Στο δεύτερο, έξοχο άλμπουμ της με τίτλο «Tissue», η Venus Volcanism (Ρένα Ρασούλη) συνεχίζει να μπερδεύει την παράδοση και τη φύση με την ambient μουσική με έναν εντελώς προσωπικό τρόπο. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε στα τέλη Νοεμβρίου από τη θεσσαλονικιώτικη Submersions Records και είναι ομολογουμένως από τους καλύτερους ελληνικούς δίσκους του 2023.
Είναι εμπνευσμένο εν μέρει από τη ζωή της Ρένας τα τελευταία δυο χρόνια στην Ισλανδία, σε μια μικρή πόλη 1.300 κατοίκων, το Siglufjörður, τη βορειότερη στη χώρα, που απέχει 32 μίλια από τον Αρκτικό Κύκλο.
«Έφτασα 7 Μαΐου το 2021 και νομίζω πως για 15 ημέρες δεν μπορούσα να περιγράψω τι ένιωθα», αναφέρει καθώς μιλάει για τα συναισθήματά της όταν προσγειώθηκε στην Ισλανδία.
«Οδηγείς και βλέπεις από κοντά ένα ηφαίστειο που μόλις έχει εκραγεί, συναντάς καταρράκτες, ένα μέρος που είναι σαν να ζεις στον Άρη και μετά ένα που είναι σαν το φεγγάρι. Βλέπεις τη λάβα, νιώθεις τη ζέστη και νομίζεις ότι είναι ψεύτικα, ότι κάποιος την έχει βάλει στα ψέματα εκεί. Μαγεύεσαι από τη φύση και την ομορφιά και την αγριάδα και όλα αυτά μαζί που στην αρχή είναι σαν να τα ονειρεύεσαι ξύπνια, ένα όνειρο, όχι η πραγματικότητα, και όταν κοιμάσαι είναι σαν να ξεκουράζεσαι από το όνειρο».
Ξυπνάω και τραγουδάω· πηγαίνοντας στην Ισλανδία συνειδητοποίησα ότι ακόμη και αν δεν βγάλω δίσκο, ακόμη και αν δεν κάνω live, ακόμη και αν δεν βγει τίποτα, κάνω κάτι που με κάνει να νιώθω ωραία κάθε πρωί.
Αυτή η αίσθηση αποτυπώνεται ιδανικά στο πρώτο σινγκλ του δίσκου, το «Resuscitation's Ostinato», όπου επαναλαμβάνει τελετουργικά τη φράση «wake me up», δηλαδή «ξύπνα με», χρησιμοποιώντας παράλληλα τους field ήχους ενός ηφαιστείου που εκρήγνυται. Είναι ένα καθηλωτικό, σχεδόν ανατριχιαστικό κομμάτι. Το βίντεό του το έχει σκηνοθετήσει ο πολύ καλός της φίλος και συνεργάτης Λευτέρης Παρασύρης. Η Ρένα επέστρεψε στην Αθήνα για δύο μήνες στο πλαίσιο της προώθησης του άλμπουμ και για μια σειρά από συναυλίες που έδωσε στην Αθήνα και στη γενέτειρά της, την Κρήτη, λίγο πριν κλείσει ο χρόνος.
Resuscitation's Ostinato
«Έφυγα από την Ελλάδα εν μέσω κορωνοϊού. Ήθελα να φύγω από παλιότερα. Ήθελα να ταξιδέψω. Δεν βγήκα και ποτέ για σπουδές, οπότε πάντα το σκεφτόμουν. Η πανδημία έφερε και κάποια καλά. Αρχίσαμε να ξανασκεφτόμαστε τη ζωή μας κάπως. Αποφάσισα να πάω στην Ισλανδία επειδή, πρώτα απ' όλα, ο σύντροφός μου είναι Ισλανδός. Τον γνώρισα στην Ελλάδα πριν από πέντε χρόνια. Αν δεν ήταν η Ισλανδία, θα ήταν η Κρήτη, αλλά το συζητήσαμε και μου είπε "έλα να το δοκιμάσεις". Εν τω μεταξύ, όταν πήγα, εκείνος ήταν στο Ρέικιαβικ και ήδη είχα βρει δουλειά στο Siglufjörður. Θέλω να πω ότι δεν ήταν φάση "πάμε μαζί". Έστελνα βιογραφικά για άσχετες δουλειές. Με τη βοήθεια κάποιων αγαπημένων φίλων που έμεναν ήδη εκεί βρήκα σε έναν φούρνο αυτής της πόλης και για ενάμιση χρόνο δούλευα εκεί. Μετά πήγα στο Μουσείο της Ρέγγας ως ξεναγós και part-time στο Μουσείο Παραδοσιακής Μουσικής, πάλι ως ξεναγός και στη γραμματεία».
Το Siglufjörður έχει μεγάλη ιστορία στην αλιεία και στη μουσική, όπως μου λέει. Στις αρχές του αιώνα ήταν η πρωτεύουσα της ρέγγας. Γύρω στο 1940 είχε περίπου πάνω από 10.000 άτομα που δούλευαν στην παραγωγή του ψαριού, αλλά, όπως σε διάφορα μέρη του κόσμου, γινόταν overfishing και το 1968 «η ρέγγα τέλος». Στο Μουσείο Παραδοσιακής Μουσικής, κατά τη διάρκεια του τουρ, τραγουδάει στα ισλανδικά παραδοσιακά τους κομμάτια. «Tραγουδάω καλύτερα στα ισλανδικά, παρά μιλάω. Η γλώσσα τους έχει πολλά κοινά με τη δική μας, αλλά είναι 50% πιο δύσκολη από τα ελληνικά». Το “Ó mín flaskan fríða”, που ανοίγει το άλμπουμ, είναι ένα ισλανδικό παραδοσιακό κομμάτι στο στυλ των περίφημων πεντατονικών "tvísöngur", που είναι αρκετά πολύπλοκα να τα τραγουδήσει κανείς.
Ó mín flaskan fríða
Η Ρένα μιλά σαν ερωτοχτυπημένη για την Ισλανδία. Μου εξηγεί ότι είναι αρκετά πλούσια χώρα, το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας της βασίζεται στον τουρισμό και σε οτιδήποτε έχει σχέση με τα ψάρια. Το κόστος ζωής είναι αρκετά υψηλό αλλά και οι μισθοί είναι αρκετά υψηλοί, ειδικά σε σχέση με την Ελλάδα όπου το κόστος ζωής είναι υψηλό, αλλά οι μισθοί δεν ανεβαίνουν αντίστοιχα. Η τουριστική σεζόν διαρκεί από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο. Δουλεύει ως ξεναγός μέχρι τον Οκτώβρη, τους επόμενους μήνες ο καιρός χαλάει αισθητά και η πόλη πέφτει στο σκοτάδι. Δεν είναι η μόνη Ελληνίδα στην πόλη. Ζουν εκεί ακόμα δέκα Έλληνες, ο ένας από αυτούς πάνω από 42 χρόνια.
«Σε αυτή την πόλη είναι όλα πάρα πολύ ήσυχα. Ίσως είμαι η μοναδική που φωνάζει τόσο δυνατά σε όλο το χωριό. Μπορεί να νομίζουν ότι είμαι μονίμως τσαντισμένη, ενώ απλώς μιλάω. Ο σύντροφός μου συχνά λέει "καλά, γιατί φωνάζεις;". Του απαντάω "δεν φωνάζω, μιλάω". Όταν μιλάω με τη μαμά μου, με ρωτάει: "Είσαι καλά; Τσακώνεστε;". Η ζωή εδώ δεν έχει καμία σχέση με τη ζωή σε μια μεγαλούπολη όπως η Αθήνα, όπου έμενα για δώδεκα χρόνια. Μου λείπει το να βγω να δω μια συναυλία ή να κάτσω έξω. Κάθεσαι μέσα τον χειμώνα, βγαίνεις έξω το καλοκαίρι. Το δύσκολο task είναι από Νοέμβρη μέχρι Γενάρη, επειδή για 70 κάτι μέρες ο ήλιος είναι πίσω από τα βουνά. Ακόμη και αν έχει καθαρό ουρανό, δεν τον βλέπεις. Το σώμα σου δεν το αντέχει αυτό, επειδή δεν το έχει συνηθίσει. Αρχίζεις να κουράζεσαι όχι πνευματικά, σωματικά κυρίως. Πονούσαν τα κόκαλά μου και ένιωθα συνέχεια σαν τραυματισμένη. Νομίζω ότι μάλλον σοκαρίστηκε η μεσογειακή μου φύση. Οι άνθρωποι είναι απόμακροι στην αρχή, αλλά, αν σε γνωρίσουν, είναι πάρα πολύ ζεστοί. Μου θυμίζουν τους Κρητικούς, μέχρι και στο φαγητό έχουμε κοινά. Νιώθω ότι έχω βρει την ηρεμία μου, είμαι χαρούμενη που βρίσκομαι εκεί. Είναι κάποιες μέρες δύσκολες, που έχει βαθύ σκοτάδι επειδή το φιόρδ είναι πολύ μικρό, και όταν κατεβαίνουν τα σύννεφα νιώθεις ότι σε πλακώνει ο ουρανός».
«Δεν σου λείπει καθόλου η Ελλάδα;»
«Με ρωτάνε συχνά οι τουρίστες και ξεκινάω λέγοντας ότι μου λείπει ο ήλιος εδώ. Μου λείπουν τα λαχανικά, η φέτα, το κολύμπι το καλοκαίρι στη θάλασσα. Βέβαια, εδώ υπάρχουν οι θερμές πηγές και οι πισίνες. Μπορείς να πας στην πισίνα και να δεις την Björk δίπλα σου. Είναι πολύ σύνηθες το να συναντάς διάσημα πρόσωπα, επειδή είναι πολύ αραιοκατοικημένη χώρα, είναι τέτοια η κουλτούρα τους. Δεν άντεχα άλλο, όμως, να μείνω στην Ελλάδα. Ένιωθα μια μόνιμη αδικία. Πήγα εκεί για να γλιτώσω λίγο απ' όλο αυτό. Κανείς δεν εκτιμάει τη γενιά μου. Έχουμε τόσα πτυχία, προσπαθούμε να βρούμε μια δουλειά και να μπούμε κάπου, είναι ένας ατελείωτος αγώνας. Άρχισε να μου γυρνάει σε θυμό όλο αυτό και δεν μου άρεσε. Σκεφτόμουν ότι αυτό που γίνεται εδώ δεν θα αλλάξει ποτέ και ότι κάτι έπρεπε να κάνω, να φύγω, να πάω στην Κρήτη και να προσέχω τα πρόβατα του θείου ή τις ελιές του πατέρα μου και να γράφω μουσική. Ούτως η άλλως, αυτή είναι η ανάγκη μου. Ξυπνάω και τραγουδάω· πηγαίνοντας στην Ισλανδία συνειδητοποίησα ότι ακόμη και αν δεν βγάλω δίσκο, ακόμη και αν δεν κάνω live, ακόμη και αν δεν βγει τίποτα, κάνω κάτι που με κάνει να νιώθω ωραία κάθε πρωί».
Παρά το διεθνές exposure που είχε με το «Rizitiko», το πρώτο της άλμπουμ, το οποίο κυκλοφόρησε σε μια ανεξάρτητη βρετανική εταιρεία, δεν υπήρξε συνέχεια. Δεν είναι η μοναδική μουσικός που έχει βιώσει κάτι ανάλογο με μια ξένη εταιρεία. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης μου αναφέρει πόσο δύσκολα είναι για έναν καλλιτέχνη ή συγκρότημα που δεν είναι σε μεγάλη εταιρεία να κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ. «Υπάρχουν τρελά έξοδα που δεν τα σκέφτεται ο κόσμος όταν ακούει το υλικό σου, ειδικά για DIY μουσικούς που προσπαθούν να τα κάνουν όλα μόνοι τους. Υπάρχει μεν πολλή αγάπη, αλλά το κόστος είναι τεράστιο».
Katara’s Lament
Στο «Tissue», πάντως, το ριζίτικο «Katara’s Lament» λειτουργεί ως μια μετάβαση από την Κρήτη στην Ισλανδία ή από τις ρίζες της σε ένα νέο, άγνωστο, συναρπαστικό περιβάλλον. Ακόμη και ο τίτλος του άλμπουμ δηλώνει τη φιλοσοφία που κρύβεται πίσω από αυτό.
«Όταν ακούς τον δίσκο, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Έχει πολλά επίπεδα, για μένα τουλάχιστον. Θυμάμαι ότι πριν αρχίσω να γράφω είχα σκεφτεί πως ήθελα ο δίσκος να λέγεται έτσι και για πολύ καιρό είχα κάπου στο σπίτι ένα χαρτάκι που με "κοιτούσε" κάθε πρωί για το πώς θα το προσεγγίσω, δηλαδή πώς θα παντρέψω τη φύση αλλά και την Κρήτη, που την κουβαλάω πάντα μαζί μου, με την Ισλανδία. Επιπλέον, είχε να κάνει με μια αλλαγή που έγινε στο σώμα μου και κάπως προσπαθώ να συμφιλιωθώ με αυτό το ψυχολογικό και σωματικό τραυμα που υπάρχει μέσα από την οργανικότητα της φύσης και την ανάγκη. Η φύση έχει τους δικούς της ρυθμούς και διάφορα πράγματα συμβαίνουν οργανικά. Κάθε πρωί πας στη δουλειά σου και βλέπεις τη θάλασσα, την παλίρροια και την άμπωτη, πολλά αποδημητικά πουλιά που τραγουδάνε, υπάρχουν μια αρμονία και ένας ρυθμός – αυτό με τη θεραπευτική μουσική το είχα από το "Ριζίτικο". Για τους ήχους που ακούγονται στα κομμάτια πήγα σε διάφορα μέρη στην Ισλανδία και ηχογράφησα εκρήξεις ηφαιστείων. Μπορείς να βρεις ρυθμό ακόμη και στον τρόπο που ταξιδεύουν τα πουλιά. Ακούγονται και δύο από τα αγαπημένα μου αποδημητικά στο άλμπουμ, η kría (Sterna Paradisaea), μεταξύ άλλων, στο "Katara Lament’s" και το Ηrossagaukur (Gallinago gallinago) στο "Hrossagaukur Suite", που συμβολίζει τον ήχο-προμήνυμα του καλοκαιριού. Όταν εμφανίζεται αυτό το πουλί, στην Ισλανδία ξέρεις ότι το καλοκαίρι είναι πολύ κοντά».
Ο δίσκος «Τissue» κυκλοφορεί από τη Submersion Records σε βινύλιο (εξαντλημένο, σε φάση επανεκτύπωσης), κασέτα και digital.
venusvolcanism.bandcamp.com
@venusvolcanism
Spotify
submersionrecords.bandcamp.com