«ΓΙΑΤΙ ΠΡΗΖΟΝΤΑΙ τα πόδια σου, μπαμπά; Γιατί τινάζεσαι στον ύπνο σου, μπαμπά; Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά; Μπαμπά; Μπαμπά; Τι σου έκαναν τότε εκεί μέσα;». Η Μαρίνα, η τριαντάχρονη κόρη της νουβέλας του Ηλία Μαγκλίνη «Η ανάκριση», μάταια εκλιπαρεί τον πατέρα της να της μιλήσει επιτέλους για την εμπειρία του από τα χρόνια της χούντας στα υπόγεια του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Κι όσο εκείνος παραμένει βυθισμένος στη σιωπή, τόσο η ίδια –ακολουθώντας τα χνάρια του ινδάλματός της, της Μαρίνα Αμπράμοβιτς– βασανίζει σε κοινή θέα, ως φιλόδοξη περφόρμερ, το λεπτοκαμωμένο, εύθραυστο κορμί της…
Η «Ανάκριση» απευθύνεται σε αναγνώστες με γερά νεύρα, ανεκτικούς στη δυσθυμία που αναδύει αυτό το πυκνό κείμενο με την αναπόφευκτη σκληρότητά του.
Από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων (πρωτοκυκλοφόρησε από τον Κέδρο το 2008 και επανεκδόθηκε από το Μεταίχμιο), η «Ανάκριση» φέρνει σε αντιπαράθεση έναν εκπρόσωπο της γενιάς των Λαμπράκηδων, απ’ αυτούς που ουδέποτε επεδίωξαν να εξαργυρώσουν αγωνιστικά εύσημα, με μια οργισμένη εκπρόσωπο της παγκοσμιοποιημένης νεολαίας, στήνοντας μια γέφυρα ανάμεσα στα πιο προωθημένα καλλιτεχνικά δρώμενα του σήμερα με τα βιασμένα κορμιά και τις ακρωτηριασμένες ψυχές που ανασύρθηκαν από τα μπουντρούμια της δικτατορίας.

Ηλίας Μαγκλίνης, Η ανάκριση, εκδ. Μεταίχμιο
«Ρε Κωστή, μάζεψέ την», λένε στον πατέρα της Μαρίνας οι παλιοί του σύντροφοι, σοκαρισμένοι από την «τέχνη της παρακμής» που υπηρετεί η μικρή, μ’ αυτά τα «ξένα προς την Ελλάδα σκουπίδια». «Πού είναι τα τραγούδια των ποιητών; Τι απέγινε το όραμα;», τον ρωτούν, καταφεύγοντας στα κλισέ, ανήμποροι ν’ αντιληφθούν τι κρύβεται πίσω από τους δημόσιους αυτοτραυματισμούς και τις σεξουαλικές ακρότητες στις οποίες επιδίδεται η Μαρίνα.
«Γαμώ το όραμά σας, γαμώ τους ποιητές μας, γαμώ τον αγώνα, γαμώ την παιδεία, γαμώ τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, γαμώ τις σφιγμένες γροθιές σας, σας γαμώ όλους», θα 'θελε να τους πει κατάμουτρα κι ο Κωστής, αλλά ως συνήθως πνίγει την κραυγή του.
Γιος με τη σειρά του ενός βασανισμένου στη Μακρόνησο αριστερού που πηγαινοερχόταν μεταξύ φυλακής και εξορίας επί δεκαετίες, με ακυρωμένο το όνειρο να γίνει μαχητικός δημοσιογράφος, μ’ έναν αποτυχημένο γάμο πίσω του και με νωπό τον θάνατο της πρώην συζύγου του, ο πρωταγωνιστής της «Ανάκρισης» δέχεται τα πυρά της κόρης του για την πνευματική του κληρονομιά («όλη αυτήν την αριστερή σαβούρα του ’60 και του ’70»), βλέπει σπαρακτικές ιδιωτικές τους στιγμές να δίνουν υλικό σε περφόρμανς πλημμυρισμένες στο αίμα και το σπέρμα, αλλά όποτε ψελλίζει τις αντιρρήσεις του για το «ναρκισσιστικό όργιο» αυτών των «σώου της φρίκης», σκοντάφτει σε τοίχο. Η Μαρίνα δεν έχει ανάγκη από τις ηθικοπλαστικές του διδαχές, το μόνο που θέλει είναι να μοιραστούν τον εφιάλτη που τον έχει ευνουχίσει.
Η «Ανάκριση» εκτυλίσσεται στη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, παράλληλα με τα πάθη του Χριστού, και απευθύνεται σε αναγνώστες με γερά νεύρα, ανεκτικούς στη δυσθυμία που αναδύει αυτό το πυκνό κείμενο με την αναπόφευκτη σκληρότητά του. Κλείνεις το βιβλίο σιγοτραγουδώντας μαζί με τον ήρωα «Θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν», ρίχνεις κλεφτές ματιές στο άχαρο, γερασμένο κορμί του καθώς το αντικρίζει στον καθρέφτη, και παρηγοριέσαι με τη σκέψη ότι, αντίθετα μ’ αυτόν που δεν θα λυτρωθεί ποτέ, η Μαρίνα τουλάχιστον θα τα καταφέρει, θα επιζήσει.
Το 2019 η «Ανάκριση» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία του Παναγιώτη Πορτοκαλάκη, σενάριο του Η. Μαγκλίνη και με πρωταγωνιστές την Πηνελόπη Τσιλίκα, τον Γιώργο Κέντρο και τον Θεμιστοκλή Πάνου.