Στο κομμάτι που ανοίγει το άλμπουμ του με τον όμορφο τίτλο «Butterflies» ο Οδυσσέας Τζιρίτας τραγουδάει με φαλτσέτο στη φωνή, στα αγγλικά, και με νεανική «αυθάδεια»: «Is this for high class people? / Cause it appears I'm not / I have no money to go to the Starbucks / But I would love to do that / I have no money to pay my bills / to pay all the rent / I have no money to pay my bills / so just fuck the rest». Το «Urban People With Names» είναι ένα από τα 11 κομμάτια του δίσκου που κυκλοφόρησε μόνος του, πριν από λίγο καιρό, με ένα εντυπωσιακό fusion από rock, blues και funk παρά το νεαρό της ηλικίας του (είναι μόλις 17, μαθητής λυκείου) και αναφορές που –προς έκπληξη– δεν είναι ραπ.
Περιμένει καθισμένος έξω από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο με τα ακουστικά στα αυτιά (ακούει μουσική από το κινητό) και από κοντά μοιάζει ακόμα πιο μικρής ηλικίας. Έχουμε κανονίσει να βρεθούμε για καφέ στο υπόγειο αίθριο, αλλά μου λέει ότι ο χώρος του μουσείου του είναι πολύ οικείος: «ερχόμουν συχνά με τη μάνα μου, από μικρός, επειδή δούλευε στο περιοδικό Αρχαιολογία», έτσι αλλάζουμε τα σχέδια, αποφασίζουμε να κατευθυνθούμε προς τις αίθουσες και να κάνουμε τη συζήτηση χαζεύοντας τα εκθέματα.
Ο Οδυσσέας, που ετοιμάζεται να δώσει πανελλαδικές για να μπει στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Κέρκυρας ή της Αθήνας, ανήκει στη γενιά που έμαθε τη μουσική από mp3, από πλατφόρμες και –κυρίως– το YouTube, αλλά ο ίδιος, σίγουρα, δεν είναι ο τυπικός έφηβος. «Δεν το έχω συνειδητοποιήσει ακόμα ότι έφτασαν οι εξετάσεις και είναι σε δύο εβδομάδες» λέει.
«Είσαι καλός μαθητής;». «Αν θέλω».
Με ενδιαφέρει να μπορώ να ακούσω εγώ αυτό που κάνω, κι αν εγώ κρίνω ότι αυτό είναι ποιοτικό, κάποιος θα υπάρξει που θα το ακούσει. Το αν θα είναι συνομήλικός μου ή 50 χρονών δεν με ενδιαφέρει. Όλοι ακροατές είναι.
Στεκόμαστε μπροστά από ένα κομμάτι αρχαίο ύφασμα που εκτίθεται για πρώτη φορά στο αρχαιολογικό μουσείο, ένα από τα σπάνια ευρήματα από την εποχή του Χαλκού, από έναν πλούσιο οικισμό στο Λευκαντί της Εύβοιας. Ανήκε σε κάποιον άνδρα με εξέχουσα θέση στην κοινωνία της εποχής (του 10ου αιώνα π.Χ.), η τέφρα του οποίου θάφτηκε σε έναν πολυτελή τάφο μαζί με τη σύντροφό του και τέσσερα άλογα. Μέσα στο ταφροδόχο αγγείο, έναν χάλκινο κυπριακό κρατήρα, τοποθετήθηκε προσεκτικά διπλωμένο ένα μεγάλο ορθογώνιο λινό ύφασμα που σώθηκε σε εξαιρετική κατάσταση, χάρη στις προστατευτικές ιδιότητες του χαλκού. Είναι εντυπωσιακό, με κλωστές σαν κρόσσια να προεξέχουν, ενώ έχει και ξεχωριστές ταινίες από ύφασμα διακοσμημένες με γεωμετρικά μοτίβα. «Δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί αρχαίο ρούχο σε τόσο καλή κατάσταση» σχολιάζει ο Οδυσσέας, ενώ η υπάλληλος του μουσείου μάς μιλάει στα αγγλικά. Όλοι μας μιλούν αγγλικά, ίσως να τους προδιαθέτουν τα piercing του Οδυσσέα. Ή το κούρεμά του.
«Από πού ακούς μουσική;». «Από τα ακουστικά, αλλά πρόσφατα έβαλα επιτέλους ένα συμπαθητικό ηχοσύστημα στο σπίτι με τεράστια ηχεία και CD. Έχω μεγαλώσει σε ένα σπίτι όπου και οι δύο γονείς μου, από διαφορετικούς τομείς και είδη μουσικής ο καθένας, έβαζαν συνέχεια μουσική. Όλη την ώρα, όλη τη μέρα, χωρίς να υπάρχει κάποια επιβολή, "άκου μουσική", δηλαδή, "για να γίνεις μουσικός", ήταν το φυσικό περιβάλλον». Του λέω ότι θυμάμαι απίθανες βραδιές με τον πατέρα του (ως Trypanosoma) στο Μικρό Μουσικό Θέατρο, και μια ατμόσφαιρα μυστικιστική που έχει χαθεί πλέον από τα live της Αθήνας.
«Ήμουν 3 χρονών τότε, αυτά τα live έχουν μείνει στο υποσυνείδητό μου» λέει. «Είχα από τη μία πλευρά τον πατέρα μου με τον πειραματισμό και από την άλλη τη μάνα μου, με το κλασικό πιάνο, οπότε υπήρχε μία μίξη στις επιρροές μου. Άρχισα να επιλέγω τι ακούω στην Δ' δημοτικού προς Ε', όταν άρχισα να ακούω ροκ, γατί ήταν πιο εύκολο για εκείνες τις ηλικίες. Συγκεκριμένα, Green Day. Θυμάμαι ότι είδα σε DVD μία τεράστια συναυλία που είχαν κάνει το 2004 στο Μάντσεστερ και την επόμενη εβδομάδα πήγα και πήρα μια κιθάρα από ένα τοπικό μαγαζί στην Καλλιθέα. Άρχισα να παίζω, για έναν χρόνο έκανα μαθήματα με έναν φίλο του πατέρα μου και τον επόμενο χρόνο πήγα στο ωδείο κανονικά. Έτσι άρχισα να ψάχνω ακόμα περισσότερο τη μουσική. Αλλά από ροκ άρχισα».
Μου δείχνει ένα σκεύος από ορεία κρύσταλλο σε σχήμα πάπιας από τον Ταφικό Κύκλο Β των Μυκηνών, ένα εξαιρετικής αισθητικής έργο που θα μπορούσε να είναι σημερινό, και παραδίπλα μια πυξίδα με πώμα με τέσσερα άλογα από το νεκροταφείο του Κεραμεικού από το 750 π.Χ., διακοσμημένη με μαιάνδους και αγκυλωτούς σταυρούς (ένα σύμβολο που χρησιμοποίησαν όλοι οι αρχαίοι πολιτισμοί και, φυσικά, δεν συνδέεται με κανέναν τρόπο με τη σβάστικα των ναζί). Δεν θέλει να μιλήσει για πολιτική, δεν τον ενδιαφέρει καθόλου, παρόλο που είναι σε μία ηλικία που έχει δικαίωμα ψήφου.
«Έχεις αποφασίσει τι θα ψηφίσεις;». «Όχι, δεν έχω ιδέα, μου ήρθε λίγο απότομο τώρα που το είπαν, νόμιζα ότι ψηφίζεις όταν γίνεις 18».
«Δεν θα πας;». «Δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι ψηφίζω στα Πετράλωνα. Ως γενιά δεν έχουμε επαφή με τα πολιτικά. Ξέρω ότι υπάρχουν κάποια άτομα που λόγω οικογενειακού περιβάλλοντος και κοινωνικού περίγυρου έχουν κάποιες πολύ συγκεκριμένες και ακραίες απόψεις και ότι αυτές θα ακολουθήσουν, αλλά νομίζω ότι οι περισσότεροι είμαστε σε μία κατάσταση που δεν ξέρουμε τι να ψηφίσουμε. Ακούμε το πόσο χάλια πάει η χώρα και πόσο κακή είναι η οικονομική μας κατάσταση, και όλη η κατάσταση γενικά, αλλά δεν ξέρουμε πιο πολλά.
Στα 17 δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ακόμα τι θέλουμε να κάνουμε στη ζωή μας, ως επάγγελμα, πού πρέπει να δώσουμε πανελλήνιες και σε ποια σχολή να πάμε, πόσο μάλλον για το ποιος να κάνει κουμάντο σε μια χώρα. Οι περισσότεροι που ξέρω δεν θα πάνε να ψηφίσουν στις εκλογές. Δεν είναι καλό αυτό, το ξέρω, αλλά επειδή δεν έχουν ιδέα τι να ψηφίσουν, προτιμούν να μην δώσουν το παρών».
«Για ποιον φτιάχνεις μουσική;». «Αρχικά για μένα, με ενδιαφέρει να μπορώ να ακούσω εγώ αυτό που κάνω, κι αν εγώ κρίνω ότι αυτό είναι ποιοτικό, κάποιος θα υπάρξει που θα το ακούσει. Το αν θα είναι συνομήλικός μου ή 50 χρονών δεν με ενδιαφέρει. Όλοι ακροατές είναι. Κι επίσης δεν μπορεί να στοχεύω ούτε να ελπίζω ότι ένας 17χρονος θα ακούσει αυτό που κάνω εγώ τώρα».
«Γιατί;». «Γιατί η πλειοψηφία των 17χρονων ακούει κάτι διαφορετικό. Στο live μου ήρθαν άνθρωποι της ηλικίας μου, αλλά ήρθαν να δουν το live, όχι για να ακούσουν τη μουσική».
Come between the faces
Χαρακτηρίζει το είδος της μουσικής που φτιάχνει «ποπ, απλά με διαφορετικό τρόπο». «Το Butterflies το χαρακτήρισαν από αβάν-γκαρντ ποπ μέχρι φανκ, μέχρι μπλουζ, μέχρι ροκ» λέει. «Από την αρχή που άρχισα να το γράφω μέχρι που το κυκλοφόρησα, είχα στο μυαλό μου ότι αποτελεί ένα είδος ποπ όλο αυτό. Ποπ από τη λέξη popular, όχι κάτι άλλο. Από τη στιγμή που μπορεί να το ακούσει ο καθένας χωρίς να είναι κάτι δυσνόητο, για μένα είναι ποπ».
«Τι μουσική έχεις στα ακουστικά σου; Τι άκουγες σήμερα;». «Αυτές τις μέρες παίζουν συνέχεια στα ακουστικά μου το Masters of Reality των Black Sabbath, το καινούργιο του Mac DeMarco, απλά για να δω τι έχει κάνει, και ένα του Venetian Snares».
«Αν εξαιρέσεις τον DeMarco, δεν είναι ακριβώς η μουσική που θα άκουγε ένας σημερινός 17χρονος». «Είναι λίγο παρωχημένοι οι Black Sabbath».
«Δεν εννοώ αυτό, απλά αν ρωτήσεις οποιονδήποτε 17χρονο θα σου πει ότι ακούει ραπ, είναι πιο συνηθισμένο». «Τον σέβομαι αυτόν τον ήχο αλλά δεν τον ακούω καθόλου, και όχι επειδή τον προσλαμβάνω ως μη εξέλιξη της μουσικής, όπως ακούγεται. Είναι πολύ προσβάσιμος ήχος, σε υπερβολικό βαθμό και μερικές φορές με ενοχλεί το ότι είναι τόσο εύκολος. Μου αρέσουν πολύ οι Television...».
Έχει σταθεί μπροστά από τις τρεις ανάγλυφες πλάκες από τη Μαντίνεια της Αρκαδίας, τις τρεις που έχουν σωθεί (από τις τέσσερις συνολικά) που αποτελούσαν την επένδυση του βάθρου για τα αγάλματα της Δηλιακής τριάδας (Λητώ, Απόλλων, Άρτεμις) ή την επένδυση ενός βωμού. Σε μία από αυτές απεικονίζεται ο μουσικός αγώνας μεταξύ του Απόλλωνα, που παίζει κιθάρα, και του Μαρσύα, που παίζει αυλό. Ανάμεσά τους στέκεται ο Σκύθης που στη συνέχεια θα θανατώσει με φρικτό τρόπο τον αυθάδη, ηττημένο, Μαρσύα. Στις δύο διπλανές πλάκες ανά τρεις παριστάνονται οι έξι από τις εννέα Μούσες, με μουσικά όργανα και ειλητά. Είναι του 320 π.Χ., από τα πιο «μουσικά» έργα του μουσείου.
«Από πού ενημερώνεσαι για μουσική;». «Από το Rolling Stone, αλλά συνήθως ενημερώνομαι από τη μικρή παρέα στο σχολείο που ακούμε λίγο διαφορετικά πράγματα. Έμαθα τον Venetian Snares σε κάποιον και μετά μου έστειλε κάποιον άλλο δίσκο του και μετά πήγαμε στον Aphex Twin, κάναμε τον κύκλο των ηλεκτρονικών. Τον δίσκο του Mac DeMarco ήταν εύκολο να τον μάθεις, άνοιγες το Facebook και ήταν παντού...».
«Τι άλλο κάνεις, εκτός από σχολείο και μουσική; Τι σου αρέσει;». Να κάνω βόλτες, να ζωγραφίζω, να βλέπω ταινίες, συνέχεια. Σειρές δεν πολυβλέπω, γιατί δεν έχω χρόνο, αλλά κάηκα με το La Casa del Papel, μου έφαγε πολύ χρόνο από τη ζωή μου. Γενικά, δεν μου αρέσει να βλέπω σειρές, γιατί όταν τελειώνουν νιώθω άδειος. Δεν κοιμάμαι για δύο εβδομάδες και καταλαβαίνω ότι δεν είχε κάποιο νόημα. Καλύτερα να δεις μια ταινία.
Τελευταία είδα μια φοβερή ταινία, το «Ένας Ελέφαντας Στέκεται Ακίνητος», αλλά στο τρίωρο έφυγα γιατί ήταν αρκετά δύσκολη ταινία. Ξαναπήγα για την τελευταία μία ώρα και βρήκα το τέλος εκπληκτικό. Και είχε φοβερή κάμερα. Μου θύμισε το "Δόγμα" του '95 με την κάμερα στο χέρι. Κι επιτέλους, ήταν μια ταινία που δεν είχε μουσική, είχε μόνο 5 λεπτά, ακριβώς όπου έπρεπε, ώστε να μην σε αναγκάζει να νιώθεις αυτό που θέλει ο σκηνοθέτης. Δεν χρειαζόταν μουσική για να ντύσει αυτό που έδειχνε όπως κάνουν όλες οι ταινίες της σύγχρονης εποχής.
Από την άλλη, μια μορφή σινεμά μπορεί να είναι τα βιντεοκλίπ. Βοηθάει πολύ το βιντεοκλίπ γιατί είναι εικόνα, ακόμα και ένα κομμάτι με μηδενική έμπνευση μπορείς να το ντύσεις και να το πλασάρεις σαν κάτι εκπληκτικό. Ως κάτι αριστουργηματικό, υψηλού επιπέδου».
«Πες μου κάτι που σε ενοχλεί πολύ». «Με ενοχλεί ο φθόνος και η ζήλια. Μιλώντας πάντα για τις δικές μου εμπειρίες».
«Από ελληνικά τι ακούς;». «Τίποτα. Δεν παρακολουθώ. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω σχέση με την ελληνική σκηνή. Κι όχι από απόρριψη ή κάτι τέτοιο, με μερικά είδη θα ήθελα να έχω, αλλά δεν έχω αποκτήσει ακόμα επαφή».
Έχουμε φτάσει στην βάση επιτύμβιου αγάλματος Κούρου που βρέθηκε στον Κεραμεικό, εντοιχισμένη στο Θεμιστόκλειο τείχος, με μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα απεικόνιση. Στην μπροστινή πλευρά υπάρχουν έξι νέοι που παίζουν ένα ομαδικό παιχνίδι που μοιάζει με το σημερινό χόκεϊ, χτυπώντας την μπάλα με γυριστά στην άκρη μπαστούνια («έξι νέοι κερητίζοντες», δηλαδή). Είναι μία από τις δύο ανάγλυφες πλάκες που δείχνουν αθλήματα της αρχαιότητας, η δεύτερη, μια επιτύμβια στήλη από πεντελικό μάρμαρο που βρέθηκε στον Πειραιά κι απεικονίζει έναν γυμνό νέο που παίζει τόπι. Δυστυχώς, αυτήν τη στιγμή βρίσκεται δανεισμένη στη Σεούλ, ανάμεσα στα υπόλοιπα αντικείμενα της προσωρινής έκθεσης "The Greeks, From Agamemnon to Alexander the Great" και έτσι δεν τη βρίσκουμε στη θέση της.
«Σε live πας;». «Όποτε προλαβαίνω. Και θεωρώ πολύ σημαντική την εμφάνιση ενός καλλιτέχνη μπροστά στο κοινό. Παρόλο που δεν είχα πολύ χρόνο για προετοιμασία, κάναμε ένα πολύ καλό live με μία μπάντα που έφτιαξα για το Butterflies πρόσφατα στο Crust, το οποίο πήγε εκπληκτικά και δεν το περίμενα. Παίζω, όμως, και σε εκδηλώσεις του σχολείου».
«Έχεις κάποια πρόσωπα αναφοράς για αυτό που κάνεις;». «Σίγουρα είναι ο Brian Eno. Κάποιος που ανακάλυψα πρόσφατα αλλά μου έχει αλλάξει την οπτική είναι ο Φρανκ Ζάπα. Είναι κατηγορία μόνος του και εκτιμάω πολύ ότι ήταν αυτόνομος».
«Είσαι παιδί της πόλης, πόση πόλη υπάρχει στη μουσική σου;». «Μένω στην Καλλιθέα και είμαι εντελώς παιδί της πόλης. Μου αρέσει η φύση και το πράσινο, αλλά στην πόλη νομίζω ότι λειτουργώ πολύ καλύτερα, θέλω τον θόρυβο και περπατάω συνέχεια. Αν είχα χρόνο θα ερχόμουν με τα πόδια από το σπίτι ως εδώ, αυτό το έμαθα από πολύ μικρός, να περπατάω και να κοιτάω».
«Πώς τη βλέπεις τη γενιά σου;». «Πλάκα έχει, είναι αρκετά αφελής. Υπάρχουν κάποια απρόσμενα κρούσματα υπερβολικής ωριμότητας και την επόμενη στιγμή υπάρχει μια πλήρης ανωριμότητα».
«Ποια θα ήταν μια ιδανική συνέχεια για σένα;». «Θα ήθελα η μουσική μου να πάει κάπου. Δεν λέω ότι αξίζει ή ότι είναι η κορυφαία του κόσμου, σίγουρα όχι, αλλά θα ήθελα να έχει συνέχεια, ώστε να μπορώ σε κάποια φάση της ζωής μου να βιοπορίζομαι από τη μουσική που κάνω και μόνο από επαγγέλματα συναφή με τη μουσική, όπως μαθήματα σε ωδείο. Και να μην χρειαστεί να αλλάξω επάγγελμα».
«Τηλεόραση βλέπεις;». «Καθόλου».
«Τι άλλα όνειρα έχεις, εκτός από τη μουσική;» «Κανένα».
Η βόλτα μας στο μουσείο έχει ολοκληρωθεί, στην αίθουσα με τα αγγεία στον πάνω όροφο έχουμε σχολιάσει έργα εκπληκτικά που δεν είχα ποτέ προσέξει, όπως το αγοράκι που προστατεύει το τσαμπί από σταφύλια από έναν πετεινό από τη Μύρινα, των αρχών του 2ου αιώνα π.Χ., ένα πλαστικό αγγείο σε σχήμα πάπιας από τα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα, ένα αττικό ερυθρόμορφο ρυτό σε σχήμα κεφαλής γαϊδάρου. Καταλήγουμε στην αίθουσα με τις τοιχογραφίες της Θήρας, την τοιχογραφία της Άνοιξης, την τοιχογραφία των Πυγμάχων, των αντιλοπών, όπου ένα παιδί με τα hi-tek ακουστικά στα αυτιά, παραδόξως, δεν μοιάζει καθόλου παράταιρο.
«Ποιο είναι το αγαπημένο σου μέσο κοινωνικής δικτύωσης;» τον ρωτάω φεύγοντας. «Κανένα» μου λέει. Στον δρόμο σκέφτομαι πόσο δίκιο είχε ένας φίλος πρόσφατα, ο οποίος έχει έναν γιο στην ηλικία του Οδυσσέα. «Δεν τα ξέρουμε καθόλου αυτά τα παιδιά, ούτε μπορούμε να τα καταλάβουμε. Η γενιά τους σε φτύνει και εσύ νομίζεις ότι ψιχαλίζει...».
Ακούστε και κατεβάστε το άλμπουμ Butterflies του Οδυσσέα Τζιρίτα εδώ και εδώ.
σχόλια