Για πρώτη φορά, τριάντα έργα του Cy Twombly που αντλούν την έμπνευσή τους από την ελληνική μυθολογία και την Ελλάδα θα παρουσιαστούν μαζί με δώδεκα έργα της ελληνικής αρχαιότητας. Αυτή η «αντιπαράθεση» στοχεύει στη δημιουργία ενός μοναδικού και πρωτότυπου διαλόγου μεταξύ αρχαίας και σύγχρονης τέχνης. Όπως αναφέρει η πρόεδρος του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, Σάντρα Μαρινοπούλου, η δική της επιθυμία και εκείνη του διευθυντή του μουσείου καθηγητή Νίκου Σταμπολίδη να πραγματοποιήσουν αυτή την έκθεση έχει γεννηθεί εδώ και πολλά χρόνια και προκύπτει μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο διερεύνησης των σημείων επαφής της σύγχρονης τέχνης με τις αρχαιότητες. «Πέρσι το καλοκαίρι είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Nicola del Roscio, πρόεδρο του Cy Twombly Foundation, και μαζί με τον Jonas Storsve, επιμελητή της μεγάλης αναδρομικής έκθεσης του Cy Twombly που φιλοξενήθηκε πρόσφατα στο Centre Georges Pompidou, αποφασίσαμε να υλοποιήσουμε αυτή την έκθεση» λέει η κ. Μαρινοπούλου.
Η γοητεία που άσκησε η Ελλάδα στον Cy Twombly είναι γνωστή, όπως και το ενδιαφέρον του για την ελληνική μυθολογία. Και τα δύο στοιχεία γίνονται ποικιλοτρόπως αισθητά στα έργα του ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Ονόματα θεών και μυθολογικών προσώπων, απλά σχήματα ή γραμμές που υποβάλλουν την ιδέα ότι πρόκειται για φιγούρες της αρχαιότητας, όλα τους σχετίζονται στους πίνακές του μ' εκείνη την ιδανική στιγμή κατά την οποία ξάφνου όλα μοιάζουν καθαρά, σχετίζονται με την αναλαμπή της μνήμης, της ενσυναίσθησης και του εύρους του συναισθήματος.
Μπορεί τη μια στιγμή να ήταν ερωτευμένος με τον Αρχίλοχο και την άλλη με κάτι άλλο, ίσως τον Σεφέρη ή τη Σαπφώ. Οι εναλλαγές αυτές εξαρτιόνταν από τη διάθεσή του ή από τη συγκεκριμένη περίοδο της ζωής του. Του άρεσε να μελετά, να ψάχνει, να προσπαθεί να ζει.
Και όπως το περιγράφει πιο καθαρά ο κ. Nicola del Roscio: «Ο Cy Twombly προσπάθησε να δώσει εικόνα στη μνήμη, αλλά όχι με την ακαδημαϊκή της έννοια, ούτε με τη νοσταλγική απεικόνιση της ανάμνησης. Η δουλειά του σχετίζεται με τη διάσταση της μνήμης και με το να την καταστήσεις ορατή. Η μνήμη είναι, βέβαια, κάτι το αφηρημένο μέσα στο μυαλό μας και γι' αυτό η επιδίωξή του ήταν να την αποδώσει με μια εικονικότητα ποιητική. Τον ενδιέφερε η ηθική απεικόνιση της μνήμης, δεδομένου ότι δεν μπορείς να κοιτάζεις προς το μέλλον αν δεν φέρεις μια μνήμη – αν δεν κοιτάζεις και στο παρελθόν. Το έκανε, λοιπόν, αυτό με έναν υπέροχο τρόπο. Με έναν τρόπο ηθικό, με τρόπο φιλοσοφικό. Για να τοποθετήσεις τη μνήμη στον καμβά, πρέπει πριν από οτιδήποτε άλλο να σχηματίσεις στο μυαλό σου αυτό που θα κάνεις. Σαν να πρόκειται για ένα όραμα που σου φανερώνεται. Για αρκετό χρόνο, λοιπόν, στεκόταν μπροστά από τον καμβά, μην κάνοντας τίποτα, προετοιμαζόμενος ψυχολογικά. Όταν η παραστατική λειτουργία της μνήμης φανερωνόταν και ήταν ξεκάθαρη, τότε ξεκινούσε να ζωγραφίζει. Και ζωγράφιζε πολύ γρήγορα. Πιστεύω ότι ήταν πολύ γρήγορος επειδή κι εγώ, αν ήμουν στη θέση του, υποθέτω ότι θα φοβόμουν μην αργοπορήσω και χάσω την καθαρότητα της εικόνας. Γιατί υπάρχει μια μαγική στιγμή κατά την οποία εμφανίζεται η "φυσική υπόσταση" ενός οράματος και αυτό δεν διαρκεί για πάντα. Ως εκ τούτου, οφείλεις να δράσεις γρήγορα».
—Σίγουρα αγαπούσε τη Μεσόγειο, αλλά τι σήμαινε για 'κείνον η Ελλάδα ειδικότερα;
Υποθέτω ότι υπάρχουν μόνο δύο χώρες κατάλληλες για να κάνει κάποιος αυτήν τη διεργασία πάνω στη μνήμη που μόλις σας ανέφερα. Και οι χώρες αυτές είναι η Ιταλία και η Ελλάδα. Ελπίζοντας ότι δεν γίνομαι μπανάλ ή ότι δεν ακούγομαι σαν εξυπνάκιας, πιστεύω ότι από 'κει ξεκινούν όλα, από κει προέρχονται. Αυτός, λοιπόν, είναι ο σύνδεσμός του με την Ελλάδα. Χρησιμοποιούσε τη μνήμη ως μεταφορά και τη μεταμόρφωση ως εμπειρία. Δεν υπάρχει δημιουργία αν δεν διαθέτουμε μνημονικό. Και για τον λόγο αυτό γίνεται τόσο σημαντική η μνήμη. Το 1965 θα πήγαινα με οτοστόπ από τη Βηρυτό στη Δαμασκό (τότε, ξέρετε, μπορούσες να ταξιδέψεις με αυτό τον τρόπο) και στο ενδιάμεσο, καθ' οδόν προς τα εκεί, βρεθήκαμε μαζί με τον Cy στην Πάτμο. Υπάρχει, λοιπόν, μια πλατεία στη Χώρα της Πάτμου που, απ' όλα τα μέρη, είναι αυτό με την πιο μεταφυσική διάσταση. Επιπλέον, φύσαγε το μελτέμι κι εκείνος βρισκόταν σε έκσταση που του προκαλούσε ο ήχος αυτού του ανέμου. Ένιωθε ότι γινόταν ένας Οδυσσέας που άκουγε το τραγούδι των Σειρήνων. Εγώ τότε είχα αισθανθεί κάπως ενοχλημένος, γιατί επρόκειτο απλώς για ένα ορμητικό μελτέμι, του οποίου η βουή έφτανε στην πλατεία του χωριού. Βέβαια, αργότερα, και ακόμη περισσότερο τώρα, που τα αναπολώ όλα αυτά, καταλήγω στο ότι το ζήτημα ήταν ο χώρος, πιο συγκεκριμένα ο ρυθμός του, αυτό που στα ιταλικά ονομάζουμε «la cadenza». Ό,τι βάζει μια στίξη στη ζωή και στη μνήμη. Είναι πολλοί οι μουσικοί που έχουν ασχοληθεί με το έργο του Cy Twombly. Ίσως είναι ο εικαστικός καλλιτέχνης που έχει εμπνεύσει τα περισσότερα μουσικά έργα. Έχουν γραφτεί περί τα 12 κονσέρτα που είναι εμπνευσμένα από έργα του και πάντα αναρωτιόμουν γιατί έλκει τόσο πολύ τους μουσικούς. Κατέληξα ότι οι μουσικοί γοητεύονται από αυτόν το ρυθμό που έχουν τα έργα του, την cadenza, που διευθύνει τον χώρο. Η Ελλάδα είναι κατάλληλο μέρος για να τα ανιχνεύσει κάποιος όλα αυτά.
—Ποιο άλλο μέρος στην Ελλάδα, πιο άμεσα συνδεδεμένο με την αρχαία παράδοση, του παρείχε αυτή την αίσθηση που περιγράφετε;
Όλα τα έργα του Cy Twombly σε αυτήν τη διαρκή αναζήτησή του σχετικά με τη λειτουργία της μνήμης δημιουργούνται μέσα από σχήματα μεταφοράς. Αυτό σημαίνει ότι λειτουργούν υπερβαίνοντας τα όρια της φυσικής τάξης των πραγμάτων, ότι ξεφεύγουν από αυτήν, με τον ίδιο τρόπο που η μυθολογία αποτελεί ένα σχήμα μεταφοράς του ανθρώπινου ψυχισμού. Από αυτή την άποψη, ο πραγματικός τόπος ως ένα περιβάλλον που θα μπορούσε κάποιος να το περιγράψει δεν έχει πλέον τόση σημασία, όσο η αίσθηση που μπορεί να γεννά το περιβάλλον αυτό. Στο πρώτο ταξίδι που κάναμε μαζί με τον Cy στην Ελλάδα περάσαμε ένα βράδυ στη Δήλο και κοιμηθήκαμε έξω, στο ύπαιθρο. Ουσιαστικά, ήμασταν μόνοι στο νησί και βιώσαμε αυτή την απόλυτη απουσία ήχων, το φως της νύχτας, τα αρώματα της φύσης. Ένα άλλο μέρος που ο Cy αγάπησε πολύ ήταν ο Πύργος της Τήνου, το χωριό από το οποίο προέρχονταν οι σπουδαίοι λιθοξόοι της αρχαιότητας και από αυτό κατάγονται ακόμα και σήμερα οι καλύτεροι μαρμαρογλύπτες. Η επίσκεψή μας, λοιπόν, ήταν ένας φιλόδοξος εορτασμός αυτής της γλυπτικής παράδοσης. Μετά, όμως, ο Πύργος έγινε το χωριό που του άρεσε να επισκέπτεται, για τη λευκότητά του, γι' αυτό που έφερναν τα αλλεπάλληλα ασβεστώματα. Αγαπούσε το λευκό γιατί πίστευε ότι καλύπτει ελαττώματα, ότι τα καθιστά αόρατα. Σαν να επιβάλλει μια αναίρεση των καταστάσεων και μια καινούργια αρχή. Μια επανεκκίνηση των πάντων.
—Τον συγκινούσε, λοιπόν, κυρίως η ανέγγιχτη Ελλάδα;
Σίγουρα η Ελλάδα ήταν ανέγγιχτη όταν την επισκέφτηκε πρώτη φορά, το 1959 νομίζω. Το αναφέρω γιατί ανέγγιχτη ήταν και την πρώτη φορά που την επισκέφτηκα εγώ, το 1965. Θυμάμαι μια ταβέρνα στην Πάτμο. Σέρβιραν δυο ντοματούλες και σαρδέλες. Ξέρετε, το φαγητό, όταν λείπει η ποσότητα, έχει πραγματικά πολύ καλύτερη γεύση. Μια άλλη φορά, πάλι, ταξιδέψαμε σε μέρη που είχε επισκεφτεί ο λόρδος Βύρων. Του είχε αρέσει πολύ εκείνο το ταξίδι. Ωστόσο, δεν τον άγγιζε τόσο πολύ η γοητεία της παλιάς ρομαντικής ιδέας για την Ελλάδα. Τον είχε σοκάρει τότε το ότι σε ένα μικρό χωριό στην Ήπειρο, σε μια ταβέρνα του οποίου είχαμε καθίσει, η ταβερνιάρισσα ήταν ταραγμένη και απελπισμένη με τους γύφτους που είχαν φτάσει στην περιοχή και μας παρακάλεσε να μείνουμε στην ταβέρνα της όση ώρα θα έμεναν κι εκείνοι, γιατί τους φοβόταν.
—Γιατί από όλη τη μυθολογία τού άρεσαν πιο πολύ οι ιστορίες των θεών;
Η άποψή μου είναι –και θα επιμείνω ότι πρόκειται για δική μου ερμηνεία– ότι τον δελέαζε η πλευρά του «παραμυθιού» που περιέχεται σε αυτές. Εξίσου, όμως, τον γοήτευε η μεγάλη αλήθεια του να γνωρίζεις μέσω ενός σχήματος μεταφοράς, που είναι η μυθολογία, την ανθρώπινη ύπαρξη. Η εναλλακτική για να αποκτήσει κάποιος πρόσβαση σε αυτού του είδους τη γνώση θα ήταν ίσως η ψυχανάλυση ή άλλες τεχνικές και θεωρίες, σαν εκείνες που πρότεινε ο Γιουνγκ για παράδειγμα. Κατά τα άλλα, για τον Cy Twombly όλα εξαρτιόνταν από τη στιγμή. Μπορεί τη μια στιγμή να ήταν ερωτευμένος με τον Αρχίλοχο και την άλλη με κάτι άλλο, ίσως τον Σεφέρη ή τη Σαπφώ. Οι εναλλαγές αυτές εξαρτιόνταν από τη διάθεσή του ή από τη συγκεκριμένη περίοδο της ζωής του. Του άρεσε να μελετά, να ψάχνει, να προσπαθεί να ζει. Διέθετε μεγάλη περιέργεια για τη ζωή, μια αξιοσημείωτη περιέργεια. Οι καλλιτέχνες είναι άνθρωποι που υποφέρουν και κάποτε, σε μια στιγμή δικής του δυσφορίας και βύθισης στο μαύρο του, μου είχε εκμυστηρευτεί: «Θα ευχόμουν να μην είχα υπάρξει τόσο περίεργος στη ζωή μου. Θα είχα μια καλύτερη, ανθρώπινη ζωή. Η περιέργεια ερείπωσε τη σκέψη μου». Εγώ δεν είμαι καλλιτέχνης, αν και προέρχομαι από μια οικογένεια όπου όλοι είναι ή γιατροί ή καλλιτέχνες. Μερικές φορές με παρουσιάζουν ως καλλιτέχνη, αλλά υπήρξα απλώς βοηθός του Cy Twombly. Τον βοηθούσα κατά την προετοιμασία της δουλειάς του. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είμαι συνηθισμένος σε αυτές τις νευρώσεις των καλλιτεχνών.
—Μήπως σας αρέσουν κιόλας;
Ναι, κατά κάποιον τρόπο μου αρέσουν. Κι αυτό συμβαίνει γιατί κατέκτησα ένα είδος ελευθερίας με το να βρίσκομαι κοντά στον Cy Twombly. Ένας από τους λόγους για τους οποίους νιώθω τέτοιον σεβασμό για εκείνον είναι σίγουρα ο επαγγελματισμός του. Όμως, όταν ήμουν 20 χρονών, ήμουν λίγο άναρχος. Ένα απόγευμα, λοιπόν, την ώρα που σερβιριζόταν το τσάι –γιατί και στην Ιταλία τότε πίναμε τσάι, όπως συνηθίζεται στην Αγγλία–, εγώ άρχισα να παραπονιέμαι για την κατάστασή μου και τότε εκείνος μου είπε: «Το πιο σημαντικό είναι να είσαι ελεύθερος. Να θυμάσαι πάντα ότι εκείνο που προέχει περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο είναι να νιώθεις ελεύθερος». Με ωθούσε στο να είμαι ελεύθερος και αυτό είναι το πιο σημαντικό απ' όλα.
—Τι ακριβώς σημαίνει η χρήση του λόγου, οι λέξεις που εμφανίζονται στα έργα του Cy Twombly;
Μισώ τις λέξεις «επανάσταση» και «επαναστατικό» ως χαρακτηρισμούς. Τίποτε απ' αυτά δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Τίποτα το επαναστατικό, μόνο κάτι το μολυσματικό και μεταδοτικό. Ωστόσο, χάρη στις λέξεις που εμφανίζονται στη ζωγραφική του εισάγεται σε αυτήν και η γραμμή. Και η γραμμή είναι σχέδιο. Επίσης η γραμμή, όταν σχεδιάζει κάποιος, είναι το πιο κατευθυνόμενο, το πιο σύντομο, το πιο άμεσο μέσο μεταξύ μυαλού και χεριού.
—Και τώρα, με την ιδιότητα του προέδρου του Ιδρύματος Cy Twombly, ποιες είναι οι αρμοδιότητές σας;
Ουσιαστικά, οργανώνω ένα αρχείο σχετικά με τον Cy Twombly και θέλω να το κάνω όσο πιο τέλεια γίνεται. Όλα του τα έργα είναι τεκμηριωμένα σε έναν αναλυτικό κατάλογο. Έτσι, δεν υπάρχει πλέον κίνδυνος να εμφανιστούν πλαστά έργα του. Αυτή την εποχή δημιουργώ ένα δικό του προσωπικό φωτογραφικό αρχείο. Προσθέτω όλες τις πιθανές πληροφορίες που γνωρίζω σε αυτό και νομίζω ότι είναι κάτι καλό, που θα έπρεπε να γίνει για το έργο του Cy.
—Πέρα από το αρχείο, ποιοι είναι οι σκοποί του ιδρύματος;
Ο Cy μου έλεγε: «Ποτέ μην πιέζεις ένα μουσείο να κάνει αναδρομική έκθεση κάποιου καλλιτέχνη. Δεν υπάρχει πιο ανάγωγο πράγμα στον κόσμο!». Αυτό το έχω πάντα στο μυαλό μου. Κατά τα άλλα, ακολουθούμε ένα κλασικού τύπου πρόγραμμα πολιτιστικού οργανισμού. Προβαίνουμε σε διάφορες δωρεές και γενικότερα επιθυμούμε να αναπτύξουμε ένα μεγαλύτερο πρόγραμμα δωρεών. Φυσικά, πέραν αυτών, δίνουμε τεράστια έμφαση στην τεκμηρίωση, διευθέτηση και ολοκλήρωση του αρχείου. Το ίδρυμα διαθέτει επίσης τρία ακίνητα: ένα πολύ όμορφο στη Νέα Υόρκη, ένα στη Ρώμη και ένα στην Γκαέτα, στην κεντρική Ιταλία, 80 χλμ. από τη Νάπολη.
—Ενόσω κάνετε όλη αυτήν τη δουλειά του αρχειοθέτη, η δική σας θέση απέναντι στο έργο του Cy Twombly μεταβάλλεται; Ανακαλύπτετε κάτι που δεν γνωρίζατε;
Κάτι που ανακάλυψα ήταν ένα γράμμα, μια επιστολή, την οποία «έγραψε» σαν να ήταν μια σειρά από σχέδια, σε έξι φύλλα χαρτιού διαστάσεων 30x60 εκατοστών. Πρόκειται για μια επιστολή που έστειλε σε έναν μουσικό. Από εκείνο το γράμμα ο μουσουργός συνέθεσε ένα δικό του μουσικό έργο. Και αυτό ήταν κάτι υπέροχο! Δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους και ο Cy απάντησε ότι ευχόταν κάποτε να εμπνευστεί από τη μουσική του με τον ίδιο τρόπο που εκείνος είχε εμπνευστεί από τα σχέδιά του. Αυτά ήταν πράγματα που δεν γνώριζα και ανακάλυψα.
Ιnfo:
«Θεϊκοί Διάλογοι: Cy Twombly & Ελληνική Αρχαιότητα»
Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
25/05-03/09
Είσοδος: €7