Τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιεί ο Aki Onda όταν παίζει ζωντανά είναι τα μεταχειρισμένα walkman και οι κασέτες. Παίζει και συνθέτει μουσική με αυτά. Οι ήχοι που επεξεργάζεται και αναπαράγει είναι από ηχογραφήσεις που έχει κάνει κατά την διάρκεια των ταξιδιών του [field recordings].
«Είναι σαν αιλουροειδές στις εμφανίσεις του, ο Aki Onda. Ανήκει στις μεγάλες γάτες και η σκηνή είναι η φωλιά του, όπως περιφέρεται ανάμεσα σε ένα τραπέζι γεμάτο με κασέτες και πετάλια από κιθάρες για να ρυθμίσει τον ήχο του μπάσου με τα μαλλιά του να πέφτουν στο πρόσωπό του και με τα ξεκούμπωτα μανίκια του πουκάμισου του να κρέμονται» γράφει για τα λάιβ του το Wire.
Στην ουσία η μουσική μου είναι ταινίες για τα αυτιά. Γι' αυτό το λόγο δεν έχω visuals ποτέ κατά την διάρκεια των εμφανίσεων μου. Αφήνω το κοινό να φαντάζεται ό,τι θέλει. Είναι σαν ένα παιχνίδι με την φαντασία.
Η σειρά Cassette Memories θεωρείται το πιο σημαντικό έργο του. Είναι μουσική που έχει συνθέσει για την μνήμη και τον τρόπο που οι αναμνήσεις σού επιτίθενται σε ανύποπτο χρόνο. Τον συναντάω σε ένα μικρό καφέ πίσω από την Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών όπου το Σάββατο 7 Μαρτίου θα δώσει την πρώτη του συναυλία στην Ελλάδα. Φαντάζομαι πώς ο δυνατός θόρυβος που ακούγεται από τις καφετιέρες που ετοιμάζουν τον καφέ, σε συνδυασμό με την μουσική που ζητάει να χαμηλώσει για να συζητήσουμε και τους εκκωφαντικούς ήχους από τα μηχανάκια που διασχίζουν το δρόμο θα αποτελούσαν ιδανικά στοιχεία για μια από τις ηχογραφήσεις του.
«Δεν με ενδιέφερε η μουσική καθόλου. Δεν μπορούσα να παίζω κανένα μουσικό όργανο. Ενδιαφερόμουν μόνο για τις εικαστικές τέχνες» λέει. «Η μητέρα μου είναι ζωγράφος και προέρχομαι από μια καλλιτεχνική οικογένεια. Δεν σπούδασα καθόλου μουσική. Επικεντρώθηκα στα εικαστικά και στις εκφραστικές τέχνες. Για κάποιο λόγο ξαφνικά άρχισα ηχογραφώ σε διάφορα μέρη, χρησιμοποιώντας ένα walkman για κασέτες».
O Onda ξεκίνησε να ασχολείται επαγγελματικά με την φωτογραφία από τα 15 του. Παιδί θαύμα συνήθιζε να φωτογραφίζει διάσημους μουσικούς που επισκέπτονταν την Ιαπωνία όπως τους Blixa Blagerd, John Zorn, Arto Lindsay και φυσικά τους συμπατριώτες του Boredoms. Μάλιστα στις αρχές της δεκαετίας του 90 έφτιαξε τους Audio Sports, ένα συγκρότημα με τον Yamatsuka Eye των Boredoms στο στυλ των Massive Attack.
Μου αφηγείται πώς αγόρασε το πρώτο του walkman. Ήταν το 1988 όταν δούλευε σαν φωτογράφος στο Λονδίνο και είχε αποφασίσει να κάνει ένα ταξίδι στο Μαρόκο.
«Πριν φύγω, μου χάλασε η φωτογραφική μηχανή και ήθελα να έχω κάτι να καταγράφω την καθημερινή ζωή στο Μαρόκο. Δεν είχα λεφτά να αγοράσω καινούργια και έτσι αγόρασα ένα walkman της Sony. Και άρχισα να καταγράφω ήχους. Ήταν φτηνά τότε τα walkman. Τώρα είναι ένα νεκρό μέσο. Η Sony σταμάτησε να βγάζει πριν από χρόνια και ακολούθησαν άλλες εταιρίες. Εξαφανίστηκαν από την αγορά. Είναι πολύ εύθραυστο μέσο επειδή το φτιάχνουν με φτηνά υλικά. Έχω περίπου 80. Είναι δύσκολο να βρεις σε καλή κατάσταση. Τα αγοράζω από το eBay. Επίσης είναι δύσκολο να βρεις κασέτες. Μπορείς να βρεις σε μικρές ποσότητες. Κάνω παραγγελία από έναν κατασκευαστή. Δεν μπορείς να αγοράσεις πια στα μαγαζιά. Η κασέτα όμως είναι ανακυκλώσιμη. Μπορείς να γράψεις άλλα πράγματα από πάνω.
Δεν σκεφτόμουν τίποτα συγκεκριμένο όταν ξεκίνησα να ηχογραφώ. Και συνέχισα να κάνω ηχογραφήσεις σε διάφορα μέρη για τα επόμενα 30 χρόνια. Ηχογραφώ κάθε είδους ήχους, κυρίως περιβαλλοντικούς. Ήχους που είναι τριγύρω σου και τριγύρω μου. Συχνά ηχογραφώ ήχους από το ραδιόφωνο, από ταινίες. Κυριολεκτικά κάθε είδος ήχου. Έχω πλέον χιλιάδες κασέτες. Έτσι όταν εμφανίζομαι κάπου, χρησιμοποιώ αυτές τις κασέτες για να συνθέτω. Κρύβουν ένα οπτικό στοιχείο μέσα τους. Μπορείς να φανταστείς μια εικόνα όταν τις ακούς. Δεν είναι μόνο ήχοι».
Αποφεύγει να γίνει συγκεκριμένος όσον αφορά τις επιρροές του, πιο πολύ εξηγεί την γενική φιλοσοφία που έχει σχετικά με την μουσική:
«Πάντοτε με ενδιέφεραν οι ταινίες. Στην Νέα Υόρκη μετακόμισα όχι εξαιτίας της μουσικής, αλλά λόγω των ταινιών. Εκεί ξεκίνησα να ασχολούμαι με τις τέχνες. Το avant garde έπαιξε θεμελιώδη ρόλο στο έργο μου. Έχω περάσει πολύ καιρό βλέποντας ταινίες και κάνοντας έρευνα. Αυτές οι εμπειρίες με επηρεάζουν όταν συνθέτω μουσική. Επεξεργάζομαι ήχους όπως επεξεργάζομαι τα φιλμ. Στην ουσία η μουσική μου είναι ταινίες για τα αυτιά. Γι’ αυτό το λόγο δεν έχω visuals ποτέ κατά την διάρκεια των εμφανίσεων μου. Αφήνω το κοινό να φαντάζεται ό,τι θέλει. Είναι σαν ένα παιχνίδι με την φαντασία. Θέλω να ενεργοποιώ την φαντασία, προτείνοντας ήχους που συμπεριλαμβάνουν κινούμενες εικόνες.
Αυτό που κάνω δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, αλλά σίγουρα διαφορετικό από την συνηθισμένη μουσική. Αν το κοινό αισθάνεται ότι είναι κάτι φρέσκο όταν την ακούει, τότε αυτό με χαροποιεί. Έχω κουραστεί με την μουσική. Με απογοητεύει. Στην σύγχρονη μουσική γίνονται όλο τα ίδια και τα ίδια και συνήθως ξέρεις τι θα ακούσεις όταν πηγαίνεις σε μια συναυλία. Τα τελευταία 4-5 χρόνια δεν ακούω σχεδόν τίποτα. Άκουγα φανατικά πριν από 20 χρόνια. Αυτές τις μέρες παρακολουθώ περισσότερο τις εικαστικές τέχνες, την κουλτούρα και τον χορό. Η μουσική ήταν πολύ συναρπαστική μέχρι την δεκαετία του 80 και του 90. Ο κόσμος ακόμα προσπαθούσε να σπάει τους κανόνες και να πειραματίζεται. Υπήρχε ενθουσιασμός. Δεν νοιώθω ότι υπάρχει κανένας ενθουσιασμός τελευταία. Φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις. Μου αρέσουν οι εξαιρέσεις. Γενικά, ανακαλύπτω πιο ενδιαφέροντα πράγματα σε άλλους τομείς. Και εγώ ακόμη ο ίδιος βρίσκομαι κάπου ανάμεσα στις εικαστικές τέχνες και την μουσική».
"Η Αθήνα; Όλα φαίνονται στραπατσαρισμένα λόγω της κρίσης. Περπατώντας τους δρόμους στον Κολωνό μαζί με τον Akio Suzuki για το "Oto-date" του βλέπεις πολλά άδεια κτίρια και εγκαταλειμμένα. Και χαλασμένα αμάξια παντού. Και μερικά από αυτά τα κτίρια είναι μισοχτισμένα. Μου άρεσε όμως αυτή η περιοχή. Είχε κάτι το χαλασμένο. Μου άρεσαν αυτές οι εικόνες, είχαν κάτι κατεστραμμένο. Όπως κι ο ήχος της κασέτας"
Ο Onda γεννήθηκε το 1967 στην Νάρα της Ιαπωνίας, αλλά από κοντά δεν μπορείς να καταλάβεις την ηλικία του. Λεπτός στους τρόπους του, με μια σφυριχτή φωνή που σπάνια χρωματίζεται. Δεν έχει καθόλου καλές σχέσεις με την πατρίδα του. Θυμάται ακόμη τα άσχημα και ανήσυχα παιδικά του χρόνια. Ο πατέρας του είχε καταγωγή από την Κορέα και ήταν διάσημος ολυμπιονίκης του χόκεϊ και καθηγητής πανεπιστημίου και η μητέρα του ζωγράφος. Ως ελεύθερο πνεύμα δεν συμβιβάστηκε ποτέ με τον συντηρητισμό της Ιαπωνίας.
«Δεν μπορούσα να ταιριάξω ποτέ εκεί. Η οικογένεια μου ήταν φιλελεύθερη και δεν συμβιβάζονταν με τα τυπικά στερεότυπα της Ιαπωνικής κοινωνίας. Αισθανόμασταν ξένοι. Έτσι ζούσαμε έξω από την Ιαπωνική κοινωνία. Ήμουν ταραχοποιός στο σχολείο επειδή δεν μου άρεσαν οι σχολικοί κανόνες. Το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ιαπωνία είναι πολύ συντηρητικό, έτσι έκανα συνεχώς φασαρίες. Δεν σπούδασα ποτέ επίσημα. Η οικογένεια μου ταξίδευε σε διάφορες χώρες λόγω της δουλειάς τους, έτσι έζησα πολύ στο εξωτερικό και ήρθα σε επαφή με πολλές διαφορετικές κουλτούρες. Από μικρός ασχολούμουν με τις τέχνες. Έφυγα για τα καλά από την Ιαπωνία κάποια στιγμή. Μετακόμισα στην Νέα Υόρκη στις αρχές των 00s. Αν και από πριν ζούσα σε διαφορετικές χώρες. Δεν νομίζω ότι θα επιστρέψω ποτέ μόνιμα πίσω. Μου αρέσει αυτή η απόσταση. Δεν ανήκω στην κοινωνία τους πια. Είναι όμως μια ενδιαφέρουσα χώρα να επισκεφτείς».
Τον ρωτάω πώς του φαίνεται η Αθήνα. Είναι εδώ και μια βδομάδα μαζί με τον Akio Suzuki και περιτριγυρίζουν στην πόλη. «Είναι ενδιαφέρουσα πόλη. Όλα φαίνονται στραπατσαρισμένα λόγω της κρίσης. Περπατώντας τους δρόμους στον Κολωνό μαζί με τον Akio Suzuki για το “Oto-date” του βλέπεις πολλά άδεια κτίρια και εγκαταλειμμένα. Και χαλασμένα αμάξια παντού. Και μερικά από αυτά τα κτίρια είναι μισοχτισμένα. Μου άρεσε όμως αυτή η περιοχή. Είχε κάτι το χαλασμένο. Μου άρεσαν αυτές οι εικόνες, είχαν κάτι κατεστραμμένο. Όπως κι ο ήχος της κασέτας».
Info:
Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών
Σάββατο 7 Μαρτίου, 11 μ.μ.
www.sgt.gr
σχόλια