Πολυγραφότατος συνθέτης, πάντα ανήσυχος δημιουργός, αφοσιωμένος δάσκαλος. Ο Φίλιππος Τσαλαχούρης, ο οποίος πρόσφατα ανέλαβε τη διεύθυνση των Μουσικών Σχολείων του Ωδείου Αθηνών, αποτελεί αναμφισβήτητα ένα σημαντικό κεφάλαιο της σύγχρονης ελληνικής μουσικής. Το έργο (παραγγελία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, με αφορμή την επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας) Ο Θάνατος του Λόρδου Βύρωνα, που θα παρουσιαστεί σε παγκόσμια πρώτη την Παρασκευή 15 Νοεμβρίου, μας έδωσε την ευκαιρία να μοιραστούμε μαζί του μια διαδρομή γεμάτη εμπειρίες.
— Σε παλαιότερη συνέντευξή σας έχετε πει «Ένιωσα «μεγάλος» πολύ νωρίς... Θα μπορούσα να πω πως μεταπήδησα στην ενήλικη ζωή χωρίς να περάσω από το στάδιο της εφηβείας». Θα θέλατε να μας το αποσαφηνίσετε; Αισθανόσασταν πιο ώριμος, πιο άνετα ανάμεσα σε ενήλικες και όχι συνομηλίκους ενδεχομένως;
Είναι απλό αλλά και πολύπλοκο. Οι συνθήκες της ζωής μου ήταν τέτοιες που μου επέβαλαν αυτή την ενηλικίωση πρόωρα. Η σχέση μου με τον χρόνο και την εργασία. Καθ' όλη τη διάρκεια του Λυκείου εργαζόμουν παράλληλα. Εργαζόμουν και σπούδαζα μουσική με αφοσίωση. Θα μπορούσα να πω πως δεν έχασα χρόνο για εφηβικές αφέλειες. Δεν μετανιώνω, ούτε παραπονιέμαι. Είμαι γεμάτος αναμνήσεις από αυτή την περίοδο και χαμογελώ συνήθως όταν την σκέφτομαι. Η μουσική με βεβαιότητα ήταν εκείνη που με κράτησε από το χέρι σε αυτήν την υπέρβαση.
— Έχετε πει, επίσης, ότι αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μουσική επειδή ακούσατε δύο δίσκους που έφεραν στον πατέρα σας (Τσαϊκόφκσι - «Ρωμαίος & Ιουλιέτα» και Προκόφιεφ - «Αλέξανδρος Νιέφσκι»), αλλά και ορισμένες συνθέσεις του Μανώλη Καλομοίρη. Τι ήταν αυτό που ανακίνησαν μέσα σας αυτά τα έργα, ποιο συναίσθημα γέννησαν;
Είναι αλήθεια. Αυτοί οι δύο δίσκοι «μίλησαν» μέσα μου σε μια γλώσσα που κατανοούσα. Με κάποιο τρόπο ανεξήγητο για τα δεκατέσσερα χρόνια μου, αυτή η μουσική μου ήταν οικεία και ζωντανή. Έκανα συνειρμούς, φανταζόμουν, απαντούσα, ένιωθα. Μου είναι αξέχαστες αυτές οι ακροάσεις. Οι δίσκοι με τα «Μαγιοβότανα» και το «Δαχτυλίδι της Μάνας» του Καλομοίρη ήταν άλλη εμπειρία. Συνδυάζει όλα όσα ανέφερα για τον Τσαϊκόφσκι και τον Προκόφιεφ αλλά με την παρουσία της ελληνικότητας που ήταν ζητούμενο για εμένα εκείνα τα χρόνια. Διάβαζα πολύ ελληνική λογοτεχνία, αγαπούσα την ελληνική ζωγραφική. Ξαφνιάστηκα όταν συνειδητοποίησα πως υπάρχει και τέτοια μουσική «ελληνική». Αυτό με έπεισε να σπουδάσω μουσική και βρέθηκα δεκαπέντε ετών στο Εθνικό Ωδείο.
Χαίρομαι πολύ με κάθε εκτέλεση έργου μου στο εξωτερικό. Είναι οπωσδήποτε μια υπέρβαση και μια επιβεβαίωση της καταξίωσης. Αλλά μια καλή εκτέλεση στην Ελλάδα είναι αναντικατάστατη.
— Αρχικά, ασχοληθήκατε με το φλάουτο επειδή ήταν πιο προσιτό οικονομικά σε σχέση με άλλα μουσικά όργανα. Αλλά στη συνέχεια, έχετε πει ότι το αγαπήσατε, γιατί σας έμαθε πολλά. Τι είναι αυτό που σας συναρπάζει στον ήχο του;
Το φλάουτο το αγάπησα και το αγαπώ. Πράγματι το επέλεξα διότι ήταν οικονομικότερη η απόκτησή του από άλλα όργανα που θα μου εξασφάλιζαν την υποτροφία του Ωδείου. Αν και γράφτηκα αμέσως στο υποχρεωτικό πιάνο και έδωσα εκεί μεγάλο βάρος, το φλάουτο με οδήγησε στις τάξεις των μουσικών. Έμαθα να συνεργάζομαι, διότι βρέθηκα πολύ σύντομα να συμπράττω με άλλους. Δεν είναι αυτονόητο. Δεν είναι σωστή η λέξη «συναρπάζει». Θα προτιμούσα τη λέξη «συγκινεί». Με συγκινεί ο χειροποίητος ήχος του. Σε κανένα άλλο πνευστό όργανο δεν ακούγεται τόσο έντονα η ανάσα του εκτελεστή. Ο ήχος του έρχεται από πολύ παλιά κι αυτή η ανάσα που ξεχωρίζω το τοποθετεί κατευθείαν στο κέντρο αυτού που λέω αταβιστική μουσική συνείδηση.
— Ποια ανάγκη σας έστρεψε από πολύ νωρίς στη σύνθεση;
Η ανάγκη της επικοινωνίας. Η ανάγκη του μοιράσματος της κάθε εμπειρίας. Ένιωθα πως έπρεπε να «μιλήσω» για αυτά που αγαπούσα, για ό,τι με «συγκινούσε». Λέω συχνά πως γράφω τη μουσική που θέλω να ακούω. Ούτε αυτή που πρέπει, ούτε αυτή που αρέσει ή ενδιαφέρει. Διάβαζα ένα βιβλίο. Αυτόματα μετέφραζα μέσα μου την εντύπωσή του σε μουσική με σκοπό να μιλήσω και στους άλλους για αυτό. Όλα αυτά θα μπορούσαν να μπουν κάτω από μία λέξη: αγάπη. Από αγάπη για τους ανθρώπους και έγνοια άρχισα να γράφω μουσική.
— Ποιες θα λέγατε ότι είναι οι πιο ζωηρές αναμνήσεις σας από τους επιφανείς δασκάλους σας στο Εθνικό Ωδείο (Ν. Δεπούντης, Ν. Νευράκης, Δ. Δραγατάκης); Τι έχετε κρατήσει, τόσο για την πορεία σας όσο και για τη ζωή σας, από καθέναν;
Ο καθένας είχε κάτι ξεχωριστό. Τους σκέφτομαι πολύ συχνά. Νομίζω πως αξία έχει η μετουσίωση των αναμνήσεων σε ενεργή γνώση. Τότε έχει σημασία η παρουσία του δασκάλου στο «τώρα». Από τον Δραγατάκη, για παράδειγμα, θεωρώ πως περισσότερο κι από την μουσική, το δίδαγμά του ήταν η στάση απέναντι στη ζωή. Μάλλον αυτή είναι η πλέον ζωηρή μου ανάμνηση από όλους. Η στάση τους ως μουσικοί απέναντι στη ζωή, η «πολιτεία» τους. Θα απαντήσω συγκεκριμένα στο ερώτημά σας: θυμάμαι τον Δεπούντη κάθε φορά που ψάχνω αναλόγιο και τον Δραγατάκη κάθε φορά που διπλώνω ένα χειρόγραφο για να το βρω την επόμενη μέρα.
— Θα θέλατε να μας διηγηθείτε την πρώτη φορά που ακούσατε ζωντανή ερμηνεία μίας δικής σας σύνθεσης;
Το πρώτο μου έργο που παίχτηκε ήταν και το πρώτο που έγραψα. Μια Λειτουργία για χορωδία a cappella με δύο σολίστες. Το έγραψα στα δεκαεννιά μου αν και το σχεδίαζα από τα δεκαεπτά. Παίχτηκε στη Μόσχα, στην Ραδιοφωνία όταν ήμουν είκοσι ετών. Ιούνιος. Δεν θυμάμαι τόσο την παρουσίαση και ηχογράφηση. Απίστευτη αίσθηση ήταν εκείνη της πρώτης πρόβας. Με άφησαν να σταθώ για λίγο σε ένα διάδρομο που οδηγούσε στην αίθουσα δοκιμών. Εκεί που περίμενα άκουσα ξαφνικά το έργο μου. Ήταν μια μουσική που γνώριζα πολύ καλά, αλλά που άκουγα για πρώτη φορά στη ζωή μου. Αυτό ήταν μαγικό. Το αναζητώ σε κάθε εκτέλεση έργου μου. Σαν παιδί.
Το όνειρο - Ποίηση: Μ. Πολυδούρη, Τραγούδι: Μαρία Βλαχοπούλου, Πιάνο: Νίκος Βασιλείου, Μουσική: Φίλιππος Τσαλαχούρης
— Στο βιογραφικό σας αναφέρετε «ως πανεπιστημιακές σπουδές [...] τη δεκαπενταετή θητεία [...] στο Θέατρο Τέχνης "Κάρολος Κουν". Η καλλιτεχνική [...] συνείδηση διαμορφώθηκε στο σκοτάδι, τις δοκιμές και τις παραστάσεις». Θα θέλατε να μας περιγράψετε πώς βιώσατε αυτή την διαδικασία μάθησης και μύησης στον κόσμο της τέχνης;
Το Θέατρο Τέχνης είναι για έμενα ένα κομμάτι από τη ζωή μου. Έζησα εκεί δεκαπέντε χρόνια απόλυτης αφοσίωσης. Όλος μου ο χρόνος και οι δυνάμεις ήταν δοσμένες σε αυτό το χώρο. Έμαθα πολλά, έζησα το καθετί με ένταση, δέθηκα με τους ανθρώπους, ζυμώθηκα με την ιδέα των πραγμάτων και ασκήθηκα στην πρακτική. Έκανα τα πάντα. Συνθέτης, μουσικός, δάσκαλος. Πώς βίωσα αυτή τη διαδικασία μάθησης; Με συντριβή από θαυμασμό και ευγνωμοσύνη, με αγάπη και λαχτάρα. Στους δασκάλους μου που αναφέρατε σε προηγούμενη ερώτησή σας συγκαταλέγω και τους Γιώργο Λαζάνη και Μίμη Κουγιουμτζή. Το λιγότερο.
— Είστε πολυγραφότατος συνθέτης. Θα μπορούσατε να μας μυήσετε στη τελετή γέννησης ενός έργου;
Όχι. Διότι δεν υπάρχει μία τελετή γέννησης. Κάθε έργο έχει τον δικό του τρόπο για να υπάρξει. Κοινός είναι ο τρόπος της δουλειάς. Η συστηματική ενασχόληση με το γράψιμο γεννά συνήθειες και πρακτικές. Η γέννηση, όμως, είναι κάτι άλλο. Είναι στιγμιαία. Σε εμένα τουλάχιστον έτσι είναι. Γεννιέται σαν ανάμνηση από το μέλλον. Έτσι το περιγράφω στο βιβλίο μου «Η λύπη του χρόνου». Από εκεί και πέρα αρχίζει η εργασία. Η μέθοδος του καθένα που είναι κοινή στα πονήματά του.
— Από που αντλείτε την έμπνευση - συχνότερα;
Από τη λογοτεχνία. Είμαι φανατικός αναγνώστης. Είναι συνεπώς φυσικό.
— Έχετε, επίσης, γράψει μουσική για πολλές θεατρικές παραστάσεις. Η επαφή σας με το θεατρικό κείμενο πως επηρεάζει τη σύνθεση; Πού συναντιούνται οι δύο τέχνες; Ποιος ο ρόλος του ρυθμού σε καθεμία;
Είναι περίπου σαράντα τα έργα που έχω εργαστεί στο θέατρο. Αγαπώ το θέατρο αν και τα τελευταία χρόνια η σχέση μου μαζί του περνάει μια κρίση. Έμαθα πάρα πολλά για την λειτουργία της μουσικής σε σχέση με τον δραματουργικό της ρόλο από το θέατρο. Και ταυτόχρονα η μουσική με βοήθησε να κατανοήσω την θεατρική πράξη μέσα από την πειθαρχία που υπαγορεύει η παρτιτούρα. Κάποτε, όταν κυρίως εργαζόμουν στο Θέατρο Τέχνης, μουσική και θέατρο τα είχα στο νου μου ως ένα πράγμα. Ευτυχώς τα ξεχώρισα. Ίσως αυτό να λέγεται ωριμότητα.
— Έχετε συναναστραφεί σπουδαίες προσωπικότητες της σύγχρονης ελληνικής τέχνης και διανόησης (Χατζηδάκις, Τσαρούχης, Λαζάνης, Κουγιουμτζής, Καμπανέλλης, Αναγνωστάκη κ.ά). Τι πήρατε από αυτούς τους ανθρώπους, ως καλλιτέχνης και ως προσωπικότητα; Αυτές οι εξέχουσες προσωπικότητες του πνεύματος είναι αναντικατάστατες;
Κάθε σπουδαία προσωπικότητα είναι φορέας «μέτρου». Όλοι υπήρξαν με τον τρόπο τους «μετρημένοι» έναντι του έργου τους και του αντικειμένου τους. Αυτό που προσπάθησα να καταλάβω και να διδαχθώ ήταν ο τρόπος σφυρηλάτησης αυτού του μέτρου και η διατήρησή του στο χρόνο. Ο καθένας με το μοναδικό του «μέτρο» που εργάστηκε για να φτιάξει αυτήν την προσωπικότητα που θαυμάζουμε. Κάθε προσωπικότητα είναι μοναδική, συνεπώς με κάποιους όρους αναντικατάστατη. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και σήμερα αντίστοιχες προσωπικότητες που θα είναι αναντικατάστατες για κάποιους ή και για όλους μας στο μέλλον. Συνήθως, όμως, είναι αναντικατάστατες εκείνες οι μορφές που διαμόρφωσαν την αισθητική μας στη νεότητά μας. Με αυτή την έννοια τα ονόματα που αναφέρατε στην ερώτησή σας είναι αναντικατάστατα.
— Υπάρχει κάποιο περιστατικό με κάποιον/ους εξ αυτών που θυμάστε πάντα και θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Θα μπορούσα να γράψω ένα βιβλίο με αυτά τα περιστατικά. Ας το αφήσουμε για το μέλλον. Για τότε που η μνήμη είναι ιαματική.
Φίλιππος Τσαλαχούρης- Νανούρισμα
— Συνθέσατε, επίσης, τη μουσική για τις τελετές αφής της Ολυμπιακής Φλόγας στην Αρχαία Ολυμπία τον Μάρτιο του 2008 και τον Οκτώβριο του 2009 για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου και τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Βανκούβερ αντίστοιχα. Η διεθνής καταξίωση πώς επηρεάζει την πορεία σας;
Κατ' αρχάς τα δύο παραδείγματα που αναφέρατε δεν είναι τα πλέον χαρακτηριστικά για την λεγόμενη διεθνή καταξίωση. Έλαβαν χώρα στην Ελλάδα αλλά είχαν προβολή στο εξωτερικό Περισσότερο σημαντικά ήταν άλλα γεγονότα όπως οι «Μικρασιατικοί Χοροί» στην Όπερα του Κιέβου, οι «Επτά Λόγοι του Χριστού» στο Έγκερ και δεκάδες άλλες εκτελέσεις έργων μου σε περισσότερες από είκοσι χώρες. Θα απαντήσω ευθέως: δεν με επηρεάζει διότι δεν είναι για εμένα αυτοσκοπός ή μέγας στόχος η παρουσίαση ενός έργου μου εκτός Ελλάδας. Είναι συγκινητικό και συναρπαστικό να επικοινωνείς με ένα άλλο κοινό που δεν μιλάς την γλώσσα τους αλλά μέσω της μουσικής υπάρχει διάλογος. Με αφορά, όμως, περισσότερο το κοινό που έχει κοινές εμπειρίες με εμένα, που αναπνέουμε τον ίδιο αέρα. Χαίρομαι πολύ με κάθε εκτέλεση έργου μου στο εξωτερικό. Είναι οπωσδήποτε μια υπέρβαση και μια επιβεβαίωση της καταξίωσης. Αλλά μια καλή εκτέλεση στην Ελλάδα είναι αναντικατάστατη.
— Έχετε ασχοληθεί με το έργο του Γιάννη Χρήστου, από τον θάνατο του οποίου συμπληρώνονται φέτος 50 χρόνια. Με αυτή την αφορμή, η ΚΟΑ θα παρουσιάσει μία συναυλία με ορισμένες από τις εμβληματικότερες συνθέσεις του. Ποια τα στοιχεία που θεωρείτε ότι τον ξεχωρίζουν ως δημιουργό;
Η πνευματικότητά του και οι μεταφυσικές διαστάσεις της έμπνευσής του. Πιστεύω πως είναι ένας συνθέτης που θα ανακαλύψουμε περισσότερο. Έχει πολλές πλευρές ακόμη που μας είναι αόρατες.
— Στη συναυλία της 15ης Νοεμβρίου θα παρουσιάσετε τη σύνθεση-παραγγελία της ΚΟΑ «Ο θάνατος του Λόρδου Βύρωνα», το οποίο εμπνευστήκατε από το ομώνυμο ποίημα του Διονύσιου Σολωμού για τον φιλέλληνα ποιητή. Θα θέλατε να μας περιγράψετε τη συνθετική πορεία που ακολουθήσατε;
Το έργο ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2019. Είναι εμπνευσμένη από τους εισαγωγικούς στίχους του Διονυσίου Σολωμού της μακροσκελούς Ωδής στον θάνατο του Λόρδου Βύρωνα:
Λευτεριά για λίγο πάψε
Να χτυπάς με το σπαθί
Τώρα σίμωσε και κλάψε
Εις του Μπάιρον το κορμί
Η μουσική αρθρώνεται σε τρεις συμφωνικές εικόνες: η αγωνιζόμενη Ελευθερία, ο ποιητής στην νεκρική κλίνη και η μεταφυσική συνάντησή τους. Με θαυμασμό στην ποιητική μορφή του Λόρδου Βύρωνα αλλά και με ευγνωμοσύνη στον μεγάλο φιλέλληνα προσπάθησα να δημιουργήσω ένα δραματικό συμφωνικό επιτύμβιο επίγραμμα.
— Σημαντικό ρόλο στη ζωή σας, πέραν της σύνθεσης, παίζει και η διδασκαλία. Ποιοι οι βασικοί σας στόχοι όταν διδάσκετε; Ποιες οι αρχές που προσπαθείτε να εμφυσήσετε στους νέους μουσικούς;
Όχι απλά σημαντικό ρόλο. Η μισή μου ζωή είναι η διδασκαλία. Διδάσκω ακριβώς τριάντα χρόνια. Από την πρώτη φορά που μπήκα σε τάξη με μαθητές έχουν περάσει τριάντα χρόνια. Διδάσκω αδιάλειπτα και πάντα με την ίδια διάθεση. Η πίστη στη γνώση είναι πάντοτε ο στόχος και οι αξίες εκείνες που οδηγούν στο υψηλό.
— Η σχέση με τους μαθητές συνήθως είναι αμφίδρομη. Τι θα λέγατε ότι παίρνετε εσείς διδάσκοντας;
Τόσα πολλά που δεν μπορώ σε μια απλή απάντηση να περιγράψω. Οι σημαντικότεροι συλλογισμοί έχουν γεννηθεί μέσα μου κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας. Οι μεγαλύτερες επαληθεύσεις, τα βαθύτερα ερωτήματα, στην τάξη έχουν τεθεί. Εκτός εκπαιδευτικής διαδικασίας δεν θα ήμουν τίποτε.
Info
Φίλιππος Τσαλαχούρης - Ο Θάνατος του Λόρδου Βύρωνα
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου, 20:30
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης
σχόλια