Ο OΡΟΣ «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΖΑΖ» χρησιμοποιείται, τις πιο πολλές φορές, καταχρηστικά. Αν δεν υπάρχουν ελληνικά στοιχεία, παραδοσιακά ή άλλα, στις συνθέσεις των τζαζιστών μας, τότε η ελληνικότητα είναι κάτι το αδιευκρίνιστο.
Σε άλλα άλμπουμ, λοιπόν, μπορεί να ανιχνεύονται ελληνικά στοιχεία στις συνθέσεις, ενώ σε άλλα όχι. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να σημαίνει κάτι από αξιολογικής πλευράς. Είναι, απλώς, μια τυπική διαπίστωση.
Στις περιπτώσεις που θα εξετάσουμε, στην συνέχεια, έχουμε δίσκους jazz, στους οποίους εμφανίζονται πάμπολλοι Έλληνες μουσικοί, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έχουμε συνεργασίες και με μουσικούς από άλλες χώρες (κάτι απολύτως φυσιολογικό και για τους Έλληνες τζαζίστες από... αρχαιοτάτων χρόνων).
Η σκηνή αναπτύσσεται συνεχώς, με νέα ονόματα να έρχονται και να προστίθενται σε όσα παλαιότερα, με διακεκριμένους μουσικούς από το εξωτερικό να εμφανίζονται με δικά μας σχήματα και με την δημιουργική ώσμωση, γενικότερα, να αποδεικνύεται πως είναι ο καταλύτης ακόμη πιο εντυπωσιακών προτάσεων για το άμεσο μέλλον.
Σημασία πάντως έχει, σε κάθε περίπτωση, να προτείνονται κυκλοφορίες (LP, CD ή digital), που να έχουν νόημα και αξία, μέσα από την αποτύπωση νέων προβληματισμών και την οριοθέτηση νέων αισθητικών πλαισίων.
Συμβαίνει; Και με το παραπάνω, θα λέγαμε, καθώς η σκηνή αναπτύσσεται συνεχώς, με νέα ονόματα να έρχονται και να προστίθενται σε όσα παλαιότερα, με διακεκριμένους μουσικούς από το εξωτερικό να εμφανίζονται με δικά μας σχήματα και με την δημιουργική ώσμωση, γενικότερα, να αποδεικνύεται πως είναι ο καταλύτης ακόμη πιο εντυπωσιακών προτάσεων για το άμεσο μέλλον.
Η σειρά παρουσίασης των δέκα άλμπουμ δεν είναι αξιολογική. Είναι τυχαία πιο πολύ.
1.
ORANGE BLUE GREEN: Skra’s Confession
[defkaz PRODUCTIONS, 2022]
Αυτοσχεδιαστικό τζαζ τρίο από την Θεσσαλονίκη είναι οι Orange Blue Green, που τώρα μας παρουσιάζουν το δεύτερο CD τους. Το άλμπουμ αποκαλείται “Skra’s Confession” και έπεται του “Chamber Music” [Private Pressing], που είχε κυκλοφορήσει το 2020.
Να πούμε από την αρχή πως μέλος των Orange Blue Green, πλην των Δήμου Γκουνταρούλη τσέλο και Νεκτάριου Καραντζή κοντραμπάσο, ήταν και ο ντράμερ Χρήστος Γερμένογλου, ο οποίος, δυστυχώς, δεν βρίσκεται πλέον στην ζωή. Έτσι, η ηχογράφηση αυτή δεν μπορεί παρά να είναι αφιερωμένη σ’ εκείνον (από τους δύο άλλους συνοδοιπόρους του), οι οποίοι θα κληθούν, πλέον, να αποφασίσουν για την όποια μελλοντική πορεία του σχήματος, μετά από την ξαφνική απώλεια του αγαπημένου φίλου.
Είναι πολύ «από καρδιάς» και άρα συγκινητικά τα λόγια των Γκουνταρούλη-Καραντζή στο μέσα μέρος του cover, με την συγκίνηση να μεταφέρεται και προς τον ακροατή – όχι μόνον εξαιτίας του κειμένου, μα και της ηχογράφησης εν γένει. Πρόκειται για την τελευταία εγγραφή του Χρήστου Γερμένογλου; Δεν το νομίζουμε... Σίγουρα, όμως, πρόκειται για τον πρώτο δίσκο του, που κυκλοφορεί, μετά τον θάνατό του, και αυτό, όπως και να το κάνουμε, σημαίνει πολλά.
Ο Χρήστος Γερμένογλου, μπορεί να λείπει για τους στενούς συγγενείς του, όπως και για τους ανθρώπους που συνεργάζονταν μαζί του, και αυτή είναι μία απώλεια, που δεν υποκαθίσταται με τίποτα, αλλά για τους φίλους της jazz και του αυτοσχεδιασμού, γενικότερα, ο Χρήστος είναι «ζωντανός», παίζει μουσική και εξακολουθεί ν’ ακούγεται, με νέες ηχογραφήσεις, από τα ηχεία μας.
Getting ready to fly
Ηχογραφημένοι λοιπόν στο Royal Alzheimer Hall, της Θεσσαλονίκης, από τους Τίτο Καργιωτάκη και Χρήστο Χαρμπίλα, στο διάστημα 13-16 Ιουλίου 2021, οι Γκουνταρούλης / Καραντζής / Γερμένογλου μας παρουσιάζουν, στο “Skra’s Confession”, επτά tracks, τα οποία αναπτύσσονται παντελώς αυτοσχεδιαστικά, την ώρα της ηχογράφησης.
Έτσι συνέβαινε και στο προηγούμενο CD των Orange Blue Green. Κι εκεί δε υπήρχε καμία προετοιμασία, καμία προσυνεννόηση, τίποτα που θα μπορούσε να υποσκάψει το αυθόρμητο και το αναπάντεχο. Φυσικά, υπάρχει μία ψυχική και σωματική κατάσταση, μέσω της οποίας και πάνω στην οποία «χτίζεται» όλο αυτό που ακούμε, αλλά από ’κει και πέρα κινητοποιούνται άλλοι μηχανισμοί, που πηγαίνουν τις συνθέσεις (ας τις πούμε έτσι, αφού κάτι συντίθεται έστω και σε διαδικασία «επί τόπου» και «εν τω γεννάσθαι») έως το τέρμα.
Τα περισσότερα κομμάτια εξελίσσονται σε μέσες και χαμηλές εντάσεις, με τα δύο έγχορδα να κανονίζουν μεταξύ τους τις μελωδικές περιπτύξεις (τα δοξάρια δηλαδή παίρνουν φωτιά), ενώ τα ντραμς και τα κρουστά συνοδεύουν στην ίδια λογική αρνούμενα, βασικά, τον ρυθμικό ρόλο τους.
Υπάρχει πάντως κι ένα track, το προτελευταίο, που αποκαλείται “Getting ready to fly”, και που είναι κάτι από εκείνο που υπονοεί ο τίτλος του. Λέμε για ένα track εξουθενωτικό, που καταγράφει την «αγωνιώδη» προσπάθεια για συνεύρεση των τριών αυτοσχεδιαστών, οι οποίοι εμφανίζονται, εδώ, σε εκπληκτικό συντονισμό και με υψηλή αμοιβαιότητα συναισθημάτων.
Φανταζόμαστε τι θα συνέβαινε στο ορμητήριο της οδού Σκρα, στην Θεσσαλονίκη, στο στούντιο και ατελιέ του Χρήστου Γερμένογλου (δική του η ζωγραφιά του εξωφύλλου), όταν οι τρεις μουσικοί θα συνευρίσκονταν, χωρίς εκείνη την επιπλοκή, στο «σύστημα» που δύναται να επιφέρει η ταυτόχρονη διαδικασία της καταγραφής.
Επαφή: www.facebook.com/iannis.koufaelas
2.
YAKO TRIO: OdesSea
[Fair Weather Friends Records, 2022]
Οι Yako Trio είναι ένα jazz-trio, που προέρχεται από την Θεσσαλονίκη. Μέλη του είναι ο πιανίστας Λέανδρος Πασιάς, ο κοντραμπασίστας Βαγγέλης Βραχνός και ο ντράμερ Γιώργος Κλουντζός-Χρυσίδης.
Ως Yako Trio υπάρχει ένα ακόμη (ψηφιακό) άλμπουμ τους από το 2018, το “Ode to Yannis”, που ήταν αφιερωμένο στον παλαιό συνθέτη Γιάννη Κωνσταντινίδη, ενώ τώρα, μέσω του πιο καινούριου “OdesSea”, που κυκλοφορεί και σε πολύ περιποιημένη έκδοση βινυλίου, το σχήμα επανέρχεται με μία νέα ολοκληρωμένη πρόταση.
Το άλμπουμ αυτό ηχογραφείται σε δύο sessions. Στην πρώτη, τον Μάιο του 2019, με την συμμετοχή και του ελβετού σαξοφωνίστα Nicolas Masson (με άλμπουμ στην ECM και αλλού) και στην δεύτερη, τον Φεβρουάριο του 2020, με την συμμετοχή και του νεοζηλανδού σαξοφωνίστα James Wylie (γνωστός μας από ντόπιες εγγραφές των Million Hollers, των Meating for Business, της Μαρίας Θωίδου κ.ά.).
Το πρώτο κομμάτι του δίσκου αποκαλείται “The call” και διαρκεί 9:20. Είναι σύνθεση του Λ.Πασιά, έντονη, με afro δυναμική και με συνεχές πύρινο σόλο, στην αρχή, στο άλτο σαξόφωνο, από τον James Wylie. Θα ακολουθήσει ο πιανίστας, στο ίδιο μοτίβο, πριν παραχωρήσει την θέση του στο κοντραμπασίστα – και όλα αυτά πριν από την τελική επαναφορά, σ’ ένα track αρκετά groovy γενικώς και... ό,τι πρέπει για άνοιγμα.
Δεύτερο στη σειρά το “OdesSea”. Και αυτό σύνθεση του Λ. Πασιά, και αυτό με το σοπράνο σαξόφωνο του Nicolas Masson στην αρχή να παίρνει μερικά μέτρα, και με το πιάνο να ακολουθεί σ’ έναν πολύ ιδιότυπο κρουστό ρόλο. Μάλιστα, στη συνέχεια, το κομμάτι μετατρέπεται ουσιαστικά σε μια ρυθμική καταιγίδα, με μπάσο, ντραμς και πιάνο να δημιουργούν ένα συναρπαστικό rhythm section, πριν την τελική μελωδική εκτόνωση.
Η Side A θα ολοκληρωθεί με το “Afromacedonian dance”, σύνθεση του Β. Βραχνού, που επιχειρεί να συνδυάσει εγχώρια φολκλορικά μελωδικά στοιχεία (στο άλτο ξανά ο Wylie) με περισσότερο ελεύθερες ρυθμικές προσμείξεις, με το αποτέλεσμα να είναι, τελικώς, εκείνο που πρέπει.
Η δεύτερη πλευρά ανοίγει με το “Sand”, σύνθεση του Β. Βραχνού με το τενόρο του Masson να πρωταγωνιστεί, μαζί, φυσικά, με το πιάνο του Πασιά. Αργό blues, που ανεβαίνει στην πορεία σε ένταση, με έντονη κινητικότητα «από κάτω», κάποια στιγμή αποκτά ακόμη πιο έντονα «νοσταλγικά» χαρακτηριστικά (κάπως σαν της αιθιοπικής tezeta).
Το “Indian dream” (κι αυτό σύνθεση του Β. Βραχνού) είναι μπαλάντα, με το άλτο του Wylie να μελωδεί λιτά, χαμηλά, αλλά παθιασμένα, και με τα υπόλοιπα όργανα να συνοδεύουν σαν από απόσταση. Στα τελευταία δύο λεπτά η σύνθεση ανεβαίνει σε ένταση, με τα ντραμς να γεμίζουν συνεχώς και με το άλτο να πρωταγωνιστεί και πάλι σ’ αυτήν την... ανατροπή. Ωραία σύνθεση.
Το άλμπουμ θα ολοκληρωθεί με το “Lullaby”, σύνθεση του Λ. Πασιά, ένα ακόμη λιτό track, ήσυχο και νωχελικό, με πολύ ωραία μελωδική εξιστόρηση.
Ένα απλό και ουσιαστικό άλμπουμ είναι το “OdesSea”, του Yako Trio. Αυτό κρατάμε.
Επαφή: https://fwfrecords.bandcamp.com/album/yako-trio-odessea
3.
SPIRAL TRIO: Broken Blue
[USA. Odradek Records, 2022]
Οι Spiral Trio είναι ένα ελληνικό τζαζ πιάνο-τρίο, που κυκλοφορεί τώρα ένα άλμπουμ (CD) στην αμερικανική εταιρεία (από την Lawrence του Kansas) Odradek Records. Η Odradek μάς είναι γνωστή και από άλλες ελληνικές κυκλοφορίες της (Σοφία Λαμπροπούλου, Ερατώ Αλακιοζίδου), οπότε με το παρόν “Broken Blue” του Spiral Trio επεκτείνεται ακόμη πιο πολύ το ελληνικό τμήμα της.
Το Spiral Trio δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενο, καθότι υπάρχει εδώ και μια δεκαετία, έχοντας μάλιστα κι ένα πρώτο άλμπουμ στην (ελληνική) Ankh Productions το 2017, όμως, τώρα, φαίνεται πως έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου, ώστε το σχήμα να κάνει ακόμη πιο αισθητή την παρουσία του σ’ ένα πιο μεγάλο κοινό και σίγουρο πιο απαιτητικό.
Το λέμε τούτο, επειδή στην αμερικανική εταιρεία δεν ηχογραφούν τυχαία ονόματα – ενώ και το προφίλ της, που απλώνεται σε jazz, «κλασική» και σύγχρονα ρεύματα, υπονοεί κι ένα αντίστοιχο ακροατήριο, συγκεκριμένων στάνταρντ.
Ποιοι αποτελούν τους Spiral Trio; Ο πιανίστας Σπύρος Μάνεσης, ο κοντραμπασίστας Αρίωνας Γυφτάκης και ο ντράμερ Αναστάσης Γούλιαρης – τρεις μουσικοί, που είναι ταυτοχρόνως και συνθέτες, καθώς στο “Broken Blue” συναντάμε κομμάτια και των τριών, μαζί με μια διασκευή στο κλασικό “Once upon a summertime” του Michel Legrand.
Broken Blue
Ξεκινώντας απ’ αυτό το track, που βρίσκεται στο μέσον τού μάλλον υπερβολικής διάρκειας άλμπουμ (71 λεπτά), θα λέγαμε πως δείχνει τις δυνατότητες του Spiral Trio στον πιο μεγάλο βαθμό, καθώς εδώ έχουμε μια αληθινή διασκευή, που αναπτύσσεται σε αργούς χρόνους, και που φανερώνει την ικανότητα του πιανίστα αρχικώς να προσεγγίζει την αγαπημένη μελωδία μέσα από ποικίλες διευθύνσεις, και πάντως με μια... μαστορική σιγουριά. Πρόκειται, ασυζητητί, για μία από τις ωραιότερες στιγμές τού “Broken Blue”, αφού δεν αφαιρείται κάτι από την γλυκύτητα του πρωτότυπου (παρ’ όλη την δεκάλεπτη διάρκεια).
Από ’κει και πέρα υπάρχουν άλλες επτά συνθέσεις, απλωμένες στο χρόνο (από 6:12 έως 11:14), που καταγράφουν ποικίλες διαθέσεις του τρίο, όπως τα εντυπωσιακά και κατά βάση γρήγορα “Broken blue” και “Bipolar”, τα περισσότερο λυρικά-ιμπρεσιονιστικά “Rubicon” και “Portrait in yellow” (η αρχή και το κλείσιμο του CD), το 8λεπτο... μπασιστικό “Ding dong” και ακόμη το 11λεπτο “Blue flower”, μία κάπως περίπλοκη σύνθεση, με ιδιαίτερη ανάπτυξη, επιταχύνσεις και επιβραδύνσεις, και με τους τρεις μουσικούς να εντυπωσιάζουν με την πληρότητα των παιξιμάτων τους.
Αν και θα προτιμούσαμε το “Broken Blue” να ήταν μικρότερο σε διάρκεια και ενδεχομένως με διαφορετική διαδοχή στις συνθέσεις (με κάπως διαφορετικό track list εννοούμε) δεν γίνεται να μην παραδεχθούμε, στο τέλος, πως το άλμπουμ αυτό καταγράφει καίρια την πληθωρικότητα (συνθετική και παικτική) ενός ελληνικού τζαζ-τρίο (άρα ένας πρώτος στόχος εκπληρούται), το οποίον, υπό κάποιες προϋποθέσεις, μπορεί να πάει πολύ μακριά.
Επαφή: https://www.odradek-records.com/
4.
MILCHO LEVIEV / LAKIS TZIMKAS: Conversations from the Past
[defkaz PRODUCTIONS, 2022]
«Συνομιλίες» από το παρελθόν, ανάμεσα στον φημισμένο βούλγαρο πιανίστα, συνθέτη και αυτοσχεδιαστή Milcho Leviev (1937-2019) και τον κοντραμπασίστα Λάκη Τζήμκα, ηχογραφημένες τον Ιούνιο του 2014, στην Θεσσαλονίκη, περιέχει το παρόν CD των defkaz PRODUCTIONS.
Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, εδώ, για τον Milcho Leviev, μία μεγάλη μορφή της jazz, με καριέρα τεράστια, που ξεκινά στα χρόνια του ’60, στην Βουλγαρία (ας θυμηθούμε τους περίφημους Jazz Focus 65) και που θα συνεχιζόταν μετά βαΐων και κλάδων, λίγο αργότερα, στις ΗΠΑ (συνεργασίες με Don Ellis, Billy Cobham, Art Pepper, Roy Haynes, Airto Moreira, Al Jarreau κ.ά.).
Ο Milcho Leviev, που είχε αναπτύξει δεσμούς και με την χώρα μας, από ένα σημείο και μετά, παίζοντας «ζωντανά» και ηχογραφώντας δίσκους και με έλληνες καλλιτέχνες (Βίκυ Αλμαζίδου, Reggetiko Project…), είναι και εδώ επί των επάλξεων, σ’ αυτό το ιδιαίτερο ντούο του με τον κοντραμπασίστα Λάκη Τζήμκα (με συμμετοχές σε σημαντικά jazz και rock projects, όπως Apopsis Trio, Freecall, Trio Balkano, Μωρά στη Φωτιά κ.λπ. και με ακμαία δισκογραφία), ένα ντούο που περιλαμβάνει συνθέσεις αμφοτέρων.
Leviev και Τζήμκας γνωρίζονταν, όπως διαβάζουμε, από το 2002, όταν ο βούλγαρος μουσικός είχε ταξιδέψει από το Λος Άντζελες, για να εμφανιστεί στην χώρα μας μαζί με την τραγουδίστρια Βίκυ Αλμαζίδου και την Magic Road Big Band (μέλος της οποίας ήταν και ο Τζήμκας). Από ’κει, εξάλλου, θα ξεκινούσε η φιλία, ανάμεσα στους δύο μουσικούς, η οποία θα κρατούσε μέχρι τον Οκτώβριο του 2019, όταν ο Milcho Leviev θα έφευγε από την ζωή.
Σ’ αυτές, λοιπόν, τις κοινές εγγραφές, που συγκεντρώνονται κάτω από τον τίτλο “Conversations from the Past” και που περικλείονται σ’ ένα ωραίο triple folded φάκελο, με ζωγραφιά του Χρήστου Γερμένογλου στο εξώφυλλο, ο Leviev κατ’ αρχάς θυμάται συνθέσεις του από το παρελθόν, όπως την “Monday morning” (γνωστή από την εποχή των Jazz Focus 65) και την “Morning mystery” (που την ακούμε σε δύο takes, με το πρώτο εξ αυτών να είναι καταπληκτικό!), με τον Λάκη Τζήμκα να μας υπενθυμίζει και αυτός το παρελθόν του, μέσω του “Different faces” π.χ. (και αυτή σε δύο takes) και με συνθέσεις σαν την “For Milcho” (επίσης σε δύο εκδοχές) να αποσαφηνίζει την συναισθηματική και αισθητική επικοινωνία του με τον βούλγαρο πιανίστα.
Σε κάθε περίπτωση, στο “Conversations from the Past” έχουμε συνθέσεις, από τις οποίες δεν λείπουν οι «περιπετειώδεις» ή και αυτοσχεδιαστικές επεκτάσεις, παρότι, και σε κάθε περίπτωση, ό,τι ακούγεται εδώ δεν παύει να είναι το αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου προγράμματος, που αναπτύσσεται επιστημονικά, αλλά καθόλου ψυχρά, ανάμεσα σε αποφασισμένα όρια.
Επαφή: www.facebook.com/iannis.koufaelas
5.
MIHALIS KALKANIS GROUP: Emotions / live recording at megaron
[United We Fly, 2022]
Συνθέτης και κοντραμπασίστας, βασικά, ο Μιχάλης Καλκάνης είναι γνωστός και από την παρουσία του στα τζαζ πάλκα, μα και από την δισκογραφία, προσωπική ή άλλη (ως session μουσικός, σε δίσκους «τρίτων» εννοούμε).
Η πιο νέα κυκλοφορία τού Μιχάλη Καλκάνη έχει τίτλο “Emotions / live recording at megaron” και υπογράφεται από το Mihalis Kalkanis Group – με την συνάντηση να ηχογραφείται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, τον Οκτώβριο του 2020 και με το CD να περιλαμβάνει οκτώ tracks, όλα συνθέσεις του Μ. Καλκάνη.
Σ’ εκείνη την ζωντανή εμφάνιση μέλη του Mihalis Kalkanis Group ήταν οι: Λευτέρης Ανδριώτης λύρα, πιάνο, Βασίλης Μπαχαρίδης ντραμς, κρουστά, Ορέστης Μπενέκας πιάνο, synth bass, πλήκτρα, ηλεκτρονικά, Χρήστος Καλκάνης κλαρινέτο, φωνή και Μιχάλης Καλκάνης κοντραμπάσο, πιάνο, φωνή, πλήκτρα.
Δεν είναι ένα τυπικό τζαζ σχήμα το Mihalis Kalkanis Group – όπως δεν είναι τυπικοί τζαζίστες και οι… Portico Quartet.
Τους Βρετανούς δεν τους αναφέραμε τυχαίως. Αποτελούν μιαν επιρροή, για τους έλληνες συναδέλφους τους, και αυτό δεν είναι κακό. Απεναντίας είναι πολύ καλό, όταν αυτή η επιρροή δεν γίνεται άκριτα, αλλά μ’ έναν ειδικό τρόπο, που φανερώνει τα προσόντα, αν θέλετε, τούτου του γκρουπ γενικότερα ή και του Καλκάνη (ως συνθέτη) ειδικότερα.
Υπάρχει η jazz λοιπόν εδώ, όπως υπάρχουν και τα ηλεκτρονικά – με την χρήση των δεύτερων να είναι απολύτως δημιουργική και εν τέλει πειστική, δίχως κάπου να «χτυπάει» (η χρήση).
Δημιουργικός, όμως, είναι και ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται, το Mihalis Kalkanis Group, τα ποικίλα (εγχώρια) παραδοσιακά στοιχεία –και αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά σε σχέση με τους Βρετανούς ή όποιους άλλους από το εξωτερικό, καθώς η προσπάθεια να δημιουργηθεί μια σύγχρονη jazz / electronic, με δημώδη στοιχεία είναι και αξιέπαινη σαν πρόθεση, και αισθητικώς άψογη, ως αποτέλεσμα.
Το “Emotions” ακούγεται «νεράκι». Εννοούμε πως σαν δίσκος ρέει με ενότητα, χωρίς κάπου «να χάνει» ή να επαναλαμβάνεται. Είναι και η διάρκεια φυσικά, που είναι «σωστή» (γύρω στα 40 λεπτά), αλλά είναι και οι συνθέσεις του Μ. Καλκάνη και βεβαίως η παρουσίασή τους από το γκρουπ, που καθιστά, γενικώς, την προσπάθεια φυσική και ολοκληρωμένη.
Έξοχο το κλείσιμο με το “For you”.
Επαφή: www.unitedwefly.com
6.
ΝΙΚΟΣ ΦΩΚΑΣ / ARVE HENRIKSEN: nensha
[Underflow Record Store & Art Gallery, 2022]
Αυτό είναι το πρώτο άλμπουμ που φθάνει στα χέρια μας, από την Underflow Record Store & Art Gallery, μετά τον αδόκητο θάνατο του Βασίλη Φιλιππακόπουλου, τον Απρίλιο του 2021.
Οι συνεργάτες του Β. Φιλιππακόπουλου είναι εδώ για να τιμήσουν και την μνήμη του, αλλά και για να συνεχίσουν το όραμά του στην καταγραφή της «άλλης» μουσικής, εκείνης που δεν θα την ακούσεις εύκολα πουθενά (ούτε στα μπαρ και τα κλαμπ, ούτε στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση).
Είναι η μουσική, που αναπτύσσεται σε ήσυχα περιβάλλοντα, φυσικά ή τεχνητά, και που την απολαμβάνεις, στην ολότητά της, μόνον αν είσαι χαλαρός και ήρεμος – με διάθεση ν’ ακούσεις, δίχως να κάνεις κάτι άλλο ταυτοχρόνως.
Έτσι, σ’ αυτή την νέα έκδοση της Underflow Record Store & Art Gallery, που κλείνεται σ’ ένα κάπως μεγαλύτερο και all paper package, καταγράφεται μία πολύ ιδιαίτερη συνεργασία ανάμεσα σ’ έναν έλληνα μουσικό κι έναν Νορβηγό.
Από την μια μεριά, λοιπόν, βρίσκεται ο Νίκος Φωκάς (Nikos Fokas) (σύνθια, modular electronics, κιθάρες, ήχοι), γνωστός μας και από τις προσωπικές δουλειές του (“The Eternal Creak of the Icebreaker”) και από την παρουσία του σε σχήματα (Black Lesbian Fishermen, Vault of Blossomed Ropes, Lüüp) ή σε δίσκους τρίτων (στο “Heterotopia” της Άννας Λινάρδου π.χ.) και από την άλλη ο Arve Henriksen (τρομπέτα, κλαρίνο, σύνθια, κρουστά, φωνή), με την μεγάλη πορεία τις πιο πρόσφατες δεκαετίες σε φοβερούς σχηματισμούς, που αποτυπώθηκαν σε κορυφαίες εταιρείες (Rune Grammofon, ECM, ACT, Losen κ.ά.). Να θυμίσουμε: Arild Andersen Group, Christian Wallumrød Trio, Lars Danielsson Liberetto, Jakob Bro / Arve Henriksen / Jorge Rossy κ.λπ.
Η συνεργασία των δύο, Φωκά και Henriksen, αποκαλείται “nensha”. Τι σημαίνει όμως “nensha”; Πρόκειται για μία υπερβατική, και άρα αμφιλεγόμενη, μέθοδο αποτύπωσης εικόνων σε φιλμ, μέσω της δύναμης του νου.
Ίσως με κάτι τέτοιο οι δύο οργανοπαίκτες και αυτοσχεδιαστές να θέλουν να υποδηλώσουν την δύναμη της μουσικής, την ικανότητά της να προκαλεί εικόνες – μαζί με συναισθήματα και συνειρμούς. Πιθανώς κάτι άλλο... Πάντως και σε κάθε περίπτωση η μουσική των Φωκά και Henriksen διαθέτει το στοιχείο της υποβολής – εμφανίζοντας άλλοτε αύρα ECM και άλλοτε στοιχεία ενός ιδιόμορφου ambient.
H cool ευρωπαϊκή jazz από την μια μεριά (όχι η “cool jazz”) και από την άλλη οι ήχοι ενός διασυνδεμένου κόσμου (σπαράγματα ethnic-world παραδόσεων δηλαδή), σε συνδυασμό με τα ομιχλώδη ηλεκτρονικά και τις ευρύτερες ατασθαλίες, σε φωνητικό ή οργανικό επίπεδο, δημιουργούν αυτό το πολυκύμαντο κράμα του “nensha”, ενός άλμπουμ ικανού να σε συντροφεύσει και γιατί όχι να σε «ταξιδέψει».
Στην ηχογράφηση πήραν μέρος και οι: Άννα Λινάρδου φωνή, Γιώργος Βαρουτάς κιθάρες, Στρατής Σγουρέλης ηλεκτρικό μπάσο, Πέτρος Λαμπρίδης κοντραμπάσο, ηλεκτρικό μπάσο και Νίκος Παπαβρανούσης ντραμς.
Επαφή: www.underflow.gr
7.
ΣΑΚΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Something There
[defkaz PRODUCTIONS, 2022]
Το τριήμερο Παρασκευή-Κυριακή, 8-10 Οκτωβρίου 2021, διοργανώθηκε στην Θεσσαλονίκη το Open Jazz Festival. Εμψυχωτές του ο ντράμερ Χρήστος Γερμένογλου, ο Κώστας Μακρυγιαννάκης και ο Αλέκος Παπαδόπουλος. Την πρώτη ημέρα εκείνου του τριημέρου, με βάση το πρόγραμμα, θα εμφανιζόταν στην σκηνή τής Αποθήκης Δ, του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, ο πιανίστας-αυτοσχεδιαστής Σάκης Παπαδημητρίου… και κάπως έτσι ξεκινάει η ιστορία μας.
Ζωντανά ηχογραφημένος, λοιπόν, σ’ εκείνο το event, ο Σάκης Παπαδημητρίου (Sakis Papadimitriou) βλέπει, τώρα, ένα ακόμη σόλο πιάνο άλμπουμ του στην αγορά – ένα πολύ περιποιημένο εικαστικώς CD, που αποκαλείται “Something There”.
Η ιστορία του Σάκη Παπαδημητρίου χάνεται στα χρόνια, στις δεκαετίες, καθώς εμφανίζεται με σχήματα από τα τέλη του ’50, τυπώνει βιβλία από το 1963 και δίσκους από το 1980.
Με ενδιαφέροντα ποικίλα (πέραν των μουσικών), όπως λογοτεχνικά, εικαστικά , κινηματογραφικά, θεατρικά κ.λπ., ο Σάκης Παπαδημητρίου έχει συνδέσει με τον δικό του τρόπο την jazz, με όλες τις επιμέρους ενασχολήσεις του, τόσο στα σχετικά κείμενά του, όσο και στα βιβλία του, οπωσδήποτε στις παραστάσεις και βεβαίως στην δισκογραφία του.
Έτσι, λογοτεχνικές αναφορές υπάρχουν και στο “Something There”, σχετικές με τον θεατρικό συγγραφέα κ.λπ. Samuel Beckett, στο φερώνυμο track, όπως υπάρχουν και εικαστικές, φιλοσοφικές και μουσικές αναφορές, που αφορούν στον ζωγράφο κ.λπ. Georges Braque, στον φυσικό φιλόσοφο Ηράκλειτο, στις Μούσες, στον συνθέτη-πιανίστα Erik Satie και στον συνθέτη, αυτοσχεδιαστή, σοπρανίστα Steve Lacy.
With Age, Art and Life Become One
Έτσι, σχεδόν αυτομάτως, οι ηχογραφήσεις στο “Something There”, αποκτούν άλλο νόημα, ακούγονται αλλιώς, ενταγμένες μέσα σε τούτα τα ευρύτερα πλαίσια, τα οποία έχει τον τρόπο να διαμορφώνει έκπαλαι ο Σάκης Παπαδημητρίου, υποβάλλοντας με τα παιξίματά του συγκεκριμένες ατμόσφαιρες. Όπως διαβάζουμε σ’ ένα κείμενο, που έφθασε στο μέηλ μας, γραμμένο από τον ίδιον:
«Είχαν περάσει σχεδόν δύο χρόνια αποχής. Ο βασικός λόγος ήταν φυσικά η πανδημία, αλλά υπήρχε και ένας δεύτερος, μία περίοδος οκτώ μηνών που δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω το αριστερό μου χέρι λόγω κατάγματος στον ώμο. Κι όμως, 21 Οκτωβρίου 2021 (σ.σ. άλλη ημερομηνία αναφέρεται στο CD) έπαιξα σόλο στις εκδηλώσεις Open Jazz των Δημητρίων. Σε μια από τις παλιές αποθήκες του Λιμένος Θεσσαλονίκης, οι οποίες έχουν μετατραπεί σε κινηματογραφικές αίθουσες… απέναντι ακριβώς από το Λιμεναρχείο που είχα υπηρετήσει τρία καλοκαίρια. Η προσωπική υπερένταση, συν το περιβάλλον, συν το φορτισμένο κοινό φαίνεται ότι δημιούργησαν τις καλύτερες συνθήκες από την αρχή ως το τέλος. Έφυγα ζαλισμένος, χωρίς να μπορώ να εξηγήσω τι συνέβη. Το άλλο πρωί μου τηλεφώνησε ο Γιάννης Κουφαελάς, φίλος και παραγωγός δίσκων, και μου είπε κάτι που δεν ξεχνώ... “δεν ησύχασα όλη τη νύχτα”. Και στη συνέχεια δήλωσε την απόφαση του να εκδώσει την ηχογράφηση».
Και πολύ καλώς συνέβη, γιατί το “Something There” είναι ένα ακόμη πολύ ενδιαφέρον CD του 82χρονου πλέον Σάκη Παπαδημητρίου, ο οποίος για μιαν ακόμη φορά (στην δισκογραφία) ακούγεται καθηλωτικός, με πλήρη συνείδηση του χρόνου (προφανώς και του χώρου), διαμορφώνοντας ένα σετ ποικίλο, με χρήση του πιάνου «ειδική», όπως λίγοι στην Ελλάδα γνωρίζουν να κάνουν, κρατώντας σε, ως ακροατή, πάντα σε εγρήγορση, με τις συνεχείς εναλλαγές και το σπινθηροβόλο παίξιμο (ο Satie το απαιτεί, τουλάχιστον στο «δικό του» track “Vexations minus and plus”).
Από ’κει και πέρα καταγράφονται οι εκκωφαντικές αποκλίσεις της αρχής και η υπέροχη μελωδική προσέγγιση στο “Meta-ancient” (με το πιάνο να ακούγεται, ανά στιγμές, σαν σαντούρι – το παίξιμο, δηλαδή, διαθέτει μια «κρουστότητα»), η ουσία της αυτοσχεδιαστικής λειτουργίας στο “Heraklitus: The alibi of the improviser”, η αφηγηματική περικύκλωση στο “Something there” και η improv-jazz ολοκλήρωση στο “With age, art and life become one”, από το τρίτο λεπτό και μέχρι το τέλος.
Φανταστικό το κλείσιμο και έξοχο το άλμπουμ γενικότερα!
Επαφή: www.facebook.com/iannis.koufaelas
8.
RABBIT’S EYE: The Damage was Terrific
[USA. FPE Records, 2022]
Οι Rabbit’s Eye είναι ένα καινούριο ελληνικό συγκρότημα –οι μουσικοί που το αποτελούν βρέθηκαν μαζί, για πρώτη φορά, το 2018–, το οποίον ομνύει στον ελεύθερο, ηλεκτρικό αυτοσχεδιασμό.
Βασικά μέλη του είναι ο ντράμερ-περκασιονίστας Γιάννης Ηλιάκης (από Outward Bound, Ciccada, Strovili κ.λπ.), ο ηλεκτρικός κιθαρίστας, που χειρίζεται και λούπες Βασίλης Τζαβάρας (από Occasional Dream, Take the Money and Run, 4+1, Schema Ensemble, συνεργασίες με Χάρη Λαμπράκη και διάφορα άλλα projects), η βιολίστρια Miriam Den Boer-Salmón και η βοκαλίστρια Μαρία Κριτσωτάκη.
Τώρα, οι Rabbit’s Eye παρουσιάζονται μ’ ένα ολοκληρωμένο CD, το “The Damage was Terrific”, που κυκλοφορεί από την αμερικανική FPE Records – ένα άλμπουμ, το οποίο διαφοροποιεί, σε πρώτη φάση, τους Rabbit’s Eye από άλλα ανάλογα σχήματα, που παρεπιδημούν τριγύρω, καθώς ο ρόλος που επιφυλάσσουν στη φωνή (όχι ως τραγούδι, μα ως βοκαλισμό) είναι ιδιαίτερος.
Επί της ουσίας η φωνή είναι ένα ακόμη όργανο, ισότιμο με τα υπόλοιπα τρία (κρουστά, κιθάρα, βιολί), το οποίο μάλιστα, και ανά περιπτώσεις, τοποθετείται σε πρώτο πλάνο.
Και η αλήθεια είναι πως η Μαρία Κριτσωτάκη τα καταφέρνει πολύ καλά εδώ, σε κομμάτια αρκετά απαιτητικά, όπως είναι το 6λεπτο “Of dark corners”, το σχεδόν 8λεπτο “Seven turns at midnight” και ακόμη το υπαινικτικό “Itch & feather”.
Από ’κει και πέρα η αυτοσχεδιαστική προσέγγιση των Rabbit’s Eye, σε σχέση με την ταυτοποίηση και οριοθέτηση του υλικού τους, είναι σίγουρη και διαρκής, με τους οργανοπαίκτες να καταδεικνύουν, απλώς, την εμπειρία τους σε τέτοιου τύπου περιβάλλοντα.
Μια εμπειρία, που μεταφράζεται στην αξία της απρόσκοπτης ροής, στα συνεχή ηχητικά επινοήματα, με τα διαρκή «γεμίσματα» σε ντραμς, κιθαριστικές και βιολιστικές παρεκτροπές και με την φωνή, σε συμφωνία φάσης, με όλα τα προηγούμενα, να «σχολιάζει» τα δρώμενα με ουσία και πρωτοτυπία.
Η ηχογράφηση του “The Damage was Terrific” μπορεί να είναι σχεδόν τέσσερα χρόνια παλαιά (DNA lab studio Αθήνα, Οκτώβριος 2018), όμως αυτό δεν μειώνει σε κάτι την αξία της.
Επαφή: fperecs.bandcamp.com/album/the-damage-was-terrific
9.
THOMAS MITROUSIS QUARTET: The Seed
[Private Pressing, 2022]
Ο Θωμάς Μητρούσης είναι κιθαρίστας και στο κουαρτέτο υπό το όνομά του (Thomas Mitrousis Quartet) έχει δίπλα του τους Κώστα Γιαξόγλου πιάνο, Παρασκευά Κίτσο κοντραμπάσο, φωνητικά και Δημήτρη Κλωνή ντραμς. Φυσικά, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα τζαζ κουαρτέτο, που επιχειρεί πάνω σε πρωτότυπο υλικό, με αξιόλογο αποτέλεσμα.
Αν και ίσως να ήθελε ένα ελαφρό «μάζεμα» η ηχογράφηση, ώστε να γίνει ακόμη πιο σφιχτή και ελκυστική, με μια παράλληλη διαφοροποίηση και του track list, στο βάθος εκείνο που μετράει και καταγράφεται είναι η αρκετά καλή προσπάθεια αυτών των μουσικών, η διάθεσή τους να δημιουργήσουν κάτι δικό τους, και σαν συνθέσεις και σαν ύφος.
Ο συνδυασμός κιθάρας-πιάνου, που είναι και το βασικό ατού του “The Seed”, είναι εν τω μεταξύ πολύ καλά μελετημένος, καθώς διαμορφώνεται όχι μόνο δια της νεο-ρομαντικής τζαζ ιστορίας, αλλά και μέσω κάποιων post-rock επιρροών, οι οποίες και δημιουργούν αυτό το εν πολλοίς «δικό τους» πλαίσιο.
Παρότι στο άλμπουμ, στο ωραία σχεδιασμένο triple-folded digipak, δεν αναφέρεται σε ποιον ή σε ποιους ανήκουν τα κομμάτια του “The Seed” (υποθέτουμε στον Θωμά Μητρούση), τούτα δείχνουν οπωσδήποτε πως προέρχονται από άνθρωπο με ταλέντο – με διάθεση να παρουσιάσει κάτι ξεχωριστό, και με την ταυτόχρονη ανάγκη να αποδοθεί (το διαφορετικό) μ’ έναν τρόπο όχι δύστροπο, μα γοητευτικό.
Ορισμένες συνθέσεις, μάλιστα, σου δίνουν την αίσθηση πως θα μπορούσε άνετα να είχαν μετατραπεί ακόμη και σε τραγούδια, κάτι που σημαίνει πως η ανάγκη να γραφτεί κάτι που να κυλάει, να ρέει, κρατώντας μια συνοχή στην εξέλιξή του, υπήρξε αδήριτη.
Αν και υπάρχουν διάφορα κομμάτια που ξεχωρίζουν εδώ (“Poisonous little flower”, “Not yet”, το “Fax from fux” ακόμη, που αφήνει κάτι από Μπαχ στο διάβα του κ.ά.), στην πράξη εκείνο που μετράει είναι το σύνολο, που στέκεται αρκετά καλά, και που θα μπορούσε να σταθεί ακόμη καλύτερα, μέσω μιας ακόμη πιο υποψιασμένης παραγωγής.
Προσπάθεια λοιπόν, με επιμέρους αρετές και με ουσία, ως προς το όλον, που αφήνει σοβαρές υποσχέσεις για το αύριο...
Επαφή: https://thomasmitr.bandcamp.com/album/the-seed-2
10.
NIKOS CHATZITSAKOS TINY BIG BAND!: Nikos Chatzitsakos Tiny Big Band!
[Private Pressing, 2022]
O Νίκος Χατζητσάκος (Nikos Chatzitsakos) είναι κοντραμπασίστας, συνθέτης και leader τζαζ συγκροτημάτων.
Με καλές σπουδές στην Αμερική (Berklee College of Music), μαθητεύοντας με αναγνωρισμένες τζαζ προσωπικότητες (Linda May Oh, Terence Blanchard, Billy Kilson, Darren Barrett, Ayn Inserto) κι έχοντας συμμετάσχει στην Ralph Peterson’s Gen-Next Bigband, του άξιου ντράμερ της jazz Ralph Peterson (1962-2021), στο άλμπουμ της “Listen Up!” [Onyx Music, 2019], ο Ν. Χατζητσάκος έρχεται τώρα να μας συστηθεί δισκογραφικά, μ’ ένα πρώτο δικό του άλμπουμ. Το CD αποκαλείται “Nikos Chatzitsakos Tiny Big Band!”, είναι ανεξάρτητης παραγωγής και περιέχει στάνταρντ.
Μέλη της Tiny Big Band!, που είναι αυτό ακριβώς που λέει η λέξη, μια... μικρομέγαλη μπάντα, είναι οι Lian Zac τραγούδι, Robert Mac Vega-Dowda τρομπέτα, φλούγκελχορν, Will Mallard τρομπέτα, Eric Nakanishi άλτο, σοπράνο σαξόφωνα, Art Baden τενόρο σαξόφωνο, Brandon Lin τρομπόνι, Gabriel Nekrutman βαρύτονο σαξόφωνο, Gianmarco Ferri κιθάρα, Vid Jamnik βιμπράφωνο, Marco Birro πιάνο, Νίκος Χατζητσάκος μπάσο και Karol Zabka ντραμς.
Έχουμε λοιπόν ένα σχήμα με ιδιαίτερο και εκτεταμένο πνευστό τμήμα (έξι μουσικοί), συν πιάνο-μπάσο-ντραμς, μαζί με κιθάρα, vibes και τραγούδι. Μία πλήρης ομάδα, με άλλα λόγια, έτοιμη να ανταποκριθεί ψυχή τε και σώματι σ’ αυτό το ιστορικό υλικό που το αποτελούν έντεκα tracks, επιλεγμένα από το… great american songbook.
Songbook μεν, λίγα τραγούδια δε, αφού από τα έντεκα κομμάτια του δίσκου μόλις τρία έχουν και τα λόγια τους –λέμε για τα “In the land of Oo-bla-dee” των Mary Lou Williams / Milton Orent, “I’ve grown accustomed to her face” των Alan Jay Lerner / Frederick Loewe και “Social call” του Gigi Gryce–, καθώς όλα τα υπόλοιπα αφορούν σε ορχηστρικές εκδοχές.
Κρίνεται λοιπόν και το φωνητικό κομμάτι εδώ –άψογη, γενικώς, η Lian Zac, με ωραίο, ζεστό χρώμα, ωραία άρθρωση και αίσθημα–, μα και το οργανικό, με την Tiny Big Band! να παρουσιάζεται τέλεια στα καθήκοντά της.
Με επιμέρους σύντομα και ουσιώδη σόλι, όχι παραπάνω από δύο ή τρία, σε κάθε track (σε ορισμένα αρκεί και ένα), με μελετημένη διαχείριση του πνευστού τμήματος, που περιλαμβάνει τέσσερα σαξόφωνα (άλτο, σοπράνο, τενόρο, βαρύτονο), συν τρομπέτα και τρομπόνι, και με ουσιαστικές παρεμβάσεις από κιθάρα (στο “Social call” του Gryce, ένα από τα ωραιότερα κομμάτια του CD), βιμπράφωνο (στο θαυμάσιο “Lined with a groove” του Ray Brown) και πιάνο (σε σταθερή βάση), το άλμπουμ αυτό του Νίκου Χατζητσάκου και της μπάντας του διαθέτει και ουσία και απλότητα, με αποτέλεσμα εύκολα να σε κερδίζει.
Tenderly
Επαφή: www.nikoschatzitsakos.com