Ο Πάνος Προφήτης είναι εικαστικός, ως κύριο μέσο χρησιμοποιεί τη γλυπτική και τις εγκαταστάσεις. Τα μεγάλα προσωπεία που δημιουργεί είναι αποτέλεσμα σκληρής μελέτης εγκυκλοπαιδειών και παλιών καταλόγων μουσείων. Πρόκειται για γλυπτές μάσκες που θυμίζουν την εικονογραφία αρχαίων ελληνικών αμφορέων και αφηρημένες κατασκευές, μοιάζουν να κουβαλάνε επιρροές από τον Γκόγια, τον Πικάσο, τη βυζαντινή εικονογραφία, το Xenomorph από την ταινία «Alien», τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και άπειρη πληροφορία που έχει μαζέψει. Αυτή την περίοδο συμμετέχει στην ομαδική έκθεση «Επιστημολογίες του Ήλιου» σε επιμέλεια Μαρίνας Φωκίδη στην γκαλερί Ρεβέκκα Καμχή.
«Γεννήθηκα σε ένα μικρό χωριό στους πρόποδες του Παρνασσού, μένω στο κέντρο και το εργαστήριό μου είναι στη Νέα Φιλαδέλφεια. Κατάλαβα ότι έχω την κλίση προς τα καλλιτεχνικά από πολύ μικρός. Θυμάμαι τα καλοκαίρια να πηγαίνουμε στην Αυλίδα, στο εξοχικό των θείων μου, οι οποίοι ήταν ένα πολύ δημιουργικό ζευγάρι designers με έντονη καλλιτεχνική φύση, που δούλευαν χρόνια στο πεδίο του βιομηχανικού σχεδιασμού. Εκεί πήρα τα πρώτα μου ερεθίσματα γύρω από το σχέδιο, τις κατασκευές και τη ζωγραφική σε ένα πλαίσιο παιχνιδιού και καλοκαιρινής ανεμελιάς. Έτσι, την κλίση μου πρώτα την κατάλαβαν τρίτοι και μετά εγώ.
Αυτή την κλίση είχα την τύχη να μην την αποθαρρύνει ποτέ το οικογενειακό μου περιβάλλον. Ήταν κάτι που έκανα από μικρός, δεν το αποφάσισα ποτέ, απλώς ήταν η δεύτερη φύση μου. Μετά από καιρό ήρθε η ΑΣΚΤ, ένα μεταπτυχιακό στο Βέλγιο και πλέον μπορώ να λέω σε όποιον με ρωτάει ότι έχω επίσημα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι είμαι καλλιτέχνης, αν και είναι μια λέξη που στην ελληνική πραγματικότητα μεταφράζεται μερικές φορές πολύ διαφορετικά».
Αντλώ έμπνευση από την παρατήρηση της καθημερινότητας, από τις απλές κινήσεις των ανθρώπων. Τέτοιες στιγμές μού έχουν δώσει ιδέες για διάφορες περφόρμανς, από τον τρόπο που οι άνθρωποι κάθονται και τρώνε ηλιόσπορο σε μια γωνιά του δρόμου μέχρι την κίνηση δυο ηλικιωμένων γυναικών που κατεβαίνουν μια μεγάλη μαρμάρινη σκάλα μετά το τέλος της κυριακάτικης λειτουργίας.
— Υπάρχει κάποιο έργο ή κάποιο ερέθισμα που όσες φορές και αν έρθεις σε επαφή μαζί του σε συγκινεί όπως την πρώτη φορά;
Τα έργα που με έχουν συγκινήσει τα έχω δει μόνο μία φορά, δεν έχει τύχει να τα ξαναδώ, μπορεί επειδή κάποια είναι σε συλλογές στο εξωτερικό ή έργα περιοδικών εκθέσεων. Ωστόσο στα έργα που με συγκινούν δίνω χρόνο, κάθομαι απέναντί τους για ώρα, πηγαίνω κοντά, τα παρατηρώ πολλές φορές, τα ακουμπάω (στα κρυφά, κοιτώντας αριστερά και δεξιά), κοιτάω τις λεπτομέρειες, τις ατέλειες, κάνω μερικά βήματα πίσω, γίνομαι άπληστος. Θέλω κάπως αυτή την εμπειρία να την κάνω κομμάτι μου, γιατί, όπως είπα και στην αρχή, δεν ξέρω πότε θα ξανασυναντηθούμε.
Παραδόξως, ενώ με ενδιαφέρουν οι σύγχρονες μορφές τέχνης, έργα που έχουν χαραχθεί στο μυαλό μου είναι τα ζωγραφικά πορτρέτα της Alice Neel στο Kunstmuseum Den Haag, το «The Third of May 1808» και το «Saturn devouring his son» του Γκόγια στο Museo del Prado,τα γλυπτά του Antoine Bourdelle στην Galleria Nazionale d’Arte Moderna της Ρώμης, τα έργα της Ovartaci και της Belkis Ayón που είδα πρόσφατα στην Μπιενάλε της Βενετίας.
Σίγουρα έχω συγκινηθεί από πράγματα που δεν έχουν να κάνουν με έργα τέχνης, όπως το ορεινό τοπίο, η ησυχία και η δυνατότητα απομόνωσης που σου προσφέρει η φύση του βουνού, ένα είδος νιτσεϊκής απόδρασης – αν τις αναπτύξω κι άλλο αυτές τις σκέψεις, θα γίνω ακόμα πιο γραφικός και θα έχουν δίκιο οι αναγνώστες.
— Κάνεις μόνο γλυπτά; Με τι άλλα μέσα δουλεύεις;
Κάνω σκέψεις, από τις σκέψεις κάνω κάποια σχέδια (σε χαρτί, ψηφιακά κ.λπ.), από τα σχέδια προκύπτουν κάποια γλυπτά, ενίοτε και εγκαταστάσεις. Μετά σκέφτομαι πως αυτά τα έργα μπορούν να εξελιχθούν σε άλλες κατευθύνσεις ή να ενεργοποιηθούν με τη βοήθεια του σώματος του εδώ και τώρα. Έτσι κάποιες φορές προκύπτει η προοπτική του παραστασιακού ως ενός μέσου που είναι οργανικό, έχει κίνηση, φωνή, χειρονομία.
— Γιατί κάνεις τόσο πολλά κεφάλια;
Η αλήθεια είναι ότι κάνω πολλά κεφάλια, έχω σχεδόν μια εμμονική σχέση με το προσωπείο. Στη δουλειά μου το προσωπείο είναι ένα εργαλείο προβολής πολιτικών, ανθρωπολογικών και φιλοσοφικών ζητημάτων. Το προσωπείο ή αλλιώς μάσκα είναι ένα αντικείμενο που εμφανίζεται σχεδόν σε όλους τους πολιτισμούς, ενώ στον δικό μας υπάρχει μια βαθιά σχέση που εδραιώνεται από το αρχαίο δράμα και τις τελετουργίες μέχρι τις αποκριάτικες γιορτές.
Στην κωμωδία, ιδιαίτερα στον Αριστοφάνη, το «πρόσωπον» αποτελεί το πιο εκτεθειμένο μέρος του σώματος, όχι μόνο στη θέα αλλά και σε όλων των ειδών τα άτοπα και γελοία ατυχήματα: θύμα θυσίας ψήνεται στον βωμό και η κοιλιά του σκάει στο πρόσωπο του Στρεψιάδη, γεμίζοντάς τον ακαθαρσίες, σφήκες επιτίθενται στα μάτια και κάνουν το πρόσωπό του να πρηστεί (προσφέροντας ένα κωμικό αποτέλεσμα για τα δεδομένα της εποχής).
Στον Σοφοκλή, ο Αίμων, θέλοντας να δείξει το μίσος του στον πατέρα του μετά τον θάνατο της Αντιγόνης, φτύνει στο πρόσωπο τον Κρέοντα. Αυτές οι μικρές κωμικοτραγικές αναφορές δεν απέχουν πολύ από τις τουρτομαχίες του βωβού σινεμά, το φτύσιμο κατάμουτρα στις γκανγκστερικές ταινίες ή από το δικό μας μούντζωμα που σημαδεύει κυρίως το κεφάλι του άλλου. Έτσι, μπορούμε να διακρίνουμε και έναν διαχρονικό συμβολισμό που φέρει το πρόσωπον στην τέχνη (ως πορτρέτο, προτομή, μάσκα κ.λπ.) αλλά και στην καθημερινότητα.
Αυτά τα κεφάλια, λοιπόν, αν τα αντιστρέψεις, ανακαλύπτεις ότι είναι κενά από πίσω, αποκαλύπτοντας την ψεύτικη φύση τους που είναι θεατρική και υποκριτική. Έτσι, με όλα αυτά τα προσωπεία ο εκθεσιακός χώρος μοιάζει με εγκαταλειμμένη σκηνή.
— Τι συμβολίζουν για εσένα τα έργα σου;
Πιστεύω πολύ στην αινιγματική φύση του έργου τέχνης, τα έργα μπορεί να περιγράφουν κάτι, αλλά την ίδια στιγμή το κρύβουν, όπως η μουσική είναι αινιγματική και ταυτόχρονα προφανής. Δεν θα μπορούσα με ευκολία να σου περιγράψω ότι το σύνολο των έργων μου συμβολίζει «αυτό» ή το «τάδε», γιατί κάποια από αυτά αποκτούν δική τους ζωή, φεύγουν από μένα, αυτονομούνται σαν τους χαρακτήρες ενός θεατρικού έργου, όπως ανέφερα πιο πάνω.
Έτσι, πέραν του συμβολισμού, η πρόθεσή μου είναι να αναδείξω ότι η κοινωνία μας, συμπεριλαμβανομένης και της πολιτιστικής βιομηχανίας, φοράει μάσκες. Αυτό που εντοπίζω ως δημιουργός είναι ότι η εποχή μας καλύπτεται από ένα πέπλο υποκρισίας και αυτό το πέπλο καλύπτει πολιτικούς και πολιτισμικούς θεσμούς.
Ο θεσμός τις περισσότερες φορές γίνεται «μίμος» παρά λόγος και αυτό έχει επεκταθεί σε κάθε φάσμα της καθημερινότητας, κάνοντάς μας μέρος αυτής της μεγάλης, ανθρώπινης κωμωδίας. Πιστεύω ότι στο τέλος θα μιλάμε μεταξύ μας σαν τον Jimmy Fallon του «Tonight Show»!
— Μπορείς να μας περιγράψεις τη δημιουργική διαδικασία;
Έχει πολλή μετακίνηση με το μηχανάκι. Επειδή κύριο μέσο μου είναι η γλυπτική και οι εγκαταστάσεις, πολλά από τα υλικά που χρησιμοποιώ βρίσκονται σε διαφορετικά σημεία μέσα στην Αθήνα, οπότε έχω γίνει ειδικός πλέον στο να μεταφέρω αρκετά αντικείμενα πάνω σε δίτροχο, δεν μπορείς να φανταστείς ποσα πράγματα μπορώ να στοιβάξω. Στο τέλος μοιάζω σαν να κάνω κάποιο ζογκλερικό νούμερο τσίρκου, τουλάχιστον όμως γλιτώνω την κίνηση, δεν αντέχω με τίποτα το αμάξι στην Αθήνα.
Αφού συλλέξω, λοιπόν, τα υλικά που χρειάζομαι, η δημιουργική διαδικασία αναπτύσσεται παράλληλα, καθώς ερευνώ, διαβάζω, μαζεύω φωτογραφικό υλικό. Πολλές φορές βρίσκω ωραίες φωτογραφικές αναφορές από παλιές εγκυκλοπαίδειες ή παλιούς καταλόγους μουσείων, κάνω δοκιμές και συχνά αποτυγχάνω. Είναι μια διαδικασία που θα έλεγα ότι μοιάζει πολύ με τη γαστρονομία: σαν να είσαι στην κουζίνα, λερώνεσαι, αναμειγνύεις πράγματα με τα χέρια, ζυμώνεις, και στη δική μου περίπτωση, μέχρι να ολοκληρωθεί το έργο, επικρατεί ένα χάος από διασκορπισμένα υλικά, προσχέδια και εργαλεία, τα οποία, αφού τελειώσει το έργο, θα πρέπει να μπουν σε μια τάξη ώστε να ξεκινήσει το επόμενο. Όλα αυτά με τη συνοδεία μουσικής.
— Από πού εμπνέεσαι;
Θα έλεγα ότι δεν έχω μία πηγή έμπνευσης, εμπνέομαι από διάφορα, που πολλές φορές είναι αντιθετικά. Αντλώ έμπνευση από την παρατήρηση της καθημερινότητας, από τις απλές κινήσεις των ανθρώπων. Τέτοιες στιγμές μού έχουν δώσει ιδέες για διάφορες περφόρμανς, από τον τρόπο που οι άνθρωποι κάθονται και τρώνε ηλιόσπορο σε μια γωνιά του δρόμου μέχρι την κίνηση δυο ηλικιωμένων γυναικών που κατεβαίνουν μια μεγάλη μαρμάρινη σκάλα μετά το τέλος της κυριακάτικης λειτουργίας.
Εμπνέομαι από τη θρησκευτική τέχνη και τη βυζαντινή εικονογραφία, αν και άθεος, αλλά με απασχολεί το πώς αποδίδονται οι μορφές, πώς εντάσσονται στον χώρο, η αρχιτεκτονική και πώς αυτό το περιβάλλον είναι το σκηνικό για την τελετουργία, μια τελετουργία που έχει ρίζες στο αρχαίο δράμα. Με ηρεμεί πολύ να μπαίνω σε άδειους ναούς στο κέντρο της πόλης, που ειδικά τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού έχουν μια απόκοσμη δροσιά, καταλαβαίνεις ότι η θρησκεία με αυτήν τη μορφή είναι κάτι που αργοπεθαίνει, δίνοντας τη θέση της στη λατρεία της παραγωγής και της κατανάλωσης, τα κινητά και τα τάμπλετ μας είναι οι νέοι ναοί και τα tableau vivants.
Με απασχολεί η μνημειακή τέχνη, έχει μια πολιτική αξία. Διανύουμε μια εποχή που αποκαθηλώνονται σύμβολα και πρόσωπα από τον δημόσιο χώρο, αλλά αυτό που δεν ανατρέπεται είναι το σύστημα που τα ανέδειξε. Ταυτόχρονα, όμως, η επικρατούσα πολιτική δράση έχει επιστρέψει σε μια μορφή εικονολατρίας, χωρίς και πάλι να έρχεται σε ρήξη με αυτό που την παράγει. Απολαμβάνω να εμπνέομαι από το σινεμά, το θέατρο, τα ταξίδια και την ανάγνωση.
— Έχεις επηρεαστεί καθόλου από τον H.R. Giger και τα Άλιεν ή είναι η ιδέα μου;
Γεννήθηκα στα τέλη της δεκαετίας του '80, οπότε η κουλτούρα των ταινιών sci-fi και των κόμικς είχε έντονη παρουσία! Ήταν ταινίες που δημιουργήθηκαν σε μια εποχή που τα ειδικά ψηφιακά εφέ ήταν σε βρεφικό στάδιο, οπότε τα πιο πολλά σκηνικά, πλάσματα, τέρατα, διαστημόπλοια και ό,τι άλλο απαιτούσε το σενάριο ήταν κυρίως φτιαγμένα στο χέρι.
Οι τεχνικές που χρησιμοποιούσαν ήταν βγαλμένες από την παραδοσιακή γλυπτική (έκαναν καλούπια, χυτεύσεις, προπλάσματα, μακέτες κ.λπ.). Βέβαια, δεν χρησιμοποιούσαν παραδοσιακά υλικά αλλά σιλικόνη, λάτεξ, ρητίνες, πλαστελίνη, μηχανικά μέρη, ώστε να δώσουν μια πιο ρεαλιστική, αλλά συνάμα παράδοξη μορφή στις ιδέες που γεννούσε το μυαλό του δημιουργού.
Η επιστημονική φαντασία μού ασκεί μια γοητεία, αγγίζει τον σουρεαλισμό ή τον φουτουρισμό, είναι σκοτεινή, υπερβολική κάποιες φορές, αγγίζοντας τα όριο του γελοίου – γιατί ένας επιστήμονας να μεταμορφωθεί σε μύγα; Στο «Fly» του Κρόνενμπεργκ συμβαίνει (γελάει)! Οι sci-fi ταινίες είναι κυρίως απαισιόδοξες για το μέλλον της ανθρωπότητας, με δυστοπικούς οραματισμούς, τεχνοφοβία, εργαλειοποίηση της φύσης, post-human υπάρξεις και υπαρξιακά ερωτήματα.
Παρ' όλα αυτά, πολλές που έγιναν τη δεκαετία του '80 έχουν προβλέψει κάποιες πτυχές του παρόντος. Ελπίζω στο άμεσο μέλλον να ανατρέψουμε κάποια από τα πιο ακραία σενάρια και να μη γίνουμε άλλο ενα σίκουελ του «Mad Max».
— Τα social σε έχουν βοηθήσει να διαδώσεις την τέχνη σου; Θα δημιουργούσες ποτέ περιεχόμενο αποκλειστικά και μόνο για τα social (π.χ. ως κομμάτι κάποιου πρότζεκτ) ή το θεωρείς αποκλειστικά έναν τρόπο να μιλάς για τη δουλειά σου;
Ναι, σίγουρα έχουν βοηθήσει τη δουλειά μου, τα social media είναι ένα εργαλείο με το οποίο μπορείς πολύ εύκολα να προωθήσεις σύντομα κείμενα και εικόνα σε ένα ευρύτερο κοινό.
Ωστόσο, δεν νομίζω ότι η πληροφορία που φτάνει στον χρήστη έχει ουσία/αύρα ολοκληρωμένου έργου τέχνης. Στο έργο τέχνης πρέπει να δώσεις χρόνο, είναι μια ζωντανή, βιωματική εμπειρία. Μια έκθεση είναι ένα κοινωνικό γεγονός με αλκοόλ (ειδικά στα εγκαίνια), σωματικότητα, διάλογο και τριβή.
Στα social media εγώ τουλάχιστον δίνω ελάχιστο χρόνο σε αυτό που θα δω μέχρι να περάσω στην επόμενη εικόνα ή πληροφορία. Στο τέλος της ημέρας δεν μου έχει μείνει τίποτα, έχω μάθει ελάχιστα και έχω δει πάρα πολλά, το συναίσθημα που μου προκαλεί αυτή η διαδικασία είναι σαν έχω φάει junk food ή σαν να έχω δει πολύ πορνό. Στο τέλος ο αλγόριθμος έχει μάθει καλύτερα από μένα τις συνήθειές μου ή τις έχει διαμορφώσει και μου πετάει το προϊόν που θα ήθελα να αγοράσω πριν καν το σκεφτώ.
Πάντα υπάρχει και η άλλη όψη, σίγουρα υπάρχουν φωνές που κάνουν αξιόλογα πράγματα χρησιμοποιώντας τα social media, υπάρχουν δημιουργοί που προωθούν τη δουλειά τους και σε κάποιους αυτό φέρνει και κέρδος (NFT, blogs, vloggers, tiktokers κ.λπ.). Απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σου, ένας λόγος που κάνω ανάγλυφα, πέραν του ότι έχουν μια γλυπτική ποιότητα που ταιριάζει στην πρακτική μου, είναι ότι μπορεί πολύ εύκολα να αποτυπωθεί η ολότητά τους σε μια φωτογραφία.
Σοσιαλμιντιακά είναι εύστοχο, γιατί μπορεί να διαβαστεί πολύ εύκολα ως εικόνα, ενώ, αν ήταν ένα τρισδιάστατο γλυπτό, θα χανόταν πάντα ένα μέρος του, όπως η πίσω πλευρά ή κάποια άλλη λεπτομέρεια κ.λπ.
Οπότε θα έλεγα ότι κάνω έργα για social τα οποία έχουν μια περιπαικτική\σαρκαστική διάθεση, καθώς κάποια πράγματα δεν τα κάνω ώστε να λειτουργούν πρωτίστως στον πραγματικό χώρο, το αρχικό κίνητρο είναι πώς θα αποδοθούν σωστά στον κυβερνοχώρο. Έτσι τα έργα αποκαλύπτονται συγκαλύπτοντας (masking) μια συνθήκη.
— Πες μας λίγα πράγματα για την έκθεση. Τι θα ήθελες να προκαλέσεις στον θεατή μέσα από τα έργα σου;
Την έκθεση την επιμελείται η Μαρίνα Φωκίδη, έχει τον τίτλο «Επιστημολογίες του Ήλιου / Epistemologies of the Sun» και παρουσιάζεται στην αίθουσα τέχνης Ρεβέκκα Καμχή.
Όπως αναφέρει και η Μαρίνα στο κείμενο, σε αυτήν θα βρείτε ένα κράμα έργων από καλλιτέχνες μεγαλωμένους και μεγαλωμένες σε τοποθεσίες του ευρύτερου Νότου, όπου ο ήλιος δεν «εξημερώνεται» εύκολα, όπως η Αθήνα, το Βελιγράδι, τα Κύθηρα, ο Παρνασσός, η Νότια Αφρική ή η Ρόδος.
Οι καλλιτέχνες της έκθεσης μοιράζονται αναφορές από νοτιοανατολικούς πολιτισμούς, πολιτικές ιδιοσυγκρασίες, κοινωνικές σχέσεις, οικονομικές πραγματικότητες, χειρωνακτικές τεχνοτροπίες, μύθους και παραδόσεις, «σχήματα» και «χρώματα» που διασώθηκαν από την ηγεμονικά «επιβαλλόμενη» «λευκή» αγνότητα της Αναγέννησης και του κλασικισμού, τον ορθολογισμό του Διαφωτισμού και την επικράτηση της αμιγούς δυτικής σκέψης.
Ως εικαστικός νιώθω μεγάλη χαρά που εκθέτω μαζί με τόσο υπέροχους και ταλαντούχους δημιουργούς, είναι μια πολυμορφική έκθεση, έχει ένα ευρύ φάσμα πρακτικών, υλικών, φιλοσοφιών και προσεγγίσεων γύρω από το θέμα του ήλιου και των ερμηνειών του. Στον χώρο, εκτός από τα έργα μου, θα βρείτε υφαντά της Ζόε Πολ, ζωγραφικά του Ιάσονα Καμπάνη, κεραμικά της Γιούγκοεξπορτ και μια in situ εγκατάσταση που συνέχεια μεταβάλλεται και μεταμορφώνεται της Ελένης Κοτσώνη. Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 9 Σεπτεμβρίου.
— Ποια είναι η σχέση σου με τον χρόνο;
Γενικώς αργώ, αλλά ξέρω ότι ο χρόνος κυλάει γρήγορα. Θυμάμαι ένα ζεστό καλοκαίρι που καθόμουν με τη γιαγιά μου στην αυλή του σπιτιού της –ήταν αυτά τα επαρχιώτικα μεσημέρια που έχει καυτό ήλιο και δεν κινείται τίποτα–, τηρώντας τη σιέστα της υπαίθρου. Το μόνο που μπορεί να παραβιάσει αυτήν τη σιωπή είναι κανένα παπάκι που σπάει για λίγα δευτερόλεπτα τη μονοτονία με την εξάτμισή του.
Ήμασταν ακίνητοι, σαν ερπετά κουνάγαμε μόνο τα βλέφαρα κι εγώ παρατηρούσα τη γιαγιά μου, που τότε ήταν ενενήντα, παρατηρούσα το δέρμα, τη στάση του σώματος, τη βραδύτητα των κινήσεων, την είχα απέναντί μου, ήταν σαν μια προβολή από το μέλλον μου, σκεφτόμουν ότι κάποια στιγμή, αν είμαι τυχερός ή άτυχος, θα φτάσω σε αυτό το στάδιο – βασικά εκείνη τη στιγμή είχα γίνει αυτό το ηλικιωμένο άτομο. Ο χρόνος είχε συσταλεί, δεν μπορούσα να αντιληφθώ πώς εισήλθα σε αυτήν τη γεροντική κατάσταση.
Τότε τη ρώτησα αν κατάλαβε πώς έφτασε σε αυτή την ηλικία. Συλλογίστηκε για λίγα δευτερόλεπτα και μου αποκρίθηκε «όχι, παιδί μου, δεν κατάλαβα πότε έφτασα ενενήντα, δεν περίμενα ότι θα φτάσω ενενήντα».
Πήρα μια πολύ απλή απάντηση, καθόλου βαθυστόχαστη, μετά επιστρέψαμε και οι δυο στη σιωπή. Έτσι, στη σχέση μου με τον χρόνο υπάρχει μια διαίσθηση, αλλά είναι απροσδόκητη και μια φυγή από την αστική φρενίτιδα.
— Έχεις ανεκπλήρωτα όνειρα; Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
Σίγουρα πολλά, μέσα στην καλλιτεχνική φύση κάποιες φορές φωλιάζει και η ματαιοδοξία – ελπίζω κάποια να τα εκπληρώσω. Υπάρχουν σχέδια για το άμεσο μέλλον, κάποια προκύπτουν και απρόσμενα, όπως ότι σύντομα θα γίνω πατέρας.
Δεν έχω ιδέα πώς αυτό θα επηρεάσει την καλλιτεχνική μου πρακτική ή τον καλλιτεχνικό μου προγραμματισμό. Επειδή θα είναι πανομοιότυπα δίδυμα, στη δουλειά μου υπάρχει το στοιχείο της αναπαραγωγής του αντιγράφου και του πολλαπλασιασμού της μορφής. Αυτό το γεγονός στην αρχή φάνταζε πολύ κωμικό, στα όρια της φάρσας!
«Επιστημολογίες του Ήλιου»
Αίθουσα Τέχνης Ρεβέκκα Καμχή
Λεωνίδου 9, Μεταξουργείο
Έως 9/9