Υπάρχει κάτι βαθιά προβληματικό σε διάφορα κείμενα ή posts που διαβάζω στα social media τελευταία και ασχολούνται με τις ασθένειες που έχει κολλήσει η άμοιρη ανεξάρτητη σκηνή κι έχει γίνει τόσο φλώρικη ή με την εξαφάνιση των καλών κομματιών και των μεγάλων δημιουργών σήμερα. Και είναι προβληματικό επειδή κανείς δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη τον ρόλο του σύγχρονου μέσου ακροατή. Κάποιος πρέπει να μπαίνει στο Διαδίκτυο και να ακούει μουσική. Δεν του τη βάζει με το ζόρι το Ίντερνετ. Το γούστο του κόσμου πάντα διαμόρφωνε την όψη που έχουν όσα ακούμε κι ας έχει αλλάξει ο τρόπος που τα καταναλώνουμε – διαφορετικά, όλοι θα ακούγαμε ακόμα Μπετόβεν. Έχουν περάσει περίπου 20 χρόνια από τo πρώτο ρεύμα της ψηφιακής έκρηξης και ήδη μια γενιά έχει μεγαλώσει γνωρίζοντας τη μουσική εντελώς διαφορετικά απ' ό,τι τα '80s ή και τα πιο κοντινά '90s. Την αντιμετωπίζει αλλιώς, πιο ακομπλεξάριστα, συν του ότι όλοι έχουμε πλέον τη δυνατότητα να ακούμε σχεδόν τα πάντα. Σίγουρα όλα αυτά αναλύονται συνέχεια στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα, όμως, παρά τις λιγοστές προσπάθειες να εξηγηθούν διάφορα φαινόμενα, κάποιοι φαίνεται να λειτουργούν ακόμα με αρκετές δόσεις συντηρητισμού, λες και ζούμε σε άλλο πλανήτη. Η φάση δεν φαίνεται να προχωράει πέρα από το οτιδήποτε αποκτάει την ταμπέλα του mainstream και θεωρείται αυτόματα και ανάξιο αναφοράς ή κατάπτυστο. Για να μη μιλήσω για τις φορές που νομίζεις ότι έχεις να κάνεις με ποδοσφαιρικές ομάδες παρά με συγκροτήματα – κατάλοιπα του βρετανικού indie και αυτά. Ελάχιστοι επίσης δείχνουν να γνωρίζουν ότι ανεξάρτητη μουσική δεν είναι μόνο το ροκ.
Τις προάλλες λέγαμε για τον Sam Smith που κατάφερε να πετάξει την Taylor Swift από την κορυφή των βρετανικών τσαρτ. Σχεδόν ταυτόχρονα, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η Cardi B έγραφε ιστορία με το δικό της Νο1 στο αμερικανικό Billboard. Η 24χρονη φαίνεται ότι όχι μόνο καταρρίπτει στερεότυπα αλλά τα έχει εντελώς συνθλίψει.
Υπάρχει κάτι μοναδικό στον τρόπο που ραπάρει η Cardi, γεμάτη οργή και τονίζοντας συγκεκριμένες φράσεις, όπως το «bloody shoes» και το «money moves». Είναι τελείως πανκ, κι ας το θεωρήσουν ιεροσυλία ορισμένοι. Είναι απλή και άμεση απέναντι στον ακροατή, ενώ ταυτόχρονα φαίνεται επικίνδυνη.
Αμφιβάλλω όμως αν το «Bodak Yellow» θα εκτιμηθεί εδώ πέρα όπως του αρμόζει. Κι αυτό επειδή δεν είναι μάτσο-ροκ αλλά ένα «απαίσιο» trap κομμάτι που φέρνει σε αμερικανικό σκυλάδικο και το τραγουδάει μια πρώην στριπτιτζού. Ας είναι από τα καλύτερα δείγματα που μπορείς να πετύχεις σε αυτή την υποτιμημένη υποκατηγορία του χιπ-χοπ, δεν έχει σημασία. Και στο εξωτερικό, βέβαια, ήταν ανάμεικτες οι αντιδράσεις, που θύμιζαν πάρα πολύ όσα σέρνανε στη Μαντόνα όταν πρωτοξεκίνησε, και στόχευαν κυρίως στο παρελθόν της Cardi.
Cardi B. - Bodak Yellow
Φταίει και το ότι το «Bodak Yellow» δεν ακολουθεί κανέναν κανόνα κλασικής σύνθεσης ποπ τραγουδιού. Έχει γίνει τόσο μεγάλη επιτυχία, ενώ δεν έχει ίχνος πιασάρικης μελωδίας ή τουλάχιστον ένα ρεφρέν. Σε άλλες εποχές αυτό θα ακουγόταν σαν εφιάλτης, αλλά σήμερα είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε να συμβαίνει κάτι τέτοιο στην ιστορία των τσαρτ, γεγονός που κάνει αυτό το κομμάτι ακόμα πιο ξεχωριστό. Πάντως, αν μπει κάποιος στα σχόλια στο YouTube τώρα, θα ανακαλύψει ότι πλέον έχει γίνει αφορμή για ένα αστείο διαδικτυακό παιχνίδι με τα πιο απίθανα και χαζά πράγματα που θέλει ο καθένας να κάνει όταν το ακούει.
Υπάρχει κάτι μοναδικό στον τρόπο που ραπάρει η Cardi, γεμάτη οργή και τονίζοντας συγκεκριμένες φράσεις, όπως το «bloody shoes» και το «money moves». Είναι τελείως πανκ, κι ας το θεωρήσουν ιεροσυλία ορισμένοι. Είναι απλή και άμεση απέναντι στον ακροατή, ενώ ταυτόχρονα φαίνεται επικίνδυνη.
Οι πρωτιές της όμως δεν σταματάνε στην απουσία μελωδίας: είναι η πρώτη γυναίκα ράπερ που ανέβηκε στο Νο 1 μετά την Iggy Azalea το 2014. Είναι η πρώτη γυναίκα ράπερ που έσπασε το ρεκόρ της Lauryn Hill το 1998. Πάνε 19 χρόνια δηλαδή από τότε που ανέβηκε γυναίκα ράπερ στην κορυφή των τσαρτ χωρίς κανένα σπρώξιμο. Η Cardi δεν είχε καμιά παρουσία στο Billboard πριν από αυτό το κομμάτι.
Η επιτυχία της όμως θεωρείται τόσο σημαντική κυρίως επειδή είναι μια τελείως αντισυμβατική γυναίκα καλλιτέχνις που δεν ακολούθησε την πεπατημένη αλλά μια πορεία με τους δικούς τους όρους.
Μεγαλωμένη μέσα στις συμμορίες του Μπρονξ, η Cardi B έχει καταγωγή από το Τρινιντάντ από την πλευρά της μητέρας της και από τη Δομινικανή Δημοκρατία από την πλευρά του πατέρα της. To πραγματικό της όνομα είναι Belcalis Almanzar.
Στα 18 της έπιασε δουλειά σε ένα ντελικατέσεν στο Μανχάταν. Την απέλυσαν επειδή πήγαινε πάντοτε καθυστερημένη και έκανε εκπτώσεις στους συνάδελφους της. Ήταν η τελευταία της δουλειά πριν αρχίσει το στριπτίζ στην ηλικία των 19, για να γλιτώσει από τη φτώχεια και μια βίαιη σχέση. Είναι απόλυτα ειλικρινής γι' αυτήν της την εμπειρία. Δεν κατακρίνει αυτό που έκανε, αντίθετα λέει ότι το στριπτίζ τη βοήθησε να βγάλει λεφτά και να ξεφύγει από έναν κακό γκόμενο που την έδερνε. Μπόρεσε, μάλιστα, να ξαναρχίσει τα μαθήματα στο κολέγιο για λίγο, αλλά τελικά τα παράτησε.
Η επαφή με τον κόσμο του στριπτίζ όμως την έκανε να μην έχει αυτοπεποίθηση. Λόγω του ανταγωνισμού, άρχισε να κάνει πλαστικές και να βάζει εμφυτεύματα στο στήθος και στα οπίσθιά της. Συζητάει πολύ ανοιχτά για όλα αυτά, δηλώνοντας πως δεν θα συμβούλευε καμιά γυναίκα να κάνει κάτι ανάλογο, λόγω των επιπτώσεων που πιθανόν να έχουν στην υγεία.
Έγινε ευρύτερα γνωστή από διάφορα βίντεο που ανέβαζε στην επίσημη σελίδα της στο Ιnstagram και άρχισαν να γίνονται viral στα social media.
«Πάντοτε φοβόμουν να ακολουθήσω τα όνειρά μου, επειδή, αν αποτύγχανα, δεν θα είχα τίποτα να περιμένω πια. Είναι πιο εύκολο να συμβιβάζεσαι με λιγότερα» είχε δηλώσει. Ένας από τους μάνατζερ που απέκτησε όμως όταν άρχισαν να αυξάνονται οι followers της διαπίστωσε ότι έχει μουσικό αυτί και ότι κατάφερνε να βάζει δικούς της στίχους σε ήδη γνωστά flows που είχαν σχέση με τη ζωή της. Όταν την άκουσε να φωνάζει σε έναν τύπο από το τηλέφωνο, συνειδητοποίησε ότι η φωνή της ήταν ξεχωριστή και την έπεισε να κάνει ραπ. Η μουσική που άκουγε κυρίως μέχρι τότε ήταν bachata, reggaeton, και dancehall, αλλά το χιπ χοπ της Νέας Υόρκης ήταν στο αίμα της.
Η Rawiya Kameir, στο μεγάλο πορτρέτο που έκανε πρόσφατα το «Fader» (έγινε και εξώφυλλο) στην Cardi B, αναφέρεται στον κελαρυστό τρόπο ομιλίας της: «Είναι ειρωνικό που ο κόσμος έχει κοροϊδέψει τόσο πολύ τον τόνο της φωνής της Cardi, επειδή, παρά την αφέλεια και την ισπανική προφορά της, μιλάει πιο εύγλωττα απ' όλους όσους έχω γνωρίσει στη ζωή μου».
Εντύπωση επίσης προκαλεί το πόσο αμήχανα την αντιμετωπίζουν στις συνεντεύξεις άντρες και γυναίκες. Ένας μάλιστα δεν έκρυψε την έκπληξή του λέγοντάς της «ξέρεις να ραπάρεις», σαν να ήταν κάτι περίεργο, ή μια άλλη δημοσιογράφος προσπαθούσε μάταια να εκμαιεύσει βρόμικες λεπτομέρειες σχετικά με τη βία που είχε υποστεί από τον φίλο της. Αν βάλεις και τα σεξουαλικά υπονοούμενα που ακούει από κάθε παρουσιαστή που νομίζει ότι κάνει χιούμορ, καταλαβαίνεις πόσο σάπιος είναι ο τρόπος που η μουσική βιομηχανία αντιμετωπίζει τις γυναίκες. Χρειάζεται πολλή ψυχραιμία και γερά νεύρα για να αντιμετωπίσεις τέτοιες καταστάσεις, ειδικά όταν σε παρακολουθούν εκατομμύρια άνθρωποι – η Cardi B διαθέτει και τα δύο. Έχει επίσης δηλώσει ευθαρσώς ότι η φιλοδοξία της είναι είναι να κάνει hit και να πουλήσει δίσκους για να πληρώνει τους λογαριασμούς της και ότι δεν ακολουθεί κάποια μόδα επειδή, υποτίθεται, έχει κάποια «υψηλή» καλλιτεχνική κλίση, όπως μας τα πρήζουν διάφοροι. Αν δεν πουλάει αυτό που κάνει, τότε πρέπει να αλλάξει, τόσο απλά.
Γι' αυτό αποφάσισε να συμμετάσχει στο ριάλιτι «Love and Hip-Hop». Το πρώτο της mixtape «Gangsta Bitch Music Vol 1» δημιουργήθηκε εκεί και είναι από τις σπάνιες φορές που το Noisey έκανε θέμα για μια ράπερ, που αφορούσε περισσότερο τη μουσική της παρά την προσωπικότητά της.
Γενικά, όμως, και οι φαν και η βιομηχανία από την αρχή τής συμπεριφέρονταν σαν σε ερασιτέχνη, τουλάχιστον πριν υπογράψει στην Atlantic, παρά τους δισταγμούς και την επιθυμία της να παραμείνει ανεξάρτητη. «Τώρα πρέπει να γίνω περισσότερο καλλιτέχνις. Και για να το κάνω αυτό, πρέπει να αυτολογοκρίνομαι, επειδή ο χαρακτήρας μου επισκιάζει τα πάντα» λέει.
Η πρώτη φορά που πρόσεξα το όνομά της ήταν σε μια συνέντευξη της Azalea Banks, που δεν συνηθίζει να λέει καλό λόγο για κανέναν. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα την ξανασυναντούσα στο Νο1 του Billboard. Στη συνέχεια, βέβαια, η Banks λύσσαξε.
Ακόμα κι αν δεν μας αρέσει η κατεύθυνση που έχει πάρει, η μουσική αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς που δεν προλαβαίνεις καν να πιάσεις, πόσο μάλλον να εξερευνήσεις, όπως παλιότερα, και κομμάτια όπως το «Bodak Yellow» έχουν να κάνουν κυρίως με την οπτική υπό την οποία τα αντιμετωπίζεις. Αν και αυτή συνεχίζει να είναι περιορισμένη, τότε δεν χρειάζεται να το συζητήσουμε περισσότερο.