει μέχρι σήμερα, χωρίς να έχω σταματήσει στο ενδιάμεσο να ζωγραφίζω.
Και αναγνωρίζω στον εαυτό μου ότι ζωγραφίζω όταν βρίσκομαι στη φάση της «βύθισής» μου σε αυτήν τη διαδικασία. Γιατί υπάρχει βύθιση εντός. Ήδη από την ώρα που παρατηρείς, κοιτάς και σκέφτεσαι το έργο που θα βγει, αναζητάς άλλες εικόνες για να συγκρίνεις και να φτιάξεις την ιστορία σου. Μετά, ακολουθεί η μαγική φάση της βύθισης στην πρακτική, με τα χρώματα και τα υλικά. Τότε ξεκινά και η συνομιλία με τα πινέλα που έλεγα πιο πριν. Όλα αυτά διαρκούν ώρες. Βρίσκομαι σε τρέλα τότε εγώ –πολύ ευχάριστη για μένα– και πέφτω τελικά στα γόνατα, για να το σχηματοποιήσω με ένα σχήμα μεταφοράς. Ας πούμε ότι γίνομαι κάτι σαν μηχανικός αυτοκινήτων. Στη συνέχεια, η βύθιση μετατρέπεται σε κάτι που τείνει προς το κόλλημα, επειδή δεν φεύγει από το μυαλό αυτό που ζωγραφίζω. Ξυπνάω και η πρώτη σκέψη είναι: «Που το άφησα το έργο χθες; Τι να κάνει τώρα εκείνος που με κοίταζε με το βυζί έξω; Μήπως έπρεπε να κάνω έναν άλλο να έρχεται από πίσω του για να του κάνει κάτι άλλο;». Και κάθε φορά που διακόπτω τη δουλειά, φωτογραφίζω το έργο. Πάω μετά σε μπαρ για ποτό, ανοίγω τις φωτογραφίες στο κινητό κι αρχίζει ξανά ο καταιγισμός αυτοδιερωτήσεων: «Αυτό, τώρα, πού να το ξαναβάλω; Από κάτω του, τι χρώμα να βάλω;» κ.λπ. Έτσι πάνε τα ζητήματα.
— Υπάρχει μια φαντασιακή «τρανσεξουαλικότητα» σε όλα τα έργα σου, που είναι ψυχική και σωματική, η οποία αναδύεται επίσης όταν μιλάς γι' αυτά. Πού θα την απέδιδες;
Νομίζω ότι είναι η φάση μου τέτοια. Ο ψυχικός τρανσεξουαλισμός είναι μέσα μου. Είμαι εγώ. Το φύλο το δικό μου. Το τι είμαι εγώ. Δεν αναφέρομαι σε άλλους με όλα αυτά που ζωγραφίζω. Έρχεται στο φως η δική μου αντρική πλευρά. Η δική μου αναζήτηση. Μια τάση που έχω να επιστρέφω στην ηλικία των 12 χρόνων. Στο τότε, που το καταλαβαίνω ως την εποχή πριν γίνεις γυναίκα. Και κάτι μου αρέσει εκεί. Και κάπως έχω κολλήσει εγώ εκεί, με τρόπο που δεν ψάχνω και πάρα πολύ να βρω ποιος είναι. Ή, μάλλον, ψάχνω να βρω ποιος είναι, αλλά, τέλος πάντων, υπάρχει κάτι εκεί. Κάτι σημαδεμένο, στο μεταίχμιο μεταξύ παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Θυμάμαι ότι ήμουν πολύ ελεύθερη τότε, επειδή δεν είχα επιλέξει ακόμα που να βρίσκομαι. Και τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω γιατί μου βγαίνουν όλα αυτά. Γιατί κι εγώ, ό,τι καλλιτεχνικό κι αν κάνω, γραπτό ή άλλο, δεν οργανώνω το πώς θα το κάνω. Εκπλήσσομαι κι εγώ που βλέπω ξαφνικά τον εαυτό μου να ενεργεί χωρίς πρόγραμμα. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία καταλαβαίνω κι εγώ τελικά τι πρόγραμμα έχω, καθότι είμαι άτομο χαοτικό.
— Ωστόσο υπάρχει κάτι στα έργα σου που μοιάζει να αναπνέει στο φάσμα της ευταξίας και όχι του χάους.
Ναι, ναι! Υπάρχει κι αυτό, όντως υπάρχει. Το χάος το εννοώ περισσότερο με την έννοια ότι δεν προγραμματίζω. Όταν όμως αποφασίσω ότι θέλω να αποδώσω κάτι με συγκεκριμένο τρόπο, προκύπτει ότι είμαι πολύ της υπομονής. Ενώ μοιάζω άνθρωπος που ανά πάσα στιγμή μπορεί να ανέβει σε ένα τραπέζι και να χορέψει ή ν' αρπάξει το μικρόφωνο και να τραγουδάει, οι φωτογραφίες από την προσωπική μου ιστορία με δείχνουν να είμαι κάπου ήρεμη και καθιστή, συγκεντρωμένη σε κάτι συγκεκριμένο που με έχει απορροφήσει. Δεν είμαι το αγριεμένο άτομο που πολλοί θεωρούν ότι είμαι. Εάν πρέπει κάτι να κάνω, τα αφαιρώ όλα από το μυαλό μου και με ρουφάει αυτό που κάνω. Το χάος, αυτή η μούρλια μου, με πάει μέχρι εκεί όπου, ξαφνικά, κάπως, κάπου, μπαίνει μέσα ένας ελέφαντας και τα ποδοπατάει όλα. Μετά απ' αυτό, όμως, όλα μπαίνουν σε συνεχή και κατανοητή ροή.
— Οι φιγούρες στα έργα που ζωγραφίζεις είναι όλες χωρίς μαλλιά. Κι αν το συσχέτιζε κάποιος αυτό με την άλλη ενότητα των έργων σου, της «αντι-αντικαπνιστικής εκστρατείας», θα υπέθετε ότι με τις φιγούρες χωρίς μαλλιά αναδύεται μια εμμονή στη συγκεκριμένη παρενέργεια της χημειοθεραπείας.
Δεν ξέρω, μπορεί. Μπορεί... Η αλήθεια είναι ότι ξεκινάω να τους ζωγραφίσω με μαλλιά, αλλά καταλήγω ότι μια χαρά είναι κι έτσι, με τη χημειοθεραπεία τους. Μπορεί, όμως, πράγματι η εικόνα μου να αναφέρεται και κάπως πιο βαθιά σε αυτού του είδους τη φθορά. Γενικά, έχω μια αντίδραση, και αντίσταση, και αντίθεση προς την εποχή που τα θέλει όλα στην υπηρεσία της υγείας μας. Να ανάγονται τα πάντα σε ένα πλάνο υγιούς ζωής και διαρκούς προστασίας της. Σε ένα μοτίβο αφθαρσίας. Θεωρώ μεγάλη αηδία να προσπαθούμε με τόση αγωνία να παρατείνουμε αυτήν τη ζωή. Υπήρχε λόγος που οι άνθρωποι πέθαιναν νέοι στο παρελθόν. Ίσως θα έπρεπε να τα είχαμε αφήσει όλα αυτά εντελώς στη φύση. Να φεύγουμε από τη ζωή, ακόμα κι εμείς. Αυτή η παράταση με ένα χαμόγελο και μια αισιοδοξία δεν μπορεί να ισχύει. Δεν μπορείς να με βλέπεις να είμαι στον ζόφο και να ελπίζεις. Δεν μ' αρέσει η φθορά, ούτε πιστεύω ότι τα γηρατειά έχουν κάποια σοφία, γιατί άμα είσαι σοφός, είσαι σοφός και στα δέκα σου χρόνια. Τα γηρατειά έχουν απλώς μια επίγνωση της ματαιότητας και του θανάτου. Μια αποδοχή του τι ήταν τελικά όλο αυτό το φιάσκο, το αστείο, το πανηγύρι καμιά φορά, το συχνά-πυκνά απελπιστικό που λέγεται ζωή. Τι το ωραίο έχει αυτό; Εγώ θα ήθελα να 'χα πεθάνει νέα! Θα το προτιμούσα. Δυστυχώς, δεν τα κατάφερα.
— Πρόκειται για κάποιου είδους δήλωση πρόθεσης αυτοκτονίας αυτό που περιγράφεις τώρα;
Όχι, καμία! Δυστυχώς, ούτε καν αυτό. Βιώνω με τρομερή αισιοδοξία και όρεξη τα πάντα, ακόμα και τις απαισιόδοξες απόψεις μου. Λέω μόνο πόσο καλύτερα θα ήταν αν τα πράγματα παρέμεναν λίγο πιο φυσιολογικά. Να μη ζούμε με χάπια και γιατρούς, γιατί μ' αυτά παρατείνεται το προσδόκιμο. Από μια ηλικία και μετά ψάχνεις να βρεις πώς θα τα καταφέρεις. Κάνεις κάθε χρόνο μαστογραφία. Πας για το ΠΑΠ. Είναι σαν να μένεις σε μια γειτονιά όπου πρέπει να βάζεις συνέχεια κάγκελα σε κάθε παράθυρο, επειδή φοβάσαι. Αλλά συνεχίζεις να φοβάσαι και αφού βάλεις τα κάγκελα, γιατί ζεις με την ιδέα ότι κλέφτες υπάρχουν και είναι απέξω.
— Πάντως, σίγουρα θα υπάρχει λόγος για τον οποίο ο κόσμος αφήνεται στην ορθοβιωτική νευρωσάρα του και δεν αποδέχεται τη φθαρτότητά του, έτσι δεν είναι;
Είναι όμως πολύ λάθος αυτός ο λόγος! Νομίζω ότι αν αποδεχόμασταν την ασχήμια και τη φθορά μας, αν δεν τα φοβόμασταν όλα αυτά, μπορεί να ήμασταν λίγο καλύτερα. Ίσως να μην απογοητευόμασταν και να μη νιώθαμε ματαίωση. Αυτός είναι ο λόγος που μου τη σπάνε τα μηνύματα που λένε: μην καπνίζετε, μην πίνετε και λοιπά. Άντε και γ***. Και θα καπνίζω, και θα πίνω. Θα κάνω ό,τι θέλω. Δεν με πειράζει να πεθάνω. Βλέπω παλιές ταινίες και τώρα έχω πάθει ένα κόλλημα με τον Τζέιμς Ντιν. Μου αρέσει που τους βλέπω να καπνίζουν όλοι στα λόμπι και στα μπαρ των ξενοδοχείων. Έχει ένα στυλ αυτό. Κι εγώ ό,τι καπνίζω το συλλέγω, τα άδεια πακέτα των τσιγάρων μου. Και θέλω να κάνω ένα τεράστιο έργο με όλα αυτά.
— Γιατί ο κόσμος απελπίζεται; Έχεις βγάλει κάποιο γενικό συμπέρασμα; Ποιο είναι το πνεύμα της εποχής μας ως προς αυτό; Ποιο είναι το Ζeitgeist της απελπισίας;
Νομίζω ότι έχει να κάνει με αυτό που μόλις λέγαμε, την υπερβολική παράταση της ζωής και τον φόβο. Επίσης, με την προσήλωση και την αγωνία μας για ένα ιδανικό του τύπου να σώσουμε τον πλανήτη, να σώσουμε τα ζώα, να επέλθει ειρήνη στον κόσμο, να μη δούμε πια αρνί να γυρνάει το Πάσχα στη σούβλα. Όλη αυτή η τάση προς το ψεύτικο ιδανικό, την ψεύτικη καλοσύνη, που δεν υπάρχει στη φύση, αλλά ούτε και υπήρξε ποτέ πραγματικά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Πρόκειται για προσποίηση και υποκρισία. Είναι το ψέμα προς εαυτόν. Και σε όλα αυτά προστίθεται και η εγγενής απελπισία της ύπαρξης, η συνείδηση της θνητότητάς μας και η φθορά μας που την επιβεβαιώνει. Η κούραση του σώματος από μια ηλικία και μετά. Έρχεται η ώρα που δεν μπορείς να παρτάρεις επί πέντε μέρες συνέχεια και να μην καταλαβαίνεις Χριστό! Όλοι το έχουμε βιώσει, φτάνοντας στη σχετική κρίσιμη ωρίμανση. Ούτε ερωτεύεσαι πια. Δεν μπορείς να ζήσεις καλά, να γ***, να πηγαίνεις στα νησιά σαν το ζώο και να μην κοιμάσαι όλη τη νύχτα. Δεν μπορείς πια να το κάνεις αυτό! Και μαζί έρχεται και η αίσθηση ότι δεν το έχεις πια το δέρμα το φρέσκο. Είναι φρικτό συναίσθημα αυτό. Δεν υπάρχει τίποτε το ωραίο σε αυτό. Είναι χάλια-μαύρα-χάλια. Το μόνο ωραίο είναι εάν βρεις κάτι να το κάνεις όλο αυτό .
— Αν σου πρότειναν να αναλάβεις μια συμβουλευτική εκπομπή στην τηλεόραση με σταθερό θέμα το πώς θα γλιτώσει κανείς από την απελπισία, θα δεχόσουν την πρόταση;
Δεν νομίζω ότι θα ήμουν ικανή. Τι θα μπορούσα να πω;
— Δηλαδή, δεν έχεις καμία συμβουλή για το πώς θα μπορούσε κάποιος να γλιτώσει από αυτήν;
Σίγουρα γλιτώνεις με το να δημιουργείς. Με το να κάνεις κάτι με το χιούμορ ή με τα ωραία πράγματα. Γλιτώνεις με το να είσαι ικανός να τα μοιράζεσαι όλα αυτά. Και να υπάρχει κι άλλος ένας που σκέφτεται σαν και σένα. Γλιτώνεις με το να λες την αλήθεια στον εαυτό σου. Με το να προσπαθείς να μην προσπαθείς να κρύβεις όλο αυτό που σε απελπίζει, παριστάνοντας ότι είσαι καλά. Με το να μην κρύβεσαι από τον καθρέφτη. Με τέτοια πράγματα εγώ σώζομαι. Παραμυθιάζομαι. Έχω μια παιδικότητα που με σώζει, αλλά αυτό είναι του χαρακτήρα μου. Δεν ξέρω αν, με βάση αυτό, θα μπορούσα να συμβουλέψω άλλον. Ο καθένας έχει το δικό του κλειδί. Εγώ το κλειδί μου το βρίσκω σε μια παιδικότητα, σε ένα όνειρο ότι μπορεί να γίνει κάτι πολύ σπουδαίο. Τώρα, για παράδειγμα, έχω ερωτευτεί τον Τζέιμς Ντιν. Δηλαδή, δεν μπορείς να έρθεις εσύ και να μου πεις ότι πέθανε ο Τζέιμς Ντιν, άρα εγώ δεν είμαι η γυναίκα του. Θα σε σκοτώσω!
— Θα ζωγράφιζες τον Τζέιμς Ντιν με μεγάλα γυναικεία στήθη, όπως κάνεις με τόσες άλλες ανδρικές φιγούρες στα έργα σου;
Όχι. Δεν θα την χάλαγα την τελειότητα του Τζέιμς Ντιν. Εντάξει, ας μη γίνομαι υπερβολική. Αποφάσισα να δω παλιές ταινίες και επέλεξα τον «Επαναστάτη χωρίς αιτία», που δεν τον είχα δει. Και μου άρεσε. Μετά, είδα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του και μου άρεσε η φάση του, το πόσο συμπυκνωμένα έζησε τα πράγματα, το ότι πέθανε νέος, το ότι αυτό συνέβη από τροχαίο. Ήταν πολύ γρήγορος και ιδιοφυής. Κάτι με τράβηξε, λοιπόν, και σε αυτό το στοιχείο, το ότι πέθανε με μια υπόσχεση, το ότι έμεινε σ' εμάς για πάντα εκείνο το βλέμμα που υπόσχεται και που γλίτωσε από την απελπισία. Είναι σαν το 12χρονο κοριτσάκι που σου έλεγα πριν. Αυτό κι αν είναι σπουδαίο σ' εκείνον. Γι' αυτό και είναι άγιος.
— Ο πολύ παραδοσιακός ανδρισμός χρειάζεται, κατά τη γνώμη σου, μια μεταμφίεση ή μια σκηνογραφία για να είναι σήμερα ανεκτός;
Δεν ξέρω.
— Πώς γίνεται πλέον ανεκτή η ανδροπρέπεια;
Εδώ ανοίγει ένα καινούργιο λαγούμι, μέσα στο οποίο θα μπορούσα να χαθώ. Αλλά, ας πούμε ότι ο Τζέιμς Ντιν, ως επαναστάτης χωρίς αιτία, είχε αυτή την άλλη έκδοση του ανδρισμού, που έχει κάτι το ευαίσθητο. Ενώ ήταν το παιδί με το πέτσινο που επαναστατούσε και τα έκανε όλα π***α, υπήρχε και κάτι ευαίσθητο την ίδια στιγμή. Είμαστε υπέρ της ευαισθησίας. Δεν μένουμε μόνο στο macho στυλ που μπαίνει μέσα και τα κάνει λίμπα όλα! Μας ενδιαφέρουν όλα μαζί. Αλλά θέλω να πω ότι τους γουστάρω τους άντρες. Τους αγαπάω πάρα πολύ! Καμιά φορά περισσότερο και από τις γυναίκες. Η γυναίκα έχει κι αυτήν τη μ*** της! Ε, ναι! Με όλη αυτή την υποδούλωση, με το να περιμένει, με το όνειρό της που το θέλει όπως το θέλει, ασχέτως ποιος είναι ο απέναντι από τον οποίο το απαιτεί. Συχνά οι γυναίκες έχουν έναν κάπως υστερικό συναισθηματισμό που τελικά δεν είναι συναισθηματισμός, είναι μάλλον εγωισμός. Και γίνονται ευνουχιστικές. Ή υποφέρουν από τα πολλά ανέφικτα όνειρα.
— Έχω μια φίλη που λέει ότι, στην εποχή μας, οι άντρες είναι οι νέες γυναίκες. Θα συμφωνούσες με αυτό το σύγχρονο ρητό;
Δεν ξέρω τι οδηγείται και πού. Αλλά περνάμε μια φάση κατά την οποία έχουν χαθεί οι ρόλοι οι παραδοσιακοί που γνωρίζαμε. Ας μην πω τώρα όλα αυτά τα κλισέ του τύπου «από τότε που η γυναίκα βγήκε στη δούλεψη», «από τότε που η γυναίκα έγινε καριερίστα», αλλά το παραδοσιακό μοτίβο αλλάζει.
— Γελάς με τα κλισέ;
Ναι, πάντα!
— Θεωρείς ότι είναι κωμικά και φυλακίζουν τη σκέψη;
Το κλισέ και μόνο που είναι κλισέ, δηλαδή το ότι ισχύει για τον περισσότερο κόσμο, είναι βλακώδες. Γιατί ο περισσότερος κόσμος είναι βλάκας. Αυτό είναι δεδομένο. Γελάω, όπως γελάω με τη βλακεία και με τη Νο 1 μπούρδα παγκοσμίως που λέει: «ο χρόνος γιατρεύει τα πάντα». Αυτό ειδικά το βάζω και το πετροβολάω στο Σύνταγμα και στη συνέχεια του πετάω και ντομάτες. Δεν γιατρεύει τίποτα ο χρόνος. Μόνο τα χειροτερεύει, και στα ερωτικά και σε όλα.
— Και με την κριτική για όλα αυτά και για τα καλλιτεχνικά έργα σου πώς τα πας; Είσαι θωρακισμένη απέναντί της;
Έχω υποστεί τα πάντα από την κριτική, έτσι κι αλλιώς. Οπότε, δεν είμαι πια πολύ ευαίσθητη σ' αυτήν. Όταν εκτίθεμαι, είμαι έτοιμη για τα πάντα. Δεν με νοιάζει τίποτα. Δεν πιστεύω τίποτα. Δεν ελπίζω τίποτα. Είμαι ελεύθερος... Νίκος Καζαντζάκης! Τάδε έφη Νίκος! Ωραίο, σωστό! Κλισέ μεν, αλλά από τα καλά.
Info
Λένα Κιτσοπούλου - Βetween my legs
The Breeder
Iάσονος 45
12 Δεκεμβρίου - 20 Φεβρουαρίου
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 11.11.2019