ΔΙΑΒΑΖΩ αυτές τις μέρες το συναρπαστικό βιβλίο του Daniel Schneidermann, «Βερολίνο 1933, Η στάση του διεθνούς Τύπου μπροστά στον Χίτλερ» (εκδ. Πόλις), και όχι αυθαίρετα κάνω συνειρμούς. Ο ζωηρός συγγραφέας (κριτικός των media που απολύθηκε από τη «Monde» και τώρα διευθύνει τον ιστότοπο Arrêt sur Images ‒ συχνά ο Στάβερης τον αναφέρει) μιλά για τη συμπεριφορά των ξένων ανταποκριτών στο Βερολίνο την κρίσιμη χρονιά που ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, αρχίζοντας να εφαρμόζει αμέσως, μπροστά στα μάτια τους, το ζοφερό του σχέδιο. Καίγοντας κυριολεκτικά τους πυλώνες της δημοκρατίας (το Κοινοβούλιο, τα βιβλία…), εκτοπίζοντας Εβραίους σε στρατόπεδα ήδη από τότε (οι οποίοι πέθαιναν κατά χιλιάδες από μυστηριώδεις «πνευμονίες»), απελαύνοντας όποιον δημοσιογράφο τολμούσε να τον κρίνει.
Το βιβλίο δεν χαρίζεται στους δημοσιογράφους. Αντιθέτως. Δείχνει τους δεκάδες υπολογισμούς και χειριστικότητες ενός δημοσιεύματος. Πώς μετασχηματίζεται μια είδηση, ανάλογα με τον τίτλο, τις προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις της, το αν μπαίνει πρωτοσέλιδο ή θάβεται σε ένα μονόστηλο της έκτης σελίδας. Δείχνει πώς ο εκδότης πουλάει την είδηση, ανάλογα με τα γούστα του κοινού, τις εμμονές της εποχής ή την κόπωσή της ως προς ορισμένα ζητήματα. Μιλά για το πώς οι δημοσιογράφοι, εφαπτόμενοι με την εξουσία, αρχίζουν να πιστεύουν ότι είναι εξουσία και αυτοί, αυτολογοκρίνονται, μιλάνε με μισόλογα, εν τέλει ψεύδονται ‒ ακόμα και για τους ιστορικούς σεισμούς, όπως είναι η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία.
Δεν χαρίζεται, όμως, ούτε σε εκείνους που επιτίθενται μεθοδευμένα, αντιδημοκρατικά και ανεύθυνα στους δημοσιογράφους.
Ο Schneidermann παραλληλίζει συχνά την εχθρότητα του ναζισμού προς τον Τύπο με τις επιθέσεις του Τραμπ προς τους καλύτερους της σύγχρονης δημοσιογραφίας. Γράφει: «Αυτοί [οι καλοί δημοσιογράφοι] που πιστεύουν στην έγκυρη, επαληθευμένη, διασταυρωμένη, αμερόληπτη, ευεργετική ενημέρωση, αναπόσπαστο πυλώνα της δημοκρατίας, αυτοί που έχουν εξαντληθεί πολεμώντας μάταια ενάντια στα fake news ‒ να που βλέπουν να ανέρχεται στην εξουσία ένας οξυζεναρισμένος Νεοϋορκέζος εργολάβος, ένας αδίστακτος δημαγωγός που, από την αρχή κιόλας της εκστρατείας του, τους έχει βάλει στο στόχαστρο… σαν πρώτο και κύριο στόχο του… με ανεπιβεβαίωτες συκοφαντίες που οι δημοσιογράφοι μας εξαντλήθηκαν στην προσπάθειά τους να τις ανασκευάσουν».
Τηρώντας, εννοείται, τις αναλογίες, ο Schneidermann παραλληλίζει την εποχή της Βαϊμάρης (όταν κάθε εχέφρων άνθρωπος ένιωθε ότι βιώνει ένα γνωσιακό σεισμό ‒ σαν να γκρεμίζουν κάθε μέρα κι από έναν τοίχο του σπιτιού του) με αυτή την αίσθηση παραλόγου που τυλίγει τη σύγχρονη Αμερική αλλά και τη Βραζιλία και την Αγγλία ενίοτε… ‒ με τους λαϊκιστές ηγέτες, που κορυφαίο ζητούμενό στην οπισθοδρομική ατζέντα τους είναι η συκοφάντηση της δημοσιογραφίας· προσέξτε! Η συκοφάντηση όχι των τρολ, της συνωμοσιολογίας, του εκπεφρασμένου μίσους, της μονόπλευρης ή εξωνημένης άποψης, του ψεύδους και της ανοησίας, αλλά η συκοφάντηση των «Νew York Times», της «Washington Post», του Αtlantic και του CNN ‒ δηλαδή του ανθού της δημοσιογραφίας των καιρών, αυτού του πολύτιμου συστατικού της δημοκρατίας που ελέγχει τους ισχυρούς και ερμηνεύει τον σύγχρονο κόσμο.
Είναι ένα βιβλίο που πρέπει να διαβάσει κάθε δημοσιογράφος, ώστε, παλινδρομώντας ανάμεσα στους θριάμβους και τις ταπεινώσεις του επαγγέλματός του, να αποκωδικοποιήσει τις πρόσφατες, κάθε άλλο παρά αθώες επιθέσεις που δέχεται από τη Διεθνή του Λαϊκισμού.
σχόλια