Είναι μια περίεργη περίπτωση η γέννησή μου, γιατί φαίνεται ότι γεννήθηκα στην Κεφαλονιά, ενώ το ληξιαρχείο λέει ότι γεννήθηκα στη Χαλκίδα. Το πιθανότερο είναι ότι γεννήθηκα στη Χαλκίδα γιατί εκεί ήταν ο πατέρας μου, στην Aγροφυλακή. Γεννήθηκα το 1940 και τον Απρίλιο του 1944 έμεινα ορφανός, γιατί ο πατέρας μου ήταν μέλος της αντίστασης και εκτελέστηκε. Ο καταδότης, ο δωσίλογος που τον πρόδωσε, έφυγε μαζί με τους Γερμανούς και πέθανε πριν από λίγα χρόνια σε ηλικία 92 χρονών, παίρνοντας και σύνταξη. Αυτό το θέμα με έχει μαρκάρει, δεν μπόρεσα ποτέ να το ξεπεράσω. Έπρεπε να περάσουν 70 χρόνια για να μάθω τυχαία, σε μια εκδήλωση του ΚΚΕ στα Τρίκαλα, το σημείο όπου σκοτώθηκε ο πατέρας μου. Πέρασα παιδικά χρόνια λίγο περίεργα γιατί η μητέρα μου, που έμεινε χήρα στα 22, παντρεύτηκε έναν εξαιρετικό άνθρωπο, συναγωνιστή του πατέρα μου, αλλά όσο κι αν ήταν εξαιρετικός ‒ποτέ δεν ασχημομίλησε στη μάνα μου, έκανε κι ένα παιδί μαζί της, την αδελφή μου, που τη λατρεύω και με λατρεύει‒, ήταν ένας ξένος άνθρωπος για μένα.
• Τελείωσα το Βαρβάκειο και στα 18 μου έφυγα από το σπίτι. Βέβαια, υπήρχαν κάποιες περίεργες καταστάσεις λόγω του φακέλου του πατέρα μου, και στην περίοδο της δικτατορίας τα πράγματα ήταν ακόμα πιο δύσκολα ‒ είχαν κλειδί του σπιτιού μου κι έμπαιναν μέσα ό,τι ώρα ήθελαν. Χάρη σε έναν θείο μου που ήταν ολίγον τι φασίστας μπόρεσα να δω τον φάκελο που είχε η Ασφάλεια και έπαθα τεράστιο σοκ, γιατί ο φάκελος ο δικός μου ήταν μεγαλύτερος από τον φάκελο του πατέρα μου. Ήταν αδιανόητο τι υπήρχε εκεί μέσα. Θεωρώ τεράστιο έγκλημα ότι αυτοί οι φάκελοι καταστράφηκαν, κάηκαν, γιατί ήταν ντοκουμέντα. Του πατέρα μου περιείχε όλα τα επίσημα έγγραφα, όλους τους καταδότες, φωτογραφίες, οτιδήποτε. Στη δική μου περίπτωση ήταν ακόμα χειρότερα, διότι μέσα στον φάκελο βρισκόντουσαν ακόμα και γράμματα που έγραφα στο δημοτικό σχολείο, φωτογραφίες που δεν είχα δει ποτέ, που δεν ξέρω πώς τις έβγαζαν. Ήταν ανατριχιαστικό.
Από το 1985 μέχρι το 2017, 32 χρόνια σύμβουλος επιχειρήσεων, σε 35 χώρες, έχουν δει πολλά τα μάτια μου. Δεν συζητώ για την Ελλάδα, είναι ένας βόθρος, και το ΠΑΣΟΚ τον έφερε στην επιφάνεια. Τα πολιτικά λάθη που έχουν γίνει στην Ελλάδα είναι μοναδικά στον κόσμο.
• Μόλις τελείωσα το Βαρβάκειο, βρήκα βοήθεια από το Γαλλικό Ινστιτούτο, τότε που ήταν εκεί ο περίφημος Οκτάβ Μερλιέ και ο Ροζέ Μιλλιέξ. Ήμουν καλός μαθητής, τελείωσα καθηγητής γαλλικών και σε ηλικία 22 χρονών ήμουν ο νεότερος διευθυντής παραρτήματος του Γαλλικού Ινστιτούτου στο Ναύπλιο. Βέβαια, έκανα και βλακεία και πήγα και παντρεύτηκα σε αυτή την ηλικία, δεν ήξερα τι μου γινόταν, και από κει άρχισαν διάφορες περιπέτειες, γιατί έπρεπε να ζήσω ένα σπίτι.
• Στη διαφήμιση μπήκα κατά τύχη, στην ηρωική της περίοδο. Έκανα τη διαφήμιση για το γάλα Βλάχας («τρέξε τρέξε, μικρούλη, γίνε άντρας, μικρούλη…») και από κει πέρασα στη Nestlé. Πήγα στην Ελβετία και στη Γαλλία, δούλεψα στην εταιρεία για δεκαπέντε χρόνια, και μια ωραία πρωία με βάρεσε κατακέφαλα ότι η Nestlé, που ήταν ένα είδος ανεξάρτητου υποκαταστήματος στην Ελλάδα, έπαιρνε εντολές από την Ελβετία και ουσιαστικά τα στελέχη είχαν μεταβληθεί σε δημόσιους υπαλλήλους. Πήρα, λοιπόν, το γραφείο μου ‒το έπιπλο‒ και σηκώθηκα κι έφυγα.
• Κατά τύχη συνάντησα κάποιον στον δρόμο, παλιό συνεργάτη, και μου είπε «ρε συ, εδώ υπάρχει μια εταιρεία συμβούλων». Εγώ ήμουν διευθυντής μάρκετινγκ και έψαχναν έναν άνθρωπο για μια μελέτη που είχαν κάνει για τα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά. Μου λέει «για πήγαινε να δεις». Πάω, λοιπόν, εκεί, με υποδέχεται ένας ωραίος άνθρωπος ‒ήταν μια εποχή που για να φτιάξουμε τα ραπόρτα μας είχαμε καθηγητή του πανεπιστημίου να ελέγχει αν βάλαμε κόμμα και τελεία‒ και μου λέει «πάρε αυτούς τους τόμους και πήγαινε στο ναυπηγείο του Σκαραμαγκά». Ούτε ήξερα τι μου γινόταν, τι σημαίνει Σκαραμαγκάς.
• Εν πάση περιπτώσει, από κει ξεκίνησε μια κουλτούρα συμβούλου επιχειρήσεων που μου έδωσε την ευκαιρία να εργαστώ σε 35 χώρες, και ορισμένες φορές κάτω από δύσκολες συνθήκες. Είναι χώρες οι οποίες με μάρκαραν, η Γεωργία π.χ.. στην οποία όταν δούλευα τα πράγματα δεν ήταν καλά ακόμα, η Αιθιοπία. Τα τελευταία μου πόστα ήταν στο Κόσοβο και στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, στο Σεράγεβο. Γύρισα πίσω το 2017, ήταν η τελευταία δουλειά που έκανα με χρηματοδότες την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Παγκόσμια Τράπεζα κ.λπ.
• Στην Ελλάδα ήμουν πάντα στις ηρωικές εποχές που ξεκίναγε μια αγορά. Ας πούμε, στη διαφήμιση πιστεύαμε ότι κάναμε καλό στον άνθρωπο, ότι θα μπορούσε να έχει προϊόντα που του επιτρέπουν να ζήσει καλά. Στο συμβουλίκι λέγαμε «να κάνουμε μια μελέτη για να ωφεληθεί πράγματι ο κόσμος», μετά είδαμε ότι αυτό ήταν μια σφηκοφωλιά απίστευτης διαφθοράς, η οποία και σήμερα ακόμα εξελίσσεται σε βαθμό κακουργήματος. Μπορώ να πω με ασφάλεια ότι η Ελλάδα είναι πολύ πιο διεφθαρμένη απ’ ό,τι το Κόσοβο.
• Στις χώρες που πέρασαν από Οθωμανούς ή από διάφορους άλλους κατακτητές, η πολιτιστική κληρονομιά μένει. Π.χ. στο Σεράγεβο υπάρχει πυροσβεστική υπηρεσία και πάνω από αυτή υπάρχει το έμβλημα της Αυστροουγγαρίας, δεν το γκρέμισαν οι άνθρωποι, μάλιστα το γυαλίζουν κάθε μέρα. Υπάρχει ένα σχολείο με μια πινακίδα που λέει στα τουρκικά «αυτό φτιάχτηκε τότε από τους Τούρκους», υπάρχει πινακίδα που λέει «αυτό φτιάχτηκε από τους Σέρβους», κι άλλη μία που λέει «αυτό φτιάχτηκε απ’ τους Βόσνιους», κανείς δεν έχει πειράξει τις πινακίδες. Περνάς και τις βλέπεις και λες είναι κι αυτό ένα μνημείο. Πήρα τέτοια μαθήματα.
• Στο σχολείο έγραφα καλές εκθέσεις και μια ωραία πρωία άρχισα να γράφω και να εκδίδω βιβλία. Ε, αυτό το βιολί συνεχίζεται και τώρα, εδώ και εξήντα και πλέον χρόνια. Και με το πέρασμα των χρόνων φτάνει κανείς σε ένα σημείο που δεν κάνει απολογισμό αλλά βλέπει ότι τα βιβλία που έγραψε τού είναι ξένα, δηλαδή μπορεί να τα κοιτάξει χωρίς συναίσθημα. Κι έχω παρατηρήσει ότι μπορεί να έχω βγάλει σαράντα και παραπάνω βιβλία, αλλά θεωρώ ότι είναι για πέταμα, εκτός από κάνα δυο, γι’ αυτό και τα αποκήρυξα. Και συνεχίζω να αποκηρύσσω. Μάλιστα, βιβλία που είχαν μια σχετική επιτυχία τώρα τελευταία κάθομαι και τα ξαναγράφω. Την ιστορία του πατέρα μου την έχω γράψει πέντε-έξι φορές. Πρόσφατα, που τη διάβασα, είδα ότι είναι πολύ συναισθηματικό βιβλίο και προσπάθησα να το καθαρίσω από τα συναισθήματα.
• Μπορεί ένα έργο να μην τελειώνει ποτέ, αλλά εμένα με βασανίζει και το ότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να γίνεις ρεζίλι. Πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβεις εάν μπορείς να συνεχίσεις ή αν πρέπει να σταματήσεις. Είναι λυπηρό συγγραφείς που θαυμάζουμε, οι οποίοι έχουν πεθάνει και βγαίνουν και βραβεία με το όνομά τους, στο τέλος της ζωής τους να έχουν ακυρώσει στην ουσία την αξία του έργου τους, επιμένοντας να γράφουν τα ίδια και τα ίδια, με μια μανιέρα. Πιθανώς το γεγονός ότι κάθομαι και ξαναγράφω να με σώζει από το να μη λέω τα ίδια και τα ίδια πράγματα.
• Το άλλο το οποίο με ωφέλησε πάρα πολύ –ξέρω πλέον καλά ελληνικά‒ είναι οι μεταφράσεις. Έχω μεταφράσει τα δοκίμια του Μονταίνι τρεις φορές και τον Γαργαντούα τέσσερις. Δουλεύω τον Μονταίνι περίπου εξήντα χρόνια, ίσως και εξήντα πέντε. Αν αφαιρέσουμε τους προλόγους κ.λπ., πρέπει να έχω μεταφράσει οχτώ χιλιάδες σελίδες, κι αυτό χάρη στο Γαλλικό Ινστιτούτο, γιατί στα μαθήματα που μας έκαναν για να γίνουμε καθηγητές γαλλικών μας δίνανε και δείγματα συγγραφέων. Μας δώσανε και το δείγμα «Περί της εκπαίδευσης των παιδιών» του Μονταίνι, και από τότε μου ήρθε η τουβλιά στο κεφάλι και άρχισα να ασχολούμαι. Τον Ραμπελαί τον δουλεύω καμιά πενηνταριά χρόνια. Και είναι πάντα διαφορετικό το αποτέλεσμα, γιατί παρακολουθείς τις εξελίξεις. Το σημαντικό είναι ότι οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης δέχτηκαν να εκδώσουν και τα δοκίμια και τον Γαργαντούα κι έχουν κάνει δυο εκδόσεις εξαιρετικές από κάθε άποψη. Και πρέπει να πω ότι και για τα δύο αυτά έργα η μετάφραση είναι μοναδική, δεν υπάρχει άλλη τέτοια στον κόσμο.
• Οι μεταφράσεις που γίνονται κυρίως από καθηγητές έχουν έναν πανεπιστημιακό χαρακτήρα, ενώ εδώ πρέπει να σκεφτείς ποιος είναι ο αναγνώστης. Δηλαδή, όταν ο Μονταίνι λέει ότι «ο Φραγκίσκος ο Α’ της Γαλλίας, πηγαίνοντας το βράδυ στην ερωμένη του, πέρναγε από την εκκλησία και έκανε τον σταυρό του για να συγχωρεθεί» πρέπει να εξηγήσεις ποιος είναι ο Φραγκίσκος ο Α’, να βάλεις μια υποσημείωση· όταν λέει ότι «έγινε η μάχη τάδε που για την εποχή ήταν αποφασιστική και προσδιόρισε την Ιστορία», πρέπει να πεις ποιοι ήταν εκεί, τι έγινε στη μάχη. Το ίδιο συμβαίνει και στον Γαργαντούα, και μάλιστα πρέπει να εξηγήσεις από πού προέρχεται η βωμολοχία του, τι σημαίνει αυτό. Και πρέπει να προσέξεις πάρα πολύ το όριο της βωμολοχίας, γιατί κάποιες λέξεις δεν μπορείς να τις πεις σήμερα.
• Η βωμολοχία που έχει ο Ραμπελαί είναι έκφραση ζωής. Μην κρυβόμαστε, μας αρέσει να πηδάμε, και μας αρέσει και το φαγοπότι, ρε φίλε, αλλά το φαγοπότι τι προϋποθέτει; Ένα γερό χέσιμο. Και τότε πώς σκουπίζεις τον κώλο σου; Έρχεται λοιπόν ο Γαργαντούας και λέει «με σφουγγάρι, με χόρτο, με γαϊδουράγκαθο», έναν κατάλογο ολόκληρο. Αλλά το καλύτερο λέει ξέρεις ποιο είναι; «Το πετσομούνι, γιατί εκεί πρέπει να τριβόμαστε». Αυτό, βέβαια, ενοχλεί τα χρηστά ήθη, αλλά, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, μέσα στον Ραμπελαί βρίσκουμε τη χαρά της ζωής. Ο Μονταίνι είναι ο διανοούμενος, ο στοχαστής, και ο Ραμπελαί είναι ο άνθρωπος της ζωής που το μήνυμά του είναι «κάνε ό,τι θες, αλλά κάνε το έντιμα, στο μέτρο που σου αναλογεί». Μετά από αυτές τις κυκλοφορίες μάζεψα ό,τι βιβλία και βοηθήματα είχα και τα έβαλα ψηλά στη βιβλιοθήκη, φοβούμενος μην ψάξω πάλι και βρω ότι λείπει ένα κόμμα και μια τελεία και αρχίσω πάλι να τα μεταφράζω από την αρχή.
• Το πρώτο βιβλίο που μετέφρασα ήταν στα 21 μου, όταν ο Φέξης, που είχε τον ομώνυμο εκδοτικό, μου πρότεινε να μεταφράσω ένα κινέζικο βιβλίο από τα γαλλικά. Μετέφρασα δύο βιβλία της προπαγάνδας της Κίνας, κακήν κακώς βέβαια, αλλά ουσιαστικά τότε άρχισα να ασχολούμαι με τα δοκίμια του Μονταίνι. Στην αρχή μού έλεγαν «πού πας και βάζεις το κεφάλι σου, αυτά δεν μεταφράζονται», και αν δεν είχα βοήθεια απ’ το εξωτερικό, κυρίως από έναν Αμερικανό μελετητή των δοκιμίων, δεν θα προχωρούσα.
• Όσο μετέφραζα Μονταίνι, σκέφτηκα να κάνω και κάτι παραπάνω, επειδή είχα τελειώσει το πανεπιστήμιο της Σορβόνης, το οποίο το 1962 ήταν τριετές και όχι τετραετές και στην Ελλάδα δεν το αναγνώριζαν· έκανα μεταπτυχιακό στο πανεπιστήμιο του Μονπελιέ και διδακτορικό πάνω στη χρήση των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων στα δοκίμια του Μονταίνι. Ήμουν υποχρεωμένος να το υποβάλω στην Ελλάδα για να αναγνωριστεί, δηλαδή έπρεπε να έχω επίσημη μετάφραση. Πρόκειται για τρεις τόμους, 800 σελίδες, το τι τράβηξα γι’ αυτήν τη μετάφραση εργαζόμενος, με οικογένεια, παιδί, και μετακινούμενος από τη μια χώρα την άλλη δεν περιγράφεται ‒ μαρτύριο. Ας μη μιλήσω για το γεγονός ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα το «αριστερός» με ακολουθούσε παντού, ούτε και για το μετά το 1980 ‒ δεν προσχώρησα εκεί που μου έλεγαν. Θέλω να πιστέψετε ότι είμαι μοναχικός λύκος.
Ο Ραμπελαί γράφει λίγο μετά τον Μεσαίωνα και λίγο πριν από την Αναγέννηση. Όλο αυτό το στοιχείο που βγαίνει, που είναι η χαρά της ζωής στην ουσία, χωρίς φραγμό, υπήρχε στον Μεσαίωνα, κάνουμε πολύ μεγάλο λάθος να θεωρούμε ότι ήταν σκοτάδι, δεν ήταν χειρότερος από την Αναγέννηση. Μπορώ να σας πω ότι ο Μεσαίωνας δεν είχε αυταπάτες, ενώ η μεταρρύθμιση είχε αυταπάτη, γι’ αυτό νικήθηκε. Όπως και η δημοκρατία έχει αυταπάτες, γι’ αυτό καταρρέει.
• Χωρίς να το θέλω, είμαι ο πρώτος ο οποίος μετέφρασε Πεσόα στα ελληνικά και ο πρώτος που μετέφρασε ισπανόφωνους της Λατινικής Αμερικής, γιατί λατρεύω τα ισπανικά. Κατά τύχη με έστειλαν στην Ισπανία επί Φράνκο ‒είδα μια χώρα που έβραζε‒ κι έμαθα ισπανικά σε τρεις μήνες. Έχω γνωριστεί με μεγάλους συγγραφείς· με τον Μάριο Βάργκας Λιόσα που ήρθε στην Ελλάδα και κάναμε παρέα, με τον Κάρλος Φουέντες, έναν απόμακρο άνθρωπο, επίσης, με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες παίξαμε και σφαλιάρες στην εταιρεία που είχε στη Βαρκελώνη, μάλιστα εκεί έβγαλα κι ένα βιβλίο στα ισπανικά, μέσω της Carmen Balcells. Μετέφρασα την Τέχνη του μυθιστορήματος του Κούντερα, ενός σπουδαίου ανθρώπου που με δέχτηκε μια φορά στο σπίτι του. Μετέφρασα τον Χουάν Ρούλφο, τον σπουδαιότερο Μεξικανό συγγραφέα. Έγραψε δύο βιβλία που είναι 300 σελίδες και τα δύο μαζί αλλά είναι ο πρόδρομος του μαγικού ρεαλισμού, ένας ανατριχιαστικός συγγραφέας, τον οποίο δεν διστάζω να πω ότι έχω κατακλέψει.
• Έχω κατακρεουργήσει λέξεις, φράσεις, παραγράφους ολόκληρες από συγγραφείς που μου αρέσουν. Το λέω και όποιος θέλει ας με ρωτήσει «γιατί». Η πρόζα του Ρούλφο είναι μια πρόζα ποιητική που εμένα μου χρησίμευσε και την έβαλα σε ένα κομμάτι. Έχω κάνει κι άλλα αστεία εδώ και τόσα χρόνια, και αυτή την ώρα ό,τι δημοσιεύεται, δημοσιεύεται με ψευδώνυμο και με βιογραφία. Κάποιος που ασχολούνταν με αυτά τα πράγματα, ο Κυριάκος ο Ντελόπουλος, ο οποίος έκανε τον κατάλογο των ψευδωνύμων των Ελλήνων συγγραφέων, βρήκε ότι έχω 145 ψευδώνυμα και κατά πάσα πιθανότητα τώρα πρέπει να είναι 230. Έχω βγάλει, μάλιστα, και μια ανθολογία ανύπαρκτων συγγραφέων, που όλα τα κείμενα είναι δικά μου. Εκεί έχω κι ένα διήγημα του Τσέχοφ, που είναι δικό μου, αλλά εγώ είπα ότι είναι ανέκδοτο. Έχω γράψει κι ένα θεατρικό του Τσέχοφ, το οποίο υποτίθεται ότι βρέθηκε στα αρχεία της Σοβιετικής Ένωσης. Είναι κάτι το οποίο με διασκεδάζει, είναι μια άσκηση.
• Ο Ραμπελαί είναι μια μοναδική περίπτωση συγγραφέα, και στη νέα έκδοση του Γαργαντούα σκέφτηκα να δούμε τη γλώσσα, να δούμε τις πηγές του. Ο Ραμπελαί γράφει λίγο μετά τον Μεσαίωνα και λίγο πριν από την Αναγέννηση. Όλο αυτό το στοιχείο που βγαίνει, που είναι η χαρά της ζωής στην ουσία, χωρίς φραγμό, υπήρχε στον Μεσαίωνα, κάνουμε πολύ μεγάλο λάθος να θεωρούμε ότι ήταν σκοτάδι, δεν ήταν χειρότερος από την Αναγέννηση. Μπορώ να σας πω ότι ο Μεσαίωνας δεν είχε αυταπάτες, ενώ η μεταρρύθμιση είχε αυταπάτη, γι’ αυτό νικήθηκε. Όπως και η δημοκρατία έχει αυταπάτες, γι’ αυτό καταρρέει. Έχετε υπόψη σας ότι στον Μεσαίωνα φτιάχτηκαν τα γυαλιά; Ξέρετε πόσο σημαντική εφεύρεση είναι τα γυαλιά; Σπουδαιότερη εφεύρεση απ’ οτιδήποτε, γιατί ο μάστορας που έχανε την όρασή του και έβαζε γυαλιά είχε δέκα χρόνια ακόμα να διδάξει στον άλλο το επάγγελμα. Χέστηκα, με το συμπάθιο, για την ατμομηχανή, διότι η ατμομηχανή δεν με διδάσκει ως άτομο.
• Θεωρώ ότι δεν υπάρχει Ευρώπη, έχει τελειώσει. Αυτό το βιολί είναι μια νομενκλατούρα όπως ήταν η Σοβιετία, με άπειρα προνόμια. Τα προνόμια είναι ασύλληπτα, όπως και η διαφθορά. Η Ευρώπη είναι μια οντότητα χωρίς στρατό, τη σέρνουν οι Αμερικανοί από τη μύτη, κι αυτά θα τα πληρώσουν τα παιδιά μας. Επειδή έχω δουλέψει στη Γεωργία, ξέρετε ποιοι ήταν οι καλύτεροί μου φίλοι, και χρηματοδότες του έργου; Οι μαφιόζοι. Ό,τι λέει ο μαφιόζος γίνεται. Εδώ η διαφθορά δεν συγκρίνεται, είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα και τα έχω ζήσει από μέσα. Από το 1985 μέχρι το 2017, 32 χρόνια σύμβουλος επιχειρήσεων, σε 35 χώρες, έχουν δει πολλά τα μάτια μου. Δεν συζητώ για την Ελλάδα, είναι ένας βόθρος, και το ΠΑΣΟΚ τον έφερε στην επιφάνεια. Τα πολιτικά λάθη που έχουν γίνει στην Ελλάδα είναι μοναδικά στον κόσμο. Το έχω μετανιώσει που δεν έβαλα το δάχτυλο στο μέλι ‒ και το πλήρωσα αυτό. Είμαι ο μαλάκας που επέστρεψε λεφτά στο ελληνικό δημόσιο και ως τέτοιος μαλάκας κόντεψα να πάω φυλακή. Με ρώταγαν πού βρήκα τα 300 εκατομμύρια δραχμές που άφησα στο ταμείο! Από τον προϋπολογισμό που μου είχες δώσει! Δυστυχώς, εξακολουθώ να τα θυμάμαι.
• Πρέπει να είσαι πολύ απελπισμένος για να ζήσεις σήμερα, μόνο η απελπισία σε σώζει, δεν έχω καμία ελπίδα. Εκεί που απελπίζεσαι που βουλιάζει το καράβι, όμως, λες «να πάει να γαμηθεί, θα πάρω το σωσίβιο». Και το βρίσιμο είναι η καλύτερη θεραπεία. «Θα σου κάνω την κωλάθρα μαντολίνο» που λέει κι ο Γαργαντούας, αν δεν είχα κι εγώ αυτό το μειονέκτημα δεν θα μπορούσα να μεταφράσω Ραμπελαί. Η καταγωγή μου είναι από την Κεφαλονιά και οι Κεφαλονίτες, αν δεν βρίσουν, δεν μπορούν να υπάρξουν. Είναι ένα περίεργο πράγμα αυτό το νησί.
• Είναι πολύ φυσικό που έχουμε γίνει συντηρητικοί. Ξέρετε, ο άνθρωπος πρέπει να έχει κάποια σημεία αναφοράς ‒ σημεία αναφοράς είναι η γλώσσα του, η θρησκεία του, η οικογένειά του, η παιδεία του, οι φίλοι του κ.λπ. Όταν αυτά δεν υπάρχουν, αρχίζει το μυαλό να χάνει. Έτσι στον Μεσαίωνα οι μικρές κοινωνίες είχαν τις μάγισσες, τα φαντάσματα ως ψυχοθεραπεία, διότι οι κίνδυνοι ήταν τόσο μεγάλοι που οι θεσμοί που υπήρχαν δεν μπορούσαν να τους αντιμετωπίσουν. Σήμερα έχει χαθεί και η έννοια της ψυχοθεραπείας, υπάρχει η θετική ψυχοθεραπεία, ότι πρέπει να είσαι ευτυχής, και υπάρχει και η Παγκόσμια Ημέρα Ευτυχίας ‒ είναι να βαράς το κεφάλι σου στον τοίχο.
• Η ζωή με έχει μάθει ότι έπρεπε να ήμουν καχύποπτος και δεν ήμουν, αυτό το πλήρωσα, και το πληρώνω. Ήμουνα ένας αφελής, ένας καλοπροαίρετος, με αρχές, και πληρώνω τη λέζα των πάντων. Πλήρωσα το ότι ο πατέρας μου ήταν κομμουνιστής, η μάνα μου πέθανε στα χέρια μου από καρκίνο, πλήρωσα την αφέλειά μου στις εμπορικές σχέσεις, στις επαγγελματικές σχέσεις, βοήθησα ανθρώπους που δεν θυμάμαι καν πια ποιοι ήταν, έκανα καλό σε ανθρώπους και μου έχουν ρίξει μαχαιριές σε βαθμό κακουργήματος. Αλλά, πάλι, πιστεύω σε αυτό που λέει ένα χιλιανό τραγούδι της Βιολέτα Πάρα, «ευχαριστώ τη ζωή που μου έδωσε τόσα δάκρυα και χαρές», και αυτό προσπαθώ να πω στο παιδί μου. Αυτό με συντηρεί. Είμαι 83 ετών και συνεχίζω απτόητος.
Οι μεταφράσεις του Φίλιππου Δρακονταειδή στα δοκίμια του Μισέλ ντε Μονταίνι (βιβλία Α’, Β’, Γ’, σε κασετίνα) και στο μνημειώδες έργο του Φρανσουά Ραμπελαί «Γαργαντούας - Πανταγκρυέλ - Πανταγκρυέλιον προσγωσιάριον» κυκλοφορούν από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.