Καλό ραδιόφωνο υπάρχει στην Ελλάδα, θέλει λίγο ψάξιμο και να έχεις τα αυτιά σου ανοιχτά. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες βραδινές ζώνες είναι αυτή του Nostos 100.6, που παίζει το πιο σύγχρονο και φρέσκο ξένο ρεπερτόριο στα FM, με επιλογές που ξαφνιάζουν: χιπ-χοπ, γυναικείο ραπ αλλά και indie και ηλεκτρονική μουσική, παιγμένα με άποψη. Το νυχτερινό πρόγραμμα ξεκινάει καθημερινά στις 21:00 με την Κάφκα (Κατερίνα Καφεντζή) για μία ώρα, μέχρι να δώσει τα ηνία στην Kira Kalo στις 22:00 μέχρι τα μεσάνυχτα, η οποία παίζει για δυο ώρες χωρίς να μιλάει. Η εκπομπή της είναι ένα mixtape από επιλογές της, αλλά ξεχωρίζει επειδή είναι πράγματα, κυρίως καινούργια μουσική, που δεν ακούς συχνά στο ελληνικό ραδιόφωνο, το οποίο μαστίζεται από βαρετές έως αδιάφορες και αναχρονιστικές playlist. Ακόμη και ορισμένα καινούργια πράγματα που ακούς παραμένουν σε έναν ήχο κολλημένο στα indie ‘90s, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Το δίωρο της Kira είναι διαφορετικό, φάνκι, χορευτικό, σαν να παίζει για ένα πάρτι, εναλάσσοντας παλιά και καινούργια μουσική αβίαστα, με έμφαση σε καινούργιες κυκλοφορίες από όλα τα είδη της μουσικής. Την πρώτη φορά που άκουσα την εκπομπή της ήταν ένα βράδυ καθώς οδηγούσα –πλέον μόνο στο αυτοκίνητο ακούω ραδιόφωνο– και δεν πίστευα αυτά που άκουγα. Αυτόματα έγινε η αγαπημένη μου εκπομπή στο ραδιόφωνο, που είχα χάσει κάθε ελπίδα ότι θα έπαιζε ποτέ τη μουσική την οποία με ενδιαφέρει τα τελευταία χρόνια.
Στο δίωρό της μπορεί να περάσει από ένα απίστευτο remix των The xx στη νέα Lana Del Rey ή στο drill της Ice Spice, σε ένα Dry Cleaning. Και όχι μόνο δεν ξενερώνεις αλλά ουκ ολίγες φορές θέλεις να κάνει Shazam για να ανακαλύψεις τι είναι αυτό που ακούγεται εκείνη την ώρα.
Μάλιστα, για καιρό σκεφτόμουν ότι δεν πρόκειται για πραγματικό πρόσωπο, αλλά για άλλη μια playlist. Τελικά, όχι μόνο είναι υπαρκτό πρόσωπο η Kira Kalo, που το πραγματικό της όνομα είναι Μαρίκα, είναι και διευθύντρια προγράμματος ολόκληρου του σταθμού. Της λέω γι’ αυτή την παρανόηση και γελάει όταν τη συναντώ στον σταθμό, που βρίσκεται στη λεωφόρειο Μεσογείων, στο ύψος της Αγίας Παρασκευής. Είναι πολύ εσωστρεφής, όπως μου λέει και ο Σπύρος Χούντας που μας συστήνει −με τον οποίο είναι ζευγάρι και στη ζωή−, και η φωνή σε όλα τα jingles του σταθμού είναι δικιά της. «Αν κάποια στιγμή μιλήσω στον αέρα, θα είναι κυρίως ως προσπάθεια προσωπικής μου εξέλιξης και αυτοβελτίωσης», λέει εκείνη.
Η Μαρίκα γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά είναι μισή Σκωτσέζα από την πλευρά της μαμάς της. «Μπορεί να μεγάλωσα εδώ, αλλά έκανα τακτικές επισκέψεις στη Γλασκώβη, από όπου καταγόταν η μητέρα μου». «Καλά, και το ψευδώνυμο από πού προέκυψε;», έχω την εύλογη απορία. «Πήγα στην Αγγλία και στη Σκωτία για σπουδές μόδας, συγκεκριμένα textile design. Μετά τις σπουδές επέστρεψα στην Αθήνα και έφτιαξα το δικό μου brand ρούχων που το ονόμασα “Kirakalo”. Ήταν εμπνευσμένο από τις Νηρηίδες. Τελικά μου έμεινε ως ψευδώνυμο». Τα ρούχα που έκανε, όπως μου λέει, ήταν ένα contrast ανάμεσα σε dark, goth και preppy, και αρκετά feminine. «Μια εσωτερική διαμάχη που είναι παρούσα τελικά σε ό,τι κάνω, εννοείται και στη μουσική». Αν και η μουσική ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς της, άρχισε να ασχολείται πιο ενεργά στα τέλη των ‘00s, όταν άκουσε τραγούδια όπως το «Time To Pretend» των MGMT και το «Rabbit Heart» των Florence & The Machine. Την έκαναν να ψάχνει νέες μουσικές και να ενημερώνεται.
Ο Nostos 100,6 FM υπάρχει από το 2016, με άλλη διεύθυνση και διαφορετικό όραμα. Το 2019 αποφάσισαν με τον Σπύρο να τον αναλάβουν εξολοκλήρου. «Θέλαμε να κάνουμε τη διαφορά στο ελληνικό ραδιόφωνο. Η βάση μας να είναι νέα μουσική από ολόκληρο τον κόσμο, εστιασμένη περισσότερο στο τώρα και λιγότερο στα κλασικά ακούσματα, με αισθητική και κομμάτια που συντροφεύουν κάθε ώρα της ημέρας». Το αποτέλεσμα τους δικαίωσε, ενώ συνεχώς βελτιώνονται. «Γενικά στον Nostos δεν λειτουργούμε με τον “παραδοσιακό” τρόπο που λειτουργεί ένα ραδιόφωνο. Είμαστε όλοι νέοι άνθρωποι με όρεξη και δημιουργικότητα. Έτσι και εγώ δεν είμαι μια “παραδοσιακή” διευθύντρια προγράμματος. Ως υπεύθυνη μουσικής του σταθμού παρακολουθώ ασταμάτητα τις νέες κυκλοφορίες, πολύ δύσκολο task λόγω μεγέθους, και ανακαλύπτω συνέχεια κρυμμένα διαμάντια. Το τι τελικά περνάει στον αέρα του Nostos είναι μια διαδικασία δύσκολη και χρονοβόρα. Είναι κάτι σαν κοπτοραπτική», μου λέει και γελάει.
Στο δίωρό της μπορεί να περάσει από ένα απίστευτο remix των The xx στη νέα Lana Del Rey ή στο drill της Ice Spice, σε ένα Dry Cleaning. Και όχι μόνο δεν ξενερώνεις αλλά ουκ ολίγες φορές θέλεις να κάνει Shazam για να ανακαλύψεις τι είναι αυτό που ακούγεται εκείνη την ώρα. Αν υπάρχει μια λέξη που να χαρακτηρίζει το πρόγραμμα του σταθμού, αυτή είναι «ακομπλεξάριστο». Δεν αποκλείει κανένα μουσικό είδος. Μπορεί να ακούσει κανείς από soft rock της δεκαετίας του ’70 μέχρι τραπ, χιπ-χοπ κ.λπ. Ακόμη και οι επιλογές των παραγωγών τους είναι ετερόκλητες. Στο πρωινό πρόγραμμα που παρουσιάζουν η Χρύσα Οικονομοπούλου με τον Σπύρο έχουν παίξει μέχρι και μέταλ, ενώ «ο Αντώνης Βαβαγιάννης και τα “Κουραφέλκυθρα” δεν είναι καν εκπομπή», λέει. Τη βραδινή ζώνη τη διάλεξε επειδή συνήθως η μουσική που της αρέσει είναι ατμοσφαιρική, ενώ μου λέει τα καλύτερα για την Kafka. «H Kafka δεν επηρεάζει μόνο τι παίζω στην εκπομπή μου, αλλά και όλο το πρόγραμμα του Nostos. Όταν είχα ανακαλύψει την εκπομπή “Café Society” που έκανε παλαιότερα με τον Κωνσταντίνο Τζούμα, είχα συγκλονιστεί. Θυμάμαι να σκέφτομαι συγκεκριμένα “επιτέλους καλή μουσική στο ραδιόφωνο, μουσική με ένταση και ψυχή!”». Είναι ένας από τους λόγους που αποφασίσαμε να μη δεσμευτούμε σε ένα μόνο μουσικό είδος και θεωρώ μεγάλη τύχη να συνεργάζεσαι με τέτοιου βεληνεκούς επαγγελματίες».
«Πώς βλέπεις την κατάσταση του ελληνικού ραδιοφώνου; Έχει γεράσει;»
«Δεν πιστεύω ότι έχει γεράσει. Είναι απλώς σε μια φάση εξέλιξης. Το ραδιόφωνο έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια και τα πράγματα εξελίσσονται με υπερβολικά γρήγορους ρυθμούς. Podcasts, Spotify και TikTok έχουν αποσπάσει κάποιο κομμάτι του, όμως αυτό παραμένει εκεί, ενεργό, σταθερό, χωρίς διακοπή, καθησυχαστικό. Είναι μια πιο ψύχραιμη ματιά στους υπερ-γρήγορους ρυθμούς στους οποίους έχουμε καταλήξει να ζούμε και χρησιμοποιεί την τεχνολογία για να γίνει και αυτό μια νέα πλατφόρμα, διατηρώντας όμως την αμεσότητα και την εύκολη προσβασιμότητά του και τον on air, live χαρακτήρα του».
Πριν φύγουμε τη ρωτάω γιατί το ελληνικό ραδιόφωνο δεν αγκαλιάζει την ελληνική μουσική. Μου λέει ότι παίζουν κυρίως αγγλόφωνα συγκροτήματα και δημιουργούς, αν και θα ήθελε να ανοιχτούν και στην ελληνόφωνη σκηνή – παίζουν προς το παρόν ελάχιστα. «Στην τραπ, π.χ.; Είναι εφικτό;». «Δυστυχώς, η κάθε ραδιοφωνική συχνότητα είναι δημόσιο αγαθό και το κάθε ραδιοφωνικό εγχείρημα ελέγχεται από το ΕΣΡ. Οπότε είναι πολύ επικίνδυνο για έναν σταθμό να παίξει κάτι που χρησιμοποιεί βωμολοχίες. Είναι ένας από του λόγους που το ελληνικό τραπ δεν παίζει στο ραδιόφωνο. Προσωπικά, δεν ενοχλούμαι ούτε προσβάλλομαι εύκολα από κάτι που θα ακούσω σε κάποιο κομμάτι. Γενικά βλέπω τους στίχους σαν έναν δημιουργικό κόσμο φαντασίας χωρίς κανόνες. Ωστόσο έχουν υπάρξει λίγες φορές που έχω νιώσει άβολα με κάποιον στίχο και απλά δεν παίζω το συγκεκριμένο κομμάτι. Όσον αφορά τους στίχους, για μένα παίρνουν δεύτερη θέση. Πρώτη θέση πάντα παίρνει η μελωδία και ο ρυθμός. Θέλω να υπάρχει ένταση στη μουσική, να είναι aggressive, emotional, ερωτική, trippy ή καταθλιπτική, ανεξαρτήτως είδους», τονίζει και πράγματι αυτά τα στοιχεία κυριαρχούν στο πρόγραμμα του Nostos και είναι πέρα για πέρα αναζωογονητικό.