Στην πατρίδα του την Ελλάδα, που τον πίκρανε με διάφορους τρόπους όσο ζούσε και όπου το έργο του αγνοήθηκε, το να μιλάς σήμερα για τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη, μισό αιώνα μετά τον θάνατό του (1975), γεννάει ίσως ακόμα ερωτήματα. Ως ένα σημείο, είχε συμβάλει αθέλητα και ο ίδιος σε αυτό καθώς υπερασπιζόταν με πάθος τις τολμηρές απόψεις του και δεν υποχωρούσε ποτέ στις επιθέσεις που δεχόταν, δημιουργώντας εχθρούς. Στο εξωτερικό όμως το ενδιαφέρον για τον Δοξιάδη δεν έπαψε ποτέ να εκδηλώνεται έμπρακτα, αντίθετα, διαρκώς αυξάνεται τα τελευταία χρόνια.
Από όποια πλευρά κι αν τη δει κανείς, η ζωή και η σταδιοδρομία του Δοξιάδη εύκολα διαβάζονται σαν ένα ηρωικό μυθιστόρημα, με απίστευτες περιπέτειες, μοναδικά κατορθώματα και επιτεύγματα, με δράση απλωμένη σε ολόκληρη τη γη. Λες κι αυτός ο κόσμος δεν τον χωρούσε. Δύσκολα θα βρίσκαμε κάποια άλλη προσωπικότητα της νεότερης ιστορίας στην Ελλάδα να έχει πετύχει τόσα πολλά μέσα σε τόσο μικρό διάστημα. Δικαιολογημένα συγκαταλέγεται στους πιο διάσημους σύγχρονους Έλληνες στο εξωτερικό.
Φιλοδοξώντας να προσφέρει κάτι ουσιαστικό στην ανθρωπότητα, πρότεινε μια νέα επιστημονική θεωρία για τους ανθρώπινους οικισμούς, την Οικιστική, ικανή να εξηγήσει γιατί τα πράγματα είναι όπως είναι στις σημερινές πόλεις και να προτείνει λύσεις στα προβλήματά τους, προετοιμάζοντάς τις για τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Θα αναφέρουμε δύο ιστορίες που πολλοί αγνοούν. Είχαν μόλις αποσυρθεί οι Γερμανοί από την Αθήνα το 1944, όταν εγκαταστάθηκε ο Δοξιάδης με τους υπαλλήλους του στα γραφεία του τότε Μετοχικού Ταμείου Στρατού (σήμερα, Attica) έτοιμοι να αναλάβουν την ανασυγκρότηση της κατεστραμμένης χώρας. Μέσα σε μια πενταετία, είχε καταφέρει, ο μόνος, να συντονιστεί με τους εκπροσώπους του Σχεδίου Μάρσαλ και να εφαρμόσει μια ρεαλιστική στρατηγική ανοικοδόμησης.
Η απίστευτη απόδοσή του οδηγεί στην αποπομπή του, καταφεύγει στην Αυστραλία το 1950, όπου περνά δύσκολες στιγμές αλλά μέσα σε τρία χρόνια μετατρέπεται σε καλλιεργητή πρώιμης ντομάτας, εξοφλεί τα δάνειά του, και γυρίζει στην Ελλάδα έτοιμος να αναλάβει δράση από την πρώτη στιγμή.
Δεν θα του πάρει πολύ χρόνο να στήσει το ιδιωτικό γραφείο του με αφοσιωμένους συνεργάτες και να χτίσει την έδρα των διεθνών δραστηριοτήτων του στα πόδια του Λυκαβηττού, στρατολογώντας πολλούς νέους υπαλλήλους, καθώς τα Ηνωμένα Έθνη του είχαν ήδη αναθέσει διάφορες μελέτες σε χώρες του Τρίτου Κόσμου. Δίκαια περηφανευόταν για αυτό το Γραφείο, καθώς αυτό γρήγορα εξελίχτηκε σε μια κυψέλη όπου συγκεντρώνονταν μελετητικές, θεωρητικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες. Ήταν το αρχηγείο του, στο οποίο κάθε φορά επέστρεφε από τα αναρίθμητα ταξίδια του σε όλο τον κόσμο, συντονίζοντας και κατευθύνοντας ένα μεγάλο αριθμό από προγράμματα και έργα που «έτρεχαν» παράλληλα.
Αν ο Δοξιάδης είχε μείνει εκεί, θα ήταν ένας εξαιρετικά πετυχημένος επαγγελματίας, που ανταγωνιζόταν με επιτυχία τα λιγοστά τότε μεγάλα γραφεία διεθνούς εμβέλειας στον κόσμο. Όμως εκείνος διέγνωσε σωστά ότι στον μεταπολεμικό κόσμο η ευημερία των λαών θα εξαρτιόταν από την ποιότητα ζωής στις σύγχρονες πόλεις, οι οποίες κάποτε θα απλώνονταν σε όλο τον πλανήτη.
Φιλοδοξώντας να προσφέρει κάτι ουσιαστικό στην ανθρωπότητα, πρότεινε μια νέα επιστημονική θεωρία για τους ανθρώπινους οικισμούς, την Οικιστική, ικανή να εξηγήσει γιατί τα πράγματα είναι όπως είναι στις σημερινές πόλεις και να προτείνει λύσεις στα προβλήματά τους, προετοιμάζοντάς τις για τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Με βαθιές ανθρωπιστικές καταβολές, που συνδέονταν άμεσα με την αρχαιότητα, κέντρο της φιλοσοφίας του Δοξιάδη ήταν ο άνθρωπος με στόχο την ευτυχία του. Η Οικιστική θεωρία του, που τον καθιέρωσε ως ένα από τους μεγάλους θεωρητικούς της σύγχρονης πολεοδομίας στον κόσμο, δεν είχε μόνο θεωρητικό και ερευνητικό περιεχόμενο. Ο ίδιος επέμεινε να ενσωματώσει τις μεθοδολογικές συνέπειες της θεωρίας του σε κάθε έργο και πρόγραμμα που αναλάμβανε.
Ακαταπόνητος, ζώντας με ξέφρενους ρυθμούς, συνεχώς με μια βαλίτσα στο χέρι, συντονίζοντας και εποπτεύοντας τα πάντα, ανακατεμένος σε συνέδρια, συμπόσια, ακόμα και με εξώφυλλο στο περίφημο περιοδικό Time, ο Δοξιάδης ευτύχησε να δει τους καρπούς του έργου του να αποδίδουν.
Όταν αιφνίδια, πάνω στην ακμή της δράσης του, διαγνώστηκε με ανίατη ασθένεια το 1971, για να πεθάνει μέσα σε ελάχιστα χρόνια, θα άφηνε πίσω του μια σπουδαία κληρονομιά. Μέρος της μόνο, είναι το πληρέστατο Αρχείο Δοξιάδη, που εκείνος φρόντισε μεθοδικά να οργανώσει, σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη, ανεξάντλητη πηγή πληροφόρησης για την τόσο συναρπαστική συμβολή του στον μεταπολεμικό κόσμο.
*Ο Δημήτρης Φιλιππίδης είναι αρχιτέκτονας και ομότιμος καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ.
σχόλια