City Girls
City on Lock
Το δεύτερο άλμπουμ των City Girls έσκασε μύτη απρόσμενα, λίγες ώρες αφότου διέρρευσε παράνομα στο διαδίκτυο. Για μια στιγμή η JT και Young Miami είδαν τη σκληρή δουλειά τους να εξανεμίζεται σε δευτερόλεπτα. Οι City Girls είναι ένα από τα πιο πετυχημένα γυναικεία ραπ ντουέτα της τελευταίας διετίας. Άρχισαν να αποκτούν ευρύτερη απήχηση τo 2018 όταν η Young Miami έκανε μια γκεστ εμφάνιση στο In My Feelings, ένα από τα μεγαλύτερα χιτ του Drake.
Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους, Girl Code, μια συλλογή από ξεδιάντροπα κομμάτια για τη γυναικεία φιλία, την ενδυνάμωση και τη σεξουαλικότητα. Το ίδιο επιχειρούν και στο City on Lock που είναι γεμάτο από την ίδια ξεγνοιασιά και θρασύτητα, καθώς και με αξιομνημόνευτες φράσεις όπως το «I don't work jobs/Bitch I am a job» στο Jobs. Είναι ο απόλυτος δίσκος για τα φετινά καλοκαιρινά πάρτι – τουλάχιστον για όσους ακούνε αυτό το είδος μουσικής και τους αρέσει το twerking. Aκόμη κι όταν καταπιάνονται με πιο σοβαρά θέματα, δεν χάνουν τη fun διάθεσή τους, όπως στο Pussy Talk όπου συνεργάζονται με την Doja Cat.
Για δύο χρόνια τουλάχιστον έπρεπε να ξεπεράσουν τον εγκλεισμό της JT στη φυλακή, μετά από μια απάτη με πιστωτικές κάρτες όπου κρίθηκε ένοχη. Κατά την διάρκεια των 15 μηνών της ποινής της, η Υoung Miami είδε το γκρουπ να αποκτάει αναγνώριση και την ίδια να σηκώνει το βάρος της επακόλουθης διασημότητας.
Στα βίντεο που τραβήχτηκαν το 2018 για την προώθηση του ντεμπούτου τους πρωταγωνιστεί μόνη της και στις συναυλίες και τις περιοδείες εμφανιζόταν χωρίς συνοδεία πάνω στη σκηνή. Ταυτόχρονα μεγάλωνε δυο παιδιά ενώ επιβίωσε από έναν επικίνδυνο πυροβολισμό όταν ήταν 7 μηνών έγκυος. Η πλειοψηφία των κομματιών του συγκεκριμένου δίσκου γράφτηκε από απόσταση.
Μεγαλωμένες σε ένα από τα άγρια γκέτο του Μαϊάμι, η παιδική τους ηλικία ήταν, επίσης, γεμάτη δυσκολίες. Δεν κάνει εντύπωση, επομένως, αυτή η εμμονή τους με τα λεφτά και ότι δεν χαρίζονται εύκολα σε κανέναν. «I get it out the muscle/Nigga, you ain't sayin' nothin'/I'm a grown-ass woman/I ain't a stranger to the struggle» ραπάρουν στο Ain't Say Nothing που κλείνει το άλμπουμ. Το τραπ τους είναι αγνό, ατόφιο, φρέσκο και από τα πιο αξιοσημείωτα του είδους.
City Girls - Pussy Talk ft. Doja Cat
Haim
Women in Music Pt III
«These days, these days, I can't win/Τhese days I can't see no visions/I'm breakin', losin' faith» [Αυτές τις ημέρες δεν μπορώ να κερδίσω/Αυτές τις ημέρες δεν βλέπω οράματα/Σπάω, χάνω την πίστη μου], τραγουδούν οι Haim στο Los Angeles που ανοίγει το τρίτο και καλύτερο με διαφορά άλμπουμ τους. Το κομμάτι έχει ανάλαφρη σκα διάθεση και μοιάζει να έχει γραφτεί από μια καλιφορνέζικη indie rock μπάντα και όχι από τις τρεις αδερφές. Μια φωτεινή, γνώριμη μελωδία που αποδεικνύεται πικρή μέσα από τους απαισιόδοξους στίχους για το αίσθημα της αποξένωσης στον 21ο αιώνα. Είναι ιδανικό άνοιγμα για να σε τραβήξει να ακούσεις και τη συνέχεια του άλμπουμ.
Οι Haim γνώρισαν απρόσμενη επιτυχία το 2013 με την πρώτη τους δουλειά, το Days Are Gone. Ως συγκρότημα υπάρχουν από το 2007. O Τύπος για ένα περίεργο λόγο τις αντιμετώπιζε σαν τις σωτήρες της ροκ και ποπ μουσικής κι ας ακουγόντουσαν στους υπόλοιπους σαν μια από τα ίδια. Είναι από αυτά τα αμερικανικά συγκροτήματα που σε κάνουν να απορείς. Η συχνά βαρετή soft-rock προσέγγισή τους αναμεμειγμένη άχαρα με το r&b και η girl next-door εικόνα τους πιο πολύ προκαλούσε ένα «εχμ, ok, γιατί;».
Στο Women in Music Pt III κάτι έχει αλλάξει στις ζωές της Alana, της Danielle και της Este –Haim είναι το επίθετο τους–, αλλαγή που φαίνεται και στη μουσική τους, που είναι πιο μεστή και πειραματική και έτοιμη να κονταροχτυπηθεί με κοινωνικές αδικίες και προσωπικές τραγωδίες. Είναι σαφώς προτιμότερο έτσι, σαν να έχουν βρει κάτι που τους έλειπε, την ένταση της τριβής, όπως γράφουν στους NYT.
Όπως σωστά θα υπέθετε κανείς από τον τίτλο, πολλά από τα τραγούδια του άλμπουμ έχουν να κάνουν με τον μισογυνισμό που αντιμετώπισαν στη μουσική βιομηχανία, με πιο χαρακτηριστικό το Man From the Magazine, με σαφή αναφορά στην Joni Mitchell και τις σεξιστικές ερωτήσεις που συχνά κάνουν οι δημοσιογράφοι στις γυναίκες δημιουργούς.
Δεν ξέρω αν λέει κάτι το γεγονός ότι όλα τα βίντεο του άλμπουμ τα έχει σκηνοθετήσει ο Paul Thomas Anderson, πάντως είναι συναρπαστικό να βλέπεις μια μπάντα που δεν θεωρούσες ότι έχει να σου προσφέρει προσωπικά τίποτα να εξελίσσεται προς το καλύτερο, να αποκτάει ταυτότητα και να δίνει εξαιρετικά δείγματα σύνθεσης όπως το Summer Girl.
Haim - Summer Girl
Special Interest
The Passion of
Όχι τόσο πανκ με τη στενή έννοια του όρου, όσο από τη μηδενιστική διάθεση τους να καταστρέψουν τα πάντα στον διάβα τους, οι Special Interest είναι ό,τι χρειάζεται το συγκεκριμένο είδος σήμερα για να αναζωογονηθεί. Κι αυτό επειδή, ας μην γελιόμαστε, το πανκ έχει στερέψει και από ιδέες και από μπάντες. Ακόμη και η πρόσφατη αναβίωση που κατάφεραν οι Idles δεν έφερε ηχητικά κάτι καινούργιο – αν και τα πρώτα δείγματα από το νέο τους άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο, ομολογώ ότι είναι εξαιρετικά.
Ο άκρατος πειραματισμός των Special Interest, όμως, προσφέρει αυτό το έξτρα στοιχείο διαφορετικότητας και ανανέωσης. Δεν θεωρούνται τυχαία το μέλλον – αν όλα τους πάνε καλά βέβαια. Είναι queer και πολιτικά αφυπνισμένοι, μια από αυτές τις μοναδικές περιπτώσεις που διαβάζεις συχνά ότι θα έπρεπε να υπάρχουν και μετά συνειδητοποιείς ότι υπάρχουν στ' αλήθεια και δεν είναι μόνο προϊόν ευσεβούς πόθου.
Δεν αφήνουν όμως την ταυτότητά τους να καθορίσει αυτό που κάνουν, όσο κι αν βοηθάει. Τα κομμάτια τους με θέμα το σεξ και τον ρατσισμό είναι κάτι παραπάνω από ωμές καταθέσεις, έτσι όπως είναι βουτηγμένα στο γκρο, τη βία και την επιθυμία. Η μουσική τους είναι βρόμικο ηχητικό συνονθύλευμα από industrial, techno, ambient και no wave που τείνει επίτηδες προς το χάος και τον θόρυβο. Αν το Pitchfork δεν είχε βαθμολογήσει πρόσφατα με το αρκετά υψηλό σκορ 8,4 το δεύτερο άλμπουμ τους, δεν νομίζω να τους είχε πάρει κανείς χαμπάρι, εκτός της underground σκηνής της Νέας Ορλεάνης.
Το κουαρτέτο αποτελείται από τους Maria Elena, Nathan Cassiani, Ruth Mascelli, με την πληθωρική εικόνα της Alli Logout ως μαύρης frontwoman σε πανκ μπάντα να ξεχωρίζει. Ειδικά όταν δηλώνει: «Δεν θα ήθελα να υπάρχω σε καμιά άλλη εποχή εκτός από σήμερα. Είμαι τόσο χαρούμενη που βρισκόμαστε εδώ τώρα, επειδή είμαστε στο χείλος μιας τεράστιας κατάρρευσης των πάντων. Νομίζω ότι όσα κάνουμε συνομιλούν με αυτό. Επιθυμώ την απόλυτη, πλήρη καταστροφή των πάντων. Δεν θέλω να ζω σε μια εποχή που οι άνθρωποι δεν σκέφτονται τι συμβαίνει. Ο κόσμος πάντα θα υποφέρει για οτιδήποτε κι αν αντιπροσωπεύει».
Special Interest - The Passion Of
Phoebe Bridgers
Punisher
Η Phoebe Bridgers είναι μια από τις επιζήσασες (χρησιμοποιείται εδώ ο όρος με την ίδια έννοια όπως στο εξωτερικό ή είναι ακόμη νωρίς;) της συναισθηματικής κακοποίησης από τον Ryan Adams και ήταν μια από τις βασικές πρωταγωνίστριες του άρθρου των New York Times εναντίον του. Ο Adams την πλησίασε το 2014 με σκοπό να τη βοηθήσει στα πρώτα της βήματα στη μουσική. Φαίνεται να διέκρινε το ταλέντο της. Τότε ήταν 20 χρονών κι εκείνος είχε περίπου τα διπλάσια χρόνια της. Όταν χώρισαν, έκοψε κάθε επαγγελματικό δεσμό μαζί της. Η Bridgers ήταν από τις ελάχιστες δημιουργούς που η καριέρα της δεν υπέφερε εξαιτίας του. Κατάφερε να αντιμετωπίσει δημιουργικά την τραυματική εμπειρία της μέσα από την μουσική.
Ένα από τα πιο πετυχημένα της κομμάτια, το Motion Sickness από το ντεμπούτο της Stranger in the Alps, αναφέρεται στα διφορούμενα συναισθήματα –καλά και άσχημα– που της προκάλεσε ο χωρισμός τους. «Σε μισώ γι' αυτό που έκανες/Και μου λείπεις σαν μικρό παιδί/Προσποιούμαι κάθε φορά, αλλά δεν πειράζει/Δεν μπορώ να νιώσω τίποτα/Με το ζόρι αισθάνομαι οτιδήποτε» τραγούδαγε το 2017.
Τρία χρόνια μετά, στο νέο της άλμπουμ με τίτλο Punisher, συνεχίζει να γράφει μελαγχολικές, καταθλιπτικές μπαλάντες από τα προσωπικά της βιώματα με στόχο την κάθαρση. Στο Kyoto, το πιο πιασάρικο κομμάτι του δίσκου, π.χ. μιλάει για ένα ταξίδι της στην Ιαπωνία που την άφησε αδιάφορη και ασυγκίνητη απέναντι στον τόπο.
Υπερέχει στις πιο ψυχεδελικές στιγμές της, όπως το εξαιρετικό Halloween που ερμηνεύει μαζί με τον Conor Orbest, αλλά και τα ICU, Ι Know the End, αλλά ακούγεται τετριμμένη στις πιο bluegrass/country απόπειρες, όπως το Graceland Too που αν δεν υπήρχε στον δίσκο δεν θα έλειπε σε κανέναν.
Στις συνθέσεις της το φάντασμα του Elliot Smith πλανιέται έντονα στο υπόβαθρο. Μάλιστα, το ομότιτλο κομμάτι αναφέρεται σε αυτόν. Το «punisher» είναι ένα αστείο που κάνουν οι μουσικοί μεταξύ τους για να χαρακτηρίσουν έναν φανατικό θαυμαστή τους. Αρκετοί θα αντιμετωπίσουν καχύποπτα τους διθυράμβους που γράφουν στο εξωτερικό για τη μουσική της, κυρίως λόγω του παρελθόντος της, είναι άδικο, όμως, να την απορρίψεις γι' αυτό τον λόγο.
Phoebe Bridgers - Kyoto
σχόλια