ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ με θέμα την ιστορία ενός εγκλήματος, απόρροια της ενδοοικογενειακής βίας και της γυναικεία κακοποίησης («Καθρέφτες και είδωλα»), και ένα βιβλίο όπου με κατανόηση και χιούμορ «καταγγέλλει» αμαρτωλές, παραστρατημένες εκδοχές ηγεσίας και λάθη που κάνουμε όλοι, προσπαθώντας να ηγηθούμε ακόμα και του εαυτού μας («7+1 καθημερινά αμαρτήματα ηγεσίας»), η Έλενα Γκίκα-Πετρουλάκη συναντιέται ξανά με το αναγνωστικό κοινό μέσα από το «Η ζωή που σου ’κλεψα», το χρονικό του δεσμού μεταξύ δυο δίδυμων αδελφών που διατρέχει τους αιώνες, φέροντας το στίγμα της βαριάς κληρονομιάς από έναν βαρύ όρκο και έναν ανεκπλήρωτο έρωτα.
Ταυτόχρονα, το ιστορικό στοιχείο παίζει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής. «Μου αρέσει να πειραματίζομαι με διαφορετικές θεματολογίες. Η συγγραφή είναι ένα ταξίδι εσωτερικής αναζήτησης. Ποτέ δεν ξέρεις πού θα σε βγάλει. Τουλάχιστον όπως το βιώνω εγώ, είναι λίγο σαν περιπλάνηση σε ένα συναρπαστικό, αλλά δαιδαλώδες χάος που ζητά να πάρει μορφή, να τακτοποιηθεί». Κάπως έτσι είχε περιγράψει σε παλιότερη συνέντευξή της η συγγραφέας τον τρόπο που επιλέγει τη θεματολογία της και η διαδρομή της ως τώρα την επιβεβαιώνει.
Με φόντο την Καστροπολιτεία του Μυστρά και έρεισμα την περίοδο που η περιοχή αποτελούσε βυζαντινό δεσποτάτο και απειλούνταν από τις επιδρομές των Οθωμανών και τις συναλλαγές των δεσποτών με τον σουλτάνο, παρακολουθούμε τη διαδρομή που διαγράφει μια οικογενειακή κατάρα, μέχρι να κάνει τον κύκλο της και να βρει τη λύση της.
Βεβαίως, όπως είναι φυσικό, κάθε συγγραφέας έχει κάποιες σταθερές στον γενικότερο τρόπο που αντιλαμβάνεται τη συγγραφική διαδικασία και συνεπώς δομεί τους χαρακτήρες και την πλοκή των ιστοριών του. Η Έλενα Γκίκα-Πετρουλάκη βασίζεται κυρίως στα συναισθήματα και στον πώς αυτά οδηγούν τους ήρωες στην εξιλέωση, στην αυτογνωσία και στην αυτοβελτίωση. «Νομίζω πως το πιο σημαντικό για μένα είναι η αλήθεια των συναισθημάτων που βιώνουν οι ήρωες. Σε όποιο είδος και να ανήκει κάθε βιβλίο, αυτό που τελικά με λυτρώνει ως συγγραφέα αλλά και με αγγίζει ως αναγνώστρια, είναι το βάθος των συναισθημάτων και το πώς αυτά γίνονται λέξεις και πράξεις μέσα στην εξέλιξη κάθε ιστορίας. Κάθε βιβλίο μου το αντιμετωπίζω σαν μια πορεία των ηρώων προς την υπέρβαση του εαυτού τους. Σαν μια αναμέτρηση με τους προσωπικούς τους δαίμονες, που στοχεύει στην τελική επικράτηση όχι του καλού, αλλά του καλύτερου».
Το καινούργιο μυθιστόρημα, λοιπόν, παρακολουθεί την πορεία των ηρωίδων που, εκ των προτέρων σφραγισμένη από αδικαίωτα συναισθήματα και την προδοσία, έρχονται αντιμέτωπες με την αγάπη, το καθήκον και τον έρωτα, διανύοντας την απόσταση που θα τις φέρει στην καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους και τελικά στη λύτρωση. Με φόντο την Καστροπολιτεία του Μυστρά και έρεισμα την περίοδο που η περιοχή αποτελούσε βυζαντινό δεσποτάτο και απειλούνταν από τις επιδρομές των Οθωμανών και τις συναλλαγές των δεσποτών με τον σουλτάνο, παρακολουθούμε τη διαδρομή που διαγράφει μια οικογενειακή κατάρα, μέχρι να κάνει τον κύκλο της και να βρει τη λύση της.
Δυο δίδυμες έρχονται στον κόσμο στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, παρά τις αντιξοότητες που τις περιβάλλουν ήδη πριν από τη γέννησή τους και η περιπέτεια που ζουν σπάει τη βαριά σκιά που συνοδεύει την οικογένειά τους εδώ και αιώνες. Συγκεκριμένα από τον δέκατο πέμπτο αιώνα, η δραματική ιστορία δυο προγόνων τους, επίσης διδύμων, σφραγίζει τη μοίρα των επερχόμενων γενεών, εγγράφοντάς τες στο σχήμα που συναντάμε και στο «Καθρέφτες και Είδωλα» και θέλει τη ζωή να μη «μένει ποτέ απλήρωτη. Η συνάντηση με το πεπρωμένο είναι αναπόδραστη». Με καταλύτη μια ανδρική παρουσία οι διαμετρικά αντίθετοι χαρακτήρες τους ‒από τη μια η λογική και η πρακτικότητα και από την άλλη το συναίσθημα και ο παρορμητισμός‒, που μέχρι πρότινος αλληλοσυμπληρώνονταν, διαλέγουν στρατόπεδα και αρχίζουν τον πόλεμο. Μόνο που αυτήν τη φορά, η τελική αναμέτρηση τις φέρνει πιο κοντά στη λύτρωση από ποτέ.