Πολυβραβευμένος, διεθνώς αναγνωρισμένος και πάντα δραστήριος, ο αρχιμουσικός Γιώργος Πέτρου δεν χρειάζεται συστάσεις. Λίγο πριν διευθύνει τη λαμπερή χριστουγεννιάτικη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, μιλά για τη γεμάτη καθημερινότητα και για την εντυπωσιακή πορεία του:
— Δεν προέρχεστε από μουσική οικογένεια, αλλά έχετε πει ότι όταν ήσασταν μικρός σας γοήτευαν οι βιτρίνες των δισκοπωλείων με δίσκους κλασικής μουσικής. Πιστεύετε ότι ορισμένες φορές αυτή η έλξη είναι αναπόδραστη;
Είναι κάπως μεταφυσικό! Υπάρχουν πράγματα που μας κάνουν εντύπωση και μας μαγεύουν από την παιδική μας ηλικία. Είναι σαν μια επανασύνδεση με κάτι γνώριμο από έναν άλλο κόσμο, ή μια επιστροφή στις ρίζες. Από μικρή ηλικία με μάγευε κάθε μορφή τέχνης και πάνω από όλα η μουσική.
— Στην πράξη, πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη μουσική; Ζητήσατε από τους γονείς σας να μάθετε κάποιο μουσικό όργανο;
Κάποια στιγμή ζήτησα να μάθω κιθάρα. Τότε βρέθηκε ένας ηλικιωμένος κύριος, καθηγητής μουσικής της παλιάς σχολής, και άρχισε να μου μαθαίνει βασική θεωρία. Ο κύριος αυτός είχε ένα πιάνο στο σπίτι του, και ο ίδιος αυτοσχεδίαζε με έναν τρόπο που εμένα τότε (στην ηλικία των 10) μου φάνηκε μαγικός. Μετά από αυτή την πρώτη γνωριμία με το πιάνο, ήταν σαφές για εμένα τι όργανο ήθελα πραγματικά να μάθω.
Η διεύθυνση μπήκε σε μια περίοδο που αναζητούσα διέξοδο και διεύρυνση από το στενό πλαίσιο και την μοναξιά της πιανιστικής μελέτης. Ήταν κι αυτό σαν ένα κάλεσμα αφού δεν είχα σκεφτεί ποτέ στην ζωή μου να γίνω μαέστρος. Τελικά με την διεύθυνση ορχήστρας ένιωσα την πιο σημαντική καλλιτεχνική ολοκλήρωση. Το πιάνο όμως μένει για πάντα κοντά μου.
— Έχετε πει ότι το πιάνο δεν είναι ο ιδανικός σύντροφος ζωής για σας, αλλά παραμένει ένας αγαπημένος φίλος. Υπήρξε περίοδος που σκεφτήκατε να ακολουθήσετε καριέρα πιανίστα;
Ξεκίνησα από πολύ νωρίς μια σολιστική καριέρα ως πιανίστας, ενώ στην συνεργασία μου με τον πιανίστα και συνθέτη Χριστό Παπαγεωργίου, ως πιανιστικό ντούο φτάσαμε πολύ σύντομα σε μεγάλες αίθουσες της Ευρώπης και της Αμερικής. Ίσως έγιναν όλα πολύ γρήγορα και απότομα.
— Πως μπήκε στη ζωή σας η διεύθυνση ορχήστρας;
Η διεύθυνση μπήκε σε μια περίοδο που αναζητούσα διέξοδο και διεύρυνση από το στενό πλαίσιο και την μοναξιά της πιανιστικής μελέτης. Ήταν κι αυτό σαν ένα κάλεσμα αφού δεν είχα σκεφτεί ποτέ στην ζωή μου να γίνω μαέστρος. Τελικά με την διεύθυνση ορχήστρας ένιωσα την πιο σημαντική καλλιτεχνική ολοκλήρωση. Το πιάνο όμως μένει για πάντα κοντά μου.
— Μέσα από τη δράση σας, φαίνεται ότι δεν έχετε στεγανά σε ό,τι αφορά τη μουσική και τα crossovers μεταξύ διαφορετικών –για κάποιους ίσως ετερόκλητων– ειδών. Σας απασχόλησε ποτέ ο σκεπτικισμός που υπάρχει γύρω από τα crossovers;
Μου αρέσει να ερμηνεύω έργα των οποίων την ποιότητα και την αξία πιστεύω. Υπάρχει καλό και κακό crossover, όπως και καλές και κακές όπερες η καλές και κακές συμφωνίες. Αν πιστεύω πολύ σε ένα έργο, έχω επίσης την πεποίθηση ότι το κοινό θα κατανοήσει το έργο αυτό με τον ίδιο τρόπο με εμένα.
— Έχετε ασχοληθεί σκηνοθετικά και με το μιούζικαλ. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει στο συγκεκριμένο είδος; Ποια η προσέγγισή σας για την επιτυχημένη συνύπαρξη δραματουργίας και μουσικής;
Η σκηνοθεσία μπήκε στη ζωή μου λίγο όπως και η διεύθυνση ορχήστρας: μοιραία. Είχα πάντα μια αγάπη για το θέατρο, και με την ενασχόλησή μου με την όπερα ήρθα κοντά στο θέατρο μέσω της μουσικής. Σιγά-σιγά ένιωσα έντονα ότι η μουσική δραματουργία βαδίζει χέρι χέρι με την θεατρική. Και ότι οι ήχοι φτιάχνουν εικόνες και οι εικόνες ήχους. Έτσι ένιωσα πολύ έντονα την ανάγκη να συνδυάσω την μουσική μου ερμηνεία με μια σκηνοθετική προσέγγιση. Είναι μια διαδικασία τελείως διαφορετική, που με συναρπάζει ιδιαίτερα γιατί με αναγκάζει να σκεφτώ διαφορετικά. Όσον αφορά το μιούζικαλ, έκανα μερικά έργα τα οποία λατρεύω και τα θεωρώ εφάμιλλα με τις καλύτερες όπερες. Φυσικά το μιούζικαλ είναι ένα πεδίο ευρύτατο που περιλαμβάνει πολυάριθμα μουσικά στυλ, πολλά από τα οποία δεν με συγκινούν ιδιαίτερα.
— Θεωρείστε ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους μαέστρους της μουσικής του 18ου αι., ενώ το ρεπερτόριό σας είναι ευρύτατο, με έμφαση στις ιστορικές πρακτικές ερμηνείας και την όπερα. Παράλληλα, ασχολείστε με εξίσου μεγάλη επιτυχία και με τη σκηνοθεσία μουσικού θεάτρου. Ποια είναι η κινητήριος δύναμη που σας ωθεί σε διαρκή εμβάθυνση/έρευνα και εξέλιξη;
Η ανάγκη να μαθαίνω, να βελτιώνομαι και δημιουργώ και να επικοινωνώ.
— Το 2012, αναλάβατε την καλλιτεχνική διεύθυνση της Καμεράτας – Ορχήστρας Φίλων της Μουσικής και έκτοτε η Ορχήστρα έχει γνωρίσει σημαντικές διεθνείς διακρίσεις. Πόσο αναγκαία αλλά και εποικοδομητική είναι αυτή την εξωστρέφεια;
Για εμένα η Καμεράτα είναι ένα έργο ζωής. Είναι από τα πράγματα για τα οποία είμαι πιο περήφανος στη ζωή μου. Όταν εμφανιζόμαστε στο εξωτερικό και βλέπω τον ενθουσιασμό του κοινού, νιώθω σαν να πετάω. Όταν είμαι με την Καμεράτα εκτός Ελλάδας, νιώθω πιο πολύ από άλλες φορές ότι είμαι Έλληνας.
— Σας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η «δημιουργία μιας σύγχρονης μουσικής γλώσσας με λεξιλόγιο από παλιότερες εποχές», όπως έχετε πει σε συνεντεύξεις σας. Πόσο σημαντική είναι η γνώση του παρελθόντος της μουσικής προκειμένου να υπάρξουν οι προϋποθέσεις για ένα γόνιμο μέλλον;
Είναι πολύ σημαντική. Οι συνθέτες έγραψαν έτσι όπως έγραψαν γιατί είχαν στην διάθεση τους συγκεκριμένα όργανα της εποχής τους, συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες, συγκεκριμένη αισθητική. Η γνώση των παραπάνω μας βοηθάει καταλυτικά στο να μπούμε μέσα στην ψυχή των έργων και να τα κατανοήσουμε. Μόνον έτσι μπορεί να αφήσουμε κάτι νέο, δικό μας και προσωπικό να βγει έτσι ώστε να μην συγκρουστεί με τον χαρακτήρα του έργου, αλλά να το κάνει ζωντανό και «σύγχρονο».
— Θεωρείτε ότι το ακροατήριο, ανάλογα με τη χώρα από την οποία προέρχεται, κουβαλά ξεχωριστά ακούσματα, που συνδέονται και με τα βιώματά του. Πως επηρεάζει αυτό τη μουσική πρόσληψη;
Η κουλτούρα του κάθε λαού έχει μεγάλη σχέση με την πρόσληψη της τέχνης και την αισθητική του. Στην Ελλάδα, ζώντας σε ένα σταυροδρόμι πολιτισμών, έχουμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε και να αφομοιώνουμε διαφορετικά είδη, στυλ και ιδέες με ιδιαίτερη ευκολία.
— Διαθέτετε πολλές κορυφαίες διακρίσεις για τις ηχογραφήσεις σας (Echo Klassic, Gramophon-Editor's Choice, Diapason d'Or, BBC Recording of the Month), καθώς και μία υποψηφιότητα για Grammy. Ποιες οι διαφορές μεταξύ ζωντανής ερμηνείας και ηχογράφησης;
Η ηχογράφηση είναι μια προσπάθεια να δημιουργηθεί μια ερμηνεία κατά όσο γίνεται πιο ιδανική, για την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η ζωντανή εκτέλεση είναι απρόβλεπτη και έχει κάτι το μυστηριώδες. Μου αρέσει να επιστρέφω στους στουντιακούς μου δίσκους, αλλά είμαι ιδιαίτερα κριτικός με τις ζωντανές μου ηχογραφήσεις. Δεν με συγχωρώ εύκολα.
— Ποιες οι βασικές κατευθυντήριες που δίνετε στους μουσικούς πριν από την ηχογράφηση;
Ότι πρέπει να νιώσουν σαν σε συναυλία και να μην τους νοιάζει να παίξουν σωστά.
— Έχετε πει ότι ξεχωρίζετε το Echo Klassic που κερδίσατε για την ηχογράφηση του Ταμερλάνου με την Ορχήστρα Πατρών το 2008. Αισθάνεστε ότι μία τόσο σημαντική διάκριση έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία για μία ορχήστρα που δεν εδρεύει στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη;
Όχι ακριβώς. Αυτό ήταν μια ιδιαίτερα αναπάντεχη βράβευση, την οποία πήραμε όταν ήμουν σε αρκετά νεαρή ηλικία. Ήταν συγκινητικό και παράλληλα τρομακτικό. Με την ορχήστρα Πατρών δουλέψαμε πολύ σκληρά και η επιβράβευση αυτή ήταν πολύτιμη. Ειλικρινά λυπάμαι που το σύνολο αυτό δεν υπάρχει πια.
— Κατά τη γνώμη σας, ποιες οι απαραίτητες προϋποθέσεις, ώστε να αποκτήσουν ευρύτερη πρόσβαση στη μουσική γνώση και τα δρώμενα όσοι επιλέγουν να ζουν μακριά από τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας;
Ο μόνος τρόπος είναι τα δρώμενα αυτά να τους επισκεφτούν. Η Ελλάδα είναι καλλιτεχνικά υδροκέφαλη.
— Για την εν γένει καλλιτεχνική προσφορά σας, η Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου σας απένειμε τον τιμητικό τίτλο Associate (ARAM), ενώ η γαλλική κυβέρνηση σας τίμησε με το παράσημο του Ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών. Τι σημαίνουν τα βραβεία για εσάς;
Είναι έμπνευση και energy boost για τα επόμενα. Χαίρομαι, αλλά δεν στέκομαι σ αυτά.
— Από τη σεζόν 2021-2022 θα αναλάβετε την καλλιτεχνική διεύθυνση του «Internationale Händel-Festspiele Göttingen» (Διεθνές Φεστιβάλ Χαίντελ του Γκαίτινγκεν), ενός από τα πιο φημισμένα και παλαιότερα φεστιβάλ μπαρόκ μουσικής παγκοσμίως. Ποιοι οι στόχοι που έχετε θέσει; Ποιες οι βασικές προκλήσεις που πιστεύετε ότι θα αντιμετωπίσετε σε αυτή τη θέση;
Το φεστιβάλ Χέντελ του Göttingen κλείνει το 2020 εκατό χρόνια ζωής. Είναι ένα από τα ιστορικότερα φεστιβάλ όπερας στον κόσμο και η ευθύνη της καλλιτεχνικής του διεύθυνσης πολύ μεγάλη. Από το 2022 θα ακολουθήσουμε μια εντελώς νέα λογική στον προγραμματισμό με πολύ τολμηρά εγχειρήματα, πολλές διεθνείς συμπαραγωγές και πολλές μουσικές και μη εκπλήξεις. Θα ήθελα το φεστιβάλ αυτό να γίνει μια γιορτή μουσικής, όπου μουσικόφιλοι από όλο τον κόσμο θα μπορούν να συνδιαλέγονται και να μετέχουν πέρα από το να είναι απλοί ακροατές.
— Το μπαρόκ είναι μια εποχή ανατροπών και κομβικών αλλαγών για τη μουσική. Αυτοί είναι οι λόγοι που σας γοητεύει;
Το μπαρόκ στη λογική της ιστορικής ερμηνευτικής είναι ανακάλυψη της εποχής μας. Μουσική έντονα ρυθμική αλλά και αξιομνημόνευτα μελωδική, μιλάει κατευθείαν στην ψυχή χωρίς προλόγους, συστάσεις και επεξηγήσεις.
— Έχετε πει ότι τα ακούσματά σας ποικίλλουν, γεγονός που αποδεικνύεται και από τις ανατρεπτικές επιλογές σας ως διευθυντή ορχήστρας. Ποια είναι τα είδη μουσικής που σας γοητεύουν σε ποιες στιγμές μπορεί να επιλέξετε καθένα;
Δεν επιλέγω μουσική. Τις ώρες εκτός δουλειάς προτιμώ να μην ακούω. Άλλωστε μουσική υπάρχει συνέχεια στο κεφάλι μου. Μου αρέσει όμως να χάνομαι μουσικά για ώρες στο YouTube. Μπορώ να ξεκινήσω ακούγοντας μουσική για πιάνο και να καταλήξω σε ποπ η σε κλασική τζαζ.
— Οι συνεργασίες σας με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών είναι πολυάριθμες. Ποια τα συναισθήματά σας για την επιστροφή σας στο πόντιουμ στην επικείμενη χριστουγεννιάτικη συναυλία;
Είναι μεγάλη χαρά κάθε συνεργασία μου με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Νιώθω μια ιδιαίτερη σύνδεση με τους μουσικούς της λόγω της πολυετούς γνωριμίας μας, με πολλούς από αυτούς και από τα ωδειακά μας χρόνια. Η ΚΟΑ είναι μια εξαίρετη ορχήστρα, διεθνούς επιπέδου, που της αξίζουν τα καλύτερα.
— Στη Χριστουγεννιάτικη συναυλία θα διευθύνετε καντάτες από το, βαθιά συναισθηματικό και υποβλητικό, Ορατόριο των Χριστουγέννων του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Ποιες οι βασικές προκλήσεις στη διεύθυνση ενός έργου, στο οποίο συμπράττουν μονωδοί, ορχήστρα και χορωδοί;
Το Χριστουγεννιάτικο Ορατόριο του Μπαχ είναι ένα μεγάλο αριστούργημα. Είναι ένα έργο του οποίου αν ξεκλειδώσεις τον κωδικό, γίνεται άμεσο, κατανοητό και συγκινητικό. Ανυπομονώ!
— Έχετε κατακτήσει πλήθος κορυφών στη μέχρι τώρα πορεία σας, αλλά παραμένετε ιδιαίτερα δραστήριος. Τι ονειρεύεστε;
Υγεία, δημιουργία και αγάπη.
Info
Κρατική Ορχήστρα Αθηνών - Χριστουγεννιάτικη Συναυλία
Σάββατο 21 Δεκεμβρίου, 20:30
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης
σχόλια