«Πολλοί φίλοι νομίζουν ότι μου κάνουν κοπλιμέντο λέγοντας ότι είμαι μία από τις καλύτερες Ελληνίδες ζωγράφους. Άλλοι πάλι, λένε ότι είμαι η πνευματωδέστερη ζωγράφος και ξέρω ότι εννοούν η πιο πνευματώδης από τις γυναίκες γιατί, από όλους τους ζωγράφους μαζί είναι πασίγνωστο ότι ο πνευματωδέστερος είναι ο Τσαρούχης. Θα προτιμούσα να μας έβλεπαν όλους μαζί, άντρες και γυναίκες, και ας μην ήμουν απ’ τους καλύτερους, αλλά απλώς καλή, και ας μην ήμουν η πνευματωδέστερη, αλλά απλώς πνευματώδης. Είμαι εναντίον των γυναικείων συλλόγων για τον ίδιο λόγο. Δεν άκουσα ποτέ για σύλλογο ανδρών χημικών η αντρών καλλιτεχνών. Έτσι, όταν η Μπουλγουρά με ρώτησε αν θέλω να γραφτώ στο καλλιτεχνικό σωματείο Ελληνίδων, με προσποιητή κατάπληξη της απάντησα: "Μα δεν έχω τίποτα εναντίον των αντρών!" και σκάσαμε και οι δυο στα γέλια».
Τα λόγια αυτά της ζωγράφου Σίλειας Δασκοπούλου σκιαγραφούν εν μέρει τη στάση της προς τη ζωή αλλά και το πνεύμα της δουλειάς της που στις μέρες μας φαντάζει πιο επίκαιρο από ποτέ. Οι γυναικείες μορφές που ζωγράφιζε φανερώνουν όχι μόνο τις προσωπικές τους ιστορίες αλλά και τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία.
18 χρόνια μετά την τελευταία της αναδρομική στην αίθουσα τέχνης Νέες Μορφές, η γκαλερί CAN εστιάζει στο σημαντικότατο έργο της και σε συνδυασμό με την Μπιενάλε της Αθήνας «ΑΝΤΙ», στην οποία εκτίθενται 18 ακόμη έργα, ολοκληρώνει ένα μεγάλο αφιέρωμα γύρω από τη τολμηρή και πρωτοποριακή αυτή ζωγράφο με στόχο την επανεκτίμηση του έργου της.
Έγινε ανθρωποκεντρική, με έμφαση στις γυναικείες μορφές, οι οποίες παρουσιάζονται σαν πορτρέτα, που αντανακλούν είτε τους συμβατικούς κοινωνικούς τους ρόλους είτε την ψυχολογική τους κατάσταση.
Η Δασκοπούλου, συμφωνα με το βιογραφικό της στο ΙΣΕΤ, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1936 και μεγάλωσε στο Κιλκίς. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με την οικογένειά της το 1945. Ξεκίνησε τη μαθητεία της στη ζωγραφική με δάσκαλο τον Πάνο Σαραφιανό και μετά σπούδασε με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, στο εργαστήριο του Γ. Μόραλη. Αποφοίτησε με έπαινο το 1960. Έκανε επίσης ελεύθερες σπουδές ζωγραφικής στο Παρίσι, όπου έζησε από το 1967 έως το 1970.
Στην πρώτη της ατομική έκθεση (1962, Νέες Μορφές) τα θέματά της ήταν τοπιογραφικά, κυρίως όψεις σπιτιών, με πολύ έντονα χρώματα σε εξπρεσιονιστικό ύφος. Αυτή η περίοδος της δουλειάς της καλύπτει περίπου τη δεκαετία του 1960.
Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα από το Παρίσι, το 1970, η τέχνη της άλλαξε κατεύθυνση. Έγινε ανθρωποκεντρική, με έμφαση στις γυναικείες μορφές, οι οποίες παρουσιάζονται σαν πορτρέτα, που αντανακλούν είτε τους συμβατικούς κοινωνικούς τους ρόλους είτε την ψυχολογική τους κατάσταση.
Η εικόνα σχηματοποιείται και τα εκφραστικά χαρακτηριστικά των προσώπων υπερτονίζονται, χάρη σε μια σκόπιμα «ακατέργαστη» και αντι-νατουραλιστική γραφή που θυμίζει μάσκα. Συχνά οι ειρωνικοί τίτλοι των έργων («H μπεμπούλα», «Η χαμηλοβλεπούσα» κ.λπ.) ενισχύουν την αιχμηρή κριτική διάθεση αυτής της ζωγραφικής, η οποία παρουσιάστηκε με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Μετά το έτος της γυναίκας» (1978, Νέες Μορφές). Μέχρι το τέλος της ζωής της (2006) είχε κάνει πάνω από 100 τέτοια πορτρέτα.
H καριέρα της εξελίχτηκε σε χαμηλούς τόνους. Δεν έκανε πολλές ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε επιλεγμένες ομαδικές. Το 1966 κέρδισε το Β΄ βραβείο ζωγραφικής στον Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό Νέων της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης. Το έργο της εκτιμήθηκε από το κοινό και την κριτική, ως μια από τις αυθεντικότερες γυναικείες φωνές στην ελληνική ζωγραφική.
Το 2000 πραγματοποιήθηκε αναδρομική της έκθεση στην Αίθουσα Τέχνης Νέες Μορφές. Πέθανε στην Αθήνα το 2006.
Η Χριστίνα Ανδρουλιδάκη επιμελήτρια της νέας μεγάλης αναδρομικής έκθεσης-αφιερώματος στη ζωγράφο απαντά στις ερωτήσεις μας σχετικά με αυτή την σχεδόν άγνωστη στους νέους Ελληνίδα καλλιτέχνιδα:
— Πώς προέκυψε η ιδέα για την έκθεση;
Από την πρώτη στιγμή που είδα το έργο της Σίλειας ήταν σαν κάτι να με στοίχειωσε. Ποια ήταν αυτή η ζωγράφος; Και γιατί δεν την ήξερα; Γιατί δεν είχε τύχει να την ακούσω ποτέ ως τότε; Έτσι προέκυψε η έκθεση που κάναμε στην γκαλερί τον Νοέμβριο του 2017 και είχε τον τίτλο «I used to be funny but now I am dead».
H αναδρομική έκθεση-αφιέρωμα που διοργανώνεται τώρα ευελπιστεί να φωτίσει το έργο της όπως ποτέ ως τώρα. Η συνεργασία με την Μπιενάλε της Αθήνας, η οποία θα εκθέσει παράλληλα με το δικό μας αφιέρωμα 18 έργα της Σίλειας από το 1971 ως το 1988, είναι μια πολύ σημαντική σύμπραξη που δίνει την ευκαιρία στο κοινό να δει ένα μεγάλο δείγμα της δουλειάς της, που για πολλούς παραμένει άγνωστη.
— Ποια είναι τα στοιχεία που κάνουν τα έργα της να ξεχωρίζουν;
H Σίλεια γνώριζε καλά κάτι το οποίο έγινε σύνθημα του φεμινιστικού κινήματος, ότι δηλαδή «το προσωπικό είναι πολιτικό, και ζωγράφιζε με πάθος ακριβώς αυτό, όπως μίλαγε και για τα γυναικεία ζητήματα σε συνεντεύξεις της και μέσα από τα έργα της. Όχι μέσα από την ασφάλεια μιας ομάδας ή το μανιφέστο κάποιου κινήματος αλλά μέσα από τη μοναχικότητα του εργαστηρίου της.
Θέματα όπως η ισότητα των φύλων, με την επακόλουθη ισότητα σε μισθό και ίσα προνόμια στον εργασιακό χώρο, η ενδοοικογενειακή βία, το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση και άλλα πολλά εκφράζονται ήδη από πολύ νωρίς σε έργα της.
— Μίλησέ μου για το δικό σου αγαπημένο γυναικείο πορτρέτο από την έκθεση.
Είναι ένα πορτρέτο από το 1988, το οποίο δείχνει μια γυμνόστηθη γυναίκα με τα χέρια ψηλά, που μας κοιτάει και γελάει. Μου αρέσει πολύ γιατί είναι ένα από τα σπάνια έργα όπου η γυναίκα δείχνει χαρούμενη και μοιάζει κάπως να μας κοροϊδεύει.
Πιστεύω πως αποτυπώνει καλά την αίσθηση του χιούμορ της Σίλειας αλλά και το γεγονός ότι ολόκληρη η δουλειά της ήταν συγχρόνως ένα ψυχογράφημα αλλά και μια γιορτή της γυναικείας δύναμης και της γυναικείας φύσης με έναν πολύ σύγχρονο, σχεδόν μεταμοντέρνο τρόπο, ακριβώς γιατί όλα όσα υποστήριζε υπήρξαν από τότε πολύ προωθημένα για την εποχή της.
Info
Αφιέρωμα στη Σίλεια Δασκοπούλου, 1936-2006
Έως 1/12
Can, Christina Androulidaki Gallery (Αναγνωστοπούλου 42, Κολωνάκι, 210 3390833)
Ωράριο: Τρ.-Παρ. 12:00-15:00, 17:00-20:00, Σάβ. 12:00-16:00 και κατόπιν ραντεβού
Είσοδος ελεύθερη
σχόλια