ΜEΣΑ ΣΕ ΑΥΤΗ την απόκοσμη ατμόσφαιρα που αγαπούν, με λόγια ερωτικά, ήχους ψυχεδελικούς, ενορχηστρώσεις μινιμαλιστικές, έχοντας για δύναμη τις αναμνήσεις από τις προηγούμενες συνεργασίες τους και για καύσιμο τα τραγούδια των Τσιτσάνη, Χατζιδάκι, Άκη Πάνου, Βαμβακάρη, Σιδηρόπουλου, Lost Bodies, Θάνου Ανεστόπουλου ο Γιάννης Αγγελάκας και ο τσελίστας Νίκος Βελιώτης εισβάλλουν ως «Λύκοι» στο Ηρώδειο στις 30 και 31 Ιουλίου και παρουσιάζουν στο κοινό τον δίσκο τους «Οι Λύκοι στη χώρα των θαυμάτων», αυτήν την απρόσμενη επιλογή και ερμηνεία ελληνικών τραγουδιών, υπό το πρίσμα της προσωπικής τους μυθολογίας.
Εικοσιένα συνολικά τραγούδια-σταθμοί της ελληνικής δισκογραφίας των τελευταίων δεκαετιών παίρνουν ξανά ζωή μέσα από την προσέγγιση και τον ιδιαίτερο ήχο των «Λύκων», το τσέλο και τα πλήκτρα του Βελιώτη, την απέριττη, ονειρική ερμηνεία του Γιάννη Αγγελάκα.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν όταν ο Αγγελάκας, μια από τις πιο ατόφιες ροκ περσόνες της χώρας, έψαχνε τσελίστα για το σάουντρακ της ταινίας «Ο χαμένος τα παίρνει όλα» του Νίκου Νικολαΐδη και η φιλία που προέκυψε μετρά ήδη 20 χρόνια. Η, δε, παράστασή τους, είναι δοκιμασμένη στο παρελθόν σε αρχαία θέατρα και προορισμένη –όπως λένε– για ακροατές «ήσυχους, προσηλωμένους» και έτοιμους να ζήσουν την απόκοσμη κατάνυξη.
«Να που τελικά η συναυλία θα γίνει. Έστω και κάτω από ειδικές συνθήκες» λέει με ανακούφιση που επιστρέφει στη σκηνή ο Γιάννης Αγγελάκας. «Εκ των υστέρων βέβαια σκέφτομαι πως έχει μια αισθητική και μια μεταφυσική γοητεία να παίζεις σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, σ' έναν τέτοιο χώρο, μια τέτοια δουλειά που ηχεί σαν προσευχή ενός δυστοπικού και δυσκίνητου πνευματικά κόσμου, που παλεύει να θυμηθεί το εμπνευσμένο φωτεινό παρελθόν του. Να ξαναβρεί το θάρρος του, να μουρμουρίσει, να ξαναζωγραφίσει με τον δικό του τρόπο, μέσα στον σύγχρονο ζόφο, τις παλιότερες μυθικές εκλάμψεις του πολιτισμού του».
Αν επρόκειτο να παίξω με την μπάντα μου τους 100°C τότε θέλω ένταση και σίγουρα ούτε κόσμο καθιστό, ούτε αποστάσεις, ούτε streaming και συναίσθημα φιλτραρισμένο μέσα από κάμερες. Άρα φέτος με το συγκρότημα θα απέχουμε από τις συναυλίες.
— Γιάννη, τι αλλάζει στις συναυλίες σου αλλά και στις μουσικές που κάνετε μαζί η παρουσία του Νίκου Βελιώτη;
Συνήθως είτε βρίσκομαι με μεγάλες μπάντες με πολύ κόσμο, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να συνεννοηθώ για πολλά πράγματα, ότι όλα είναι πιο ρευστά και ο στόχος κατακτάται έπειτα από πολλή συγκέντρωση και δοκιμές, είτε έχω τον Νίκο που είμαστε δύο άτομα σαν ένα. Είμαστε φίλοι, έχουμε κοινή αισθητική και, το σημαντικότερο, βρίσκουμε γρήγορα πού θέλουμε να πάμε. Σε αυτήν τη μεγάλη μου διαδρομή παραδέχομαι πως είναι ελάχιστες οι στιγμές που τα καταφέρνω τόσο καλά κι αβίαστα όσο μαζί του.
— Ποιο κομμάτι από αυτά που διασκευάσατε δεν φανταζόσασταν ποτέ ότι θα έμπαινε σε παράσταση ή δίσκο σας;
Αν εξαιρέσεις το ρεμπέτικο «Τα μπλε τα παραθύρια» τα υπόλοιπα δύσκολα φανταζόμασταν ότι θα έμπαιναν ποτέ σε δίσκο διασκευασμένα από εμάς. Ξεκινήσαμε, λοιπόν, από αυτά τα κομμάτια που δεν θα περίμενε κανείς ότι θα πειράζαμε όπως το «Άνθρωποι μονάχοι». Έπειτα ζεσταθήκαμε, είπαμε ότι δεν έχει νόημα να κάνουμε απλώς δέκα διασκευές και ονειρευτήκαμε να φτάσουμε τις 50. Τελικά κάπου στη μέση ολοκληρώσαμε τον δίσκο. Είχαμε έννοια να ξαφνιάσουμε τόσο τους εαυτούς μας όσο και τους δημιουργούς των τραγουδιών.
— Η συνθήκη της πανδημίας, της απόστασης από την τέχνη, έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση του προγράμματος;
Όχι ιδιαίτερα. Ξέραμε από τον Νοέμβριο ότι θα παίξουμε στο Ηρώδειο κι όταν προέκυψε η καραντίνα ήμασταν σίγουροι ότι η συναυλία θα αναβληθεί. Άρα, έστω και με απόσταση, είναι μια ευχάριστη ανατροπή. Νιώθω σαν όλο αυτό να βοηθά τον στόχο που ήταν να παιχτούν τα κομμάτια σε ένα πιο απόκοσμο, νοσταλγικό περιβάλλον που και μας αφορά και ταιριάζει με το ύφος της δουλειάς μας. Κάπως ήρθανε οι ατμόσφαιρες κι αντάμωσαν.
— Την τελευταία φορά που είχαμε κουβεντιάσει μου είχες πει πως «η μουσική θέλει κόσμο, το γράψιμο θέλει μοναξιές». Σας ζόρισε η απομόνωση ή σας ξύπνησε τη δημιουργικότητα;
Γ.Α.: Τη μοναξιά δεν την πολυκαταλαβαίνω. Προτιμώ τη μοναχικότητα. Δεν νιώθω, όταν απομονώνομαι, ότι είμαι κατατρεγμένος, απλώς διαλέγουμε το μέρος και τη συνθήκη για να σκεφτούμε, να ονειρευτούμε, να αναλογιστούμε.
Ν.Β.: Εγώ πάλι όχι, πρόβλημα δεν έχω με τη μοναχικότητα, αλλά είναι και το μόνο που θέλω. Οπότε δεν μου άλλαξε τίποτα ο κορονωϊός.
— Σε έναν μουσικό σαν και σένα, που έχει μάθει στη ροκ ένταση, πώς μοιάζει το Ηρώδειο;
Ιδανικό, όπως και τα άλλα ανοικτά θέατρα όπου έχουμε παίξει, καθώς η συγκεκριμένη παράγωγή θέλει ήσυχους και προσηλωμένους θεατές. Αν επρόκειτο να παίξω με την μπάντα μου, τους 100°C, τότε θέλω ένταση και σίγουρα ούτε κόσμο καθιστό, ούτε αποστάσεις, ούτε streaming και συναίσθημα φιλτραρισμένο μέσα από κάμερες. Άρα φέτος με το συγκρότημα θα απέχουμε από τις συναυλίες. Αυτά που παίζουμε δεν είναι για τους τωρινούς υγειονομικούς περιορισμούς.
— Να υποθέσω ότι δεν έχετε υποκύψει στη γοητεία του streaming.
Γ.Α.: Εγώ όπου μπορώ θα το αποφύγω. Ο προορισμός της συναυλίας είναι να ανταλλάξουμε παλμό με το ακροατήριο.
Ν.Β.: Είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια η τεχνολογία καλπάζει και προφανώς δεν μπορείς να την αποφύγεις. Από την άλλη αυτός ο τρόπος μετάδοσης αδικεί συχνά την προσπάθεια του μουσικού. Μπορεί εγώ να παλεύω να στήσω ένα streaming με τις καλύτερες προϋποθέσεις κι ο άλλος να το ακούσει στο κινητό του ή ένα ηχειάκι και να μην εισπράξει τίποτα από ο,τι ετοίμασα.
— Το –αναγκαστικά– μισοάδειο Ηρώδειο σας δημιουργεί αμηχανία;
Όχι, μετά από τόσα χρόνια στις συναυλίες έχουν υπάρξει και φορές που μπήκαμε σε έναν χώρο κι ήμασταν μεταξύ μας. Υπήρξαν επίσης φορές που το τεράστιο κοινό και η μεγάλη ένταση μας έκαψαν. Μη νομίζεις, το να καίγεσαι σε φρενάρει από το να λειτουργήσεις ως μουσικός. Η υψηλή θερμοκρασία δεν είναι το μόνο συστατικό επιτυχίας.
— Μουσικές εκπλήξεις να περιμένουμε στο Ηρώδειο ή θα περιοριστείτε στον δίσκο;
Μία είναι η έκπληξη: ότι παίζουμε στο Ηρώδειο. Άλλες δεν έχει.
Γιάννης Αγγελάκας - Νίκος Βελιώτης
Λύκοι στη χώρα των θαυμάτων
Ωδείο Ηρώδου Αττικού
30 & 31/7, 21:00
Διάρκεια: 1 ώρα και 30 λεπτά
σχόλια