Pierre Assouline
Το Υπερωκεάνιο
Ο Πιερ Ασουλίν ανήκει στις σπάνιες περιπτώσεις των καταξιωμένων κριτικών λογοτεχνίας που ασκούν με την ίδια ικανότητα το metier του συγγραφέα, διαθέτοντας ένα σπάνιο εύρος γνώσεων, οι οποίες διαφαίνονται σε κάθε του συγγραφική εκδοχή. Μετά το βραβευμένο Ξενοδοχείο Lutetia, που έχοντας ως σημείο αναφοράς το ιστορικό αυτό ξενοδοχείο του Παρισιού ξεδιπλώνει όλο το σκηνικό της περιόδου που έφερε τον Χίτλερ στην εξουσία, ο Ασουλίν επανέρχεται με ένα αντίστοιχα συμβολικό σημείο αναφοράς, ένα υπερωκεάνιο.
Ο Πιερ Ασουλίν ανήκει στις σπάνιες περιπτώσεις των καταξιωμένων κριτικών λογοτεχνίας που ασκούν με την ίδια ικανότητα το metier του συγγραφέα, διαθέτοντας ένα σπάνιο εύρος γνώσεων, οι οποίες διαφαίνονται σε κάθε του συγγραφική εκδοχή.
Το εντυπωσιακό αυτό πλοίο με την ονομασία «Ζορζ Φιλιπάρ» αποπλέει από τη Μασσαλία με προορισμό τη Γιοκοσάμα της Ιαπωνίας τον Φεβρουάριο του 1932, μεταφέροντας ετερόκλητους επιβάτες, αντιπροσωπευτικούς των κοινωνικών τάξεων που διαμόρφωσαν το σκηνικό της νέας Ευρώπης. Από τον πρόεδρο της εταιρείας του πλοίου μέχρι τους κοσμοπολίτες επιβάτες, όλοι φαίνονται να μοιράζονται τη μοίρα όχι μόνο αυτού του ταξιδιού αλλά συνολικά ολόκληρης της γηραιάς ηπείρου.
Ανάμεσα σε επιβάτες όπως ο βιβλιοπώλης Ζακ-Μαρί Μποέρ με εξειδίκευση στα σπάνια βιβλία και πάθος για λογοτεχνία, ο πρώην πλοίαρχος Πρεσανί, ο Ρώσος πιανίστας Σοκολόβσκι και μια σειρά από μοιραίες πρωταγωνίστριες, συναντάμε διάφορους υποστηρικτές του Χίτλερ και αντίστοιχους συνωμοσιολόγους που ανέρχονταν τότε με ορμή στην εξουσία.
Οι αναλογίες ενός πνευματικού κόσμου υπό κατάρρευση και της παραδομένης στον φασισμό ευρωπαϊκής ηπείρου με όσα συμβαίνουν σήμερα είναι παραπάνω από ανατριχιαστικές και με έναν δραματικό τρόπο καθιστούν αυτό το βιβλίο επίκαιρο. Είναι γραμμένο με τη ζωντάνια της πένας του Ασουλίν, την εντυπωσιακή του ευρυμάθεια και με τη σπάνια λογοτεχνική του συγκρότηση.
Joseph Roth
Περιπλανώμενοι Εβραίοι
Όσοι έχουμε αγαπήσει τις ωραίες ταξιδιωτικές περιγραφές του Γιόζεφ Ροτ γνωρίζουμε ότι, εκτός από σπουδαίος μυθιστοριογράφος, ήταν ένας υπέροχος καταγραφέας των ανθρώπινων στιγμών και ταυτόχρονα εκφραστής μιας ασπαίρουσας και σπάνιας δημοσιογραφίας.
Ως εκ τούτου, εκτός από την υπέροχη καταγραφή των ταξιδιωτών, τους οποίους παρατηρούσε στα ξενοδοχεία όπου διέμενε, ο Ροτ είχε αναλάβει και εκείνη όλων των εκδοχών και σημείων της εβραϊκότητας τόσο των κατεξοχήν πολύπαθων Εβραίων της Κεντρικής Ευρώπης που επρόκειτο να περιπλανώνται στη στοιχειωμένη ήπειρο, νιώθοντας τη βαριά μοίρα της εβραϊκής διασποράς, όσο και των διαρκώς απειλούμενων οικισμών τους, των περίφημων στετλ, που ήταν σύμφυτα με την τραγική τους μοίρα.
Ο Ροτ περιγράφει τόσο ωραία τους Εβραίους, την περίτεχνη αμφίεσή τους, τα εντυπωσιακά καφτάνια τους, τις συνήθειες αλλά και τη διαρκή αγωνία τους, που το βιβλίο του αποτελεί όχι μόνο ένα μοναδικό ντοκουμέντο αλλά και ένα υπέροχο ανάγνωσμα. Όπως έγραφε χαρακτηριστικά η Ναντίν Γκόρντιμερ: «Το σύνολο του έργου του Ροτ είναι μια tragédie humaine γραμμένη με τους τρόπους της σύγχρονης λογοτεχνίας. Κανείς άλλος, ούτε καν ο Τόμας Μαν, δεν έχει κατορθώσει αυτό που ο Λούκατς αποκαλεί “απλησίαστο στόχο” μας».
Άννα Μαρία Ορτέζε
Η θάλασσα δεν βρέχει τη Νάπολη
Μπορεί να μην είναι ευρύτερα γνωστή στο ελληνικό κοινό, αλλά η Άννα Μαρία Ορτέζε παραμένει μία από τις πιο αντιπροσωπευτικές και ρηξικέλευθες εκπροσώπους του ιταλικού νεορεαλισμού, με τη συγγραφική της γκάμα να εκτείνεται με την ίδια ικανότητα από το διήγημα ως το μυθιστόρημα και από το δοκίμιο μέχρι παραστατικά ταξιδιωτικά ρεπορτάζ.
Μια απόδειξη του τρόπου που το βλέμμα της οικειοποιείται διαφορετικούς τόπους και εντρυφά στο βάθος του ψυχισμού με μεταφυσικές προεκτάσεις είναι η υπέροχη Ιγκουάνα (είχε μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Ζαχαρόπουλο και η γραφή της εδώ να παραπέμπει έντονα στη Λισπέκτορ) αλλά και οι αντίστοιχες λεπτομερείς περιγραφές της από τις επισκέψεις στο Τολέδο και τη Νάπολη με το εκπληκτικό Η θάλασσα δεν βρέχει τη Νάπολη.
Πρόκειται για μια συλλογή από ιστορίες που στόχο έχουν να περιγράψουν όχι μόνο τα τραύματα της λαβωμένης από τη φτώχεια και πολέμους πόλης του Νότου αλλά και να περιγράψουν όλα αυτά τα πρόσωπα που παραδίδονται με τραγικό τρόπο, όπως η μικρούλα Εουτζένια στο πρώτο διήγημα, στην άγραφη συλλογική μοίρα. Το βιβλίο διαβάζεται ως ένα σπάνιο λογοτέχνημα για μια συμβολική κάθοδο στον Άδη αλλά και ως ντοκουμέντο μιας ολόκληρης εποχής.
Όπως είχε γράψει χαρακτηριστικά ο περίφημος κριτικός λογοτεχνίας και βιογράφος Πιέτρο Τσιτάτι: «Η Άννα Μαρία Ορτέζε ήταν μόνη όπως μπορεί να είναι μια πέτρα, όπως ένας σωρός από χόρτα στον κήπο. Ήταν μια εκπληκτική φιγούρα, η μείξη ξωτικού, μάγισσας και καλόγριας».
Colson Whitehead
Μανιφέστο Απατεώνων
Δεν υπάρχουν πολλοί σύγχρονοι Αμερικανοί συγγραφείς που να έχουν την ενέργεια, την ορμή, τη φαντασία και τη γλαφυρότητα του Κόλσον Γουάιτχεντ. Ευτυχώς, τα δύο βραβεία Πούλιτζερ δεν φάνηκαν να του στερούν την αψάδα των περιγραφών του αθέατου στους πιο πολλούς αλλά πρωταγωνιστικού σε αστικούς μύθους και ταινίες για τη Νέα Υόρκη των ’70s. Ωστόσο, ο Γουάιτχεντ δεν θέλει ούτε να εξωραΐσει αλλά ούτε και να διαμορφώσει έναν μυθικό κόσμο για εκείνη την εποχή.
Αντίθετα, στόχος του είναι να ξαναζωντανέψει με ενάργεια και αχαλίνωτη ορμή όλα όσα έθρεψαν την καθημερινότητα των μαύρων της Νέας Υόρκης και τους αγώνες τους με σημείο αναφοράς τους Μαύρους Πάνθηρες, τον Μαύρο Απελευθερωτικό Στρατό αλλά και τους τοπικούς ήρωες. Και παρότι ο δικός του πρωταγωνιστής, που γνωρίσαμε στην περίφημη Τριλογία του Χάρλεμ –την οποία ολοκληρώνει το Μανιφέστο Απατεώνων–, δεν διαθέτει καμία ηρωική διάσταση, είναι αντιπροσωπευτικός της εποχής του.
Αρχικά είναι ένας φιλήσυχος ιδιοκτήτης επιπλάδικου και κατόπιν αναγκαστικά εμπλεκόμενος σε διάφορες υποθέσεις παρανομίας, στο συγκεκριμένο βιβλίο δείχνει να θέλει να αποσυρθεί από τη «δευτερεύουσα οικονομία», όπως χαρακτηριστικά την αποκαλεί. Παραμένει, ωστόσο, ένας παρατηρητής του εύφλεκτου κόσμου γύρω του, των διαρκών διώξεων των μαύρων που βλέπει να τους στήνουν στους τοίχους αστυνομικοί, των απανωτών συγκρούσεων που παρατηρούνται σε όλους τους «άγριους» δρόμους του Μανχάταν, από το Χελς Κίτσεν μέχρι το Χάρλεμ.
Όπως έγραφε χαρακτηριστικά στην κριτική τους για το βιβλίο οι «New York Times»: «Ο Γουάιτχεντ κυριολεκτικά υποτάσσει τη γλώσσα στο παιχνίδι του. Την κάνει να περιστρέφεται ανάλογα με τους ήχους της πόλης και τους κατοίκους της, φτάνοντάς τη στα όριά της. Μπορεί να είναι καυστική και αστεία, με τους παλιούς εκτελεστές να υπηρετούν τις κτηνωδιών του παρελθόντος με ακρίβεια, την ίδια στιγμή που ο πρωταγωνιστής του, ο Κάρεϊ, έχει στο μυαλό του τη σύνταξη μιας άλλης γλώσσας, αυτής των διαφημιστικών που πρέπει να συντάξει για την 4η Ιουλίου (..). Άλλες στιγμές, πάλι, ο Γουάιτχεντ δίνει στους χαρακτήρες του την ησυχία και τον χώρο για να βγάλουν προς τα έξω τον ήχο μιας τόσο βαθιάς λύπης και παραίτησης: το ότι είναι παγιδευμένοι, ότι όλες οι πιθανότητες συσσωρεύονται εναντίον τους, ακόμη και εκ των έσω».
Catherine Hermary-Vieille
Οι εξόριστοι του Βυζαντίου
Ένα από τα ιστορικά μυθιστορήματα για τον καιρό του Βυζαντίου που έχουν σημειώσει μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία, από μια συγγραφέα ιδιαίτερα δημοφιλή και αγαπητή στην Ελλάδα, γνωστή από τον αξέχαστο Μεγάλο Βεζύρη της νύχτας (εκδ. Χατζηνικολή) αλλά και από τον Μαύρο Άγγελο (εκδ. Αλεξάνδρεια). Σε αυτό το βιβλίο η γνωστή μυθιστοριογράφος ξεκινάει με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, περιγράφοντας ανάγλυφα τα οδυνηρά γεγονότα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας και της πιο αιματηρής πολιορκίας στην ιστορία.
Οι περιγραφές από το εσωτερικό της Αγίας Σοφίας είναι συγκλονιστικές –«το αίμα κυλούσε στα ρείθρα, εκεί όπου σωριάζονταν τα σφαγμένα, ξεκοιλιασμένα, αποκεφαλισμένα πτώματα»–, καθώς εκεί έχουν κλειστεί για να αμυνθούν οι κάτοικοι, γνωρίζοντας όμως την οργισμένη λαίλαπα των κατακτητών που δεν εξαιρούν κανέναν, ούτε γυναίκες ούτε παιδιά. Από κει, όμως, καταφέρνουν να δραπετεύσουν δυο αδέλφια, ο Νικόλας και ο Κωνσταντίνος Διονής, ο ένας στη Ρωσία και ο άλλος στις ακτές της Μεσογείου, παίρνοντας όρκο ότι κάποια στιγμή οι απόγονοί τους θα ξανασυναντηθούν.
Εξού και το βιβλίο επεκτείνεται σε πέντε αιώνες, φέρνοντας στο φως συγκλονιστικά στοιχεία για τη μοίρα των κατοίκων της άλλοτε κραταιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τις συγκρούσεις και τις διαφορές. Από τις σελίδες δεν λείπουν οι μεγαλοπρεπείς περιγραφές αυτοκρατορικών τελετών και θρησκευτικών τελετουργιών αλλά και ο ανθρώπινος παράγοντας που αναδεικνύεται μέσα από τις καθημερινές ιστορίες των ηρώων.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.