H εικόνα είναι εκφραστική από μόνη της: δυο φίλοι αναζητούν δροσιά κάπου κοντά στα πέριξ της πόλης, κάτω από ένα επιβλητικό πλατάνι δίπλα στο στοιχειωμένο από τις Νύμφες Ιλισό. Με διάθεση αλαργινή και με περιπαικτική τάση αρχίζουν να συζητάνε, παρασυρμένοι από τη ζέστη και τη γενικότερη ευφορία, για τη φιλία και τον έρωτα. Ο διάλογος έχει, εν πολλοίς, τη χαλαρότητα του Συμποσίου που ουσιαστικά εξέφραζε, όπως είχε κάποια στιγμή υποστηρίξει ο Τζορτζ Στάινερ, ένα άλλο είδος διαλόγων, πιο 'συνεστιακό' , πιο χαλαρό και ανοιχτό-το λεγόμενο 'conversazione'. Μπορεί βέβαια ο Φαίδρος ως ένας από τους διαλόγους της ωριμότητας του Πλάτωνος να μην παρουσιάζει την ορμητικότητα και τα διάφορα απρόοπτα που είχε το Συμπόσιο-βλέπε ξαφνική εμφάνιση Αλκιβιάδη-αλλά είναι πλήρως σκηνοθετημένος, στην εξοχή, παρέα με τις Μούσες και τη δροσιά του Ποταμού.
Το κλίμα της ευχάριστης χαλαρότητας αποδίδει με ύψιστη και απόλυτη ενάργεια η μετάφραση του Ν.Μ. Σκουτερόπουλου στην πρόσφατη έκδοση του “Φαίδρου” που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις με πολύτιμα σχόλια που αποσαφηνίζουν τα προβληματικά σημεία. Εκεί στην άκρη της πόλης, δίπλα στο ποτάμι βρίσκει λοιπόν γόνιμο έδαφος να ανθίσει η συζήτηση για τη φιλία και τις προϋποθέσεις που την ευνοούν. Ο συνομιλητής του Σωκράτη Φαίδρος μόλις έχει επιστρέψει από ένα αντίστοιχα φιλικό περιβάλλον όπου ο Λυσίας είχε παρουσιάσει έναν λόγο σχετικά με το θέμα-τη φιλία και τον έρωτα και τη σχέση μεταξύ φίλων και εραστών. Σύμφωνα με τον λόγο του Λυσία που απαγγέλλει μεγαλόφωνα ο Φαίδρος στον Σωκράτη, οι ερωτευμένοι δεν ενδείκνυνται για φίλοι ακριβώς γιατί η μανία του έρωτα τους τυφλώνει, είναι πολύ πιο ευέξαπτοι και γενικά “είναι πολλά εκείνα που τους δυσαρεστούν και νομίζουν ότι όλα γίνονται επίτηδες για να προξενηθεί σε αυτούς βλάβη”. Ολοκληρώνοντας μάλιστα τον λόγο του ο Φαίδρος και έχοντας απέναντι τον άκρως ειρωνικό Σωκράτη δεν μπορεί παρά να επικαλεστεί τον θεό της φιλίας, τον Δία ισχυριζόμενος ότι πρόκειται για “ό,τι καλύτερο έχει παρουσιάσει σε λόγο”.
Η “φιλία” βρίσκεται πολύ κοντά στον “έρωτα” και είναι άμεσα συνυφασμένη με αυτόν στο βαθμό που η σωματική έλξη είναι το άμεσο στάδιο που πρέπει να περάσει για να κατακτήσει την ύψιστη πνευματική αναζήτηση.
Είναι όμως σειρά του Σωκράτη να απαντήσει: καλεί κοντά του τις γλυκόφωνες μούσες και καταθέτει έναν λόγο που χωρίζεται σε δυο μέρη: στο πρώτο- όπου μιλάει για τον διαχωρισμό φιλίας και έρωτα και τον δεύτερο την παλινωδία-όπου ορίζεται η πραγματική διάσταση της ερωτικής φιλίας που δεν μπορεί παρά να είναι η αναζήτηση του ουσιαστικού και πραγματικού λόγου και της ομορφιάς. Εννοείται πως η φιλία δεν μπορεί παρά να συμβαίνει μεταξύ δυο ανδρών, συνήθως ενός ερώμενου και ενός εραστή, ήτοι ενός μαθητευόμενου και ενός δασκάλου.
Δύσκολα επομένως ο Πλάτων διαχωρίζει το θέμα της φιλίας από αυτό του έρωτα στο βαθμό που το ένα προϋποθέτει το άλλο, όταν μιλάμε για δυο άνδρες με κοινό ορίζοντα και πνευματικές αναζητήσεις. Η “φιλία” όπως αποδεικνύεται και από προηγούμενους Πλατωνικούς διαλόγους βρίσκεται πολύ κοντά στον “έρωτα” και είναι άμεσα συνυφασμένη με αυτόν στο βαθμό που η σωματική έλξη είναι το άμεσο στάδιο που πρέπει να περάσει για να κατακτήσει την ύψιστη πνευματική αναζήτηση που είναι η διαλεκτική. Βέβαια ο Πλάτων θέτει σαφείς διακρίσεις ανάμεσα στα διάφορα είδη φιλίας αν και η πληρέστερη για αυτόν είναι η φιλία που φέρει τη φιλοσοφική σφραγίδα: πρόκειται για την κοινή αναζήτηση μεταξύ δυο ανδρών του Αγαθού και του απόλυτου κάλλους. Κι αν στο “Συμπόσιο” είναι παραστατικός ο τρόπος που η φιλία μετεξελίσσεται από τη θέαση της σωματικής ομορφιάς σε έρωτα και κατόπιν στην ύστατη αναζήτηση του Αγαθού, το ίδιο συμβαίνει και στον κύριο λόγο του Σωκράτη στον 'Φαίδρο” όπου οι φίλοι και εραστές οφείλουν να γίνουν οι απόλυτοι και οι ύψιστοι εκφραστές της διαλεκτικής-κι εδώ είναι που διακρίνονται με σαφήνεια από τους υπόλοιπους ρήτορες.
Σάμπως ο γέροντας πια Πλάτωνας που σαν τον Οδυσσέα πολλῶν δ᾿ ἀνθρώπων ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω” να μην καταλαμβάνεται πια από την αγωνία να ορίσει με αυστηρότητα τα πράγματα αλλά επιθυμεί να δει την ουσία και το πραγματικό νόημα της ζωής-που δεν είναι άλλο από την αληθινή, μεστή και πραγματική ανδρική φιλία. Από την άλλη, ο μεταφραστής Σκουτερόπουλος δικαίως θεωρεί τη συζήτηση περί φιλίας και έρωτος ως αφορμή ώστε ο γοητευτικός ομιλητής Σωκράτης να πάει την κουβέντα ένα βήμα παραπέρα και να ορίσει την πραγματική διαλεκτική, τη διαφορά του ουσιαστικού από τον ρητορικό λόγο που είναι κι ο πραγματικός σκοπός της συζήτησης μεταξύ δυο φίλων. «Ο Πλάτων παρακολουθούσε στενά τις εξελίξεις στον χώρο της ρητορικής και το νέο που κομίζει ο Φαίδροςσχετικά με αυτήν είναι η κατάδειξη ότι μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αληθινής επιστήμης, επίσης οι όροι υπό τους οποίους είναι δυνατόν να συμβεί αυτό, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αληθινή ρητορική είναι φιλοσοφία και πρέπει να εφαρμόζει τις μεθόδους της πλατωνικής διαλεκτικής» γράφει σχετικά στην Εισαγωγή ο μεταφραστής.
Αλλά κι έτσι να έχουν τα πράγματα, δηλαδή η συζήτηση να λειτουργεί ως ‘πιασάρικη’ αφορμή για να ξεχωρίσει ο Πλάτων τις 'μόδες' της ρητορικής από την ουσία, το τελικό του συμπέρασμα ουσιαστικά ορίζει ή μάλλον καλύτερα προσδιορίζει την καθοριστική σημασία που έχει η φιλία σε σχέση με τους σκοπούς της αληθινής αναζήτησης της ουσίας που θέτει η διαλεκτική. Η κοινή αναζήτηση του ωραίου που εντοπίζεται μεταξύ δασκάλου και μαθητευόμενου ή τουλάχιστον μεταξύ δυο ανδρών ουσιαστικά επαναφέρει στο προσκήνιο τις γνωστές απόψεις που είχαν διατυπωθεί και στον Φαίδωνα, την Πολιτεία και το Συμπόσιο. Μαζί με τον ειρωνικό διαχωρισμό των διαφόρων ειδών ρητορικής-και προσπαθώντας να ορίσει τα λεκτικά τερτίπια των δεινών ρητόρων-ο Πλάτων μέσω του δάσκαλου Σωκράτη διακρίνει «τη φύση κάποιου πράγματος”.
Το κομμάτι διατηρεί τη ζωντάνια, το σφρίγος και την καλλιέπεια που ταιριάζει στην περίσταση μιας τόσο συγκλονιστικής αποκάλυψης για τη σφραγίδα της φιλίας που δεν είναι άλλη από την αποκάλυψη του κάλλους
Ίσως μάλιστα η φιλία να είναι το κατάλληλο ουσιαστικό για να περιγραφεί αυτό που φέρνει κοντά δυο άνδρες με κοινή θεώρηση, μια άτυπη και άρρητη σύνδεση μεταξύ ίσων και ελεύθερων ανθρώπων ακόμη κι αν τους χωρίζει η διαφορά ηλικίας. Ορθώς ο Καστοριάδης επεσήμανε στην “Ελληνική Ιδιαιτερότητα” πως “Η φιλία προέρχεται από το ρήμα φιλώ, που σημαίνει αγαπώ. Όχι αγαπώ ερωτικά, αν και αυτό το νόημα είναι επίσης δυνατό. Η φιλία είναι το γένος, που σαν επιμέρους είδη του έχει τις διάφορες μορφές συναισθημάτων, που μπορούν να συνδέσουν τα άτομα. Και στην ελληνική πόλη, η φιλία έχει πολλές σημαντικές πτυχές”. Προτού όμως αναλύσει κανείς την πολιτική έκφραση της φιλίας που είναι οι “Εταιρείαι” δεν μπορεί να μην σταθεί στην οντολογική της διάσταση όπως δίνεται στον Φαίδρο, το πρώτο κι ίσως τον απόλυτο τρόπο για να οριστεί η υπέρτατη αρχή της φιλίας που είναι η απόλυτη υποταγή της στην αρχή της ομορφιάς. Το απόσπασμα που παραθέτει ο Πλάτωνας επεξηγώντας την επενέργεια της ομορφιάς στην ψυχή είναι αναμφίβολα από τα πιο όμορφα αποσπάσματα που έχουν γραφτεί στην Ιστορία της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας. Πανέμορφα μεταφρασμένο από τον Σκουτερόπουλο το κομμάτι διατηρεί τη ζωντάνια, το σφρίγος και την καλλιέπεια που ταιριάζει στην περίσταση μιας τόσο συγκλονιστικής αποκάλυψης για τη σφραγίδα της φιλίας που δεν είναι άλλη από την αποκάλυψη του κάλλους - και σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που η φιλία συγγενεύει με τον έρωτα όταν με την επενέργεια της ομορφιάς μετατρέπεται σε ίμερο:
“Απεναντίας, όποιος έχει πρόσφατα μυηθεί, όποιος είδε τότε πολλά, όταν αντικρίσει ένα πρόσωπο θεϊκά ωραίο ή ακόμη κάποια μορφή σώματος όπου καθρεφτίζεται πιστά αληθινή ομορφιά, τον ίδιο πρώτα πρώτα τον πιάνει ανατριχίλα και τον κυριεύει κάτι από τους φόβους που ένιωσε τότε, έπειτα θεωρώντας το το τιμά ευλαβικά σαν θεό και, εάν δεν φοβόταν μήπως τον περάσουν για ολωσδιόλου τρελό, θα έκαμε θυσίες στον αγαπημένο σαν σε άγαλμα ιερό ενός θεού. Κι άμα δει τον αγαπημένο, αλλάζει κατάσταση κι ύστερα από την ανατριχίλα τον περιλούζει ιδρώτας, και ζέστη του ρχεται ασυνήθιστη. Γιατί, καθώς δέχτηκε την έκχυση της ομορφιάς που μέσα από τα μάτια του πέρασε εντός του, ζεστάθηκε εκεί που τρέφεται το φύτρο του φτερού και με το ζέσταμα έλιωσε ο,τι ήταν γύρω από το σημείο όπου βγαίνει το φτερό, όλα αυτά που εδώ και καιρό τώρα είχαν γίνει σκληρά σαν πέτρα και δεν άφηναν το φύτρο να βλαστήσει, και τώρα, καθώς χύθηκε επάνω του η τροφή, φύτρωσε και ξεπετάχτηκε από τη ρίζα του το στέλεχος της φτερούγας παντού κάτω από την επιφάνεια της ψυχής: γιατί παλιά όλη η ψυχή ήταν φτερωτή. Βράζει έτσι σ'αυτή την κατάσταση ολόκληρη η ψυχή κι ανακοχλάζει, κι ο,τι συμβαίνει στα μικρά παιδιά όταν βγάζουν δόντια, έντονος ερεθισμός και φαγούρα στα ούλα, το ίδιο παθαίνει κι η ψυχή εκείνου, όταν αρχίζουν να φυτρώνουν τα φτερά της: βράζει και δυσανασχετεί και ερεθίζεται καθώς βγάζει φτερά. Όσο λοιπόν έχει μπροστά στα μάτια της την ομορφιά του αγοριού, της έρχονται από εκεί και ρέουν μέσα της μέρη της ομορφιάς του-γι αυτό και λέγεται ίμερος ετούτο το πράγμα-και, καθώς τα δέχεται, ποτίζεται και θερμαίνεται και τότε λουφάζει ο πόνος και η ψυχή πλημμυρίζει από χαρά”.
σχόλια