Το λιτό ιατρικό ανακοινωθέν έφερε τη δυσάρεστη είδηση που δυστυχώς δεν εξέπληξε κανέναν: Ο μουσικοσυνθέτης Αντώνης Βαρδής απεβίωσε τα ξημερώματα της Τρίτης 2 Σεπτεμβρίου 2014 στο νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, μετά από δίμηνη νοσηλεία...Το twitter και τα social media πήραν φωτιά μέσα σε λίγα λεπτά, γεγονός που αποδεικνύει πόσο αγαπητός υπήρξε ο άνθρωπος και καλλιτέχνης που πάλεψε άνισα με τον καρκίνο.
Γιατί η αλήθεια είναι πως πέραν των τραγουδιών που άφησε και μιας πολύ μεγάλης πορείας, ο Αντώνης Βαρδής ξεχώριζε για το ήθος και τη φυσική του ευγένεια μεταξύ του σιναφιού του.
Ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης, που πάντα φωτογραφιζόταν με την κιθάρα του, διέθετε το ραφινάτο στυλ ενός Ιταλού τροβαδούρου. Κι ας ασχολήθηκε εκτενώς με το λαϊκό τραγούδι κι αυτός, κι ας συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα της πίστας τα τελευταία χρόνια. Ο Βαρδής υπήρξε κάτι σαν τον δικό μας Fausto Rossi, έγραψε ορισμένες εξαιρετικές ακουστικές μπαλάντες και ταυτίστηκε αντίστοιχα με ορισμένους από τους μεγαλύτερους Έλληνες ερμηνευτές.
Μπήκε στη δισκογραφία στα μέσα της δεκαετίας του 1960 σε εφηβική ηλικία. Το Catherine ήταν δική του αγγλόφωνη σύνθεση, ένα υπέροχο slow ή blues - όπως τα έλεγαν τότε - κομμάτι και μια μεγάλη επιτυχία για τους Vikings, τη μπάντα που είχε φτιάξει με φίλους του στα πρότυπα των ιταλικών pop συγκροτημάτων της εποχής. Το Catherine δεν έλειψε από κανένα πάρτυ της χρονιάς του 1968! Άλλα τραγούδια των Vikings που συνήθως συνυπόγραφαν ο Tony Stefanidis και ο Tony Vardis ήταν τα Francoise, Louise
και το It was too late, το τελευταίο 45άρι τους πάντα από τα 1968. Από τις τάξεις των Vikings, που δεν ηχογράφησαν ολόκληρο άλμπουμ, πέρασαν και οι Ν. Μητσόπουλος, Γ. Πανταζής, Σ. Μεταξάς, Θ. Καπετανάκης, Τ. Χαμουρτιάδης, Σ. Λαδάς.
Παρ' ότι ξεκίνησε ως συνθέτης και ερμηνευτής του μοντέρνου τραγουδιού στα 60s, ο Βαρδής είχε πρωτοβγεί παιδί στη σκηνή δίπλα στον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου και τον Ζαμπέτα, ενώ συνεργάστηκε πιο εκτενώς με τον Μανώλη Χιώτη στην Πλάκα. Στο περιθώριο των μουσικών δραστηριοτήτων, εργάστηκε σκληρά ως ναυτικός, οικοδόμος, βενζινάς και υδραυλικός.
Από το 1969 τον κέρδισε το λαϊκό τραγούδι. Συνεργάστηκε με τους Χ. Νικολόπουλο, Θ. Πολυκανδριώτη, Τ. Σούκα, αλλά συμμετείχε ως μουσικός και στη δισκογραφία συνθετών του έντεχνου (Γ. Σπανός, Δ. Μούτσης, Λ. Κηλαηδόνης, Μ. Λοΐζος) Στις μπουάτ της Πλάκας μέχρι το 1981 συμπορεύεται καλλιτεχνικά με σπουδαίους ερμηνευτές (Γ. Νταλάρα, Χ. Αλεξίου, Β. Μοσχολιού, Α. Βίσση, Μ. Μητσιά, Α. Καλογιάννη, Μ. Κωχ, Μ. Δημητριάδη κ.α.) Σύμφωνα με μαρτυρία του ίδιου του Βαρδή, είχε τέτοιο πάθος με τη φωνή του Νταλάρα στις αρχές του 1970 που ενώ δούλευε στην Πλάκα με τον Μητσιά και τη Γαλάνη, έτρωγε μετά όλο το μεροκάματο - 360 δραχμές - στο Στορκ, όπου τραγουδούσαν Νταλάρας και Μαρινέλλα.
Ένα από τα πρώτα τραγούδια της συνεργασίας του Βαρδή με τον Νταλάρα, σε στίχους του Πειραιώτη ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη, ήταν το Κάτω απ' την κληματαριά που το 1978 εντάχθηκε στο προσωπικό πολυσυλλεκτικό άλμπουμ του τραγουδιστή Οι Μάηδες οι Ήλιοι μου.
Εκείνη τη χρονιά, συνεργαζόμενος με τον στιχουργό Πάνο Φαλάρα, χαρίζει στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου τη συγκινητική Επαρχία 1978 και το Φεύγουν καράβια για τον πρώτο προσωπικό δίσκο του.
Ακολουθεί η συνεργασία του με τη Χαρούλα Αλεξίου, με την οποία υπήρξαν και ζευγάρι για ένα φεγγάρι. Το Φεύγω του 1980, ρυθμική μπαλάντα με στίχους που έγραψαν από κοινού, σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά και μέχρι σήμερα παραμένει τραγούδι - σήμα κατατεθέν και του Βαρδή και της Αλεξίου.
Το Ξημερώνει, ακόμη ένα κομμάτι των δύο καλλιτεχνών, αρχικά προοριζόταν να εκδοθεί με λόγια άλλου δημιουργού, αλλά τελικά κρατήθηκαν οι πρόχειροι πρώτοι στίχοι που είχε φτιάξει η Αλεξίου. Η ιστορία δικαίωσε την απόφαση τους!
Το 1986 κυκλοφορεί το πλέον rock άλμπουμ του με τον τίτλο - σλόγκαν Συγκάτοικοι είμαστε όλοι στην τρέλα. Το Σχήμα Λόγου, ουσιαστικά το ομότιτλο τραγούδι σε στίχους του Κώστα Τριπολίτη (σηματοδότησε την επιστροφή του στιχουργού στη δισκογραφία μετά το Ραντάρ και τον Επιβάτη του Μίκη Θεοδωράκη), με την ερμηνευτική συμμετοχή του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και των αδερφών Κατσιμίχα, σφράγισε την ελληνική μουσική της δεκαετίας του ΄80. Στο δίσκο τραγουδούσαν βασικά ο Βαρδής και η Χριστίνα Μαραγκόζη, οι στίχοι ήταν ακόμη των Τ. Θωμαΐδου, Σ. Αλιβιζάτου, Σ. Μπουλά, Π. Φαλάρα και Θ. Γκόνη, ενώ ο ντράμερ Claude Salmierie ήρθε ειδικά από τη Γαλλία για να παίξει σε τέσσερα κομμάτια!
Με τους Κατσιμιχαίους συνεργάστηκε ακόμη μια φορά Στην Ελλάς του 2000, με την ερμηνευτική συμμετοχή του Στέλιου Καζαντζίδη. Μέχρι σήμερα ο Χάρης και ο Πάνος μακαρίζουν τον Βαρδή που τους έδωσε την ευκαιρία να τραγουδήσουν όλοι μαζί δίπλα στον Καζαντζίδη!
Στα 90s επίσης δύο κομμάτια με τον γιο του, Γιάννη Βαρδή, η Οικογενειακή υπόθεση σε στίχους του δημοσιογράφου Μάνου Τσιλιμίδη και το Ίσως σε στίχους του Αντώνη Ανδρικάκη, σύστησαν με τον καλύτερο τρόπο τον εξ αίματος διάδοχο του στο ελληνικό τραγούδι, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία!
Αυτά είναι κατά τη γνώμη μου τα κυριότερα κομμάτια μιας πορείας που διήρκησε ακριβώς πενήντα χρόνια. Τραγούδια που αγαπήθηκαν από τον κόσμο και που δικαιώθηκαν στη μάχη με το χρόνο. Οι τελευταίες συνεργασίες του Βαρδή με τραγουδιστές σαν τον Σάκη Ρουβά, την Καίτη Γαρμπή και τον Σταμάτη Γονίδη αποδεικνύουν πόσο μέσα στην εποχή του προσπάθησε να είναι, πόσο δραστήριος θέλησε να παραμείνει, έχοντας σίγουρα υπ' όψιν του πως η περίοδος των Πλακιώτικων μπουάτ και της Μεταπολίτευσης είχε περάσει ανεπιστρεπτί.
Από πέρσι ο Αντώνης Βαρδής είχε διαγνωστεί με καρκίνο στον εγκέφαλο. Μία χειρουργική επέμβαση στη Γερμανία πριν από λίγους μήνες δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Προ ημερών μάλιστα ο γιος του, Γιάννης, κατήγγειλε δημόσια τα ΜΜΕ για κανιβαλισμό όσο ακόμη ο άνθρωπος βρισκόταν στο κρεβάτι του πόνου. Σήμερα το πρωί ο Βαρδής εξέπνευσε. Το τέλος μιας οδυνηρής και άνισης μάχης με την αρρώστια. Το τέλος μιας εποχής ολόκληρης για το ελληνικό τραγούδι. Καλό του ταξίδι.
σχόλια