Εκδόσεις Δώμα: «Θέλαμε να δούμε αν το κοινό μας θα ανταποκριθεί σε πιο βαριά πράγματα ή αν θα μας γυρίσει την πλάτη»

εκδόσεις δωμα Facebook Twitter
Δουλειά του εκδότη δεν είναι απλώς να ικανοποιεί το γούστο του, πρέπει πάντα να αναρωτιέται σε ποιον απευθύνεται κάθε φορά. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Κάποτε κοκορευόμουν πως παίζω το travelling light στα δάχτυλα, ότι ξέρω πώς να περιορίζω τις ανάγκες μου σε ρούχα για να κουβαλήσω μαζί μου στις διακοπές άλλα, πιο σημαντικά. Έφευγα για έναν μήνα από την Αθήνα με ένα σακίδιο πλάτης που τώρα και εγώ η ίδια απορώ πώς τα χωρούσε όλα, και σίγουρα τα βιβλία έπιαναν αρκετό χώρο σε αυτό. Τον περασμένο Αύγουστο, έχοντας ένα θέμα με τη μέση μου που με παιδεύει, είπα να μην κάνω για άλλη μια φορά την ατρόμητη· πέρασα λοιπόν από το σακίδιο σε μια βαλίτσα με ροδάκια, προκειμένου να μειώσω όσο γίνεται το βάρος που θα σήκωνα. 

Από εκεί που πάντα υπολόγιζα ότι θα πάρω μαζί μου παραπάνω βιβλία απ’ όσα πραγματικά χρειαζόμουν και ό,τι δεν μου κάνει θα το αφήσω στην άκρη, αυτήν τη φορά έπρεπε να σκεφτώ διπλά τι είναι πιο πιθανό να με κρατήσει στις σελίδες του και τι όχι. Ούτε και τον χρόνο έχω πια να διαθέσω σε κάτι που δεν τραβάει, όπως τον είχα κάποτε. Η μεγαλύτερή μου λαχτάρα το καλοκαίρι είναι να ξοδέψω τις ώρες μου στη θάλασσα και στους ανθρώπους που δημιουργούν το comfort zone μου.

Λίγο πριν βγω σε άδεια, η Μυρτώ μού έδωσε το «Ας πούμε πως είμαι εγώ» της Βερόνικα Ράιμο – ούτε την είχα ξανακούσει, ούτε την γκούγκλαρα, ούτε έψαξα να δω αν την έχουν προτείνει σε κάποια λίστα με «βιβλία που αξίζει να διαβάσει κανείς το καλοκαίρι». Τσέκαρα απλώς τις εκδόσεις και αυτομάτως ένιωσα ασφάλεια· μια σιγουριά πως, ακόμα και αν δεν μου αλλάξει τη ζωή, σίγουρα δεν κουβαλάω περιττό βάρος. Το ρούφηξα αυτό το βιβλίο. Μόλις το τελείωσα, το έδινα χέρι με χέρι λέγοντας «διάβασέ το». Και επιστρέφοντας πια στην πόλη, άρχισα να το δωρίζω.

«Σίγουρα στόχος μας είναι να ασχοληθούμε με ελληνικά βιβλία, αν και η αλήθεια είναι ότι η μεγαλύτερη επιθυμία μου δεν θα ήταν να βγάλουμε λογοτεχνία. Θα με ενδιέφερε πολύ περισσότερο να εκδώσουμε ένα ελληνικό δοκίμιο, ιστορία ή δημοσιογραφία επικεντρωμένη θεματολογικά στην Ελλάδα ή την Αθήνα».

Ο εκδοτικός που πήρε το όνομά του από τα 14 τετραγωνικά απ' όπου ξεκίνησε στο Μετς, εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2017 με έναν όχι και τόσο ποπ τίτλο, με μια μετάφραση αρχαίου φιλοσοφικού κειμένου, το «Η ελευθερία» του Επίκτητου. Σε έναν χώρο που χωρούσε ίσα-ίσα ένα ημίδιπλο κρεβάτι, ένα κουζινάκι και ένα μπάνιο, η Μαριλένα Καραμολέγκου και ο Θάνος Σαμαρτζής αποφάσισαν να αφήσουν τα σίγουρα και να παρουσιάσουν κάτι δικό τους. Εκείνη είχε δουλέψει για πολλά χρόνια στο δημιουργικό τμήμα διαφημιστικών εταιρειών, πέρασε στον χώρο του βιβλίου ως υπεύθυνη επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης και ενώ δεν διέτρεχε πια κίνδυνο από τον καρκίνο με τον οποίο διαγνώστηκε στα 33 της και την ταλαιπώρησε πολύ, ήξερε ότι δεν θέλει πια να δουλεύει ακολουθώντας τους κανόνες άλλων. Προτιμούσε να βάζει τους όρους μόνη της, να ορίσει εκείνη το πλαίσιο τής από εκεί και έπειτα ζωής της. 

εκδόσεις δωμα Facebook Twitter
Έκαναν παράξενες επιλογές, έβγαζαν πράγματα που και δεν τα ήξερε κανείς και θα μπορούσαν να φοβίσουν τους αναγνώστες ως ασήκωτα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Εκείνος ήταν διευθυντικό στέλεχος των ΠΕΚ. Εφτάμισι χρόνια μετά την πρώτη εκείνη εμφάνιση των εκδόσεων Δώμα, δεν θέλει να στολίσει τα πράγματα ώστε να ακουστούν «ηρωικά και γαμάτα». «Δεν είναι ότι ήθελα κάτι διαφορετικό εκδοτικά, στις ΠΕΚ είχα το ελεύθερο να κάνω ό,τι μου ’ρχοταν. Ήθελα απλώς να κάνω κάτι με τη Μαριλένα και να δοκιμάσω αν μπορούμε με το τίποτα να στήσουμε αυτό που θέλαμε. Γι’ αυτό και στις αρχικές μας συζητήσεις λέγαμε ότι θα κάνουμε κάτι σαν ψεύτικο, χωρίς τα λεφτά, τις άκρες και τα κονέ που άκουγα γύρω μου να λένε ότι χρειάζονται για όλα και με ενοχλούσε». 

Σε μια ταράτσα που τους έδινε όλο εκείνο το έξω για να συζητάνε τα σχέδιά τους τις μέρες με καλό καιρό, μέσα σε λίγες βδομάδες επέλεξαν για την πρεμιέρα τους τον στωικό φιλόσοφο που υπήρξε δούλος. Ο Θάνος ανέλαβε να τον μεταφράσει για πρακτικούς αλλά και συναισθηματικούς λόγους, ενώ επιστράτευσαν φίλους για να ετοιμάσουν το βιβλίο και για να φτιάξουν το εξώφυλλο. Η Μαριλένα είναι ο προνοητικός και φρόνιμος πόλος του διδύμου, εκείνη που θα σκεφτεί όλες τις πιθανές λύσεις σε πολλά διαφορετικά σενάρια για να πει το «πάμε». Περιγράφει την τότε κίνησή τους σαν βουτιά στο κενό. «Τη μια μέρα ξυπνάς με ενθουσιασμό και την επόμενη λες “τι πήγα και έκανα;”. Επιστρέφεις στον ενθουσιασμό μέχρι να αμφισβητήσεις πάλι τον εαυτό σου και να επαναξιολογήσεις τις χθεσινές σου επιλογές». Ο Θάνος είναι εκείνος που πατάει το γκάζι. «Το ότι κάνεις πράγματα με χαρά δεν σημαίνει ότι τα κάνεις στην πλάκα, ότι τα βλέπεις σαν χόμπι. Από την άλλη, μπορεί όλο αυτό να έχει έναν χαρακτήρα ηθικού τολμήματος, αλλά για εμάς ο βασικός σκοπός του όλου εγχειρήματος ήταν η ξεγνοιασιά». Ζευγάρι και στη ζωή, βρισκόντουσαν σε εκείνη την ηλικιακή και προσωπική φάση της ζωής τους που είπαν «αν όχι τώρα, πότε;». Και αν δεν τους έβγαινε η προσπάθεια, θα ξαναέπιαναν δουλειά σε ένα γραφείο.

Στην ιδέα τους υπήρχε το αδιαπραγμάτευτο στοιχείο «ότι θα το κάνουμε ακριβώς όπως θέλουμε, με όποιον θέλουμε, πως δεν θα έχουμε πάρε-δώσε με όποιον δεν μας κάνει κέφι· ακούγεται υπερβολικό, αλλά εκεί ήταν όλο το νόημα», θα πει ο Θάνος. Μετά από εκείνον τον πρώτο τίτλο που έστρεψε τα βλέμματα πάνω τους με το ερώτημα «μα ποιοι είναι αυτοί που βγάζουν Επίκτητο/πώς τους ήρθε;», συνέχισαν με το «Ο εκκλησιαστής», ένα κείμενο που «χαρακτηρίζεται ως το σκοτεινότερο της παγκόσμιας λογοτεχνίας αλλά περιγράφεται και σαν ένας φιλοσοφικός ύμνος στη χαρά», που γράφτηκε κατά πάσα πιθανότητα τον 3ο αιώνα π.Χ. και περιλαμβάνεται στην εβραϊκή Βίβλο και στη χριστιανική Παλαιά Διαθήκη. Έκαναν παράξενες επιλογές, έβγαζαν πράγματα που και δεν τα ήξερε κανείς και θα μπορούσαν να φοβίσουν τους αναγνώστες ως ασήκωτα. Δεν είχαν στο μυαλό τους ότι θα έπρεπε να κάνουν και μια εμπορική επιλογή; «Δεν είναι ότι βγάζουμε τα βιβλία που απλώς αρέσουν σε μένα, δεν είναι μόνο αυτό το κριτήριο. Δουλειά του εκδότη δεν είναι απλώς να ικανοποιεί το γούστο του, πρέπει πάντα να αναρωτιέται σε ποιον απευθύνεται κάθε φορά. Πρέπει να συμμετέχουμε σε μια συζήτηση, να καθιστούμε διαθέσιμα στο κοινό πράγματα που είτε συζητάει, είτε θα ήθελε, είτε θα έπρεπε να θέλει να συζητήσει γι’ αυτά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει κανείς να κάνει εμπορικές επιλογές».

Ο Επίκτητος τούς πήγε πολύ καλά. «Δεν ξέρω τι ήταν ακριβώς αυτό που βοήθησε, μάλλον ο ενθουσιασμός που έβγαινε στον τρόπο που μιλούσαμε γι’ αυτό το βιβλίο, στον τρόπο που το παρουσιάζαμε. Οι συναντήσεις με κάποιους ανθρώπους ήταν πολύ συγκινητικές γιατί, παρότι δεν μας ήξεραν, μας υποδέχτηκαν με γενναιοδωρία. Υπήρχαν βέβαια και οι δύσκολες, γιατί έπρεπε να ξαφνικά να κάνω πωλήσεις έχοντας αυτό το βιβλίο στα χέρια μου», θυμάται η Μαριλένα. Στο πρώτο τους δελτίο Τύπου έγραφαν ότι φιλοδοξούν να απευθυνθούν σε μια γενιά «η οποία θα θελήσει να βελτιώσει το μορφωτικό της επίπεδο από προσωπική της ανάγκη και όχι από εξωτερική παρότρυνση… που δεν διστάζει να ομολογήσει τις πνευματικές της ελλείψεις… που θα διεκδικήσει ποιότητα χωρίς σοβαροφάνεια». Για τη δική τους γενιά μιλούσαν.

«Είχαμε την αίσθηση ότι ενώ πολλοί φίλοι μας νοιάζονταν για την καλυτέρευση του εαυτού τους με διάφορους τρόπους –ψάχνοντας να δουν κι άλλες ταινίες, να ακούσουν κι άλλη μουσική, να επισκεφθούν διάφορα μέρη και να δοκιμάσουν πράγματα–, όταν ήθελαν να διαβάσουν χάνονταν, παρότι ήταν μορφωμένοι. Δεν διάβαζαν συστηματικά, δεν ήξεραν από πού να το πιάσουν. Θέλαμε λοιπόν να πούμε σε αυτούς τους φίλους “ξέρεις τι, πάρε αυτό, θα σου αρέσει σίγουρα”. Θέλαμε να τους δώσουμε κάτι στο οποίο πίστευαν ότι δεν έχουν πρόσβαση, να διαπιστώσουν ότι μπορούν να καταλάβουν όλα όσα λέει ένας κορυφαίος φιλόσοφος, να διαβάσουν για πράγματα που μπορεί να τους ακούγονταν βαρετά, για τα δημοτικά τραγούδια και τα κλαρίνα (σ.σ. "Ηπειρώτικο Μοιρολόι", Κρίστοφερ Κινγκ, 2018) και να εκπλαγούν με το πόσο μπορεί να τους ενδιαφέρουν. Ή να τους δώσουμε ένα δοκίμιο για τη Σαπφώ και το παράδοξο του έρωτα στην αρχαία σκέψη (σ.σ. "Έρως ο γλυκόπικρος", Αν Κάρσον, 2019) που μπορεί ακούγοντάς το να νομίζουν ότι θα βαρέσουν ένεση, αλλά τελικά να τους συναρπάσει τόσο που να θέλουν κι άλλο». 

Σε αυτή, την έβδομη χρονιά του, το Δώμα έκανε πιο συναισθηματικές, εσωτερικές επιλογές. «Ήταν μια δοκιμασία για τη σχέση μας με το κοινό, θέλαμε να δούμε αν θα ανταποκριθεί στα πιο βαριά και δύσκολα πράγματα που του δώσαμε ή αν θα μας γυρίσει την πλάτη. Και όλα πήγαν καλά». 

Χάρη στο Δώμα γνώρισα τον σκληρό και ερεβώδη κόσμο της Φερνάντα Μελτσόρ. Μετά την «Εποχή των τυφώνων» την ακολουθώ πιστά. «Πάει πολύ καλά, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχει πολύ πιο φανατικό κοινό απ’ ό,τι της αναλογεί τελικά εμπορικά, αν πρέπει να το βάλω σε αριθμούς», θα μου πει η Μαριλένα. «Μερικές φορές λέω ότι πάλι καλά που βρήκαν το κουράγιο να τη διαβάσουν κάποιοι, είναι πολύ ζόρικη. Ευτυχώς όμως δεν εξελίχθηκε σε καλτ συγγραφέα για να προκαλέσει, διαφυλάχθηκε ως μεγάλη λογοτεχνία που πράγματι είναι», θα συμπληρώσει ο Θάνος. Στους 60 μέχρι σήμερα τίτλους τους, με εξαίρεση τη νουβέλα «Καληνύχτα, καλούδια μου» του Νικήτα Μ. Παπακώστα από το 2018 και τα «Σφερδούκλια στο κεφάλι» του Βρασίδα Καραλή, που κυκλοφόρησαν φέτος, όλα τα υπόλοιπα βιβλία τους είναι μεταφράσεις, δεν έχουν ασχοληθεί με την ελληνική λογοτεχνία, όχι όμως από σνομπισμό. «Το θέλουμε πάρα πολύ, αλλά δεν είμαστε πολύ καλοί σε αυτό το κομμάτι. Σίγουρα υπάρχουν εκεί έξω αξιόλογοι συγγραφείς που είτε τα βιβλία τους δεν φτάνουν σε εμάς, είτε φτάνουν αλλά δεν έχουμε την ικανότητα να τα αξιολογήσουμε γρήγορα, οπότε χάνονται. Πάντως σίγουρα στόχος μας είναι να ασχοληθούμε με ελληνικά βιβλία, αν και η αλήθεια είναι ότι η μεγαλύτερη επιθυμία μου δεν θα ήταν να βγάλουμε λογοτεχνία. Θα με ενδιέφερε πολύ περισσότερο να εκδώσουμε ένα ελληνικό δοκίμιο, ιστορία ή δημοσιογραφία επικεντρωμένη θεματολογικά στην Ελλάδα ή την Αθήνα. Όμως χρειάζεται κάποια κοινωνικά προσόντα προκειμένου να ελκύεις ανθρώπους που θα σου εμπιστευθούν τη δουλειά τους, τα οποία μάλλον δεν έχουμε».

Μαριλένα: Είσαι πολύ αυστηρός μαζί μας. Στην περίπτωση του «Καληνύχτα, καλούδια μου», ο συγγραφέας ήταν διατεθειμένος να ξαναδουλέψει το βιβλίο χέρι-χέρι με τον εκδότη-επιμελητή. Γιατί είναι και αυτή η σχέση που πρέπει να χτιστεί για να κυκλοφορήσει κάτι, δεν το παίρνουμε έτοιμο, το τυπώνουμε και τελείωσε.

(Έτσι όπως λειτουργεί για τη Μαριλένα το Δώμα, παραπέμπει περισσότερο σε δημιουργικό ατελιέ, παρά σε αυτό που συνήθως έχει κανείς στο μυαλό του ως εκδοτικό οίκο. Η μετάφραση, η επιμέλεια, οι γραφιστικές διορθώσεις, όλη η δημιουργική διαδικασία γίνεται εσωτερικά, στη μεγάλη πλειονότητα των βιβλίων). 

Θάνος: Ξεκινήσαμε τη σειρά Τestimonia με ρητό σκοπό να έχει καταρχάς ελληνικά βιβλία. Και μέχρι τώρα καταφέραμε να έχει μόνο ένα. Θέλαμε πάρα πολύ την πρωτοπρόσωπη ματιά στη ζωντανή ιστορία, αλλά δεν ήρθαν αυτά τα βιβλία, και αν ήρθαν, δεν τα πήραμε χαμπάρι. Μας έρχονται πιο πολλές προτάσεις από όσες πραγματικά προλαβαίνουμε να επεξεργαστούμε. Όχι απλώς θέλουμε το ελληνικό βιβλίο, αυτή θα έπρεπε να είναι η βασική μας δουλειά. Προσωπικά το θεωρώ αποτυχία μας ότι δεν κάναμε περισσότερα γι’ αυτό τα πρώτα εφτάμισι χρόνια. 

Μ: Πάντα διαφωνούμε σε αυτό το ζήτημα με τον Θάνο. 

Μπήκαν στο ’24 με μεγαλύτερο εκδοτικό πρόγραμμα, αλλά αποφάσισαν ότι θα βγάλουν μόλις εννέα βιβλία. Θα μπορούσαμε να τους έχουμε επιλέξει για τα πορτρέτα της LiFO οποιαδήποτε άλλη χρόνια, είναι αδιαμφισβήτητα ένας επιτυχημένος μικρός εκδοτικός οίκος που με μαρκετινίστικους όρους έχει εξελιχθεί σε lovemark. Αν κρίνω από τις βιβλιοθήκες των φίλων μου και από τα εξώφυλλα που βλέπω κάθε καλοκαίρι να βγαίνουν από tote bags στην παραλία του Κέδρου, αυτό που έχουν κάνει σίγουρα καλά είναι να δημιουργήσουν μια σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό τους, κάτι που επιβεβαίωσαν και με εμένα την ίδια, που επέλεξα να βάλω την άγνωστη σε μένα –και άσημη γενικώς στην Ελλάδα μέχρι να τη μεταφράσουν και έπειτα να βρεθεί υποψήφια για Booker– Βερόνικα Ράιμο στις περιορισμένες αποσκευές μου. Το «Ας πούμε πως είμαι εγώ», που έφτασε στα περισσότερα αναγνωστικά χέρια, είναι ένα βιβλίο μελαγχολικό και κωμικό ταυτόχρονα. Τους αρέσει η κωμωδία, την αγαπάνε, το έχουν αποδείξει εκδίδοντας τα «Πλην» και η «Η πλάνη του Πλην» του Άντριου Σον Γκρίερ, τα «Ο σκύλος μου είναι ηλίθιος» και «Γεμάτη Ζωή» του Τζον Φάντε. Ο Θάνος γελάει και με το ύπουλο, μαύρο χιούμορ του Λουίς Μπουνιουέλ στο «Η τελευταία μου πνοή» που κυκλοφόρησε λίγο πριν φύγει η χρονιά και ο ίδιος το συγκαταλέγει στα πέντε βιβλία της ζωής του. Η Μαριλένα πιστεύει ότι ακόμα και το «Νόμπερ» του Όσιν Φέιγκαν είναι ένα βιβλίο που μέσα στη μακαβριότητά του μπορεί να κάνει κάποιους να γελάσουν.

εκδόσεις δωμα Facebook Twitter
Στην ιδέα τους υπήρχε το αδιαπραγμάτευτο στοιχείο «ότι θα το κάνουμε ακριβώς όπως θέλουμε, με όποιον θέλουμε, πως δεν θα έχουμε πάρε-δώσε με όποιον δεν μας κάνει κέφι· ακούγεται υπερβολικό, αλλά εκεί ήταν όλο το νόημα».

Θα μπορούσαμε λοιπόν να τους έχουμε συμπεριλάβει και στα περσινά ή στα προπέρσινα πρόσωπα της χρονιάς. Ωστόσο, όπως μου είπε πρόσφατα ένας άλλος άνθρωπος του βιβλίου, η Τζούλια Τσιακίρη των εκδόσεων Το Ροδακιό, σύμφωνα με μια παλιά δοξασία, «όλα τα πράγματα κρατάνε εφτά χρόνια ή ένα πολλαπλάσιο του εφτά κι έπειτα γίνονται κάτι άλλο ή τελειώνουν». Σε αυτή, την έβδομη χρονιά του, το Δώμα έκανε πιο συναισθηματικές, εσωτερικές επιλογές. «Ήταν μια δοκιμασία για τη σχέση μας με το κοινό, θέλαμε να δούμε αν θα ανταποκριθεί στα πιο βαριά και δύσκολα πράγματα που του δώσαμε ή αν θα μας γυρίσει την πλάτη. Και όλα πήγαν καλά». 

«Τα περσινά χιόνια» του Γκρέγκορ φον Ρετσόρι είναι ένας από τους φετινούς τους τίτλους. Πρόκειται για έναν συγγραφέα που πριν το Δώμα δεν τον είχε βγάλει κανείς στα ελληνικά. «Πιστεύω ότι σε είκοσι χρόνια από τώρα δεν θα έχουν βγει πάνω από δέκα βιβλία καλύτερα από αυτό», λέει ο Θάνος. Η φετινή έκδοση που τους γύρισε πίσω στην αρχή τους ήταν οι «Ρεμβασμοί του μοναχικού περιπατητή» του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ. Όπως και όταν επέλεξαν να κυκλοφορήσουν τον Επίκτητο πήγαν στη Νικόπολη της Ηπείρου όπου εγκαταστάθηκε αφού εκδιώχθηκε από τη Ρώμη και ίδρυσε τη φιλοσοφική του σχολή, έτσι και για τον Ελβετό φιλόσοφο περιηγήθηκαν στις Σαρμέτ, έξω από το Σαμπερί της Σαβοΐας, όπου έζησε από το 1736 μέχρι το 1740. Όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο, η Μαριλένα σκέφτηκε «ωραία, εξελισσόμαστε, προχωράμε, αλλά υπάρχει μια συνοχή στην πορεία μας». Μου το έδωσαν, ενώ είναι κάτι που δεν θα έπαιρνα με ευκολία από το ράφι, και τους το είπα. «Είναι το βιβλίο που αν δεν το είχα διαβάσει πριν πεθάνω, θα τα είχα σκατώσει», έτσι το νιώθει ο Θάνος. 

Δεν κάνουν πολλές εκδηλώσεις, είναι και πρακτικό βέβαια το ζήτημα, από τη στιγμή που έχουν στον κατάλογό τους κυρίως ξένους συγγραφείς, αλλά γενικά κρατούν χαμηλούς τόνους. «Ζούμε σε μια εποχή που η μια πληροφορία διαδέχεται την άλλη και όποιος φωνάξει περισσότερο θα ακουστεί. Το βιβλίο όμως προϋποθέτει ησυχία, και κάποια στιγμή αισθάνθηκα ότι δεν μπορώ άλλο θόρυβο. Αν είμαστε ακόμα πιο σιωπηλοί και διακριτικοί, θα μας ακολουθήσει το αναγνωστικό κοινό; Αν χτίζεις μια μακροχρόνια σχέση, δεν μπορείς να είσαι συνέχεια σε υπερένταση, να τον κυνηγάς τον άλλο», κατά τη Μαριλένα. 

Εφτά χρόνια· τα έχουν πάει καλύτερα απ’ ό,τι υπολόγιζαν; «Αναθεωρούμε συνέχεια το ποιοι είμαστε και το τι θέλουμε. Μπορώ να πω ότι είμαι πολύ ευχαριστημένη με το πώς κάνουμε τα πράγματα και με το πώς ζούμε μέσα σε αυτά. Νιώθω ευγνώμων που πήραμε αυτό το ρίσκο, παρά τις αποτυχίες. Και έχω μεγάλη χαρά που ακόμα έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε τα πράγματα με τους όρους μας, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει δύσκολες αποφάσεις, μέρες, χρονιές. Αν χρειαστεί να βάλουμε νερό στο κρασί μας, θα προτιμούσα να κάνω μια άλλη δουλειά. Υπάρχουν στιγμές που ο Θάνος θα προτείνει να πάμε να ζήσουμε στη Γαλλία ή κάπου αλλού και ακόμα λέω “όχι, συνεχίζουμε”. Ακόμα το θέλουμε, δηλαδή».

Αν κρίνω από τις βιβλιοθήκες των φίλων μου και από τα εξώφυλλα που βλέπω κάθε καλοκαίρι να βγαίνουν από tote bags στην παραλία του Κέδρου, αυτό που έχουν κάνει σίγουρα καλά είναι να δημιουργήσουν μια σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό τους.

Θ: Αυτό είναι το ωραίο, ότι μπορούμε πάντα να το κλείσουμε, αυτό είναι ελευθερία. Συχνά σκέφτομαι ότι καλό θα ήταν να θέσουμε μια προσωρινή ημερομηνία λήξης και μετά να δούμε και να αποφασίσουμε αν θα το συνεχίσουμε.

Μ: Αυτό το έχεις σκεφτεί μόνος σου, εγώ δεν συμφωνώ. 

(Γελάνε)

Μ: Πάντως, η αίσθηση ελευθερίας καλά κρατεί και μακάρι να είμαστε νηφάλιοι ώστε, άμα δεν γουστάρουμε άλλο κάποια στιγμή, να πούμε «αυτό είχαμε να δώσουμε, πάμε για άλλα». 

Θ: Το χειρότερο θα ήταν να είμαστε καταδικασμένοι να έχουμε το Δώμα. 

Μ: Το ότι μας αρέσει το άγνωστο, το να επιλέγουμε συνειδητά κάθε μέρα να ακολουθούμε μια διαδρομή που δεν είναι εύκολη, νομίζω ότι είναι και ζωτικό χαρακτηριστικό για το Δώμα, αλλιώς δεν θα ήταν τα βιβλία του αυτά που είναι τώρα.

Θ: Πάντως, επειδή διαρκώς ψάχνουμε το καινούργιο, όταν δεν θα έχει κάτι άλλο ενδιαφέρον να δώσει ο εκδοτικός πιστεύω ότι πρέπει να κλείσει. 

(Καθ' όλη τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Θάνος αποφεύγει να πει κάποια μεγαλοστομία, αστειεύεται με το γεγονός ότι μπορεί να μπει ως τίτλος, και δεν το θέλει.)

Θ: Βάλε «όποτε θέλω το κλείνω», τύπου «Ηλία, ρίχ' το!».

(Χαμογελάει με όλο του το πρόσωπο, και γελάνε ξανά, μαζί).

Ασκληπιού 16, Εξάρχεια, 213 0458097

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΔΩΜΑ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ένα βιβλικό κείμενο που δεν μοιάζει με τίποτα από όσα έχεις διαβάσει

Βιβλίο / O Εκκλησιαστής: Ένα βιβλικό κείμενο που δεν μοιάζει με τίποτα από όσα έχεις διαβάσει

Ο συνδημιουργός των εκδόσεων Δώμα μιλά στη LiFO για το τολμηρό εγχείρημα του να εκδίδεις βιβλία φιλοσοφίας στις μέρες μας και παραδίδει μια απολαυστική ανάγνωση του «Εκκλησιαστή».
M. HULOT
«Ηπειρώτικο Μοιρολόι»: μια κριτική ματιά στο βιβλίο του Κρίστοφερ Κινγκ

Βιβλίο / «Ηπειρώτικο Μοιρολόι»: μια κριτική ματιά στο βιβλίο του Κρίστοφερ Κινγκ

Ακολουθώντας τα ίχνη που άφησαν οι παραδοσιακοί οργανοπαίκτες Κίτσος Χαρισιάδης και Αλέξης Ζούμπας στα βουνά της Ηπείρου, σε ένα βιβλίο που έκανε μεγάλη εντύπωση τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αμερική
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Οι 10 συν 2 ξένοι τίτλοι της χρονιάς

Βιβλίο / 12 μεταφρασμένα βιβλία που ξεχώρισαν το 2024

Mια millennial συγραφέας και το μεταφεμινιστικό της μυθιστόρημα, η μεταφορά ενός κλασικού βιβλίου σε graphic novel, αυτοβιογραφίες, η επανασύνδεση της ανθρώπινης και της φυσικής ιστορίας σε 900 σελίδες: αυτοί είναι οι ξένοι τίτλοι που ξεχωρίσαμε τη χρονιά που πέρασε.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σελίν Κιριόλ «Φωνή χωρίς ήχο»

Το πίσω ράφι / «Ένα από τα πιο ιδιοφυώς γραμμένα μυθιστορήματα της σύγχρονης λογοτεχνίας»

Έτσι είχε γράψει ο Πολ Όστερ εξαίροντας τη γραφή της Σελίν Κιριόλ στο «Φωνή χωρίς ήχο» για την οικονομία, τη συμπόνια και τις χιουμοριστικές πινελιές της, για τον τρόπο που προσεγγίζει μια γυναίκα αποξενωμένη σε μια απέραντη μεγαλούπολη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαίρη Κουκουλέ

Οι Αθηναίοι / Μαίρη Κουκουλέ (1939-2025): Η αιρετική λαογράφος που κατέγραψε τη νεοελληνική αθυροστομία

Μοίρασε τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, υπήρξε σύντροφος ζωής του επίσης αιρετικού Ηλία Πετρόπουλου. Ο Μάης του ’68 ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο έζησε. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Στρατής Τσίρκας και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες

Βιβλίο / Ο Στρατής Τσίρκας και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες

Σε ποια εποχή γράφτηκε η φημισμένη τριλογία; Πώς διαβάζουμε σήμερα αυτό το σημαντικό μυθιστόρημα; Ποιοι είναι οι ήρωές του; Αυτά και πολλά ακόμα αναλύει με εξαιρετικό τρόπο η Κωνσταντίνα Βούλγαρη σε τρία ηχητικά ντοκιμαντέρ. 
THE LIFO TEAM
Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας

Οι Αθηναίοι / «Δεν μπορεί να κερδίζει συνέχεια το δίκιο του ισχυρού»

Στο Λονδίνο, ο Θανάσης Σκρουμπέλος έλεγε ότι είναι «απ’ τον Κολωνό, γείτονας του Σοφοκλή». Έχοντας βγει από τα σπλάχνα της, ο συγγραφέας που έγραψε για την Αθήνα του περιθωρίου, για τη γειτονιά του και τον Ολυμπιακό, πιστεύει ότι η αριστερά που γνώρισε έχει πεθάνει, ενώ το «γελοίο που εκφράζει η ισχυρή άρχουσα τάξη» είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
M. HULOT
Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή

Πέθανε Σαν Σήμερα / Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό θέατρο

Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κυκλοφόρησε έναν τόμο 535 σελίδων, αφιερωμένο στον σπουδαίο σκηνοθέτη, φιλόλογο, συγγραφέα και ακαδημαϊκό που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μέριλιν Γιάλομ: «H ιστορία της συζύγου»

Το Πίσω Ράφι / H ιστορία της συζύγου από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα

Η φεμινίστρια συγγραφέας και ιστορικός Μέριλιν Γιάλομ εξερευνά τη διαδρομή της συζυγικής ταυτότητας, αποκαλύπτοντας πώς η έννοια του γάμου μεταλλάχθηκε από θρησκευτικό καθήκον σε πεδίο συναισθηματικής ελευθερίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ο γενναιόδωρα οργισμένος Τζορτζ Όργουελ

Βιβλίο / Ο γενναιόδωρα οργισμένος Τζορτζ Όργουελ

Η έκδοση με τα κριτικά κείμενα του Τζορτζ Όργουελ για τη λογοτεχνία και την πολιτική με τον τίτλο «Ό,τι μου κάνει κέφι» μας φέρνει ενώπιον ενός τρομερά οξυδερκούς και ενίοτε γενναιόδωρα οργισμένου στοχαστή.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το βιβλιοπωλείο Κάουφμαν και η ανεκτίμητη προσφορά του στην πνευματική ζωή της Αθήνας

Βιβλίο / Το βιβλιοπωλείο Κάουφμαν και η ανεκτίμητη προσφορά του στην πνευματική ζωή της Αθήνας

Μέσα από αφηγήσεις, φωτογραφίες και ντοκουμέντα μιας νέας έκδοσης ζωντανεύει το βιβλιοπωλείο που συνδέθηκε με τις μνήμες χιλιάδων Αθηναίων και έπαιξε ρόλο στην πολιτιστική διαμόρφωση και καλλιέργεια πολλών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μπρους Τσάτουιν: Ένας αεικίνητος ταξιδιώτης

Πέθανε Σαν Σήμερα / Μπρους Τσάτουιν: Ένας αεικίνητος ταξιδιώτης

Ο αιώνιος ταξιδευτής, μυθιστοριογράφος και ταξιδιωτικός συγγραφέας περιπλανήθηκε στα πιο άβατα σημεία του κόσμου αναζητώντας το DNA των νομάδων και έζησε μια μυθιστορηματική ζωή που υπερβαίνει αυτήν που κατέγραψε στα βιβλία του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ